Ο Χένρι Κίσινγκερ αναρωτιόταν τη δεκαετία του ’70 ποιος είναι ο τηλεφωνικός αριθμός της Ευρώπης, υπαινισσόμενος την πολυφωνία της ηγεσίας της. Χρειάστηκαν 40 χρόνια, αλλά στις 23 Σεπτεμβρίου, την επομένη των γερμανικών εκλογών, βρέθηκε επιτέλους κάποιος να του υποδείξει το σωστό νούμερο: «Τηλεφωνήστε στην Ανγκελα Μέρκελ» έγραφε ο Ρότζερ Κοέν στους «New York Times». Καγκελάριος από το 2005 και μονάρχης χωρίς στέμμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης από την έναρξη της κρίσης της ευρωζώνης, η 59χρονη Μέρκελ απολαμβάνει ως προίκα το 41,7% των ψήφων που της επιτρέπει να κυβερνήσει τη χώρα της ως το 2017. Το επίτευγμά της είναι ότι κυριάρχησε στον δημόσιο λόγο μιας συντηρητικής κοινωνίας και στην ηγεσία ενός ανδροκρατούμενου κόμματος με καθολικά στελέχη όντας γυναίκα, λουθηρανή, χωρισμένη –χαρακτηριστικά όχι και πολύ δημοφιλή μεταξύ των πολιτικών ελίτ της Γερμανίας. Λέγεται ότι αυτή η μεθοδική Ανατολικογερμανίδα (άλλος ένας ύποπτος όρος για το κομματικό κατεστημένο) κληρονόμησε την έμφυτη διστακτικότητα και επιφυλακτικότητά της από τα παιδικά της χρόνια στο «σιδηρούν παραπέτασμα» και τον διακριτό τρόπο σκέψης της από τις νεανικές της σπουδές στη Φυσική. Διδάκτωρ Κβαντικής Χημείας, δεν μασάει τα λόγια της μεταξύ των συναδέλφων της (οι ψηφοφόροι είναι άλλη υπόθεση), δεν δεσμεύεται από ιδεολογικά ταμπού, δεν υποτάσσεται σε συμβάσεις. Θεωρείται ανέκφραστη, αινιγματική και μονοκόμματη. Αλλά το αλφαβητάριο των εννοιών που τη χαρακτηρίζουν υποδεικνύει μια περίπλοκη, ατυπική περίπτωση πολιτικού.
Ανγκελα: Γεννημένη το 1954 στο Αμβούργο της Δυτικής Γερμανίας, κόρη λουθηρανού ιερέα και δασκάλας αγγλικών και λατινικών, η Ανγκελα Δωροθέα, το γένος Κάσνερ, έζησε ως ξένη στη χώρα της. Ξένη στην Ανατολική Γερμανία, όπου βρέθηκε σε ηλικία έξι μηνών λόγω πατρικής μετάθεσης, ξένη και στη Δυτική Γερμανία μετά την ενοποίηση του 1990 ως Ανατολικογερμανίδα. Το απόλυτο αουτσάιντερ, όμως, αναδείχθηκε ιδανική insider της πολιτικής σκηνής.
Βερολίνο: Η πόλη του πεπρωμένου. Το Τέμπλιν όπου μεγάλωσε μπορεί να απείχε 80 χλμ., στην προ και μετά ενοποίηση πρωτεύουσα, όμως, έκανε το διδακτορικό της, αφυπνίστηκε συνειδησιακά και «ανδρώθηκε» πολιτικά. Στην επαρχιακή Βόννη της πρώην Δυτικής Γερμανίας δεν θα τη φανταζόταν κανείς καγκελάριο.
Γέλιο: Ιδιότητα που δεν θα της απέδιδε το ευρύ κοινό, τη μαρτυρούν όμως σταθερά όσοι τη γνωρίζουν από κοντά. Κυρίως, μάλιστα, κάνει τους άλλους να γελούν: αν πιστέψει κανείς τον έγκριτο δημοσιογράφο των «Financial Times», Κουέντιν Πιλ, είναι «μια εξαιρετική μίμος που αρέσκεται να παριστάνει άλλους πολιτικούς, όπως ο Νικολά Σαρκοζί και ο Μπαράκ Ομπάμα».
Δημοσιονομικός λουθηρανισμός: Η κόρη του προτεστάντη πάστορα εφαρμόζει οικεία διδάγματα. Τα βασικά καρυκεύματα της συνταγής λιτότητας που γεύεται ο ευρωπαϊκός Νότος οφείλουν λιγότερα στον τσελεμεντέ του κοσμικού φιλοσόφου Ανταμ Σμιθ από ό,τι στο μηνολόγιο του κληρικού Μαρτίνου Λούθηρου. Στο ευαγγέλιο της γερμανίδας καγκελαρίου, βλέπετε, δεν υπάρχουν πολιτικά λάθη, αλλά ηθικά αμαρτήματα που επιβάλλουν νηστεία, προσευχή και θυσίες προκειμένου να εξαγνιστούν.
Ευρώ: Το υπερασπίστηκε –λοξοκοιτάζοντας, όμως, διαρκώς προς τα γερμανικά συμφέροντα. Αποκηρύσσοντας μετά βδελυγμίας το ευρωομόλογο και τις παραφυάδες του, απέρριψε μια λειτουργική κατά πολλούς λύση για λαβυρινθώδεις εναλλακτικές. Αγόρασε χρόνο για την ευρωζώνη συνολικά, σπατάλησε όμως μήνες για την Ελλάδα βαθαίνοντας τον λάκκο που είχαμε σκάψει οι ίδιοι. Εδωσε έμφαση στα οικονομικά ημίμετρα αντί να επιχειρήσει τη διόρθωση του ευρωπαϊκού πολιτικού ελλείμματος. Η κατάσταση του ασθενούς νομίσματος μοιάζει να σταθεροποιήθηκε. Θα αναρρώσει;
Ζακέτα: Η συλλογή άπειρων μπλέιζερ που διαθέτει, σε κάθε χρώμα, για κάθε περίσταση, αποτελεί σήμα κατατεθέν της. Φωτογραφικό πλεονέκτημα: την καθιστούν άμεσα αναγνωρίσιμη παντού. Ενδυματολογικό μειονέκτημα: θέτουν υπό αμφισβήτηση τη φαντασία της. Μπορούν να γίνουν επίσης στόχος βιτριολικών σχολίων, όπως στο δειγματολόγιο εν είδει pantone που δημιούργησε –ομολογουμένως με πολλή υπομονή –η ολλανδή graphic designer Νούρτσι φαν Εκελεν για τη βρετανική «Daily Mail», τον Ιούλιο του 2012, υπό τον εύγλωττο τίτλο «50 αποχρώσεις της Ανγκελα Μέρκελ».

Ηγέτις: Ας το παραδεχθούμε, είναι η μόνη που ανέδειξε η κρίση. Από τον Νικολά Σαρκοζί ως τον Γιώργο Παπανδρέου, η «El País» καταμετρούσε πρόσφατα 20 ευρωπαίους ηγέτες-θύματα της οικονομίας. Εξυπνη, μεθοδική, εργατική και με πρόσβαση στο πιο εύρωστο πουγκί της Ευρώπης έθεσε τη γραμμή της (λιτότητα, περικοπές, υπομονή) και την επέβαλε στους εταίρους. Το αν είναι η κατάλληλη ηγέτις για την επίλυση της κρίσης ή το αν οι επιλογές της ήταν οι ενδεδειγμένες είναι ένα άλλο, εξαιρετικά συζητήσιμο, ζήτημα.
Θάρρος: Ιδιότυπο. Ο βιογράφος της, Γκερτ Λάνγκουτ, σημείωνε το 2005 στο «Time» ότι κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος κολύμβησης η 12χρονη Ανγκελα στεκόταν στη σανίδα επί 45 λεπτά προτού βρει το κουράγιο να βουτήξει. «Είμαι θαρραλέα την κατάλληλη στιγμή» σχολίαζε διπλωματικά η ίδια. «Χρειάζομαι, όμως, αρκετή ώρα για να πάρω μπρος και προσπαθώ να προνοώ όσο το δυνατόν περισσότερο για ό,τι έπεται. Δεν είμαι αυθόρμητα θαρραλέα». Ενας άλλος όρος για αυτό που προσπαθεί να περιγράψει είναι «αναβλητική».
Ιδιωτική ζωή: Δεν τη διαφημίζει. «Μέρκελ», για παράδειγμα, δεν ονομάζεται η ίδια ούτε ο τωρινός σύζυγός της, αλλά ο πρώην άνδρας της, με τον οποίο έχουν χωρίσει από το 1982. Αποστρέφεται την επιτήδευση και σερβίρει πάντα προσωπικά καφέ στους επισκέπτες της. Διόλου τεχνολογικά αναλφάβητη, ήταν η μόνη που μπορούσε να συνδέσει δυτικογερμανικούς με ανατολικογερμανικούς υπολογιστές στα κομματικά γραφεία της βραχύβιας Δημοκρατικής Αφύπνισης μετά την πτώση του Τείχους. Χαρακτηρίζεται αινιγματική. Είναι απλώς πολύπλοκη.
«Κορίτσι»: Παρωνύμιο, αρχικά υποτιμητικό, εν συνεχεία χαϊδευτικό, με το οποίο αναφερόταν σε αυτήν ο καγκελάριος Κολ. Για το «φρικτό», κατά δήλωσή της, υπουργείο Γυναικών και Νεολαίας στην πρώτη κυβέρνηση της ενοποιημένης Γερμανίας το 1991 την αποζημίωσε προάγοντάς τη, το 1994, σε υπουργό Περιβάλλοντος και Πυρηνικής Ενέργειας, εφαλτήριο για τη μετέπειτα καριέρα της.
Λικέρ: Μια (όχι και τόσο) νεανική αμαρτία. Ο βιογράφος της Φόλκερ Ρέζινγκ παραδίδει ένα περιστατικό από την εποχή του υπουργείου Νεολαίας, όταν σε συνέντευξη με τραγουδιστή γερμανικού πανκ συγκροτήματος εξομολογούνταν ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχε μεθύσει μέχρις αναισθησίας, αναμειγνύοντας λικέρ Kirsch και ουίσκι. Μάλλον δεν τα τσούζει πλέον.
«Μερκιαβέλλι»: Ετσι την αποκάλεσε ο φημισμένος γερμανός κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ και ο παραλληλισμός με τον φλωρεντινό απόστολο του πολιτικού κυνισμού δεν είναι άστοχος. Ο Τζόναθαν Πάουελ, προσωπάρχης της Ντάουνινγκ Στριτ επί Τόνι Μπλερ, τη θεωρεί «αδίστακτη πολιτικό» και «πανούργα διαχειρίστρια» προσώπων και πραγμάτων. Χαρακτηριστικό δείγμα γραφής ο άψογος τρόπος με τον οποίο διέπραξε την πατροκτονία του μέντορά της, Χέλμουτ Κολ, αδειάζοντάς τον με δήλωσή της στον Τύπο το 1999, όταν στην τελευταία πράξη της πολιτικής του καριέρας εκείνος αγκομαχούσε υπό το βάρος οικονομικών σκανδάλων.
«Nein»: Παρά τις τακτικές πολιτικές αρνήσεις της κατά τη διάρκεια της κρίσης της ευρωζώνης (ευρωομόλογο, κούρεμα χρέους, νέες διασώσεις), η σχέση της με το «όχι» είναι παλινδρομική: το στολίζει με αστερίσκους ή αναθεωρεί. Οταν τον Αύγουστο του 2012 απάντησε στις ερωτήσεις 37 επώνυμων Γερμανών για λογαριασμό του περιοδικού της «Süddeutsche Zeitung», ο διάσημος πρώην τενίστας Μπόρις Μπέκερ τη ρώτησε ποιον θα καλούσε σε δείπνο. «Δεν καλώ σε δείπνα» έγραψε η Ανγκελα –«αλλά θα ήθελα να φάμε και να αναλύσουμε τακτικές με τον Βιθέντε ντελ Μπόσκε», προπονητή της ποδοσφαιρικής Εθνικής Ισπανίας…
«Ξύπνα!»: Τίτλος του εντιτόριαλ που της αφιέρωσαν οι «New York Times» στις 21 Οκτωβρίου 2011, όταν η καγκελάριος κωλυσιεργούσε για την αύξηση των κεφαλαίων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Το αν «ξύπνησε πάνω στην ώρα», ή αν οι καθυστερημένες αντιδράσεις της επιδείνωσαν συνολικά το κλίμα, προορίζεται να χαρίσει πλήθος ζουμερές αντιδικίες σε μελλοντικούς ιστορικούς και οικονομολόγους.
Οραμα: Κανένα. Πείτε την πραγματίστρια, ρεαλίστρια, διαχειρίστρια –θα δεχόταν και το μεταρρυθμίστρια, αν εκφερόταν με την πρέπουσα μετριοπάθεια. Κατέχει οπωσδήποτε άριστα την τέχνη του συμβιβασμού (άρα την πεμπτουσία της πολιτικής) και ελίσσεται με μαεστρία όταν πρόκειται να εγκολπώσει θέσεις άλλων στις δικές της. Εξού και σώζεται απ’ το να την αποκαλέσουν «νερόβραστη». Γιατί, κατά τα άλλα, η αγαπημένη της φράση («βήμα βήμα») αποτελεί εντεταλμένη μεθοδολογία για περιοδικά μαγειρικής.
Πολιτική: Με δικά της λόγια, όπως τα μεταφέρει ο Κουέντιν Πιλ από τους «Financial Times», δύο πράγματα την ενθουσιάζουν στη διαδικασία της: Πρώτον, «Tο να μην ξέρεις το πρωί τι πρόκειται να συμβεί το βράδυ» και, δεύτερον, «Tο να λύνεις προβλήματα με καλή θέληση και κάποια δημιουργικότητα». Ο παραπάνω συνδυασμός αυτοσχεδιασμού και καλών προθέσεων εξηγεί ίσως την ως τώρα λειψή διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη. Καιρός να προσθέσει τη δημιουργικότητα.

Ρέσλερ, Φίλιπ: Ο πρόεδρος των Ελευθέρων Δημοκρατών ήταν ο τελευταίος που βίωσε αυτό που λένε οι κακές γλώσσες: ότι αργά ή γρήγορα η Μέρκελ αδειάζει τους συμμάχους της. Ο παλιός της προϊστάμενος και μοναδικός εκλεγμένος πρωθυπουργός της Ανατολικής Γερμανίας, Λόταρ ντε Μεζιέρ, έχει να το λέει ότι η «Αντζι» τον αποφεύγει εδώ και χρόνια, ο Χέλμουτ Κολ αποδοκιμάστηκε δημοσίως από το «κορίτσι» του –και ο Ρέσλερ, αντί δωρεάς χριστιανοδημοκρατικών ψήφων για να εισέλθει στο κοινοβούλιο, εισέπραξε την πόρτα του κατάμουτρα.
Σιδηρά μητέρα: Συντηρητική χώρα, ανδροκρατούμενο κόμμα, τρίτη συνεχής θητεία. Τι μου θυμίζει; Α, ναι, Μάργκαρετ Θάτσερ. Εκεί, όμως, που η Σιδηρά Κυρία έδειχνε τα δόντια της σε Ευρωπαϊκή Ενωση και ανθρακωρύχους, η σύγχρονη εκδοχή έχει διχασμένο προφίλ. Ενώ η εικόνα της άτεγκτης, αυταρχικής καγκελαρίου επικρατεί στη Νότια Ευρώπη, η ίδια καλλιεργεί στη Γερμανία το φιλολαϊκό στυλ της «Μutti» (μητερούλα). Για να το πετύχει, ενδίδει συχνά σε πλατιά διαδεδομένα στερεότυπα, τσαλαβουτάει κατά περίσταση στον λαϊκισμό, πότε πότε θίγει και τα αντιδημοφιλή ζητήματα. Το κράμα της «σιδηράς μητέρας» αποδεικνύεται τεφλόν.
Τείχος: Η πτώση του σημάδεψε τη ζωή της, δεν ανέτρεψε τη ρουτίνα της: στις 9 Νοεμβρίου 1989, ενώ οι κάτοικοι του Ανατολικού Βερολίνου συνέρρεαν στο Δυτικό από τα ανοιχτά πλέον περιβόητα checkpoints, η Ανγκελα Μέρκελ πραγματοποιούσε την εβδομαδιαία επίσκεψή της στη σάουνα με μια φίλη. Είκοσι χρόνια μετά, θυμόταν για το επετειακό αφιέρωμα των «New York Times» ότι πρώτα τηλεφώνησε στη μητέρα της για να της υπενθυμίσει το παλιότερο «τάμα» τους σε παρόμοια περίσταση να πάνε στο ξενοδοχείο Κεμπίνσκι για στρείδια. Μόλις αργά το βράδυ έσπευσε βραδέως να κάνει μια βόλτα στη Δύση.
Υφος (εξουσίας): Μειλίχιο, χαμηλών τόνων, βαρετό. «Δεν έχει εκφωνήσει ποτέ ούτε έναν λόγο που θα μείνει στη μνήμη» έγραφε ένας από τους πολλούς βιογράφους της το 2010. Διόλου τυχαία, το κεντρικό σύνθημα της πρόσφατης προεκλογικής εκστρατείας της ήταν «όχι πειράματα».
«Φακιδομύτη» (Πίπη): Προϊόν ευφάνταστης αποστροφής της γενικής γραμματέως των Σοσιαλδημοκρατών, Αντρέα Ναλς, ο χαρακτηρισμός δεν υπονοεί πως στη σεβάσμια ηλικία των 59 η Μέρκελ διατηρεί τις φακίδες της εφηβείας, αλλά ότι αποκοιμίζει το κοινό της υπεραπλουστεύοντας τα εκάστοτε προβλήματα, όπως η άτακτη ηρωίδα της παιδικής λογοτεχνίας. Ετσι, η «Πίπη» εξουδετερώνει ολόκληρους πολιτικούς σχηματισμούς υιοθετώντας θεμελιώδη επιχειρήματά τους: η εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας μετά τη Φουκουσίμα χάριν των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έστειλε στις πρόσφατες κάλπες τους Πράσινους προς άγραν ζαρζαβατικών.
Χέρια: Εκφραση αμηχανίας, κατάλοιπο παιδικής στάσης προσευχής ή απλή συνήθεια άνευ σημασίας, η μόνιμη φωτογραφική πόζα της καγκελαρίου («το διαμάντι της Μέρκελ»), είναι πλέον κάτι παραπάνω από μικρή ιδιαιτερότητα. Για την ακρίβεια, αποτέλεσε το περιεχόμενο της κυρίαρχης προεκλογικής αφίσας των Χριστιανοδημοκρατών. Το σύνθημα; «Το μέλλον της Γερμανίας βρίσκεται σε καλά χέρια».

Ψήφος εμπιστοσύνης: Το 41,7% των Χριστιανοδημοκρατών στις εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου συνιστά αποτέλεσμα βγαλμένο από τη χρυσή εποχή του γερμανικού δικομματισμού της δεκαετίας του ’80: 19,7 εκατ. ψηφοφόροι, μόλις 600.000 λιγότεροι από το ιστορικό τους υψηλό, επικρότησαν την προσωπικότητα, την πολιτική, το διεθνές ανάστημα της Ανγκελα Μέρκελ. Οι Γερμανοί αποφάνθηκαν πανηγυρικά. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι θα ζήσουν με την απόφασή τους.
Ωρα περισυλλογής: Ισως η μόνη οξυδερκής διαπίστωση του αμερικανού πρώην προέδρου Τζορτζ Μπους να ήταν αυτή του επινίκιου λόγου του μετά την επανεκλογή του το 2004: «Σε αυτές τις εκλογές κέρδισα πολιτικό κεφάλαιο και σκοπεύω να το ξοδέψω». Αμέσως μετά αναλώθηκε σε μια καταδικασμένη εκ των προτέρων μάχη για την ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης. Σε μια παρόμοια στιγμή, στο απόγειο της ισχύος της, η Ανγκελα Μέρκελ έχει το αυξημένο πολιτικό κεφάλαιο ώστε να προωθήσει ριζικές δημιουργικές αλλαγές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Στην ίδια εναπόκειται να υποκριθεί πολιτική μυωπία (δεν θα της κοστίσει, άλλωστε) ή να τολμήσει να κερδίσει μια ιστορική ευκαιρία. Θα το πράξει; Μάλλον όχι. Δεν είναι στη φύση της.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ