Είναι ακατόρθωτο να ταξιδέψω στον Πόρο χωρίς τη συντροφιά του Γιώργου Σεφέρη. Σαν τον μποέμ εκείνης της θρυλικής συντροφιάς του ’30, Χένρι Μίλερ, μονολογώ: Αφήστε με να πλανιέμαι μαζί με τους στίχους του σαν καλοσυνάτο πνεύμα πάνω από τις στέγες του Πόρου. Ναι, παρέα με ένα καλλιτεχνικό πνεύμα, έναν γλάρο που απογειώθηκε από το ακροκέραμο και πετά πάνω από το στενό μεταξύ της Σφαιρίας και της πελοποννησιακής ακτής, τις βάρκες που πηγαινοέρχονται αενάως, αφού εδώ όλα κινούνται και κινητοποιούνται, το απίθανο σκηνικό της προκυμαίας με τις κλασικού ρυθμού προσόψεις, την ίδια την αγαπημένη πολιτεία και το ρολόι, και μετά πάνω από την Καλαυρία, το Μοναστήρι, το Λιμανάκι της Αγάπης, τη βίλα Γαλήνη όπου γράφτηκε η «Κίχλη» ένα λυτρωτικό για τον Σεφέρη φθινόπωρο: «Δεν ξέρω πολλά πράγματα από σπίτια / ξέρω πως έχουν τη φυλή τους, τίποτε άλλο».
Αυτά τα σπίτια στην προκυμαία του Πόρου! «Καινούργια στην αρχή, σαν τα μωρά / που παίζουν στα περβόλια με τα κρόσσια του ήλιου, / κεντούν παραθυρόφυλλα χρωματιστά και πόρτες / γυαλιστερές πάνω στη μέρα». Ενα κύμα κεραμοσκεπών κατρακυλά από την κορυφή του λόφου, από το ρολόι, και σταματά ένα βήμα πριν από τη θάλασσα, προβάλλοντας όλη τη γοητεία της πολιτείας, τις ωχροποίκιλτες προσόψεις της με τα σφυρήλατα μπαλκόνια, που από μακριά, καθώς πλησιάζεις με το καράβι, μπλέκονται με τα ξάρτια των αραγμένων σκαφών. Οντως, τα πλεούμενα μπλέκονται συνεχώς στην εικόνα του Πόρου: «Πανιά στο φύσημα του αγέρα / ο νους δεν κράτησε άλλο από τη μέρα. / Αρωμα πεύκου και σιγή»…


Η Κίχλη και το Λιμανάκι της Αγάπης
Το άρωμα του πεύκου και το άρωμα της θάλασσας, αυτή η συνάντηση που αποθεώνεται στον Πόρο. Στις δύο βασικές διαδρομές που διακλαδώνονται μόλις πατήσεις το πόδι σου στην Καλαυρία μετά το Κανάλι, η μία για τον Ρωσικό Ναύσταθμο και η άλλη για το Μοναστήρι, έχουν γεμάτα τα παράθυρα του πευκοδάσους με αραγμένα αρόδο σκάφη κάθε λογής, αλλά και άλλα που πηγαινοέρχονται. Οι ίδιες εικόνες που έβλεπε και ο Σεφέρης από τα ορθάνοιχτα παράθυρα της βίλας Γαλήνη, καθώς συνέθετε την «Κίχλη»: «Και είσαι / σ’ ένα μεγάλο σπίτι με πολλά παράθυρα ανοιχτά / τρέχοντας από κάμαρα σε κάμαρα, δεν ξέροντας από πού / να κοιτάξεις πρώτα, / γιατί θα φύγουν τα πεύκα και τα καθρεφτισμένα βουνά / και το τιτίβισμα των πουλιών / θ’ αδειάσει η θάλασσα, θρυμματισμένο γυαλί, από βοριά και νότο».
Η γαλήνη ταιριάζει πολύ με τον Πόρο και αυτή η διαδρομή που ξεκινά με την Πέρλια και τη βίλα Γαλήνη, αυτή την αισθαντική έπαυλη με το «κόκκινο Πομπηίας» και το άρωμα των αλλοτινών καιρών, εξελίσσεται στην ήρεμη ακτή, δίπλα στην ήσυχη θάλασσα. Και μετά το Μικρό και το Μεγάλο Νεώριο, το εμβληματικό ξενοδοχείο Xenia Poros Image (www.porosimage.gr) με τα υπέροχα παράθυρά του και τους εξώστες του στραμμένα προς τον αεικίνητο δίαυλο και την πολιτεία με τις μεταλλασσόμενες εικόνες, το Λιμανάκι της Αγάπης στη σκιά των πεύκων, και τον Ρωσικό Ναύσταθμο με τα ατμοσφαιρικά ερείπια.
Το άρωμα της τέχνης
Στην όλη ατμόσφαιρα και ο κλασικός «Ασπρος Γάτος» στην Πέρλια, με τα τραπέζια του μέσα στη θάλασσα, πάνω στα οποία έρχονται τα εξαίσια πιτάκια με θαλασσινά και ο γαύρος, ψημένος στον χυμό του λεμονιού και στο λάδι, στολισμένος με δυόσμο –ο εμπνευστής της ελληνικής έκδοσης του σούσι Ανδρέας Καΐκιας τον ονομάζει σαλάτα καλαβρέζα -, οι ψητές σαρδέλες, το ριζότο με μύδια και όλα τα άλλα καλά της θάλασσας. Ο Ανδρέας έχει μνήμες από την παρουσία εκεί του Γιώργου Σεφέρη στη γειτονική βίλα Γαλήνη και τις ανακαλεί ανάμεσα στις αποκαλύψεις για τον σχεδόν ποιητικό γαύρο του: «Ο παππούς μου καθόταν με τον Σεφέρη και κοίταζαν αμίλητοι τη θάλασσα. Η γιαγιά μου του έλεγε:«Καλά, εσύ έχεις πιει το αμίλητο νερό, αλλά εκείνος, πολιτικάντης άνθρωπος, γιατί δεν μιλά;»».
Και η άλλη διαδρομή, με μεγάλη οικειότητα με τη θάλασσα, συνδέει τις πιο ωραίες παραλίες στο Ασκέλι και το Μοναστήρι. Σε αυτή τη διαδρομή υπάρχει ένας άλλος γοητευτικός σταθμός, το ξενοδοχείο Sirene Blue Resort
(www.sireneblueresort.gr) με τους διαδοχικούς εξώστες προς τις γαλάζιες ιστορίες του Σαρωνικού. Από εδώ ξεκινά η εσωτερική διαδρομή μέχρι τον Ναό του Ποσειδώνα (5 χλμ. από το ξενοδοχείο), η οποία μπορεί να γίνει και με τα πόδια. Εκεί ο περιηγητής μπορεί να συνδιαλαγεί με τα χαμηλά ερείπια, τα σκορπισμένα στη σκιά των ελιών και των πεύκων. Μια τέτοια γοητευτική συνομιλία ξεκίνησε ήδη να εξελίσσεται στον Πόρο, μεταξύ των σύγχρονων γλυπτών του Κώστα Βαρώτσου και των αρχαίων των συλλογών του Αρχαιολογικού Μουσείου (η έκθεση ονομάζεται «Διάλογοι με τον χρόνο» και θα διαρκέσει ως το τέλος Αυγούστου). Στην γκαλερί Citronne, η οποία βάζει την τέχνη στη θερινή ζωή του Πόρου, φιλοξενείται μία ακόμη έκθεση του Κώστα Βαρώτσου, τα «Γλυπτικά παλίμψηστα», η οποία θα διαρκέσει ως τις 18 Ιουνίου. Θα ακολουθήσουν οι εκθέσεις των ζωγράφων Σωτήρη Σόρογκα (21 Ιουνίου-30 Ιουλίου) και Κωνσταντίνου Ξενάκη (2 Αυγούστου-14 Σεπτεμβρίου). Η τέχνη ταιριάζει πολύ με τον Πόρο.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ