Πρωταγωνιστείτε στο «Καγκουρώ», το νέο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη που ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο. Τι πραγματεύεται; «Μιλάει για την κρίση της χώρας, την κρίση των ανθρώπινων σχέσεων και πραγµατεύεται το όνειρο της φυγής ενός παιδιού, του Ορφέα, από την Ελλάδα. Πλέον, ξέρετε, τους χάνουµε τους ανθρώπους. Πριν από µερικές ηµέρες συνάντησα τυχαία έναν φίλο. «Πού είσαι;» του λέω. «Είµαι Βερολίνο. Βρήκα δουλειά. Για ποιον λόγο να µείνω εδώ; Εκεί µου ζητούν να κάνω ένα πράγµα και όχι εκατό µαζί» µου απάντησε. Και είχε δίκιο».
Εσείς σκεφτήκατε να φύγετε; «Το σκέφτηκα, αλλά χρειάζοµαι την οικειότητα, την οικειότητα που νιώθω µε τον τόπο, τους ανθρώπους. Και δουλειά µου είναι η γλώσσα, η επικοινωνία. Η ανάγκη µου να φύγω δεν είναι µεγάλη, τουλάχιστον όχι ακόµη».
Ποιον ρόλο κρατάτε στην παράσταση; «Της Μαρίνας, της κοπέλας του Ορφέα. Η Μαρίνα έχει κάτι που µε κεντρίζει: κοιτάζει τον άλλο και τον βλέπει πραγµατικά, αισθάνεται την ενέργειά του, συµπάσχει».
Και από τη Μαρίνα στη λεκτικά πρόστυχη και τελικά τόσο αθώα Λίλα για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Τέχνης (σ.σ.: στο «Η Λίλα λέει»)… «Ναι, η Λίλα, µια ηρωίδα που ζει σε τεντωµένο σχοινί µεταξύ ψέµατος και αλήθειας. Ψάχνει τρόπο να βγει από τον βούρκο του γαλλικού γκέτο και τελικά όλα τα ψέµατά της στοχεύουν στην αλήθεια, γιατί την αγάπη ψάχνει η Λίλα και τη σωτηρία µέσα από την αγάπη του Σιµώ».
Φεύγοντας από το θέατρο οι ρόλοι σάς κυνηγούν; «Κατά κάποιον τρόπο. Υπάρχουν ηµέρες, για παράδειγµα, που συµπεριφέροµαι ή µάλλον καλύτερα βγαίνει από µέσα µου η Μαρίνα. Αναρωτιέµαι, δηλαδή, «τι θα έκανε τώρα εκείνη; Τι θα σκεφτόταν;». Λέτε να τρελαίνοµαι;».
Εκτός σανιδιού αναζητείτε μια ζωή με δυνατές συγκινήσεις; «Ισως επειδή επάνω στη σκηνή ζω έντονα, για να νιώσω ότι υπάρχω και εκτός σκηνής επιζητώ το πολύ: πολλή αγάπη, πολύ έρωτα. Αυτό µπορεί να φέρει βέβαια και πολλή στενοχώρια».

Πώς προσεγγίζετε έναν ρόλο; Κλέβετε κινήσεις από τους γύρω σας;
«Αρκετά. Η Μαρίνα, για παράδειγµα, µε παίδεψε. Είναι ένα κορίτσι συνηθισµένο και το στοιχείο της ευαισθησίας της δεν µπορείς να το αποδώσεις εύκολα θεατρικά. Προσπάθησα να τη βρω γύρω µου και θυµήθηκα µια κοπέλα που ήξερα και θα µπορούσε να είναι η Μαρίνα. Ηθελα να παρακολουθήσω τις κινήσεις της, οπότε ζήτησα από µια φίλη µου που τη γνώριζε καλύτερα να της ζητήσει να βγούµε χωρίς να της πει το πώς και το γιατί».
Αφιερώσατε το βραβείο Μελίνα Μερκούρη που κερδίσατε εφέτος στους νέους ηθοποιούς που παλεύουν. Περάσατε δύσκολα; «Πολύ. Ηρθα από την Πάτρα σε µια πόλη όπου δεν γνώριζα κανέναν.
Τα πράγµατα δεν έρχονταν όπως τα ήθελα. Συνέχεια δούλευα σε δουλειές άσχετες µε το επάγγελµα του ηθοποιού. Τι µε κράτησε; Η ανάγκη να µου συµβεί αυτό που ήθελα να µου συµβεί».
Στις δυσκολίες συμπεριλαμβάνετε και τη φυγή από τη δραματική σχολή; «Οχι, ήταν µια µαγική στιγµή. Βρήκαµε το θάρρος και τη δύναµη να φύγουµε από αυτό που µας εγκλώβιζε και να φτιάξουµε έναν δικό µας χώρο. Τον βάψαµε, τον καθαρίσαµε, ήταν το δηµιούργηµά µας. Και εκεί δουλεύαµε επί ώρες. Εφευγα µόνο για να πάω στη δουλειά».
Για τη γενιά σας τι φοβάστε πιο πολύ; «Με φοβίζει ο ίδιος ο φόβος µας, γιατί έτσι χάνουµε τη δύναµή µας, γινόµαστε ανήλικοι και δεν υπάρχει κανένας ενήλικος να µας βοηθήσει εκεί έξω».
Αληθεύει ότι είστε καλή μαγείρισσα; «Μου αρέσει το φαγητό και µου αρέσει να µαγειρεύω για εµένα και για τα αγαπηµένα µου πρόσωπα. Αγαπώ τις µυρωδιές, το πώς τα υλικά µεταµορφώνονται, την αγωνία για το αποτέλεσµα. Αν έχω σπεσιαλιτέ; Ο,τι µαγειρεύω µε αγάπη, το φτιάχνω καλά».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ