1983 – Τo «καλό» μνημόνιο του Ανδρέα
Κατά τη δεκαετία του ’80 η έκφραση «ελληνικό μνημόνιο» σήμαινε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που σημαίνει σήμερα. Αναφερόταν στην πρόταση του Ανδρέα Παπανδρέου προς την ΕΟΚ, η οποία διατυπώθηκε τον Δεκέμβριο του 1981, δύο χρόνια πριν από την πρώτη ελληνική προεδρία στην Ευρώπη. Μεταξύ άλλων, το ελληνικό μνημόνιο ζητούσε προγράμματα χρηματοδότησης για τη σύγκλιση Βορρά και Νότου, δηλαδή τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, μια έμπνευση η οποία λέγεται ότι του παρουσιάστηκε σε μια πτήση μαζί με τον σύμβουλο του υπουργείου Οικονομικών, Γιώργο Παπαδόδημα. Ως το 1983 πέρασε αρκετός καιρός, μα ο έλληνας Πρωθυπουργός είχε επιμείνει στην πρότασή του.
Την 1η Ιουλίου του 1983 η Ελλάδα διαδέχθηκε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας του καγκελαρίου Χέλμουτ Κολ στην προεδρία της ΕΟΚ των δέκα κρατών-μελών. Καθώς κατά τη διάρκειά της δεν υπήρξε κάποια αξιοσημείωτη πρόοδος, η γερμανική προεδρία του πρώτου εξαμήνου είχε αποσπάσει πολλά αρνητικά σχόλια. Ο εκπρόσωπος των Φιλελευθέρων στο Ευρωκοινοβούλιο είχε σημειώσει ότι «στη Στουτγάρδη (σ.σ.: όπου έλαβε χώρα η Σύνοδος Κορυφής) σπείραμε, στην Αθήνα θα θερίσουμε». Ως ένας από τους πρώτους έλληνες «θεριστές» εμφανίστηκε ο τότε πρόεδρος του Συμβουλίου των Υπουργών, Γιάννης Χαραλαμπόπουλος, o οποίος ανέλαβε να αναλύσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους στόχους της ελληνικής προεδρίας και έκανε λόγο για τις «ιδιομορφίες και για τις ιδιαιτερότητες των μικρών χωρών της Κοινότητας».
Υπό τη συγκινησιακή φόρτιση της «Αλλαγής», στην καρδιά της πρώτης τετραετίας της πρωθυπουργίας του Ανδρέα Παπανδρέου, η πολιτική του ΠαΣοΚ απέναντι στην Ευρώπη δεν ήταν απολύτως σαφής. Παρ’ όλο που ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας και στυλοβάτης της ευρωπαϊκής προοπτικής της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, είχε εκφράσει την υποστήριξή του στην ελληνική προεδρία, δεν είχε παρέλθει πολύς καιρός από συνθήματα όπως «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο». Ως εκ τούτου, πολλοί ευρωπαίοι αξιωματούχοι αντιμετώπιζαν με τρόμο και με αμηχανία την ελληνική προεδρία. Από τις πρώτες μέριμνες της ελληνικής πλευράς ήταν η προώθηση της ένταξης στην ΕΟΚ της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, τότε κυβερνούμενων από σοσιαλιστικές κυβερνήσεις. Το πρώτο ταξίδι του Ανδρέα Παπανδρέου έγινε στη Μαδρίτη, έξι ημέρες μετά την ανάληψη της προεδρίας, από όπου αναφέρθηκε στην προοπτική της ένταξης των δύο χωρών μέσα σε δύο χρόνια.
Εν μέσω Ψυχρού Πολέμου, οι καλές σχέσεις του Παπανδρέου με τον αραβικό κόσμο, αλλά και με το κίνημα των Αδεσμεύτων, αναδείχτηκαν σε σημεία-κλειδιά της ελληνικής προεδρίας. Η Ιντιρα Γκάντι, τότε πρωθυπουργός της Ινδίας και επικεφαλής του Κινήματος των Αδεσμεύτων, η οποία επισκέφθηκε τότε την Αθήνα, σημείωσε ότι «η Ελλάδα αποτελεί γέφυρα ανάμεσα στην ΕΟΚ και στους Αδέσμευτους». Επιπλέον, στον απόηχο της ανακωχής μεταξύ Λιβάνου και Ισραήλ, που συμφωνήθηκε την άνοιξη της ίδιας χρονιάς, έπειτα από έκτακτη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της Ευρώπης, η Ελλάδα («ως φιλική δύναμη στον αραβικό κόσμο») και η Ιταλία (επειδή μετείχε στην πολυεθνική δύναμη στον Λίβανο) κλήθηκαν να εποπτεύσουν την τήρηση των όρων της συμφωνίας.
Επί τάπητος τέθηκε και το Κυπριακό: «Τέθηκε ως διεθνές ζήτημα και όχι ως ελληνοτουρκική διένεξη», σημείωνε ο Τύπος της εποχής. Μάλιστα, συζητήθηκε εκτενώς στη συνάντηση του Ανδρέα Παπανδρέου με την «άσπονδη φίλη» του, τη βρετανή πρωθυπουργό Μάργκαρετ Θάτσερ, στις αρχές Νοεμβρίου στο Λονδίνο. Η Θάτσερ υποσχέθηκε να μεσολαβήσει στον πρόεδρο Ρίγκαν προκειμένου οι ΗΠΑ να μην αναγνωρίσουν το ψευδοκράτος. Κεντρικό αίτημα της Βρετανίας τότε ήταν η επιστροφή εισφορών ύψους 750 εκατ. ECU από την ΕΟΚ, το οποίο, ωστόσο, απέρριψε αργότερα το Ευρωκοινοβούλιο.
Το 1983 η κύρια συζήτηση στην Ευρώπη ήταν η οικονομική κρίση της ένωσης, αλλά με όρους που ηχούν «εξωτικοί» σήμερα: κεντρικό ζήτημα αποτελούσε η διαχείριση υπέρογκων πλεονασμάτων αγροτικών προϊόντων. «Εχουμε τώρα στην ΕΟΚ ένα βουνό από 1,2 εκατ. τόνους πλεονάσματα βουτύρου και από δίπλα ένα άλλο βουνό από γάλα σε σκόνη, λίμνες από κρασί…», είχε σημειώσει ο τότε πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, ο ολλανδός σοσιαλιστής Πιτ Ντάνκερτ. Η αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής προωθήθηκε σε ειδική σύνοδο των υπουργών Γεωργίας (η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από τον εξαιρετικά δραστήριο στην Κοινότητα Κώστα Σημίτη), Οικονομίας και Εξωτερικών των δέκα κρατών-μελών στο Ζάππειο, όπου ο τότε υπουργός Εξωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζούλιο Αντρεότι, έφτασε… κρατώντας διαφημιστικό χαρτοφύλακα της Alitalia. «Οταν διαφωνούν οι πιο πληκτικοί Ευρωπαίοι…» ήταν ο τίτλος του ρεπορτάζ του «Βήματος» από τη συνάντηση η οποία δεν κατέληξε σε συμφωνία. Στην τριήμερη εκείνη σύνοδο συζητήθηκε και το ελληνικό μνημόνιο.
Η πρώτη Σύνοδος Κορυφής επί ελληνικού εδάφους έλαβε χώρα στις 6 Δεκεμβρίου στο Ζάππειο και χαρακτηρίστηκε από τους ίδιους τους διοργανωτές της… αποτυχημένη. Καθώς οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν σε κάποια σημαντική απόφαση, ο ίδιος ο Παπανδρέου επέμεινε ώστε μετά τη λήξη της να μην εκδοθεί κανένα σχετικό ψήφισμα με αοριστολογίες, παρ’ όλο που είχε συμφωνηθεί η καταδίκη του ψευδοκράτους από όλους τους συμμετέχοντες. Λέγεται ότι ο έλληνας Πρωθυπουργός ήταν εξαιρετικά δυσαρεστημένος από το γεγονός ότι δεν συζητήθηκαν από τους ευρωπαίους ηγέτες –ανάμεσά τους ο Χέλμουτ Κολ και ένας Φρανσουά Μιτεράν με πολυπληθή προσωπική φρουρά –τα μεγάλα γεωπολιτικά θέματα της περιόδου (Μεσανατολικό, σχέσεις Ανατολής – Δύσης κτλ.) έως του σημείου κύκλοι κοντά σε αυτόν να προβλέπουν «το τέλος της Ευρώπης».
«Τι περιμένετε από την ελληνική προεδρία;», ρώτησαν λίγο πριν από το τέλος της οι δημοσιογράφοι τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ. «Να τελειώσει!», απάντησε εκείνος. Πράγματι, η ελληνική προεδρία του 1983 τελείωσε με δεξίωση του υφυπουργού Προεδρίας, Δημήτρη Μαρούδα, από όπου οι ευρωπαίοι ηγέτες αποχώρησαν κρατώντας ένα καλάθι με ελληνικά κρασιά, ποτά και φρούτα…
1988 – Προεδρία «μέσα σε έρωτες και σκάνδαλα»

Το ξέσπασμα του σκανδάλου Κοσκωτά σε συνδυασμό με την εγχείρηση του Ανδρέα Παπανδρέου στο Χέρτφιλντ του Λονδίνου, αλλά και τις κίτρινες «αποκαλύψεις» για τη σχέση του με τη Δήμητρα Λιάνη, μοιραία έριξαν τη σκιά τους επάνω στην ελληνική προεδρία της ΕΟΚ κατά το δεύτερο εξάμηνο του 1988. Πολλά κρίσιμα θέματα είχαν ήδη ρυθμιστεί στην αμέσως προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής του Ανόβερου, όπως ο κοινοτικός προϋπολογισμός και οι προδιαγραφές της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς. Επομένως, η συγκεκριμένη προεδρία έμεινε περισσότερο γνωστή για την επιμονή του τότε υπουργού Εργασίας, Γιώργου Γεννηματά, στην κατάρτιση του Ενιαίου Κοινωνικού Χώρου (μια σειρά δικαιωμάτων εργαζομένων που εξασφαλίζονται στον ευρωπαϊκό χώρο, τα οποία, αν και εξαγρίωσαν τη Μάργκαρετ Θάτσερ, τελικώς προωθήθηκαν), για την αξιοσημείωτη προσέγγιση της ΕΟΚ των 12 κρατών (στο μεταξύ εντάχθηκαν η Ισπανία και η Πορτογαλία) με τη σοβιετικής επιρροής ΚΟΜΕΚΟΝ, για τους μύδρους της Θάτσερ –την οποία λίγους μήνες νωρίτερα ο Παπανδρέου είχε χαρακτηρίσει «πολύ γλυκιά» –προς τους «ερυθρούς της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών», αλλά και για τη μεγαλοπρεπή Σύνοδο Κορυφής στο Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου στη Ρόδο.
Επιπλέον, η δεύτερη ελληνική προεδρία χαρακτηρίστηκε από τα συχνότατα ταξίδια των ευρωπαίων υπουργών ανά την Ελλάδα: οι υπουργοί Ενέργειας γνώρισαν το Μεσολόγγι και την Αρτα, οι υπουργοί πολιτισμού «ξεναγήθηκαν» από τη Μελίνα Μερκούρη στους Δελφούς στο σχετικό συνέδριο για τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, οι υπουργοί Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας βρέθηκαν στο ξενοδοχείο Αστέρας στην Ελούντα της Κρήτης, οι υπουργοί Εσωτερικών βρέθηκαν στη Χαλκιδική με προεδρεύοντα τον Ακη Τσοχατζόπουλο, ενώ οι υπουργοί Εξωτερικών βρέθηκαν σε άτυπη σύνοδο στα Ιωάννινα.
Η Σύνοδος Κορυφής έλαβε χώρα στο, ερειπωμένο προ της Συνόδου, Καστέλο της Ρόδου. Το μνημείο ανακαινίστηκε, υποστυλώθηκε, εγκαταστάθηκαν φωτισμός και θέρμανση, καθώς και ειδικές διαφάνειες στα πατώματα, προκειμένου να φαίνονται τα μεσαιωνικά ψηφιδωτά. Το ξενοδοχείο Ρόδο των Ρόδων μετατράπηκε σε Κέντρο Τύπου, ενώ οι ηγέτες δείπνησαν στη Ροδιακή Επαυλη. Ο Φρανσουά Μιτεράν έφτασε στον χώρο του δείπνου με ένα Renault 25, η Θάτσερ με μια λευκή Jaguar και ο Χέλμουτ Κολ με μια θωρακισμένη Mercedes της γερμανικής πρεσβείας. Στην αυστηρώς φυλασσόμενη από αέρα, θάλασσα και στεριά Ρόδο βρέθηκε εκείνες τις ημέρες και ο βρετανός μεγιστάνας του Τύπου Ρόμπερτ Μάξουελ, τότε εκδότης της «Daily Mirror», όπου λέγεται ότι συναντήθηκε με εκπροσώπους της Γραμμής ΑΕ, της εκδοτικής επιχείρησης του Γιώργου Κοσκωτά. Η Δήμητρα Λιάνη δεν εμφανίστηκε σε καμία επίσημη εκδήλωση της προεδρίας, αλλά συνόδευσε τον Πρωθυπουργό στο κέντρο Τύπου, δίνοντας την ευκαιρία στους φωτορεπόρτερ από όλον τον κόσμο να την απαθανατίσουν. «Μέσα σε έρωτες και σκάνδαλα, η Ελλάδα φιλοξενεί την Ευρώπη» ήταν ο τίτλος της ιταλικής εφημερίδας «La Republica».
1994 – Θρίλερ στην Κέρκυρα για τον διάδοχο του Ζακ Ντελόρ
Μπορεί μια προεδρία της «ανάλατης» Ευρωπαϊκής Ενωσης να εξελιχθεί σε θρίλερ; Παραλαμβάνοντας από το Βέλγιο την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης των 12, με την αυγή του 1994, η Αθήνα είχε έναν στόχο: τη διεύρυνση της Ενωσης με την ένταξη της Αυστρίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας, όπως και συνέβη. Επιπλέον, έπρεπε να βρεθούν τρόποι να καταπολεμηθεί η ανεργία των νέων, να προωθηθεί η ειρήνη στην πρώην Γιουγκοσλαβία, η Ελλάδα να επιβάλει τις θέσεις της για το Σκοπιανό, αλλά και να ανανεωθούν οι σχέσεις της Ενωσης με την Ανατολή, με τις ΗΠΑ, με την Ιαπωνία, με την Κίνα, με την Αφρική, με τις χώρες της Καραϊβικής αλλά και με την Ωκεανία. Ακόμη, έπρεπε με τη Σύνοδο του Ιουνίου να προχωρήσει η εκλογή του αντικαταστάτη του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζακ Ντελόρ.
Για την ανανέωση των σχέσεων της Ευρώπης με τον υπόλοιπο κόσμο εργάστηκε ο τότε αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος με το κρατικό 11θέσιο Falcon επισκέφθηκε αμέτρητες πρωτεύουσες –οι 11 πρωτεύουσες στις οποίες βρέθηκε μέσα σε έξι ημέρες στα μέσα του Ιουνίου σίγουρα αποτελούν κάποιου είδους ρεκόρ –και συνέβαλε στην υπογραφή πολλών συμφωνιών εντός και εκτός Κοινότητας. Επιπλέον, διοργανώθηκε διεθνές συνέδριο για τη Μέση Ανατολή στη Ρόδο. Ακόμη, προχώρησαν πρωτοβουλίες για την προστασία του περιβάλλοντος και αποφασίστηκε η στενότερη παρακολούθηση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών-μελών, εν όψει της οικονομικής ένωσης.
Από τις πλέον επεισοδιακές υπήρξε η Σύνοδος Κορυφής στη φρουρούμενη από 2.500 αστυνομικούς και από τα ΟΥΚ Κέρκυρα και τούτο δεν συνέβη για λόγους ασφαλείας. Προτού υπογραφεί η συμφωνία εταιρικών σχέσεων με τη Ρωσία, μεταξύ των ευρωπαίων ηγετών και του τότε ρώσου προέδρου Μπορίς Γέλτσιν, ο οποίος διέμενε στη θαλαμηγό του Σπύρου Λάτση «Αλέξανδρος», υπήρχε ανησυχία μήπως η καρέκλα του εύσωμου Χέλμουτ Κολ ήταν πολύ στενή, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αναστάτωση, η οποία έφτασε ως τον κ. Πάγκαλο. Επιπλέον, η κίνηση –«αθέλητη» σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση που ακολούθησε τον σάλο –του τότε αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών να μη χαιρετήσει διά χειραψίας τον ιταλό πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι σε συνδυασμό με τις απαξιωτικές δηλώσεις του για τη συμμετοχή νεοφασιστών στην κυβέρνησή του λίγες ημέρες νωρίτερα έκαναν τον γύρο του κόσμου προκαλώντας σχόλια περί «σνομπαρίσματος» του Θεόδωρου Πάγκαλου απέναντι στον ιταλό ηγέτη. Ο Μπερλουσκόνι ανταπέδωσε χαρακτηρίζοντας σε συνέντευξη Τύπου το Μον Ρεπό, το οποίο είχε επιχειρήσει να αγοράσει λίγα χρόνια νωρίτερα, «ερείπιο».
«Ξέρετε γιατί δυσκολεύονται με τον διάδοχο του κ. Ντελόρ; Μα, επειδή είναι αρκετοί εκείνοι που θέλουν να τους φωνάζουν, κ. Πακέτο!», λέει ένα ανέκδοτο το οποίο κυκλοφόρησε εκείνες τις ημέρες. Πράγματι, η επιμονή των Βρετανών να ασκούν βέτο προκειμένου να προωθήσουν τον δικό τους –μάλλον αντιδημοφιλή, καθώς λάμβανε μόνο τη δική τους ψήφο –υποψήφιο, τον τότε επίτροπο Λίον Μπρίταν, στην προεδρία της Κομισιόν μετέβαλε τη σχετική συζήτηση στο Αχίλλειο σε ένα ολονύκτιο διπλωματικό θρίλερ, με τις αποστολές των κρατών να φεύγουν με μαύρες λιμουζίνες και να επιστρέφουν στον χώρο των διαπραγματεύσεων κάθε τόσο. Προηγούνταν με 10 ψήφους ο βέλγος πρωθυπουργός, Ζαν-Λυκ Ντεάν, αλλά το βέτο των Βρετανών δεν ήρθη ποτέ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου φέρεται να δήλωσε ότι «η επιμονή των Βρετανών «χάλασε» τη Σύνοδο Κορυφής». Τελικώς, ο Ντελόρ αντικαταστάθηκε από τον πρώην πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου, Ζακ Σαντέρ, τον επόμενο Ιανουάριο.
2003 – Η Κύπρος, το Ιράκ και … ο Περικλής
Η τέταρτη προεδρία της Ελλάδας στην Ευρώπη των 15, με την αυγή του 2003, εγκαινιάστηκε με κονσέρτο της Ορχήστρας των Νέων της Ευρώπης στο Μέγαρο Μουσικής. Η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη, αν και, διανύοντας τον έβδομο χρόνο στην εξουσία, εισέπραττε δημοσκοπική κόπωση στο εσωτερικό, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στους κύκλους των ευρωπαίων αξιωματούχων.
Ως μεγαλύτερη επιτυχία ορίζεται η ολοκλήρωση των διαδικασιών της διεύρυνσης της Ενωσης, που περιελάμβανε την πλήρη ένταξη της Κύπρου, της Τσεχίας, της Ουγγαρίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβακίας και της Σλοβενίας και η οποία πραγματοποιήθηκε έπειτα από σχετική δεξίωση στη Στοά του Αττάλου. Αλλες αποστολές της ελληνικής προεδρίας ήταν η αναθεώρηση του ευρωσυντάγματος, η διερεύνηση της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, αλλά και η προώθηση της σταθερότητας και της ειρήνης στα Βαλκάνια, όπου ταξίδευε πολύ συχνά ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Παπανδρέου.
Η αμερικανική επίθεση στο Ιράκ την άνοιξη, την οποία στήριξε ο βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ και επτά ακόμη ευρωπαίοι ηγέτες, απαιτούσε λεπτούς χειρισμούς από την ελληνική πλευρά. «Βασική επιδίωξη της ελληνικής προεδρίας είναι η επίλυση των όποιων προβλημάτων στο Ιράκ διά της ειρηνικής οδού», δήλωσε ο Κώστας Σημίτης από το βήμα του Ευρωκοινοβουλίου, ενώ λίγο αργότερα ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ τον κάλεσε να γίνει «Πλάτων και Σωκράτης ταυτοχρόνως». Κανείς δεν μπορεί να πει με ασφάλεια αν ο έλληνας Πρωθυπουργός το κατάφερε, αλλά οι πάντες αναγνωρίζουν τη συμβολή του στο να κρατηθούν οι απαραίτητες ισορροπίες στο εσωτερικό της Ενωσης.
Με την έναρξη της ελληνικής προεδρίας, από τη Νέα Δημοκρατία εγκαινίασαν τον νεολογισμό «παράλληλη προεδρία» για το κόμμα τους. Επικεφαλής του εγχειρήματος τέθηκαν ο τότε ευρωβουλευτής και σημερινός υπουργός Ανάπτυξης, Κωστής Χατζηδάκης, και ο τότε υπεύθυνος Πολιτικού Σχεδιασμού του κόμματος, Γιώργος Σουφλιάς.

Ωστόσο, η «σκιώδης προεδρία» της Νέας Δημοκρατίας έληξε άδοξα, καθώς οι ευρωβουλευτές του κόμματος διαμαρτυρήθηκαν για την εφεύρεση του όρου. Επιπλέον, το διάστημα της ελληνικής προεδρίας διασπείρονταν συχνότατα οι φήμες ότι θα θεσπιστεί θέση μόνιμου προέδρου και υπουργού Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά και ότι ο Κώστας Σημίτης πρόκειται να αποσυρθεί και να είναι υποψήφιος πρόεδρος της Κομισιόν.

Η Σύνοδος Κορυφής της Θεσσαλονίκης, η οποία τελικώς έλαβε χώρα στον Μαρμαρά της Χαλκιδικής, στο ξενοδοχείο Πόρτο Καρράς, στιγματίστηκε από τις διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης στις δύο πόλεις, το πρώτο μεγάλο ραντεβού του νεανικού κινήματος και των Κοινωνικών Φόρουμ μετά τη συνδιάσκεψη των G8 στη Γένοβα. Οπως ήταν αναμενόμενο, το «μαύρο μπλοκ» προκάλεσε επεισόδια, παρά τα δίχως προηγούμενο μέτρα ασφαλείας.
Στις διεργασίες της Συνόδου στο τέλος του Ιουνίου οι ηγέτες συμμετείχαν σε ανεπίσημο δείπνο για την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, ενώ σε μια λαμπρή τελετή παρουσιάστηκε το νέο ευρωσύνταγμα, γραμμένο με μπλε και χρυσά γράμματα και πλαίσια από τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας, Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν. Ο Ντ’ Εστέν επιχείρησε να διαβάσει το προοίμιο του ευρωσυντάγματος, ένα απόσπασμα από τον «Επιτάφιο» του Περικλέους, στα ελληνικά. Ο Τόνι Μπλερ, υπό το βάρος της συμμετοχής της Βρετανίας στον πόλεμο του Ιράκ, απέφυγε να παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου. Ο Κώστας Σημίτης είχε τετ-α-τετ συνάντηση με τον τούρκο πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, με επίκεντρο τα ελληνοτουρκικά. Ο Ερντογάν εξέφρασε την επιθυμία να επισκεφτεί το σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη αλλά, για λόγους ασφαλείας, η επίσκεψη δεν πραγματοποιήθηκε.
Στα απρόβλεπτα της Συνόδου συγκαταλέγεται μια ξαφνική καταιγίδα, η οποία δυσκόλεψε τη ζωή των «δεξιών» ευρωπαίων ηγετών –ανάμεσά τους ο Μπερλουσκόνι και ο τότε πρωθυπουργός της Ισπανίας, Χοσέ Μαρία Αθνάρ –και τους απέτρεψε να απογειωθούν με ελικόπτερα από τη σύνοδο του συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο ξενοδοχείο Sani προς το Πόρτο Καρράς. Το ίδιο μπουρίνι βραχυκύκλωσε τα συστήματα επικοινωνίας στο γραφείο του Κώστα Σημίτη. Επειτα, η Ελλάδα «παρέδωσε τη σκυτάλη» στην ιταλική προεδρία υπό τη σκιά των καταγγελιών για χρηματισμό δικαστικών από τον Μπερλουσκόνι.
Η πρώτη τετραετία του ΠαΣοΚ

Στις 18 Οκτωβρίου του 1981 οι οπαδοί του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος και του Ανδρέα Παπανδρέου φώναζαν στους δρόμους της Αθήνας «Απόψε πεθαίνει η Δεξιά». Επρόκειτο ασφαλώς για ένα υπερβολικό σύνθημα, καθώς, όπως η Ελλάδα δεν αποχώρησε από την ΕΟΚ και από το ΝΑΤΟ, η Δεξιά δεν πέθανε ούτε εκείνο το βράδυ ούτε αργότερα. Ωστόσο, φανέρωνε τις προσδοκίες των πολιτών απέναντι σε ένα ριζοσπαστικό κόμμα, με ηγέτη έναν «ημιλενινιστή», όπως είχε χαρακτηριστεί, θαυμαστή του Λέοντος Τρότσκι, αλλά και «αμερικανοτραφή» οικονομολόγο, ο οποίος είχε αναπτύξει λόγο τόσο υπερβολικό όσο και συναρπαστικό. Ακόμη και σήμερα, η πρώτη τετραετία διακυβέρνησης του ΠαΣοΚ αναδεικνύεται στις δημοσκοπήσεις ως η πιο δημοφιλής ανάμεσα στις κυβερνητικές θητείες της Μεταπολίτευσης.
Πράγματι, τότε τέθηκαν οι βάσεις για την επούλωση των μετεμφυλιακών πληγών με τις δυναμικές συμμετοχές στις συνδιασκέψεις του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ, την επιμονή τόσο στον εκσυγχρονισμό της εθνικής άμυνας όσο και στην ανάπτυξη συμμαχιών στον Αραβικό και στον Τρίτο Κόσμο, με τη συμμετοχή στην πρωτοβουλία των έξι για τον αφοπλισμό και την ειρήνη, με τη θέσπιση χρονοδιαγράμματος για την αποχώρηση των περισσότερων νατοϊκών βάσεων από το ελληνικό έδαφος, αλλά και με το τελειωτικό χτύπημα στο εγχώριο παρακράτος και με τη θέσπιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Επιπλέον, σύμφωνα με την κεϊνσιανή προσέγγιση της οικονομίας, αυξήθηκαν οι μισθοί και οι συντάξεις (ταυτοχρόνως με υποτίμηση της δραχμής) ενώ επίσης αναγνωρίστηκαν εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα σε όσους συμμετείχαν στην Εθνική Αντίσταση. Θα έλεγε κάποιος ότι η σκοτεινή πλευρά μιας τόσο μεγαλεπήβολης πολιτικής είναι η απαρχή της «πασοκικής υπερβολής», καθώς και μια τριτοκοσμικού τύπου προσήλωση στον Πρόεδρο και στις βουλές του.

Πώς διαπραγματευόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου και πώς ο Κώστας Σημίτης στην Ευρώπη

Πέρα από τις ούτως ή άλλως αναγνωρίσιμες ιδιοσυγκρασίες τους, οι δύο πρώην Πρωθυπουργοί αντανακλούν τις εποχές τους στον τρόπο με τον οποίο διαπραγματεύτηκαν στο πλαίσιο της ενωμένης Ευρώπης. Κατά τη δεκαετία του ’80, με τον διπολικό κόσμο να αποτελεί πραγματικότητα και με τον Τρίτο Κόσμο να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, το ζήτημα ήταν η γνώση και η πολιτική ζύμωση. Κύρια επιδίωξη του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν να γνωρίζει τις επιδιώξεις των μεγάλων δυνάμεων προκειμένου να τοποθετεί σωστά τις απαιτήσεις της Ελλάδας. Εχοντας οδηγό την αρχή ότι «η Ελλάδα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη», ο Παπανδρέου επεδίωκε πάντοτε τη σύνθεση και ακολούθως μια εξωτερική πολιτική που θυμίζει σχοινοβασία. Οσοι γνώριζαν τον Ανδρέα Παπανδρέου υπογραμμίζουν ότι, πέρα από τη γνώση, διέθετε μια ενστικτώδη αντίληψη των διεθνών και των ευρωπαϊκών ισορροπιών και συχνά στις συνομιλίες και στις διεκδικήσεις αυτοσχεδίαζε με αξιοσημείωτη ευστοχία. Μετά την ανάδειξη του ΠαΣοΚ σε κυβέρνηση το 1981, κατόρθωσε να «μαζέψει» το αντιδυτικό προφίλ του, μόλις τρία χρόνια αφότου είχε επαινέσει δημοσίως τον Ιντι Αμίν! Προκειμένου να επιτύχει τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα για τη σύγκλιση του ευρωπαϊκού Βορρά με τον Νότο, τον Ιανουάριο του 1985 απείλησε τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζακ Ντελόρ, με βέτο στην ένταξη της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Και κατέκτησε τον στόχο του.

Αρκετά χρόνια μετά την πτώση του Τείχους, στην Ελλάδα του 1996, την οποία κλήθηκε να κυβερνήσει ο Κώστας Σημίτης, ήταν απολύτως σαφές ότι το μέλλον της χώρας βρισκόταν στην κεντρική σκηνή της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επομένως, ο τότε Πρωθυπουργός, ο οποίος από την πρώτη κυβέρνηση του ΠαΣοΚ ως υπουργός Γεωργίας συνεργάστηκε στενά με τα κέντρα αποφάσεων των Βρυξελλών, ανέπτυξε τον δικό του τρόπο να διεκδικεί από τους Ευρωπαίους. Ο ίδιος και ο στενός συνεργάτης του και συγγραφέας, Νίκος Θέμελης, μελετούσαν συστηματικά τις ισορροπίες στην Ευρώπη και με αυτόν τον τρόπο «κατάστρωναν» το «πακέτο» των ελληνικών απαιτήσεων πριν από κάθε Σύνοδο Κορυφής, προσέχοντας αυτό να περιέχει τα κοινά σημεία των πακέτων της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, μαζί με τις ελληνικές επιδιώξεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο έχτιζαν τις ελληνικές συμμαχίες. Επιπλέον, ο Κώστας Σημίτης έδινε μεγάλη σημασία στο timing. Παρουσίαζε τις απαιτήσεις του συχνά προς το τέλος των γευμάτων εργασίας, ενώ ο ίδιος δεν έτρωγε ούτε έπινε. Τότε, μετά το φαγητό, οι ομόλογοί του είχαν την κατάλληλη διάθεση και ήθελαν απλώς να συμφωνήσουν και «να πέσουν για ύπνο»…

Γιατί το 2014 μοιάζει με το 1984: Μήπως η νοσταλγία αφορά και την πολιτική;

Τις ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές της 17ης Ιουνίου του 1984, μια διαφορετική διαδήλωση σημειώθηκε στην οδό Σταδίου, στο κέντρο της Αθήνας. Καλοντυμένες κυρίες και κοστουμαρισμένοι κύριοι – οι αρχές τούς υπολόγισαν περί τα 2.500 άτομα – έβαλαν να παίζει από τα μεγάφωνα το «Θα σημάνουν οι καμπάνες» του Μίκη Θεοδωράκη. Ενα από τα κεντρικά συνθήματά τους ήταν «φτάνει ο διασυρμός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας» και οι ιδιότητές τους ήταν έμποροι, βιοτέχνες, επιχειρηματίες και πολύ λίγοι βιομήχανοι. Η παράδοξη αυτή διαδήλωση καθρεφτίζει την αγανάκτηση κάποιων κοινωνικών τάξεων από την άνοδο του ΠαΣοΚ και από την εσωτερική οικονομική πολιτική του. Τέτοιες – αντιστοίχως ή ακόμη περισσότερο – παράδοξες δημόσιες δράσεις μπορεί να παρατηρήσει κάποιος το 2014, όπως για παράδειγμα οι «ακτιβιστές» που έπλεξαν πουλόβερ για τους κορμούς λίγων αθηναϊκών δέντρων. Και αυτή δεν είναι η μοναδική ομοιότητα του πολιτικού σκηνικού.

Καθώς η κυβερνητική πολιτική του 1984 απομακρυνόταν από τη ριζοσπαστική ρητορική του Ανδρέα Παπανδρέου κατά τη δεκαετία του ’70, αναμενόταν κατά τη «χαλαρή ψήφο» των ευρωεκλογών το ΠαΣοΚ να χάσει μεγάλο μέρος της δύναμής του προς τα Αριστερά και κυρίως προς το ΚΚΕ. Ωστόσο, η Νέα Δημοκρατία επέλεξε να αναδείξει τις ευρωεκλογές σε αναμέτρηση, κατά τη χαρακτηριστική ρήση του τότε προέδρου της, Ευάγγελου Αβέρωφ, «εφ’ όλης της ύλης». Καθώς εμφανιζόταν σε τοίχους ανά την Ελλάδα όλο και πιο συχνά το σύνθημα «χούντα είναι, θα περάσει», το οποίο αποδιδόταν σε οπαδούς της Δεξιάς, το ΠαΣοΚ «σήκωσε το γάντι». Η μεγάλη αντιπαράθεση μεταξύ Δεξιάς και αντιδεξιάς, Αλλαγής και Απαλλαγής άρχισε, με το ΠαΣοΚ να συσπειρώνει τους ψηφοφόρους υπό τον φόβο της επιστροφής σε δεξιά κυβέρνηση. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ, αν και πάντοτε μετριοπαθής, ανέβασε τους τόνους, και για να δώσει συμβολικό χαρακτήρα στην αναμέτρηση τοποθέτησε τον εαυτό του στην πρώτη θέση του ευρωψηφοδελτίου. Η πόλωση έλαβε τόσο ανησυχητικές διαστάσεις, που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, όπως έγραψε στο αρχείο του, «μετά βίας συγκρατήθηκε μέχρι τώρα». Το αποτέλεσμα δικαίωσε περισσότερο το ΠαΣοΚ, παρά τη Νέα Δημοκρατία, όμως περισσότερο από οτιδήποτε δικαίωσε τους υψηλούς τόνους, καθώς και οι δύο παρατάξεις συσπείρωσαν τους ψηφοφόρους τους. Το ΠαΣοΚ υποχώρησε μόλις 6 μονάδες (41,58%) από τις βουλευτικές εκλογές του 1981, ενώ η Νέα Δημοκρατία ανέβηκε κατά δύο (38,05%).

Το «σκληρό ροκ» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας, με τους μεν να κατηγορούν τους δε ως ακροδεξιούς και τους δε να κατηγορούν τους μεν ως συνηγόρους τρομοκρατών, φέρνει λίγο από τον αέρα του 1984. Παρ’ όλο που σήμερα η Ελλάδα κυβερνάται από κοινού από τη Νέα Δημοκρατία και από το ΠαΣοΚ (κάτι αδιανόητο τη δεκαετία του ’80) και είναι ένα κόμμα της Αριστεράς, το οποίο διεκδικεί την ανατροπή, είναι δύσκολο κάποιος να παραβλέψει τις ομοιότητες. Αλλωστε, ο σημερινός Πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, θήτευσε πλάι στον Ευάγγελο Αβέρωφ και συχνά πυκνά υπογραμμίζονται οι ομοιότητες στη ρητορική του Αλέξη Τσίπρα με εκείνη του Ανδρέα…

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ