Πλατεία Κλαυθμώνος, απόγευμα 21ης Ιουνίου 2011. Σε μια σκηνή που έχει στηθεί για τον εορτασμό της Ευρωπαϊκής Γιορτής της Μουσικής, σε αυτές τις όμορφες αθηναϊκές βραδιές του καλοκαιριού που σε κάνουν να εκτιμάς την Ελλάδα, δύο παιδιά με μαύρες μπλούζες χαιρετούν με θεατρικό τσαμπουκά τον κόσμο. Παίρνουν τα μικρόφωνα, δεν συστήνονται καν και αρχίζουν να τραγουδούν. Ο ψηλότερος, ο Παύλος Φύσσας, γνωστός στον χώρο του Low Bap και ως Killah Past (ο δολοφόνος του παρελθόντος σε ελεύθερη μετάφραση), ξεκινάει να φτύνει λέξεις και ρίμες με ρυθμό: «Εκτός ελέγχου μοιάζει η κατάσταση… Το ποτήρι έχει τόσο ξεχειλίσει από την τόση αδιαφορία που μας έχει πλημμυρίσει. Συνεχώς, ο μικρός Αλέξης μού θυμίζει πως η ελευθερία του λόγου ακριβά κοστίζει. Πώς αφήσαμε την παρακμή τόσο να εξαπλωθεί;» αναρωτιέται καθώς κουνάει ρυθμικά τα χέρια του. Ενώ το κοινό ανταποκρίνεται στους στίχους του τραγουδιού «Εκτός ελέγχου», φωνάζει ανάμεσα στους στίχους μια αφιέρωση όσο πιο δυνατά μπορεί: «Για τα παιδιά που έχουν χαθεί…».

Δέκα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα της περασμένης Τρίτης, στη λεωφόρο Παναγή Τσαλδάρη 60, καθώς βρισκόταν στο πεζοδρόμιο περιμένοντας το ασθενοφόρο, την ώρα που ξεψυχούσε από δύο «επαγγελματικές μαχαιριές» στην κοιλιά και στην καρδιά του, σύμφωνα με τους γιατρούς του νοσοκομείου της Νίκαιας, όλες οι ειρωνείες του κόσμου συνωμοτούσαν: Γινόταν και αυτός μέρος της παλιότερης αφιέρωσής του· ένα από τα παιδιά που έχουν χαθεί.

Ενας ενεργός αντιφασίστας

Σε ένα άλλο κομμάτι του, το οποίο τραγουδούσε συχνά στον χώρο 7 Sins στην πλατεία Κάνιγγος, στον οποίο εμφανιζόταν κατ’ επανάληψη και παράλληλα κανόνιζε τις εμφανίσεις της ραπ σκηνής, έλεγε: «Σκέφτομαι, υπάρχω, αντιστέκομαι. Εχω προσωπικότητα, δεν είμαι δεδομένος. Δεν σας φοβάμαι, δεν μπαίνω σε πρότυπα, έχω δική μου προσωπικότητα…».

Η προσωπικότητά του, σύμφωνα με όσους τον γνώριζαν στο Κερατσίνι και στο Πέραμα, ήταν ενός ενεργού πολίτη με έντονη αντιφασιστική δράση. Δεν ήταν ενταγμένος σε κάποιο κόμμα, «ίσως όταν ήταν μικρότερος να είχε περάσει για λίγες εβδομάδες από το ΚΚΕ», όπως λέει στο ΒΗmagazino άνθρωπος που τον γνώριζε, αλλά «δεν είχε καμία σχέση με καμία κομματική νεολαία».

Ηταν μέλος μιας γενιάς που ακόμη και να μην ήθελε αμφισβήτησε τα πάντα. Από τη Γένοβα το 2001 και τον θάνατο του Κάρλο Τζουλιάνι μέχρι τα Εξάρχεια το 2008 και τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, παιδιά της εργατικής τάξης που τραγουδούσαν για παιδιά που χάθηκαν. Προτού χαθούν και τα ίδια. Οπως το έχει πει σε μια συνέντευξή του: «Δεν μπορώ να χωνέψω με τίποτα ότι στηρίζομαι και επιβιώνω μέσα σε ένα δεκαδικό σύστημα, ενώ η πραγματική μου φύση είναι να ζω σε έναν κόσμο δημιουργίας. Πιστεύω ότι ο άνθρωπος έχει τη δύναμη να πραγματοποιήσει τα όνειρά του, απλά από τη στιγμή που δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ μας δεν μπορούμε να πετύχουμε τίποτα…».

Οπως και ο πατέρας του, Τάκης, ήταν μέλος του Συνδικάτου Μετάλλου Πειραιά, με έντονη δράση στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη του Περάματος, ως μεταλλεργάτης. Τα τελευταία χρόνια όχι καθημερινά, αλλά κάνοντας μεροκάματα όποτε χρειαζόταν, καθώς η μουσική τον είχε κερδίσει. Οπως περιγράφει ο ίδιος τον εαυτό του, ήταν ένας «ράπερ, ένας ρεμπέτης», ένα «ενεργό μέλος της ραπ σκηνής από το 1997, ξεκινώντας τη μουσική διαδρομή από το κίνημα του Low Bap, που η μουσική του διαδρομή μέχρι και σήμερα βασίζεται στη μη δισκογραφική κουλτούρα και η διάδοση της δουλειάς του γίνεται μέσω Ιnternet».

Στη γειτονιά του, εκεί όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, είχε ξεκάθαρη θέση ενάντια στην αυξανόμενη άνοδο της Χρυσής Αυγής. Οπως είπε ο Πέτρος Πουντίδης, φίλος και μουσικός συνεργάτης του στο συγκρότημα Κακά Μαντάτα, γνωστός με το όνομα «Τοτέμ»: «Στην περιοχή, όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους. Υπάρχουν βουλευτές της Χρυσής Αυγής που λίγο καιρό πριν μπουν στη Βουλή ήταν στην προστασία ή στις υπηρεσίες άλλων πολιτικών του δεξιού χώρου. Ολοι γνωριζόμασταν…».

Η ώρα της δολοφονίας

Το βράδυ της Τρίτης, ενώ οι παρέες στην Παναγή Τσαλδάρη παρακολουθούσαν στις καφετέριες που έχουν συνδρομητική τηλεόραση τον αγώνα Ολυμπιακός – Παρί Σεν Ζερμέν, ο Φύσσας με την παρέα του, στην οποία συμπεριλαμβάνονταν και κοπέλες, είχε λεκτική αντιπαράθεση με ένα γνωστό μέλος της Χρυσής Αυγής στην περιοχή. Μετά τα λόγια που αντάλλαξαν, ο χρυσαυγίτης αποχώρησε, για να επιστρέψει με άλλους «συντρόφους» του. Λίγες ημέρες πριν, στο Πέραμα, είχαν συμβεί παρόμοιες μαζικές επιθέσεις χρυσαυγιτών σε μέλη του ΚΚΕ. Ο Φύσσας δεν είχε σχέση με τα περιστατικά, ούτε ήταν ενεργός σε κάποιο κόμμα. Τα μέλη της Χρυσής Αυγής χρησιμοποίησαν την ίδια τακτική και σε αυτή την επίθεση. Μέσα στην ασυδοσία και στην προνομιακή μεταχείριση από την ΕΛ.ΑΣ. στην οποία έχουν συνηθίσει να κινούνται, αυτή τη φορά έβγαλαν και μαχαίρια. Οπως καταγγέλθηκε και από τον πατέρα του νεκρού, «οι 12 αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ που ήταν εκεί παρακολουθούσαν χωρίς να παρέμβουν».

Το τέλος

Οταν έφτασε στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας ήταν πια αργά. Οι γιατροί διαπίστωσαν τον θάνατό του. Οι ίδιοι γιατροί, μια μέρα μετά τον θάνατό του, επανέλαβαν, αυτή τη φορά με τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα πάνω τους: «Εδώ και τρία χρόνια δεχόμαστε δεκάδες περιστατικά αλλοδαπών που φτάνουν στο νοσοκομείο σε άσχημη κατάσταση εξαιτίας ρατσιστικών επιθέσεων».

Ο Παύλος Φύσσας για κάποιους θα είναι ένας άτυχος 34χρονος που βρέθηκε στο λάθος σημείο τη λάθος στιγμή, ένα θύμα των καιρών, ένας άνδρας που υπεράσπισε τις γυναίκες που συνόδευε από την επίθεση μασκοφορεμένων φασιστών. Στην πραγματικότητα, τίποτα σε αυτή την ιστορία δεν έχει να κάνει με την τύχη. Εχει να κάνει με τη στάση ζωής και την «προσωπικότητα» που ανέφερε και στα τραγούδια του. Στο πώς αντιμετωπίζεις τον φασισμό στην καθημερινότητα. Οπως είπε σαν κατευόδιο ο φίλος του Πέτρος Πουντίδης: «Το αίμα του Παύλου είναι στα χέρια των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής. Υπάρχει τρόπος να το ξεπλύνουν: Να τους απομονώσουν μέχρι να τους εξαφανίσουν». Θα είναι το λιγότερο που μπορεί να γίνει για τη μνήμη του.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013