Θα μπορούσαμε να έχουμε την Αραβική Ανοιξη χωρίς τις παρακολουθήσεις από την NSA; Τη «σοφία» του Google χωρίς τη χειραγώγηση των διαφημιστικών μηνυμάτων; Την ευκολία των «έξυπνων» κινητών χωρίς το ακόλουθο φακέλωμα; Πρόκειται για μερικές μόνο από τις καυτές πατάτες που μας σερβίρονται απευθείας από τον φούρνο της τεχνολογικής προόδου. Και όσο προχωρούν οι συζητήσεις, οι προεκτάσεις γίνονται ολοένα και πιο φιλοσοφικές.

Είναι η ίδια τεχνολογία που καθιστά τα παραπάνω εφικτά: Η χειραγώγηση και η απελευθέρωση αποτελούν μεταβλητές στην ίδια εξίσωση. Δύο βιβλία, τα οποία κυκλοφόρησαν προσφάτως, κατορθώνουν να αναδείξουν την αντίθεση και να εστιάσουν τον διάλογο σε συγκεκριμένο σημείο: στο μέλλον του καπιταλισμού.

Εμείς και τα ρομπότ

O 69χρονος αμερικανός οικονομολόγος και πρόεδρος του ιδρύματος Economic Trends, Τζέρεμι Ρίφκιν, θυμίζει προ-μαρξιστή ουτοπιστή του σοσιαλισμού. Στο πιο πρόσφατο βιβλίο του («The Ζero Μarginal Cost Society», εκδ. Palgrave Macmillan) οραματίζεται το περίπου αναίμακτο τέλος του καπιταλισμού, όταν απλώς το συγκεκριμένο σύστημα διανομής του πλούτου θα έχει ξεπεραστεί από τις ανάγκες των ανθρώπων.
Επειτα από μια διεργασία, η οποία, όπως υπολογίζει ο ίδιος, θα διαρκέσει περίπου 40 χρόνια, ο Ρίφκιν υποστηρίζει ότι η αυτοματοποίηση και η διείσδυση υψηλής «ευφυΐας» ρομπότ στην παραγωγική διαδικασία των αγαθών θα ρίξει περίπου στο μηδέν το κόστος παραγωγής και ως εκ τούτου και τις τιμές. Κάπως έτσι, σύμφωνα με το συγκεκριμένο σενάριο, θα οδηγηθούμε σε έναν κόσμο όπου οι πελάτες των νεοϋορκέζικων καταστημάτων Saks Fifth Avenue δεν θα βρίσκουν με τα ψώνια τους επιστολές τροφίμων κινεζικών φυλακών οι οποίοι εξαναγκάζονται να κατασκευάζουν τις σακούλες των αμερικανικών πολυκαταστημάτων, όπως αποκαλύφθηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Οι άνθρωποι, καθώς θα έχουν αντικατασταθεί εν πολλοίς από ρομπότ στην εργασία τους και θα ζουν σε έναν κόσμο με προσιτά αγαθά, θα απολέσουν το άγχος τους και θα οργανωθούν σε συμμετοχικές κοινότητες. Και έπειτα, θα συγκεντρωθούμε στην πλατεία και θα χορέψουμε όλοι αδελφωμένοι κάτω από το ουράνιο τόξο.
Δεν είναι δύσκολο για κάποιον να στέκει επιφυλακτικός απέναντι σε σενάρια όπως τα παραπάνω· πόσω μάλλον όταν οι ειδικοί τόσο της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και των Αμερικανικών Υπηρεσιών Ασφαλείας έχουν προβλέψει όξυνση της παγκόσμιας ανισότητας ως το 2030. Ωστόσο, η συγκεκριμένη θεωρία αποτελεί αποτέλεσμα έρευνας δεκαετιών για τον Ρίφκιν και έχει προσελκύσει την προσοχή εντύπων όπως οι «Financial Times», που με αφορμή αυτήν έχουν εκτενώς ασχοληθεί με την επικείμενη «εισβολή» των ρομπότ στη ζωή μας.
Ακόμη και οι πλέον δύσπιστοι συμφωνούν ότι ως κεντρικό θέμα τα επόμενα χρόνια πρόκειται να αναδειχθεί μια νέα παγκόσμια ενεργειακή κρίση, καθώς μειώνονται τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το αλλόκοτο, πρόσφατο «φλερτ» των ΗΠΑ με το Ιράν ίσως μαρτυρά κάτι τέτοιο. Η οπτική του Ρίφκιν προβλέπει ότι, ως το 2050, ένα αποκεντρωμένο δίκτυο εναλλακτικών πηγών ενέργειας –όπως ο άνεμος, ο ήλιος και το υδρογόνο –πρόκειται να αντικαταστήσει περίπου το 80% της σημερινής, βασισμένης στον άνθρακα, ενεργειακής παραγωγής. Κάνοντας αναφορά και στην «ανταλλακτική οικονομία», η οποία αποτελεί ήδη κοινωνική τάση, ειδικά μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, ο οικονομολόγος προβλέπει εν πολλοίς ότι η ανθρωπότητα θα εξαναγκαστεί να «κατεβάσει ταχύτητα» και να εκμεταλλευτεί τον τόσο ελεύθερο χρόνο. Κοντολογίς, οι λιγότερο παραγωγικοί εξ ημών θα πάρουμε την εκδίκησή μας από έναν κόσμο ως τώρα προσανατολισμένο στην έξαλλη ανάπτυξη.
Είναι προφανές ότι παρά την όποια επιστημονική εγκυρότητά της, η μελέτη του Ρίφκιν αποτελεί κομμάτι ενός τεχνο-φουτουριστικού μπλαμπλά και ενδέχεται να μην επιβεβαιωθεί. Ωστόσο, σκιαγραφεί ένα μέλλον που δεν παραπέμπει στην ερεβώδη μελλοντική αναρχία του «Blade Runner», του πολυβραβευμένου φιλμ αναφοράς το οποίο σκηνοθέτησε ο Ρίντλεϊ Σκοτ. Ούτε καν στη βιολογικά ελεγχόμενη ελίτ την οποία περιέγραψε το όχι-τόσο-μακρινό μέλλον του φιλμ «Gattaca» του Αντριου Νίκολ. Παραπέμπει περισσότερο στο «ΓΟΥΟΛ·Υ» του Aντριου Στάντον, το φιλμ κινουμένων σχεδίων το οποίο το περιοδικό «Time» ανέδειξε ως καλύτερη ταινία των 00s. Εκεί, ύστερα από δεκαετίες, ένα μικρό παλιοκαιρισμένο ρομπότ αποτελεί αφορμή να επιστρέψει η ανθρωπιά σε μια ρημαγμένη Γη. Το μέλλον ενδέχεται να είναι περισσότερο ευχάριστο από τους ανθρώπινους φόβους.
Flash trading και Ελύτης

Ας επιστρέψουμε, ωστόσο, στο παρόν του καπιταλισμού, το οποίο σίγουρα δεν είναι ρόδινο. Ηδη, μετά την αποκάλυψη του θέματος και πριν από την κυκλοφορία του βιβλίου του δημοσιογράφου Μάικλ Λιούις, δημοσιεύτηκαν πολλά σχόλια. Οι φωνές που αντέδρασαν είχαν έξαλλο ύφος και προέρχονταν κυρίως από τη Γουόλ Στριτ. Το βιβλίο του Λιούις έχει τίτλο «Flash Boys: A Wall Street Revolt» (εκδ. W. W. Norton) και περιγράφει πώς πολλές επενδυτικές εταιρίες, μέσω πιο εξελιγμένων καλωδίων οπτικών ινών, έχουν γρηγορότερη πρόσβαση στους server των χρηματιστηρίων και προηγούνται κατά εκατοστά του δευτερολέπτου στα επενδυτικά προϊόντα τα οποία πουλούν και αγοράζουν. Τα συγκεκριμένα εκατοστά του δευτερολέπτου όχι μόνο τους ωφελούν κατά εκατομμύρια δολάρια, αλλά «μαρκάρουν» την παγκόσμια χρηματιστηριακή τράπουλα.
Ο Λιούις περιγράφει λεπτομερώς και με γραφή που θυμίζει κατασκοπευτικό θρίλερ (γιατί μάλλον περί αυτού πρόκειται!) τα ευρήματα της έρευνάς του. Εξιστορεί πώς ο νεαρός Μπραντ Κατσουγιάμα, εργαζόμενος της Royal Bank of Canada στη Νέα Υόρκη, ανακάλυψε την υπόθεση, όταν θέλησε να αγοράσει 10.000 μετοχές της Microsoft για λογαριασμό κάποιου επενδυτή και συνειδητοποίησε πως η τιμή της μετοχής είχε μεταβληθεί από την ώρα που πάτησε το πλήκτρο ως την αγορά.
«Οι αγορές είναι «σημαδεμένες»», επαναλαμβάνει ο Λιούις σε κάθε συνέντευξή του από τα τέλη Μαρτίου, όταν ξέσπασε η υπόθεση. «Το flash trading (σ.σ.: έτσι ονομάζεται αυτή η πρακτική αγοραπωλησίας) έχει διχάσει την αγορά σε κυνηγούς και σε θηράματα. Εχει δημιουργήσει τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων που θέλουν πράγματι να επενδύσουν σε επιχειρήσεις και εκείνων των τεχνητών μεσαζόντων που χωρίς σκοπό έχουν παρεμβληθεί ανάμεσα σε αγοραστές και πωλητές μετοχών».
Το αμέσως προηγούμενο βιβλίο του Λιούις, ένα οδοιπορικό στις χώρες τις οποίες επηρέασε η οικονομική κρίση του 2008, ανάμεσά τους και στην Ελλάδα, είχε λάβει ανάμεικτες κριτικές. Αυτό συνέβη κυρίως εξαιτίας της τάσης του 53χρονου δημοσιογράφου, προς χάριν της αφήγησης, να εντάσσει στην ανάλυσή του πράγματα όπως η εμμονή των Γερμανών με τα κόπρανα ή η τάση των Ελλήνων να διαπληκτίζονται. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο Λιούις δεν αποκαλύπτει κάποια διαμάχη μεταξύ λουδιτών της Γουόλ Στριτ που επιθυμούν επιστροφή στα τεφτέρια της δεκαετίας του ’70 και εξαγριωμένων geeks. Πρόκειται για ένα βαθύ σκάνδαλο στην καρδιά του καπιταλισμού. Στο κέντρο εκείνων που, κατά τον Μαρξ, «ελέγχουν τα μέσα παραγωγής». Δεν ισχυρίζεται ότι «κάτι σάπιο συμβαίνει», αλλά αναδεικνύει πώς το «βασίλειο» είναι συνολικά σάπιο.
Με το βλέμμα προς το μέλλον, ας κρατήσουμε την αναπνοή μας. Οι μηχανές και τα δίκτυά τους διαμορφώνουν ένα σκηνικό με μοναδικό ενδιαφέρον. Πρόκειται για ένα σκηνικό, το οποίο φέρνει στον νου έναν από τους λιγότερο προβεβλημένους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη: «Τρώγε την πρόοδο με τη φλούδα και τα κουκούτσια της».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 4 Μαΐου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ