Ηταν 13 Απριλίου του 1970 όταν βγήκε στις αίθουσες η κωμωδία του Γιάννη Δαλιανίδη «Μια τρελή… τρελή… σαραντάρα» με τη Ρένα Βλαχοπούλου στον ομώνυμο ρόλο. Εντελώς διαφορετικά τα ήθη της ελληνικής κοινωνίας τότε από τα σημερινά και η ηρωίδα, «χήρα και τσαχπίνα», υπέφερε από τη στενοκεφαλιά του οικογενειακού της περιβάλλοντος, που την ήθελε να ξαναπαντρευτεί με έναν πλούσιο ηλικιωμένο, ενώ εκείνη αγαπούσε έναν συνομήλικό της μουσικό (Ανδρέας Μπάρκουλης). Ξαναβλέποντας σήμερα αυτή την ταινία, συνειδητοποιείς πόσο έχουν αλλάξει –ευτυχώς – τα στεγανά. Το δίλημμα εκείνης της εποχής, αν δηλαδή μια γυναίκα στα 40 θα κάνει ό,τι επιτάσσει η οικογένειά της ή θα ακολουθήσει την καρδιά της, μοιάζει με ανέκδοτο σήμερα. Δεκαεπτά χρόνια μετά τη σαραντάρα Βλαχοπούλου ήρθε να προστεθεί και η Ρίτα Σακελλαρίου με μια ωδή στις ώριμες γυναίκες, όπως τη συνέθεσε ο Γιάννης Καραλής το 1987: «Οι σαραντάρες ίσον με δύο εικοσάρες», έλεγε το λαϊκό άσμα, «γι’ αυτό κι οι σαραντάρες έχουν διπλές τις χάρες» συμπλήρωνε ο στίχος, επιχειρηματολογώντας επαρκώς επάνω στο φλέγον ζήτημα.
Και πάλι, όμως, η εποχή δεν ήταν η κατάλληλη. Χρειάστηκε να περάσει σχεδόν μια τριακονταετία για να αποδειχτεί προφητικό μέσα στην ιλαρότητά του το συγκεκριμένο τραγούδι. Το γυναικείο φύλο έδωσε πολλές μάχες και κατάφερε να τις κερδίσει όταν οι οικονομολόγοι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι οι γυναίκες διαδραματίζουν πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομία, είναι παραγωγικές, αποτελεσματικές και κάτι ακόμη, πολύ σημαντικό: αποδεικνύονται πολύ πιο ψύχραιμες από τους άνδρες συναδέλφους τους μπροστά στην κρίση. Αυτή λοιπόν η γυναικεία χειραφέτηση πρόσφερε, μεταξύ πολλών άλλων, και ένα είδος ασυλίας στις γυναίκες, σε σχέση με τον τρόπο ζωής και τις ερωτικές επιλογές τους: η γυναίκα διεκδίκησε μεγαλύτερο μισθό, υγιέστερο οργασμό και, έτσι όπως εγκατέλειπε όλο και πιο συχνά το πατρικό της για να βγει και να δουλέψει, δεν χρειαζόταν να δίνει αναφορά για το ποιον βλέπει, τι κάνει, έφυγε ο ψυχαναγκασμός τού «τι θα πει ο κόσμος, πρέπει πρώτα να παντρευτείς» κ.τ.λ. κ.τ.λ…
Οι ηθικοί κώδικες έχουν αλλάξει, η κοινωνία επιτρέπει τις σχέσεις εκτός γάμου, δεν είσαι πλέον δακτυλοδεικτούμενος αν αποφασίσεις να μην ανέβεις τα σκαλιά της εκκλησίας, να μην κάνεις παιδιά και απλώς να κάνεις τη ζωή σου. Και, κάπως έτσι, ο χρόνος διαστέλλεται. Θυμάμαι τη μητέρα μου να μου λέει ότι οι γονείς της την πίεσαν να παντρευτεί με προξενιό στα 22 της επειδή το χωριό θα άρχιζε να συζητά ότι είναι γεροντοκόρη. Θυμάμαι και τα δικά μου άγχη, πριν από επτά χρόνια, όταν έκλεινα τα 30 και αναρωτιόμουν τι έχω κάνει λάθος και δεν έχω παντρευτεί ακόμη. Και τελικά συνειδητοποιώ ότι όχι μόνο στον μικρόκοσμο της Ελλάδας, αλλά παγκοσμίως, βρισκόμαστε σε μια νέα πραγματικότητα, που πρεσβεύει ότι τα 40 είναι τα νέα 30.
Παρατείνοντας την εφηβεία
Κανείς πια δεν βιάζεται να μεγαλώσει –ίσα ίσα, κάνει τα πάντα για να παρατείνει τη νεότητά του. Η υγιεινή διατροφή, η σωματική άσκηση, οι εναλλακτικές μορφές θεραπείας, από εκεί που ήταν μέλημα των λίγων, τώρα έχουν γίνει προτεραιότητα των πολλών. Βλέποντας ότι η αγορά εργασίας δεν είναι πλέον στρωμένη με ροδοπέταλα, πολλοί είναι εκείνοι που μετά το πρώτο πτυχίο οδεύουν προς το δεύτερο. Οι ίδιοι θα πουν ότι το κάνουν για να συλλέξουν περισσότερα «εφόδια», δεν υπάρχει αμφιβολία, όμως, ότι πρόκειται και για μια παράταση ενηλικίωσης με ακαδημαϊκό άλλοθι. Ανθρωποι οι οποίοι στα 35 τους ζουν σαν φοιτητές στο πατρικό τους, κοιμούνται στο παιδικό τους δωμάτιο επάνω σε κρεβάτι από σουηδικό ξύλο και δεν ξέρουν καν πώς να βάζουν πλυντήριο αναβάλλουν την ωρίμανσή τους για αργότερα. Βγαίνουν ραντεβού, φλερτάρουν και, επιστρέφοντας, η αθάνατη ελληνίδα μάνα θα τους ρωτήσει: «Γιατί άργησες;».
Δεν είναι τυχαίο ότι το ντύσιμο, οι μουσικές και τα memorabilia της παιδικής και εφηβικής ηλικίας των σημερινών σαραντάρηδων είναι τόσο της μόδας: παντού ανοίγουν μπαρ με αισθητική 70s, οι μουσικές των 80s και των 90s ανακυκλώνονται ξανά και ξανά, gadgets αλλοτινών εποχών όπως view master, ενενηντάρα κασέτα κ.ά. έχουν μετατραπεί σε φετίχ. Μια ολόκληρη βιομηχανία έχει στηθεί και περιστρέφεται γύρω από τη γενιά που αρνείται πεισματικά να μεγαλώσει. Στα τέλη του 2013, η 42χρονη σήμερα σταρ του Χόλιγουντ Κάμερον Ντίαζ κυκλοφόρησε ένα βιβλίο-έκπληξη, με τίτλο «The Βody Βook». Η έκπληξη έγκειται στο ότι, σε αντίθεση με βιβλία που έχουν στο παρελθόν κυκλοφορήσει πολλές συνάδελφοί της, η ίδια θέλησε να απομυθοποιήσει τα μυστικά περί αιώνιας νεότητας, μπαίνοντας μάλιστα σε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες: «Πολλές γυναίκες κάνουν το μοιραίο λάθος να κάνουν ολική, ριζική αποτρίχωση στα γεννητικά τους όργανα, χωρίς να σκεφτούν ότι ίσως η φύση να ξέρει καλύτερα: η τριχοφυΐα στη συγκεκριμένη περιοχή μπορεί να αποδειχτεί σωτήρια ύστερα από χρόνια, όταν το δέρμα δεν θα είναι πια το ίδιο σφριγηλό και θα χρειάζεται το καμουφλάζ του. Θυμώνω με τις γυναίκες που ζουν λες και δεν θα γεράσουν ποτέ».
Η ψυχολόγος Ελσα Κοππάση τονίζει με τη σειρά της τον κίνδυνο που κρύβεται πίσω από το σύνθημα «για πάντα νέοι»: «Δεν συμφωνώ καθόλου με αυτό το σκεπτικό. Είμαι υπέρ τού να διατηρείσαι σε καλή και υγιή κατάσταση, όχι όμως στην εμμονή της αιώνιας νιότης. Είμαστε η πιο ναρκισσιστική γενιά που έχει περπατήσει ποτέ επί Γης. Αρνούμαστε πεισματικά να μεγαλώσουμε και, όσο αρνούμαστε, δεν επιτρέπουμε ούτε στις επόμενες γενιές να αναπτυχθούν σωστά και να πάρουν τον χώρο που τους αναλογεί μέσα στα πράγματα. Για εμένα, το μοναδικό μυστικό για να είμαστε σε καλή σχέση με τον εαυτό μας, σε όποια ηλικία και αν βρισκόμαστε, είναι να ακούμε το παιδί που έχουμε μέσα μας. Οσο εκνευριστικό, κακομαθημένο, ανασφαλές, κλαψιάρικο, φοβισμένο και αν είναι, πρέπει να το ακούμε ανά πάσα στιγμή, γιατί έχει πολλά να μας πει. Εκείνο μάς ξέρει καλύτερα απ’ όλους και χάρη σε αυτό φτάσαμε ως εδώ. Του χρωστάμε πολλά και συνήθως του αναγνωρίζουμε ελάχιστα».
Αρχίζοντας στα 40
Η ηλικία των 40 είναι τόσο σημαντική, όχι απαραίτητα επειδή έχεις ακόμη το περιθώριο να μην αναλάβεις τις υποχρεώσεις σου, αλλά ακριβώς επειδή όχι μόνο μπορείς να τις αναλάβεις, αλλά έχεις και όλον τον καιρό μπροστά σου για να αλλάξεις ό,τι δεν σου αρέσει στη ζωή σου. Το σίγουρο είναι ότι το μήνυμα που σου διδάσκει η κάθε δεκαετία που συμπληρώνεις το συνειδητοποιείς αρκετό καιρό αργότερα. Στα 20, κυνηγάς ουτοπίες: η τέλεια σχέση, η τέλεια καριέρα, η τέλεια οικογένεια, το τέλειο σπίτι. Και, κάπως έτσι, περνούν δέκα χρόνια, χωρίς να το καταλάβεις.

Στα 30, περνάς μια δεκαετία πενθώντας για όλα όσα περίμενες αλλά ποτέ δεν ήρθαν κατά τη διάρκεια των 20. Μια μακρά περίοδος χηρείας, ματαίωσης και ενδοσκόπησης. Και στα 40, το παίρνεις απόφαση και αρχίζεις να ζεις. Είναι η ηλικία της δράσης, δεδομένου ότι έχει πιάσει τόπο όλη αυτή η «έρευνα» που έκανες τα προηγούμενα χρόνια.

Οι ψυχολόγοι χαρακτηρίζουν τα 40 ως τη «νέα ώρα αιχμής της ζωής», καθώς οι σκέψεις-δράσεις γύρω από την καριέρα και την οικογένεια χτυπούν κόκκινο. Οι Αμερικανοί υποστηρίζουν ότι είναι η στιγμή του διπλάσιου εισοδήματος και των δίδυμων νηπίων –δίδυμα επειδή πολλές από τις γυναίκες που επιλέγουν να τεκνοποιήσουν μετά τα 40 έτη καταφεύγουν στην εξωσωματική γονιμοποίηση, η οποία πολύ συχνά οδηγεί στη γέννηση διδύμων. Και νηπίων, επειδή οι σαραντάρηδες είναι πλέον μικρομπαμπάδες. Φτάνει να σκεφτούμε ότι οι γονείς μας μάς απέκτησαν γύρω στα 25 με 30 τους το αργότερο και όταν εκείνοι ήταν 40 εμείς είχαμε αποφοιτήσει από το σχολείο ή είχαμε ήδη μπει στο πανεπιστήμιο, ενώ το σημερινό προφίλ σαραντάρη πατέρα τον θέλει να σέρνει καρότσια και να κρατάει κουδουνίστρες. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα και του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος πριν από μερικές ημέρες έκλεισε τα 40 και έχει παιδιά προσχολικής ηλικίας.
Η λογοτεχνία είχε πάντα τα αντανακλαστικά να αντιμετωπίζει τα 40 ως μεταβατική περίοδο: ο Βίκτωρ Ουγκό τα είχε αποκαλέσει «τα γηρατειά της νιότης». Και δεν είχε άδικο. Είναι η ηλικία που δεν είσαι ούτε πολύ μικρός ούτε πολύ μεγάλος. Βρίσκεσαι ακριβώς στη μέση, σε ένα σταυροδρόμι. Και όπως σε όλα τα σταυροδρόμια, έτσι και εδώ, πρέπει να διαλέξεις προς τα πού θα πας από εδώ και στο εξής. Φυσικά, δεν είναι όλα στρωμένα με ροδοπέταλα. Μπορεί να δείχνεις ακμαίος και ωραίος χάρη στην καλή διατροφή και τη σωστή γυμναστική που έχεις επιλέξει, το εσωτερικό ρολόι, όμως, μετρά ακάθεκτο τον αντίστροφο ρυθμό του: υγεία, γονιμότητα, ανανέωση κυττάρων, τίποτε πια δεν είναι δεδομένο όπως παλιά. Το σημαντικότερο δώρο αυτής της ηλικίας είναι το επιτακτικό «Ή τώρα ή ποτέ!». Ξέρεις ότι προλαβαίνεις να ανεβάσεις μια δεύτερη πράξη στην παράσταση της ζωής σου, η οποία, αν όλα πάνε καλά, θα είναι πολύ καλύτερη από την πρώτη, αλλά το καλό που σου θέλεις είναι να κινηθείς γρήγορα, προτού πέσει η αυλαία του φινάλε.
Η γλώσσα του θεάτρου έχει κάτι ακόμη να διδάξει στην πραγματική ζωή: κάθε ηθοποιός, εκτός από την κανονική ηλικία του, έχει και τη λεγόμενη «ερμηνευτική», δηλαδή το πόσο δείχνει, και ανάλογα με αυτή, του αναθέτουν και τους αντίστοιχους ρόλους. Σε μια οντισιόν, για παράδειγμα, μπορεί να ζητηθούν ηθοποιοί με ερμηνευτική ηλικία 20 και να κερδίσει τον ρόλο κάποιος που είναι 30, αλλά δείχνει νεότερος. Ομοίως και εκτός σκηνής: μπορεί να είσαι 40 και να νιώθεις 100 ή να έχεις την ξέφρενη πεποίθηση ότι όλα αρχίζουν έχοντας κλείσει τέσσερις δεκαετίες σε αυτόν τον παράξενο πλανήτη.
Η αυτογνωσία είναι παντού
Ενώ νωρίτερα στη ζωή σου σπαταλάς πολύτιμο χρόνο αναμασώντας συμπεράσματα σαν χαλασμένο κασετόφωνο, παπαγαλίζοντας τα λόγια του ψυχολόγου σου και γεμίζοντας το μυαλό σου με αποφθέγματα συγγραφέων και ταινιών που την επόμενη ημέρα έχεις κιόλας ξεχάσει, ξαφνικά στα 40, ως διά μαγείας –και δεδομένου πάντα ότι έχεις κάνει και λίγη δουλειά με τον εαυτό σου –όλα είναι ξεκάθαρα. Η αυτογνωσία δεν είναι μια μακρινή ουτοπία ούτε χρειάζεται να περάσεις επτά χρόνια στο Θιβέτ για να τη συναντήσεις. Είναι παντού. Στον τρόπο με τον οποίο προστατεύεις τον εαυτό σου από πολυέξοδους και αδιέξοδους έρωτες, στη σιγουριά με την οποία απομακρύνεις τοξικούς ανθρώπους από τη ζωή σου, και ας είχαν το παράσημο του φίλου, ακόμη και στην ψυχραιμία με την οποία αντιμετωπίζεις τους ανώτερούς σου στη δουλειά.
Κάπου γύρω στα 40, οι μισοί φίλοι σου παντρεύονται και κάνουν παιδιά και οι άλλοι μισοί έρχονται για πρώτη φορά αντιμέτωποι με κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας, δικό τους ή των γονιών τους. Και τα δύο, για διαφορετικούς λόγους, είναι γερά χαστούκια συνειδητοποίησης. «Χάνεις» τους αδέσμευτους φίλους σου και αναρωτιέσαι τι κάνεις εσύ στη ζωή σου σε σχέση με τη μοναξιά και τη συντροφικότητα. Χάνεις τους γονείς σου και συνειδητοποιείς ίσως για πρώτη φορά ότι δεν είσαι αθάνατος, ότι κάποτε θα έρθει και η σειρά σου. Αλλά αυτό, αντί να σε παγώνει, σε κινητοποιεί. Επειδή τα 40 είναι η ηλικία-ορόσημο που λέγαμε.
Οι διαπιστώσεις των 40 είναι πολλές και πολύ χρήσιμες. Δεν υπάρχει το άλλο σου μισό με τον τρόπο που σ’ το είχαν παρουσιάσει οι αισθηματικές κομεντί που διαψεύστηκαν μέσω αποτυχημένων γάμων ή πολυετών σχέσεων. Υπάρχουν, όμως, πολλά άλλα μισά, τα οποία καλείσαι να συναντήσεις στην πορεία της ζωής σου. Μια θεωρία λέει ότι σε καθέναν από εμάς αντιστοιχούν 30 άνθρωποι-ορόσημα, συνεπώς, σε μια πιο ήρεμη και ώριμη ηλικία, η ιδέα να συναντήσεις και τους 30 δεν σου φαίνεται και τόσο ανέφικτη. Επιπλέον, είσαι πια σε θέση να βρίσκεις τη «φυλή» σου, να συμμαχείς με ανθρώπους που βρίσκονται κοντά στον δικό σου τρόπο σκέψης. Οπως στην πραγματική ζούγκλα, έτσι και στη ζούγκλα της κοινωνίας, διαλέγεις αγέλη και αποφεύγεις να γίνεις ένα με το κοπάδι. Επίσης, σε αυτή την ηλικία της επιφοίτησης, απορρίπτεις σχολικά συμπλέγματα που σε στοίχειωναν ακόμη και στα 30 σου: τώρα πλέον δεν θέλεις να είσαι με τους cool τύπους, αλλά με ανθρώπους του τύπου σου.
Ξεμπερδεύεις με το ενοχικό σύνδρομο και το αυτομαστίγωμα, αφού δεν ωφελεί και είναι το μεγαλύτερο βαρίδι σε πόδια που ήδη έχουν διανύσει πολλά χιλιόμετρα. Αρχίζεις να τους συγχωρείς όλους. Τον εαυτό σου που δεν έκανε όλα όσα είχε ονειρευτεί. Αλλά και τους «κακούς» συντρόφους σου και τους συχνά ανεπαρκείς γονείς σου, συνειδητοποιώντας ότι και οι μεν και οι δε απλώς δεν ήξεραν πώς να τα κάνουν όλα σωστά. Και κάποιοι τους είχαν πληγώσει και εκείνους στο παρελθόν.
Και τελικά καταλαβαίνεις ότι το νόημα της ζωής δεν κρύβεται στις βαθυστόχαστες αναζητήσεις. Δεν βρίσκεσαι πια σε έξαψη, είσαι όμως μια ήρεμη δύναμη. Ξέρεις ότι δεν είναι στο χέρι σου και κανείς δεν θα σου θυμώσει που δεν κατάφερες να μάθεις αν υπάρχει Θεός ή μεταθανάτια ζωή. Είσαι πια βέβαιος ότι τα άλυτα υπαρξιακά ερωτήματα που βασάνιζαν την πρώτη νιότη σου δεν θα σε βοηθήσουν να γίνεις πιο ολοκληρωμένος άνθρωπος. Το μεγαλύτερο ερώτημα που καλείσαι να απαντήσεις είναι ποιος είσαι εσύ, τι θέλεις από τη ζωή σου και αν υπάρχει ζωή μετά τα 40. Ναι, υπάρχει, και μάλιστα αρκετή. Γιατί τα 40 είναι τα νέα 30.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ