Στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος, στις 30 Οκτωβρίου, ξεκινά το έργο «Σμύρνη μου αγαπημένη», το οποίο γράψατε, σκηνοθετείτε και έχετε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τι πραγματεύεται; «Η Σμύρνη δεν ήταν μόνο η καταστροφή. Το έργο ξεδιπλώνει την ιστορία μιας οικογένειας από το 1917 ως το 1923. Παρακολουθεί τον θρίαμβο των Ελλήνων, τα λάθη που έγιναν στη συνέχεια και φτάνει μέχρι την καταστροφή και την προσφυγιά. Ξεδιπλώνονται οι σχέσεις των διάφορων εθνοτήτων της πόλης, παρουσιάζονται η μουσική, η ζωή, ο πολιτισμός, όλα αυτά που τελικά κατέστρεψε ο εθνικισμός».
Πόσο επίκαιρη είναι αυτή η ιστορία σήμερα; «Βιώνουμε ακόμη τις συνέπειες εκείνου του διχασμού, θεωρώ. Η Μικρασιατική Καταστροφή αναφέρεται πολύ περιληπτικά στην Ιστορία μας, γιατί είναι τόσο πολλά και τα λάθη της Ελλάδας και οι προδοσίες των συμμάχων, που σκόπιμα όλα αυτά έχουν λίγο ξεχαστεί».


Σας κατηγορούν, πάντως, για μια εμμονή με τα ιστορικά έργα. «Καλώς κάνουν. Δεν καταλαβαίνω γιατί η Γαλλική Επανάσταση είναι σημαντική και η Ελληνική όχι; Το «Les Misérables» είναι καλό, και το να κάνεις την «Μπουμπουλίνα» ντροπή; Βέβαια, τώρα, με την κρίση, ξεπέρασαν την ντροπή όλοι και στρέφονται στο ελληνικό κλασικό έργο, το οποίο όμως σπεύδουν να ξεκαθαρίσουν ότι το «πειράζουν» πρώτα, για να μην τους παρεξηγήσουμε. Αστεία πράγματα. Πάσχουμε από το δήθεν».
Τι άλλο μάς φταίει; «Είμαστε σε ενδοσκόπηση. Φέρνουν έναν ξένο σκηνοθέτη, του δίνουν ένα εκατομμύριο για να σκηνοθετήσει στην Επίδαυρο. Ολοι θέλουν να πάνε στην Επίδαυρο. Και τι έγινε αν έκανες μετάκληση ενός ξένου; Εγώ θέλω τον Ελληνα να τον καλέσουν έξω».
Εμείς δεν βοηθάμε ούτε τις ξένες παραγωγές να γυρίζονται εδώ. «Ο Φράνκο Τζεφιρέλι, που είναι φίλος μου, πριν από μερικά χρόνια ήθελε να κάνει γυρίσματα στην Ελλάδα. Πήγα η ίδια στον τότε υπουργό Πολιτισμού. Ηταν τόσα τα εμπόδια, που τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν τελικά στη Ρουμανία ή στη Βουλγαρία, δεν θυμάμαι. Μου έστειλε ένα γράμμα που έγραφε «γιατί με ανακάτεψες με την Ελλάδα;»».
Μένετε στο Κέντρο. Πώς βιώνετε την κατάσταση; «Μένω απέναντι από το Πεδίον του Αρεως. Θα ήθελα να συναντήσω την κυρία Δούρου και να της ζητήσω να κάνουμε μια βόλτα στο πάρκο. Είμαι υπέρ του κέντρου της Αθήνας, όπως είμαι και υπέρ των μεταναστών. Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι έχουμε ένα κράτος ανύπαρκτο, το οποίο έκανε την Ελλάδα νεκροταφείο ψυχών της Ευρώπης».
Σας ενδιαφέρει μια πιο ενεργή συμμετοχή στην πολιτική; «Μου ζητήθηκε επανειλημμένως. Δεν το αποκλείω στο μέλλον. Είμαι πάντως της άποψης ότι και τα δύο μαζί, θέατρο και Βουλή, δεν συνδυάζονται».
Η ζωή σας σημαδεύτηκε από δύο πολιτικούς, τον Αντώνη Τρίτση και τον πρόεδρο της Τσεχίας, Βάτσλαβ Χάβελ. Πώς τους θυμάστε; «Ο Αντώνης ήταν φλογερός άνθρωπος, ένας ιδεολόγος. Ο Χάβελ ήταν φιλόσοφος. Ενώ ήταν πρόεδρος, άνοιγε την πόρτα στον οδηγό του…».
Τελικά, μήπως η γυναίκα Μιμή επισκίασε την ηθοποιό Ντενίση; «Νομίζω ότι συνέβησαν και τα δύο. Και η ηθοποιός επισκίασε τη γυναίκα, αλλά και η γυναίκα την ηθοποιό. Τα ΜΜΕ πολλές φορές δεν είναι σοβαρά. Μπορεί να μιλάω για μια παράσταση και να βλέπω τίτλο «και πάλι στον Θεολόγο η Μιμή. Αυτή τη φορά με ροζ μαγιό». Τι να κάνω; Να μην πάω για μπάνιο;».
Ενδώσατε ποτέ στο λάιφσταϊλ; «Δεν κάλεσα ποτέ παπαράτσι να με βγάλουν βαμμένη να ψωνίζω στη λαϊκή. Τώρα ότι είμαι υπέρ της μεγάλης δημοσιότητας για μια παράσταση, ναι είμαι. Δεν καταλαβαίνω τους καλλιτέχνες που λένε «είμαι αφοσιωμένος στην τέχνη μου, δεν θέλω τον Τύπο». Δεν τον θες, αλλά όταν φτάνει η πρεμιέρα τον καλείς;».


Με τον Λάκη Λαζόπουλο, αλήθεια, ποιες ήταν οι σχέσεις σας προτού ξεκινήσει αυτή η κόντρα; «Λίγες, γενικά μια χαρά, θα έλεγα. Είχε την Αλίκη τότε, όμως, «θύμα» να ασχολείται».
Θέλετε να γεράσετε επάνω στο σανίδι; «Νομίζω όλοι οι ηθοποιοί. Είναι μια ζωή παράλληλη με την πραγματική το θέατρο. Γι’ αυτό και οι ηθοποιοί του θεάτρου σπάνια χρειάζονται ψυχολόγο».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ