To νέο σας μυθιστόρημα, «Η ζωή απέναντι» (εκδ. Μεταίχμιο), βρίσκεται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Τι πραγματεύεται; «Παρακολουθούμε στα χρόνια της Επταετίας τη ζωή του Ευάγγελου Μητρόπουλου, ενός συντηρητικού δασκάλου, και της γυναίκας του, οι οποίοι μεγαλώνουν τη μικρή μοναχοκόρη τους σε μια γειτονιά του Υμηττού. Ο Ευάγγελος Μητρόπουλος δεν είναι οπαδός, αλλά δεν θέλει και να αντιταχθεί στο καθεστώς. Ολα κυλούν ήρεμα, λοιπόν, μέχρι που στο υπόγειο του σπιτιού τους έρχεται να κατοικήσει μια άλλη οικογένεια: η Μαίρη, μια γυναίκα έξω καρδιά, που μαζί με τον σύζυγό της μεγαλώνει την ανιψιά της, φοιτήτρια ενταγμένη στην οργάνωση Ρήγας Φεραίος».
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με πολιτικό υπόβαθρο; «Οι κλυδωνισμοί και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των δύο οικογενειών κινούνται όχι μόνο στο πολιτικό, αλλά και στο συναισθηματικό επίπεδο. Αποκαλύπτονται μυστικά, με τη λύση του γρίφου να έρχεται στο τώρα, στο 2014, οπότε τελειώνει χρονικά το μυθιστόρημα».
Οι στίχοι που ανοίγουν κάθε κεφάλαιο είναι από τον «Μικρό Ναυτίλο» του Οδυσσέα Ελύτη. Γιατί; «Διότι αγαπώ την ποίηση και τον Ελύτη. Ακούμπησαν πάνω στο κάθε κεφάλαιο. Ηθελα να δείξω ότι για τη ζωή του ο καθένας είναι ένας μικρός ναυτίλος που οφείλει να βγάλει το σκαρί του σε ασφαλή νερά».
Οι ήρωες του βιβλίου σας, όμως, κοιτούν τη ζωή τους από απέναντι, εξ ου και ο τίτλος. «Ναι. Οι ήρωες λίγο πολύ έχουν προδώσει τα οράματά τους και το συνειδητοποιούν επώδυνα. Εκεί ήθελα να επικεντρωθώ, στο ότι κανείς πρέπει να αγωνίζεται μέχρι τέλους για τα οράματά του. Υπάρχει, βέβαια, και αυτό το λογοπαίγνιο ανάμεσα στη ζωή που βιώνουν και τη «Ζωή από απέναντι», μια γειτόνισσα που παρακολουθεί τα πάντα».
Γράφετε από μικρή. Ομως μπήκατε στα εκδοτικά πράγματα μόλις το 2012. Γιατί; «Επειδή υπήρχε μια πολυμελής οικογένεια και μια απαιτητική δουλειά. Είμαι πολιτικός μηχανικός και τα προηγούμενα χρόνια η οικοδομική δραστηριότητα ήταν σε οργασμό. Εγραφα σκέψεις, ποιήματα, κείμενα, αλλά δεν είχα τον χρόνο να το κάνω οργανωμένα».
Τώρα πώς γράφετε; «Προτιμώ να γράφω πρωί, όταν δεν χρειάζεται να πάω στο γραφείο. Σηκώνομαι, ντύνομαι, βάφομαι. Δεν φοράω τα ρούχα του σπιτιού, θέλω να πάρω μέσα μου το μήνυμα ότι τώρα κάνω κάτι σοβαρό. Κλείνω το τηλέφωνο και γράφω μέχρι αργά το μεσημέρι».
Τα προηγούμενα βιβλία σας σημείωσαν εκδοτική επιτυχία. Αυτό σας δημιουργεί άγχος για το νέο; «Δεν έχω άγχος αν θα πάει εισπρακτικά καλά ένα βιβλίο. Με ενδιαφέρει να είναι μια αξιοπρεπής δουλειά, να μεταδίδει αυτό που θέλω. Τώρα αν γίνει και μπεστ σέλερ, δεν μπορώ να πω ότι είναι κάτι που δεν θα μου αρέσει».
Στον όρο «γυναικεία λογοτεχνία» πιστεύετε ή είναι κάτι που σας ενοχλεί; «Δεν με ενοχλεί. Αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να στεκόμαστε σε ταμπέλες. Υπάρχουν συγγραφείς που μας αρέσουν και συγγραφείς που δεν μας αρέσουν. Δεν θεωρώ ότι η λογοτεχνία έχει φύλο».
Σε ποιο βιβλίο επιστρέφετε ξανά και ξανά; «Στον «Ξένο» του Καμύ».
Ποιος είναι ο πρώτος άνθρωπος που διαβάζει τα γραπτά σας; «Δυο φίλοι μου αγαπημένοι. Υστερα, από το κοντινό μου περιβάλλον, η αδελφή μου και η μητέρα μου. Είμαι αρκετά ανασφαλής. Προτού φθάσει στον επιμελητή το βιβλίο θέλω να είμαι αρκετά σίγουρη ότι αυτό που έχω παραδώσει είναι κάτι αξιοπρεπές».
Ποιο είναι το καλύτερο σχόλιο που σας έχει κάνει ποτέ αναγνώστης σας; «Ηταν για το πρώτο μυθιστόρημα το «Lapis lazuli, η πέτρα που λείπει» (εκδ. Ιωλκός). Και ενώ ήταν ένα βιβλίο που αφορούσε τη γυναικεία ψυχολογία, το σχόλιο έγινε από άνδρα αναγνώστη: «To διάβαζα και ήταν σαν να είχα ένα μαχαιράκι που στριβόταν στην καρδιά μου. ‘Αυτή είναι η γυναίκα τελικά;’ είπα όταν το τελείωσα»».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ