Μιλήστε μας για το μυθιστόρημά σας «Βουτιά» (εκδ. Καστανιώτη). «Πρόκειται για μια κάπως λοξά γραμμένη ιστορία που ξεκινάει σαν μια κλειστή, εσωτερική υπαρξιακή αναζήτηση και συνεχίζεται σαν μια περιπέτεια στις Κυκλάδες. Δύο φίλες, ένα φουσκωτό, η Σύρος και ένας άνδρας που λάμπει διά της απουσίας του. Το μυθιστόρημα με μια κουβέντα αναφέρεται στην επίδραση της συγκυρίας στη διαμόρφωση των υπαρξιακών αναζητήσεων».

Και οι ήρωές σας; «Ενσαρκώνουν αυτήν την αλληλεπίδραση στο πλαίσιο της ποικιλότητας των χαρακτήρων τους. Κοινή συνισταμένη τους είναι η αναζήτηση της ευτυχίας μέσα από τις συμπληγάδες των προσωπικών τους αδιεξόδων. Αυτά ακριβώς τα αδιέξοδα έρχονται μεν ως αφορμή, αλλά ταυτόχρονα διαμορφώνουν τη συγκυρία και διαμορφώνονται καθοριστικά από αυτήν. Αυτή η διαλεκτική διαπερνά συνολικά το βιβλίο».

Η μία ηρωίδα σας, η Ειρήνη, φαίνεται να βασανίζεται από τις αναμνήσεις της και η άλλη ηρωίδα σας, η Ελλη, μοιάζει να τις απωθεί. Θα ζούσαμε άραγε πιο ευτυχισμένοι με μια επιλεκτική μνήμη; «Το θέμα της μνήμης είναι κεντρικό ζήτημα σε αυτήν την ιστορία. Η μνήμη γίνεται επιλεκτική όταν το “εγώ” δεν αντέχει τις εσωτερικές συγκρούσεις ως αποκύημα της πραγματικότητας. Δεν είμαι καθόλου σίγουρη πως θα ζούσαμε πιο ευτυχισμένοι, αφού η ικανότητα να θυμάσαι είναι κάτι που εμπλουτίζει και έτσι εξελίσσει».

Ενώ το βιβλίο αρχικά μοιάζει με μια κατάδυση στη γυναικεία φιλία, παράλληλα ένα θρίλερ εκτυλίσσεται στην καρδιά του καλοκαιριού… «Στο πλαίσιο των θηλυκών πλευρών που ενσαρκώνουν οι ηρωίδες, η αρσενική διάσταση εντός και εκτός μας αποτελεί τη λυδία λίθο επί της οποίας δοκιμάζονται οι σχέσεις. Η υπερβολή του αρσενικού στοιχείου, το “θρίλερ” όπως λέτε, κατ’ ουσίαν προσπαθεί να αναδείξει τα διλήμματα που δοκιμάζουν την αυθεντικότητα και την ισχύ των αξιών».

Τους ήρωές σας μπορεί να τους συναντήσει κανείς στην καθημερινότητα; «Αποκλειστικά».

Χρόνια στη δημοσιογραφία, διευθύντρια επιτυχημένων περιοδικών. Το γράψιμο είναι τελικά θέμα ταλέντου ή άσκησης;
«Δεν έχω ιδέα. Σίγουρα η άσκηση βοηθάει πολύ. Το ταλέντο δεν ξέρω τι είναι. Πολύ άπιαστο πράγμα. Μάλλον μια ικανότητα να φτιάχνει κάποιος κάτι, οτιδήποτε, που όμως χωρίς άσκηση δεν οδηγεί κάπου».

Αλήθεια, πώς ξεκίνησε η περιπέτεια της γραφής για εσάς; «Η πιο παλιά μου φίλη θυμάται πως λέγαμε ότι κάποτε θα γράφουμε ιστορίες ήδη από τότε που ήμασταν στην εφηβεία. Δεν το θυμάμαι. Θυμάμαι πως πάντα έφτιαχνα παραμύθια για την κόρη μου. Ενα κάθε βράδυ. Οταν σταμάτησα να δουλεύω στα περιοδικά, ήρθε κάπως σαν φυσική ανάγκη. Ισως επειδή δεν καλυπτόταν πια αυτή η ανάγκη με το δημοσιογραφικό γράψιμο».

Με ποιον λογοτεχνικό ήρωα θα θέλατε να δειπνήσετε και γιατί; «Με τον Τομ Σόγερ, τον αγαπημένο μου των παιδικών χρόνων. Εχουμε πολλές δουλειές μαζί. Θα τρώμε ψωμοτύρι και θα σκαρώνουμε περιπέτειες».

Στον όρο «γυναικεία λογοτεχνία» πιστεύετε ή είναι κάτι που σας ενοχλεί; «Με ενοχλεί επειδή αναφέρεται συνήθως σε κάτι υποδεέστερο της λογοτεχνίας. Ξέρω πως πολλές γυναίκες χαίρονται να διαβάζουν για γυναικεία πράγματα γραμμένα με έναν τρόπο ο οποίος απευθύνεται αποκλειστικά σε γυναίκες. Αυτή η φράση και μόνο που είπα με ενοχλεί. Αν η λογοτεχνία έχει target group λες και πρόκειται για περιοδικό ή κάποιο προϊόν, τότε έχουμε πρόβλημα».

Εχετε άγχος αν το βιβλίο σας θα γίνει μπεστ σέλερ;
«Δεν έχω κανένα τέτοιο άγχος. Αυτό το άγχος το είχα όταν διηύθυνα περιοδικά και ήθελα να πουλάνε πολύ. Τώρα δεν με απασχολεί καθόλου. Επίσης, δεν νομίζω ότι θα γίνει κάτι τέτοιο».

Ποιος είναι ο άνθρωπος στον οποίο εμπιστεύεστε πρώτα το γραπτό σας; «Ενας παλιός, σοφός φίλος που δεν θα ήθελε να πω το όνομά του».

Εχετε οραματιστεί το επόμενο βιβλίο σας; «Σαν όραμα ναι. Με τον τρόπο του οράματος. Μακρινό, αμφίβολο και απρόσιτο. Θα δούμε».