Η αποστολή του Bέλγου, 27χρονου εκείνη την εποχή, μικροβιολόγου Πέτερ Πιοτ στο χωριό Γιαμπούκου του τότε Ζαΐρ (μετέπειτα Δημοκρατίας του Κονγκό) κατέφτασε τον Οκτώβριο του 1976. Σκοπός της ήταν να μελετήσει τον άγνωστο ως τότε ιό που προκαλούσε υψηλό πυρετό, εμετούς, διάρροια και, σε πολλές περιπτώσεις, θάνατο, ενώ εξαπλωνόταν επιθετικά στην περιοχή. Η αποστολή των επιστημόνων κατευθύνθηκε προς τον ξενώνα όπου θα διέμεναν, ο οποίος βρισκόταν ανάμεσα στα καταλύματα των νοσοκόμων και των ιερέων. Εκεί αντίκρισαν το κορδόνι.
Τρεις ευρωπαίες νοσοκόμες και ένας ιερέας, επιχειρώντας μια πιστή απόδοση του «cordon sanitaire», δηλαδή του σημείου το οποίο δεν ξεπερνά μια επιδημία ή –κυριολεκτικώς –του «κορδονιού της υγείας», στέκονταν απέξω κρατώντας ένα κορδόνι. Ενα χαρτί με ένα μήνυμα κρεμόταν από ένα δέντρο και έγραφε στην τοπική διάλεκτο λινγκάλα ότι οι επισκέπτες θα πρέπει να μην πλησιάζουν, καθώς όσοι έρχονταν πιο κοντά θα πέθαιναν. Οταν οι αδελφές είδαν τους αγνώστους να προσεγγίζουν το σημείο, φώναξαν στα γαλλικά τρομοκρατημένες: «Μην πλησιάζετε άλλο! Μείνετε εκτός, διαφορετικά θα πεθάνετε!». Ο Πιοτ, ωστόσο, δεν δίστασε και πήδηξε τον «φράχτη». Επειτα φώναξε στα ολλανδικά: «Είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε να ξεπεραστεί η επιδημία. Ολα θα πάνε καλά».
«Κατέρρευσαν κρατώντας η μία την άλλη στηριζόμενες στα χέρια μου, κλαίγοντας. Μπορούσαμε να δούμε τον τρόμο στο πρόσωπό τους» θυμήθηκε σε σχετικό αφιέρωμα των «Financial Times» προ μηνών ο 65χρονος σήμερα μικροβιολόγος, διευθυντής της Σχολής Υγιεινής και Τροπικών Ασθενειών του Λονδίνου, Πέτερ Πιοτ. Οι τρεις νοσοκόμες ήταν πεπεισμένες ότι και οι ίδιες θα πέθαιναν συντόμως, όπως τέσσερις συνάδελφοί τους και ένας ιερέας που είχαν χάσει τη ζωή τους τις προηγούμενες εβδομάδες έχοντας εκδηλώσει τα ίδια συμπτώματα. Ωστόσο, ετοίμασαν στην αποστολή των επιστημόνων βοδινό για βραδινό και συζήτησαν για τα χαρακτηριστικά του ιού.
Σύντομα έγινε σαφές ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στο νοσοκομείο της περιοχής. Επειτα από επιδημιολογική έρευνα ανακάλυψαν ότι οι μολύνσεις προέρχονταν από ενέσεις οι οποίες έγιναν με ακάθαρτες βελόνες και σύριγγες (όλες οι νοσοκόμες χρησιμοποιούσαν μόλις πέντε σύριγγες και βελόνες καθημερινά), ενώ το προσωπικό του νοσοκομείου και οι παρευρισκόμενοι σε κηδείες μολύνονταν από την επαφή με τα σωματικά υγρά. Ακόμη, φαινόταν να υπάρχει μεταδοτικότητα από μητέρες προς τις κόρες τους. Το κλείσιμο του νοσοκομείου παραδόξως βοήθησε στην κάμψη των κρουσμάτων, με αποτέλεσμα τρεις μήνες αργότερα να αρθεί η καραντίνα η οποία είχε επιβληθεί στην περιοχή.
Ο επίμονος Βέλγος
Ο Εμπολα θεωρείται ότι αναπτύσσεται στις νυχτερίδες και προσβάλλει τους ανθρώπους μέσω της επαφής του αίματος ή προσβεβλημένων σταγονιδίων. Υπάρχουν τέσσερις τύποι Εμπολα, με πιο γνωστό και τον τύπο «Ζαΐρ», με 90% θνησιμότητα.
Μπορεί η εμφάνιση του εξαιρετικά θανατηφόρου ιού Εμπολα, ο οποίος πήρε το όνομά του από έναν ποταμό κοντά στο Γιαμπούκου, να αποτέλεσε μια συμφορά για την Αφρική, όμως η ανακάλυψη και η παρατήρησή του αποτελούσε μοναδική πρόκληση για έναν νεαρό επιστήμονα το 1976. Ο βαρόνος Πέτερ Πιοτ, γεννημένος στο Λόιβεν του Βελγίου, απόφοιτος Ιατρικής από το Πανεπιστήμιο της Γάνδης στο Βέλγιο –αποφοίτησε μόλις δύο χρόνια πριν από την ανακάλυψη του Εμπολα -, συμμετείχε σε πολλές ιατρικές αποστολές, κυρίως στην Αφρική, όπου, πέρα από την παρατήρηση του Εμπολα, το 1983 αποκάλυψε μια σημαντική επιδημία HIV μεταξύ ετεροφυλόφιλων. Εφτασε να γίνει βοηθός διευθυντής του προγράμματος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον HIV και να υπηρετήσει ως σύμβουλος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ.
Προσφάτως, ο Πέτερ Πιοτ, σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde», ζήτησε να επιτραπεί η χρήση πειραματικών φαρμάκων κατά του Εμπολα στην Αφρική, ενώ τάχθηκε επίσης υπέρ της δωρεάν χορήγησης φαρμάκων κατά του ιού, καθώς δεν υπάρχει «αγορά» να τα υποστηρίξει.
Η ανακάλυψη του Εμπολα παραμένει το μεγαλύτερο επίτευγμα του Πιοτ. Γι’ αυτό ίσως επέστρεψε στο Γιαμπούκου τον εφετινό Μάιο, λίγο πριν από τη δραματική έξαρση του Εμπολα, προκειμένου μαζί με τη σύζυγό του, Χάιντι, να γυρίσουν ένα ντοκιμαντέρ για εκείνη την πρώτη επίσκεψη.
Επιστρέφοντας στο Γιαμπούκου
Ολα ξεκίνησαν πριν από περίπου τέσσερις δεκαετίες, όταν το εργαστήριο όπου εργαζόταν ο Πιοτ στο Ινστιτούτο Τροπικής Ιατρικής στην Αμβέρσα παρέλαβε ένα δείγμα από το Ζαΐρ. Επρόκειτο για αίμα φλαμανδής νοσοκόμας η οποία είχε πεθάνει από κάτι που τότε ακόμη θεωρείτο κίτρινος πυρετός. Ο νεαρός αισθάνθηκε ενθουσιασμό στη σκέψη ότι θα ανακάλυπτε έναν νέο ιό και θα ερευνούσε πώς μεταδίδεται, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της έξαρσής του.
Το πρώτο καταγεγραμμένο ξέσπασμα του ιού Εμπολα τοποθετείται χρονικά στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1976. Τότε ο διευθυντής του σχολείου της περιοχής, ονόματι Μαμπάλο Λοκέλα, είχε πεθάνει έχοντας παρουσιάσει υψηλό πυρετό, διάρροια και αιμορραγία. Ο θάνατός του αποτέλεσε σοκ για την κοινότητα ιεραποστόλων της περιοχής. Σύντομα το νοσοκομείο γέμισε με ασθενείς οι οποίοι παρουσίαζαν παρόμοια συμπτώματα. Και σχεδόν όλοι τους πέθαναν μέσα σε μία εβδομάδα.
Ο Πιοτ, ανίδεος ακόμη για τη μυστηριώδη επιδημία, κατέφθασε στο Γιαμπούκου μέσα σε ένα αεροπλάνο με την ομάδα του: «Ημασταν ένας Κονγκολέζος, ένας Αμερικανός, ένας Γάλλος και δύο Βέλγοι μέσα στο αεροπλάνο, σαν ανέκδοτο» διηγείται χρόνια μετά. Κατά την προσγείωσή τους, το αεροπλάνο φρέναρε απότομα και κανείς από τους δύο τρομοκρατημένους πιλότους δεν βγήκε από την καμπίνα. Ηθελαν να απογειωθούν ξανά το συντομότερο και να αποφύγουν οποιαδήποτε επαφή με τους ντόπιους.
Ο Πιοτ βγήκε από το πίσω μέρος του αεροσκάφους και αντίκρισε εκατοντάδες ανθρώπους αρχικά να τον κοιτούν σιωπηλοί και έπειτα να φωνάζουν «Ογιέ! Ογιέ!». Το αεροσκάφος ήταν το πρώτο το οποίο «έσπασε» την καραντίνα στην οποία είχε μπει όλη η περιοχή εξαιτίας της επιδημίας. Ενώ επί πολλά χρόνια το Γιαμπούκου υπήρξε κέντρο εκπαίδευσης, περίθαλψης και αγροτικής ανάπτυξης για την περιοχή, η έξαρση του Εμπολα άφησε πίσω της μια περιοχή με εγκαταλελειμμένες φυτείες καφέ και μπαμπού.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ