Ο Τόμας Μορ προτιμά, να χάσει τη ζωή του παρά να προδώσει τις ιδέες του. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι σήμερα; «Νομίζω ότι αυτό είναι το ζητούμενο. Το έργο πραγματεύεται το ήθος των λειτουργών της εξουσίας και γι’ αυτό ακριβώς αρέσει και στο κοινό, μένουν άφωνοι μπροστά στη στάση αυτού του χαρακτήρα».

Την ίδια στιγμή όμως, δυστυχώς, αυτός ο τύπος ανθρώπου θα χαρακτηριζόταν επιεικώς «κορόιδο» στις κοινωνίες μας. «Τη στιγμή της παράστασης ο Τόμας Μορ αφοπλίζει γιατί οι περισσότεροι γνωρίζουν ότι τη στάση του δεν θα την άντεχαν. Τώρα, τρώγοντας τον μουσακά τους, πολλοί είναι εκείνοι που πράγματι θα πουν «κοίτα το κορόιδο»».

Η παράσταση ακολουθεί μια κλασική γραμμή. Είστε γενικά υπέρ των κλασικών αναγνώσεων; «Η σκηνοθεσία πρέπει να υπηρετεί την ουσία της παράστασης και όχι το εγώ του σκηνοθέτη. Δεν είμαι υπέρ της φόρμας για τη φόρμα».

Θεωρείτε ότι το ελληνικό θέατρο πάσχει από αυτό; «Βεβαίως, αρκετές φορές νοσούμε από «σκηνοθετίτιδα». Πρόκειται για μια ύπουλη ασθένεια: άνθρωποι βάζουν τον εαυτό τους πάνω από τα κείμενα».

Το κοινό είναι άμοιρο ευθυνών; «Είναι λίγο ανήμπορο. Δεν έχει μέτρο σύγκρισης. Αν του έβαζες να δει το ίδιο έργο σκηνοθετημένο από κάποιον που σέβεται το κείμενο και από έναν άλλον που έχει τη δική του άποψη, παραδείγματος χάρη μπορεί να του κατέβει να εμφανίσει τον Αμλετ στη σκηνή με σορτς, θα αντιλαμβανόταν ότι κάτι δεν πάει καλά».

Μήπως έκανε κακό και η τηλεόραση; «Δημιουργήθηκε μια γενιά ηθοποιών που δεν ήρθε σε σύγκρουση με τον εαυτό της, με το κείμενο. Ο καλός σκηνοθέτης σε αναγκάζει να βρεις δρόμους· όταν βολεύεται στη φόρμα που έχεις αποκτήσει από την τηλεόραση ή τις ταινίες, δεν προχωράς στο θέατρο. Μοιραία βλέπουμε ηθοποιούς που έχουν μείνει ίδιοι –μπορεί να έχουν καλές αμοιβές, να θεωρούνται πρωταγωνιστές, αλλά επί της ουσίας ηθοποιοί δεν είναι. Από εκεί και πέρα, βεβαίως υπάρχουν άνθρωποι που και ταινίες έκαναν, και σε σίριαλ έπαιξαν, και νοιάστηκαν για τη στάση τους στο θέατρο».

Δεν βοηθάει ίσως και η υπερπαραγωγή ηθοποιών από τις δεκάδες δραματικές σχολές που λειτουργούν. «Επί της ουσίας οι περισσότερες σχολές δεν είναι σχολές. Πραγματικοί δάσκαλοι, ουσιαστική εκπαίδευση δεν υπάρχει. Οι περισσότερες δεν είναι καν για να τις συζητάς».

Το κράτος θα μπορούσε να βάλει μια τάξη; «Αφήστε το κράτος. Δεν είναι για αυτές τις δουλειές, ποτέ δεν ήταν: δεν το αφορά καθόλου η τέχνη ούτε ο πολιτισμός. Απλώς καμιά φορά θέλουν να βάλουν σε έναν κομματικό συνδυασμό τον τάδε ηθοποιό, τον δείνα γλύπτη. Επί της ουσίας ο πολιτισμός απέχει από τον εγκέφαλο των πολιτικών».

Υπήρξατε δάσκαλος στο θεατρικό εργαστήρι των Φυλακών Κορυδαλλού. Τι θυμάστε πιο έντονα; «Την αφοσίωση σε αυτό που γινόταν και πως το θεατρικό μικρόβιο τρύπωνε σε ανθρώπους άσχετους με την τέχνη. Εφτασε κρατούμενος μαθητής μου με 18 χρόνια ποινή στην πλάτη του να μου πει «μη δώσετε, κύριε Γιώργο, στον Φρίξο τον ρόλο διότι είναι κακό παιδί»».

Στις εκλογές η Αριστερά νίκησε. Γεννιέται μια νέα ελπίδα για την Ελλάδα;
«Το εύχομαι. Ο Αλέξης Τσίπρας, από την επαφή που είχαμε, μου φάνηκε ένας άνθρωπος σοβαρός, με καλή ανατροφή. Ελπίζω ότι οι υπηρεσίες του στον τόπο και στους πολίτες θα δώσουν το διαφορετικό που ζητάει η εποχή».

Για έναν ηθοποιό είναι σημαντικότερη η πείρα ή η ορμή της νιότης; «Η πείρα του χρόνου με την ορμή της νιότης, όσο και αν δεν είναι δυνατόν».

Τα εγγόνια σας, αλήθεια, σάς έχουν δει στην παράσταση; «Οχι, αλλά τα έχω φέρει στο θέατρο, να δουν τη σκηνή, τον χώρο. Είναι μικρά. Ε, δεν θα τα έφερνα να με δουν να με καρατομούν».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ