Οργώνετε την Ελλάδα αυτό το καλοκαίρι σε μια μεγάλη περιοδεία. Αισθάνεστε κουρασμένη; «Κούραση υπάρχει, έχω και μια ηλικία. Ερχονται στιγμές που παραδίνομαι, αλλά παίρνω ενέργεια από τους μουσικούς μου, αυτά τα υπέροχα νέα παιδιά: τον Σωτήρη Μπαλάσκα, τον Νίκο Παπαναστασίου, τον Διονύση Μακρή, τον Θωμά Κωστούλα, τον Γιάννη Οικονομίδη και τον Γιώργο Καραμφίλλη. Εχουν κάνει πολλή δουλειά. Εγώ τα βρίσκω όλα έτοιμα».
Ποιο είναι το πρώτο τραγούδι που είπατε ως παιδί; «Μου το διηγούνταν η μάνα μου, η συχωρεμένη. Ημουν τριών χρόνων, έμπαινα σε ένα μεγάλο χαλκωματένιο ταψί και τραγουδούσα το «Νινανάη γιάβρουμ νινανάη νάη», που ως μεγάλη δεν μπορούσα ποτέ επισήμως να το τραγουδήσω γιατί ήμουν βραδύγλωσση. Χόρευα κιόλας τότε. Ποια; Εγώ που δεν χορεύω ποτέ».
Το ρεμπέτικο και το λαϊκό πώς τα ανακαλύψατε; «Ο πατέρας μου ήταν της Εκκλησίας και η μουσική που ακουγόταν στο σπίτι ήταν μόνο βυζαντινή και κλασική, Τρίτο Πρόγραμμα. Ρεμπέτικα και λαϊκά άκουσα για πρώτη φορά όταν έφυγα 17,5 ετών από την Καρδίτσα για να σπουδάσω στη Θεσσαλονίκη. Τρελάθηκα και από τότε μπήκαν στη ζωή μου και δεν λένε να βγουν».
Η φωνή σας κουβαλά ήχους από τα παλιά. Γεννηθήκατε σε λάθος εποχή; «Γενικά ως άνθρωπος νιώθω ότι γεννήθηκα σε λάθος εποχή. Διατηρώ, όμως, μια παιδικότητα που ίσως έκλεψα από τους μαθητές μου στο σχολείο, γιατί ήμουν δασκάλα. Οσο για τη φωνή, δεν πιστεύω πως βγαίνει μόνο από τον λαιμό. Ο άνθρωπος που πάλεψε έχει πάθος, έχει λυγμό».
Σας ήρθαν εύκολα τα πράγματα στη ζωή σας; «Με ό,τι καταπιάστηκα το κυνήγησα. Και δεν είναι μόνο το τραγούδι. Είτε ως δασκάλα, είτε ως αθλήτρια, είτε ως αγρότισσα –γιατί στο χωριό που έμενα με τον πρώην άνδρα μου συντηρούσαμε ένα χωράφι τεσσάρων στρεμμάτων με μπαξέδες και ζώα –αγωνίστηκα».

Πρώτα η ζωή και μετά η τέχνη;
«Εννοείται. Πρώτα ήταν τα παιδιά μου και μετά η δουλειά. Η τέχνη προέκυψε. Oταν απελευθερώθηκα, βγαίνοντας σε πρόωρη σύνταξη έπειτα από 24 χρόνια υπηρεσίας στην εκπαίδευση, ήρθαν οι «Mέλισσες» και με κατέστρεψαν, όπως λέω χαριτολογώντας».
Νοσταλγείτε την παλιά σας ηρεμία; «Τις διεξόδους μου πάντα τις βρίσκω. Δεν βογκάω, τραγουδάω με μεγάλη χαρά. Οταν αρχίσω να βογκάω, θα φύγω διακριτικά, δεν θα το πάρει χαμπάρι κανείς».
Γιατί πάντα τοποθετείτε ένα τέλος; «Υπάρχει και η βιολογική φθορά στον άνθρωπο και ειδικά στους τραγουδιστές. Δεν θα μπορώ να τραγουδώ με αυτή τη συχνότητα που τραγουδώ σήμερα. Υστερα, καπνίζω πολύ, δεν προσέχω. Οταν έρθει η ώρα να φύγω μπορεί να τραγουδώ μία στις τόσες σε έναν παιδικό σταθμό ή σε ένα γηροκομείο. Το τραγούδι δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν θα τελειώσω με την πατερίτσα στο πάλκο».
Στην εποχή μας δεν θα περιμένατε να γράφονται περισσότερα πολιτικά τραγούδια; «Εννοείται. Βέβαια, ίσως και να γράφονται, αλλά δεν βγαίνουν προς τα έξω. Νομίζω, πάντως, ότι οι περισσότεροι είμαστε καθισμένοι σε έναν καναπέ, θεατές του εγκλήματος».
Το έγκλημα θα έχει τέλος; «Ηλπιζα ότι θα είχε πριν από έναν χρόνο, όπως ήλπιζε και το 60% του λαού. Δεν συνέβη.
Το μόνο που ελπίζω πλέον είναι κάποια στιγμή να μην κατέβει να ψηφίσει κανείς. Εχω καταλάβει ότι δεν χρειάζομαι καμία κυβέρνηση, κυβέρνηση είναι οι άνθρωποί μου. Τα χρήματα που βγάζω δεν είναι δικά μου. Νιώθω τον πόνο του φίλου του γιου μου που δεν έχει βενζίνη να βάλει στο αυτοκίνητό του».
Τον χειμώνα πού θα σας συναντήσουμε; «Δευτέρες και Τρίτες από τα μέσα Οκτωβρίου θα είμαι σε μια θεατρική παράσταση στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο με την Αναστασία Μουτσάτσου, σε ένα κείμενο το οποίο έχει γράψει η ίδια.
Η Μυρτώ Αλικάκη θα ερμηνεύει τον μονόλογο της παράστασης, ενώ εμείς θα τραγουδάμε. Θα αφορά τη γυναίκα σε όλες τις εκδοχές της».
30/08 Ηράκλειο Κρήτης, 02/09 Ζάκυνθος, 03/09 Αρχαία Νεμέα (κτήμα Παλυβού), 04/09 Κρανίδι Ερμιόνης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ