Αυτό το ταξίδι με συναρπάζει, ειδικά τώρα που το κάνω δεύτερη φορά. Για αυτή τη δεύτερη φορά γράφω για ταξίδια. Για να ζω ξανά την ατμόσφαιρά τους, απαλλαγμένος από τις έγνοιες του πραγματικού ταξιδιού και την αγωνία να κρατήσω στο τυποποιημένο κύκλωμα της φωτογραφικής μηχανής, στο χάρτινο μπλοκάκι και στον χιλιογραμμένο και χιλιοσβησμένο νου όσο το δυνατόν πιο πολλά στιγμιότυπα του τόπου, όσο το δυνατόν πιο πολλά ερεθίσματα στην άκρη των αισθήσεων, για να τα ανακαλέσω στη μνήμη και να τα απολαύσω μετά με την ησυχία μου όταν θα γράφω το κομμάτι και θα επιλέγω τις φωτογραφίες. Εχω την εντύπωση ότι τότε εξερευνώ πραγματικά τον τόπο, τότε μπαίνω στο πνεύμα του. Το πραγματικό ταξίδι στους Λειψούς ήταν της μιας ημέρας, όμως οι αναμνήσεις του μπορούν να «διευρύνουν» μια ολόκληρη ζωή, καθώς έχει παρατηρήσει ο Νίτσε και μας το θυμίζει ο Αλέν ντε Μποτόν στην «Τέχνη του ταξιδιού».

Βουτιά στις Μικρές Νότιες Σποράδες

Μας έφερε το «Κάλυμνος» από τη Λέρο το πρωί και μας πήρε το βράδυ, ολοκληρώνοντας τον κύκλο Αγαθονήσι, Μαράθι, Αρκοί, Λειψοί του φύλακα άγγελου των μικρών Νότιων Σποράδων. Εντάξει, το νησί είναι μικρό, αλλά πολύ ερωτεύσιμο και καθώς παίρνουμε στα σοβαρά τις παραδόσεις, αποπλάνησε τον Οδυσσέα για επτά ολόκληρα χρόνια και αν δεν κατέφθανε σταλμένος από τον Δία ο Ερμής να τον πάρει ίσως έμενε για πάντα πλανεμένος στην αγκαλιά της νύμφης.
Δεν γνωρίζω αν η Καλυψώ έμενε όντως εκεί, ξέρω όμως ότι η Λειψώ είναι αρκούντως γοητευτική για να κρατήσει κοντά της τον ταξιδιώτη επτά ημέρες και να τον κάνει να λησμονήσει τις έγνοιες επτά χρόνων που έχει αφήσει πίσω στην αφετηρία του ταξιδιού του. Εδώ θα ξεχάσει πραγματικά την Πηνελόπη και η μόνη που μπορεί να του τη θυμίσει είναι η καταδεκτική Μαρία Μακρή που υφαίνει στον αργαλειό της όλη την ημέρα ωραία παραδοσιακά υφαντά, όχι βέβαια για να τα ξηλώσει το βράδυ, αλλά για να προσφέρει στους επισκέπτες τέχνεργα μιας παμπάλαιης παράδοσης που επιμένει να συντηρεί.
Το Μονοδένδρι –με ένα μονάκριβο δέντρο επάνω του -, άλλα 23 ερημονήσια και έξι βράχοι, ξεχωριστά όλα σαν δακτυλικό αποτύπωμα, τριγυρίζουν το μεγάλο νησί και διαχέουν την κεντρική ιδέα των μικρών κόσμων του Αιγαίου: Η θάλασσα δεν είναι φυλακή, αλλά δρόμος. Τα σκάφη μπαίνουν και βγαίνουν από το λιμάνι μπροστά στο μοναδικό χωριό των Λειψών, φέρνοντας και παίρνοντας ταξιδιώτες, διαθέσεις, ιδέες, πολιτισμούς. Λογής λογής άνθρωποι από διαφορετικές φυλές έχουν στήσει εδώ το σπιτικό τους απολαμβάνοντας την αυθεντικότητα ενός νησιού στα ανθρώπινα μέτρα.
Να, το γοητευτικό στέκι του Χριστόδουλου Γαμπιέρη στην «κλειστή» αμμουδιά, αλλά ανοιχτή θαλασσινή αγκαλιά της Λίμνης, παίζει εξωτική μουσική. Δεν είναι μόνο το όνομα του εστιατορίου, Ντιλάιλα, ούτε τα πολύχρωμα καλάμια επάνω από τα τραπέζια που το μελτέμι φυσά μέσα τους λατινοαμερικάνικους ρυθμούς, αλλά όλα αυτά που έρχονται επάνω στα τραπέζια, η γεύση των γεννημάτων του τόπου που τα φτιάχνει με τα εισηγμένα, αποικιακά, προϊόντα: σαλάτα από τον κήπο με τυρί λειψιώτικο, ταρτάρ τόνου επάνω σε στιφοράδικα, θαλασσόχορτα από το ερημονήσι Σαρακίνα, κολιός μαριναρισμένος με λεμόνι, καρπάτσιο τόνου με πεπόνι και χταποδιού με μούρα.
Ταρτάρ αστακού και γλυκό κρασί

Πολλές ενδιαφέρουσες γευστικές στάσεις υπάρχουν μέσα στον οικισμό των Λειψών. Στο «Καλυψώ» για χταποδοσαλάτα, ταρτάρ αστακού, καρπάτσιο από μαγιάτικο, κατσικάκι γεμιστό, ντολμαδάκια με αμπελόφυλλα, ψαρόσουπα «βάλσαμο». Στη μικρή πλατεία, στις «Γεύσεις του Μανόλη» για μουσακά σπέσιαλ, αρνάκι με βερίκοκα, καλαμαράκια γεμιστά, μοσχάρι ελευθέρας βοσκής με μελιτζάνες, στον «Πεύκο» για καλαμάρι ψητό, σπαγκέτι με θαλασσινά, αρνί αμπελουργού στο πήλινο, στον «Γιάννη» για φαβατοπιτάκια, σαγανάκι με τοπικό τυρί, ριζότο με μελάνι σουπιάς, κολιό παστό και λειψιώτικο κρασί.
Παλιά το κρασί ήταν ονομαστό και οι Λειψοί έστελναν έξω μεγάλες ποσότητες μέσα στους χαρακτηριστικούς οξυπύθμενους αμφορείς που τώρα μπλέκονται στα δίχτυα των ψαράδων που καλάρουν γύρω από το νησί. Μπορεί να τους έπλαθαν και στο παλιό κεραμοποιείο που ανασκάπτεται στον Κάμπο και έρχονταν τα κυπριακά καράβια και φόρτωναν κεραμικά για την Πόλη. Πολλοί τόνοι γλυκού κρασιού έφευγαν για το Βατικανό. Και μετά ερημιά. Τώρα τα αμπέλια επανακάμπτουν. Εχουν φυτευτεί κάπου 30.000 κλήματα της ποικιλίας Φωκιανό γύρω από την Παναγία του Χάρου και τα οινοποιήματα έχουν αρχίσει να κλείνονται στις φιάλες.
Το νησί είναι χαμηλοί λόφοι που πλέουν στο πέλαγος. Οπου και να πας, η θάλασσα σε ακολουθεί, στο κλειστό λιμανάκι Μοσχάτο, στον άσπρο, αμμουδερό Πλατύ Γιαλό, στο ελάχιστο Λιμνάρι, στην Κοίμηση, στον Κάμπο, στη Λεντού, στην Κατσαδιά, υπάρχει μια θαλασσινή αγκαλιά για να ξεχαστείς. Ετσι ξεχασμένα στη ρέμβη τους μοιάζουν τα διάφορα ησυχαστήρια που έχουν κτίσει κυρίως ξένοι εραστές του νησιού σε σημεία με ανεμπόδιστη θέα, όπως στην Κατσαδιά. Στον δρόμο για το Μοσχάτο, η θέα προς το Αγαθονήσι, τη Σάμο, τους Αρκιούς, το Μαράθι έως και τα παράλια της Μικράς Ασίας είναι εκπληκτική. Τέτοια θέα επάνω από την παραλία του Κάμπου έχει και το καλύτερο σπίτι που μπορεί να βρει ο επισκέπτης στο νησί, το ξενοδοχείο Νεφέλη (τηλ. 22470 41120, www.nefelihotels.com).

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ