Ενας Βούρος

H ανακοίνωση της αστυνομίας ήταν λιτή. «Συνελήφθη, μεσημβρινές ώρες σήμερα (28.04.2014), στη Θεσσαλονίκη, από αστυνομικούς Τμήματος Αναζητήσεων Προσώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, 59χρονος ημεδαπός, διευθυντής Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου που δραστηριοποιείται στον χώρο των υπηρεσιών θεατρικών και λοιπών θεαμάτων γενικά, για μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ».
Πρωταγωνιστής του συμβάντος ήταν ο Γιάννης Βούρος, ο οποίος ως καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ υπέστη μια πέρα για πέρα άδικη ταλαιπωρία. Οπως μάλιστα έσπευσε να διευκρινίσει, η σύλληψή του οφειλόταν σε «χρέη προηγούμενων διοικήσεων, τα οποία έχουν ρυθμιστεί, αλλά κάποια από τις ρυθμίσεις διέφυγε από το ΙΚΑ αυτή τη φορά». Αμαρτίες άλλων φαίνεται ακόμη να παιδεύουν εκείνον, αλλά και το ΚΘΒΕ…
Οσοι γνωρίζουν καλά την κατάσταση στη δεύτερη μεγαλύτερη κρατική σκηνή της χώρας επισημαίνουν ότι ο κύριος Βούρος κάνει ό,τι μπορεί ώστε να νοικοκυρέψει τα πράγματα.

Η ευθύνη που φέρει άλλωστε είναι διπλή, καθώς έχει να αντιμετωπίσει όχι μόνο τον πενιχρό προϋπολογισμό και τα χρέη, αλλά και μια γενικότερη καχυποψία του πνευματικού κόσμου απέναντι στο όνομά του. Οι κακόβουλοι της συμπρωτεύουσας θεωρούν ότι το sex symbol των καλτ ταινιών της δεκαετίας του 1980, με λίγες καλές καλλιτεχνικές στιγμές στο θέατρο, δεν θα έπρεπε να βρίσκεται σήμερα στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ.

Ο Γιάννης Βούρος, πάντως, παρουσιάζοντας ένα δομημένο πρόγραμμα, φαίνεται να τα πηγαίνει απρόσμενα καλά. Για παράδειγμα, η παράσταση «Πέερ Γκυντ» του Γιάννη Μαργαρίτη ήταν μια πολύ καλή στιγμή. Αξιοπρεπέστατη επίσης ήταν και η παράσταση «Η μικρή μας πόλη» που σκηνοθέτησε ο ίδιος ο καλλιτεχνικός διευθυντής. Μπορεί να μην έφερε μια νέα ανάγνωση, μια σύγχρονη ματιά στο γνωστό έργο, αλλά τουλάχιστον η νοσταλγία που απέπνεε ήταν καλοδεχούμενη και δεν θύμιζε το κιτρινισμένο σεμεδάκι μαζικής παραγωγής στο οποίο μάς είχαν συνηθίσει τα τελευταία χρόνια οι παραστάσεις του ΚΘΒΕ.

Θα φέρει την άνοιξη;

Θα γινόταν ποτέ ο Γιάννης Βούρος καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ αν δεν ήταν πρώην βουλευτής του ΠαΣοΚ; Η απάντηση στη ρητορική αυτή ερώτηση δεν έχει τόση σημασία. Ακόμη και αν ο συμπαθής ηθοποιός και σκηνοθέτης ήταν η προσωπική επιλογή του Ευάγγελου Βενιζέλου – εκείνης της τότε τρικομματικής κυβέρνησης που χώρισε τον πολιτισμό (Εθνικό Θέατρο, ΚΘΒΕ και Φεστιβάλ Αθηνών) σε σφαίρες επιρροής της Νέας Δημοκρατίας, του ΠαΣοΚ και της ΔΗΜΑΡ αντίστοιχα –, θα πρέπει να τον κρίνουμε εκ του αποτελέσματος. Και αυτό το αποτέλεσμα για κάποιους φέρει μια εσάνς από την πορεία του ιδίου, η οποία περιλαμβάνει Επίδαυρο, αλλά και σαπουνόπερες.

Κύρια αφορμή για τα σχόλια και τις κακεντρέχειες, πέρα από την επιλογή του Μέμου Μπεγνή για τον ρόλο του Τσανς Γουέιν στο «Γλυκό πουλί της νιότης», αποτέλεσε η παράσταση «Με μουσικές εξαίσιες, με φωνές!». Δεν πρέπει να παρασυρθούμε από τον καβαφικό τίτλο. Ουδεμία σχέση! Το θέαμα που αυτοδιαφημιζόταν ως «μια μουσική ιστορία της Θεσσαλονίκης» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επιεικώς κιτς βαριετέ, όπου η αειθαλής και πάντα λαμπερή Ζωζώ
Σαπουντζάκη περιφερόταν με φτερά και πούπουλα, ωστόσο δίχως αποτέλεσμα.

Αυτά είναι τα αποτελέσματα της επικράτησης της κομματικοκρατίας στην Τέχνη. Πράγματι, για πολλούς, ποτέ στη Μεταπολίτευση δεν συνδυάστηκε τόσο έντονα όσο σήμερα η καλλιτεχνική μετριότητα με την κομματική αφοσίωση, ως παράγοντας σίγουρης ανάδειξης. Και αυτό δεν αφορά μόνο τον επικεφαλής του ΚΘΒΕ.

Οπως έχει ακουστεί, ο εργατικός Γιάννης Βούρος για τον επόμενο χειμώνα προετοιμάζει δυνατές συνεργασίες με αξιόλογους σκηνοθέτες, οι οποίες είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσουν σε εμπορικές και καλλιτεχνικές επιτυχίες. Ελπίζουμε οι φήμες να επιβεβαιωθούν, καθώς στον πολιτικό βίο του ο Γιάννης Βούρος, ως δραματικός ηθοποιός, δεν επιδείκνυε πάντα την αρμόζουσα συνέπεια. Ποιος να ξεχάσει άλλωστε το σασπένς που δημιουργούσε για το αν τελικά θα ψηφίσει ή όχι τα επώδυνα μέτρα; Τελικώς, πάντα πειθαρχούσε. Οψόμεθα.

Αδέκαστη

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 11 Μαΐου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ