Είχαν καιρό να βρεθούν από κοντά ο Ανδρέας Κωνσταντίνου και η Μελία Κράιλινγκ και έμοιαζαν με παλιούς συμμαθητές όταν συναντήθηκαν με αφορμή αυτή τη συνέντευξη. Πείραζαν ο ένας τον άλλον, γελούσαν δυνατά, έλεγαν τα νέα τους στα διαλείμματα της φωτογράφισης. Χαιρόσουν να είσαι μάρτυρας της πηγαίας χημείας τους –λίγη από αυτή να έχει περάσει στο πανί και χαράς ευαγγέλια για τον Παντελή Βούλγαρη, αφού οι δύο νέοι, ευειδείς ηθοποιοί πρωταγωνιστούν στην καινούργια ταινία του «Το τελευταίο σημείωμα», σε σενάριο δικό του και της συντρόφου του στη ζωή και στην τέχνη, Ιωάννας Καρυστιάνη.
Η ταινία δεν είναι μια απλή ιστορία αγάπης. Ο Ανδρέας, τον οποίο έχουμε δει στη «Μικρά Αγγλία» αλλά και πιο πρόσφατα στο «Ουζερί Τσιτσάνης», υποδύεται τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη, απόφοιτο της Ανωτάτης Εμπορικής και αγωνιστή του λαϊκού κινήματος, έναν κομμουνιστή και πρόεδρο του σωματείου εμποροϋπαλλήλων Ηρακλείου που η δικτατορία του Μεταξά τον τιμώρησε για τη συνδικαλιστική δράση του με εξορίες και φυλακές: έζησε κρατούμενος χωρίς διακοπή από το 1936 έως το 1944. Καλλιεργημένος και μορφωμένος, μιλούσε πέντε γλώσσες. Γνώστης και της γερμανικής, στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου ήταν διερμηνέας, κερδίζοντας με την ακεραιότητα του χαρακτήρα του τον σεβασμό του διοικητή του στρατοπέδου, του λοχαγού Καρλ Φίσερ.
Εκεί στο Χαϊδάρι τον επισκεπτόταν η μνηστή του, η Χαρά Λιουδάκη (την ενσαρκώνει η Μελία), βράχος δίπλα του, έστω κι αν οι συναντήσεις τους στα επισκεπτήρια ήταν για ελάχιστες στιγμές, πάντα υπό την επιτήρηση ένοπλων φρουρών. Η νεαρή εκπαιδευτικός στην Κατοχή δούλευε στο Δρομοκαΐτειο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Ισως να φανταζόταν μια διαφορετική κατάληξη στην ιστορία τους, όμως η ζωή αλλιώς τα έφερε. Η τύχη του Ναπολέοντα και άλλων 199 συγκρατουμένων του σφραγίστηκε μετά την ενέδρα των ελλήνων αντιστασιακών στον στρατιωτικό διοικητή Λακωνίας σε χαράδρα της περιοχής των Μολάων.
Ο θάνατος του διοικητή Κρες και τριών Γερμανών της συνοδείας επέφερε αβάσταχτα αντίποινα: την εκτέλεση 50 Ελλήνων για κάθε νεκρό Γερμανό –το όνομα του Σουκατζίδη περιλαμβάνεται στη λίστα των 200 μελλοθάνατων. Την ημέρα της εκτέλεσης βρέθηκε μπροστά σε ένα καθοριστικό δίλημμα: ο διοικητής Φίσερ του έδωσε τη δυνατότητα να εξαιρεθεί, βάζοντας στη θέση του ως διακοσιοστό κάποιον άλλον. Ο Σουκατζίδης αρνήθηκε και την Πρωτομαγιά του 1944 ακολούθησε τους 199 συντρόφους του έως τον τοίχο του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής. Ο Βούλγαρης και η Καρυστιάνη περιγράφουν το τελευταίο δεκαήμερο πριν από την εκτέλεση των 200 στη φυλακή, και εστιάζουν στην τελευταία νύχτα.
Είναι σχεδόν αδύνατον να διαβάσεις για αυτό το περιστατικό και να μη σκεφτείς τη λέξη «ήρωες». «Φυσικά και είναι ήρωες οι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους αγωνιζόμενοι για την πατρίδα τους ή για έναν καλύτερο κόσμο» λέει ο Κωνσταντίνου. Και συνεχίζει: «Τι πορεία θα μπορούσε να διαγράψει αργότερα κάποιος δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε, γιατί πολλά αλλάζουν και με την ηλικία αλλά και με τις πολιτικές και οικονομικοκοινωνικές συνθήκες που μεταβάλλονται. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ανθρώπων οι οποίοι στα νιάτα τους ακολουθούσαν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής και σκέψης και άλλαξαν μετά δρόμο. Υπάρχει, ας πούμε, και η λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου, στην πιο πρόσφατη Ιστορία μας. Σχετικά με τον κομμουνισμό, πάντως, για να αναφερθούμε και στο παράδειγμα της ταινίας, το τι έγινε στη συνέχεια, αν δεχτούμε ότι ματαιώθηκαν δηλαδή οι ιδέες όταν έγιναν πράξη, φυσικά και θα μπορούσε να κλονίσει έναν αγωνιστή, αλλά νομίζω πως αν η ύπαρξή του είναι πραγματικά συντονισμένη με αυτό που πιστεύει, θα πορευτεί με αυτό κρατώντας το καθαρό. Παράδειγμα τέτοιου ανθρώπου είναι για εμένα η Ιωάννα Καρυστιάνη, η οποία μέχρι τώρα έχει υπάρξει απολύτως ακέραιη σε αυτό που πρεσβεύει ως ύπαρξη –και ο Παντελής Βούλγαρης το ίδιο».
Ο Κωνσταντίνου έχει γεννηθεί στο Τίμπιγκεν της Γερμανίας και, προκειμένου να παίξει με πειστικότητα τον διερμηνέα, ξεσκόνισε και βελτίωσε τα γερμανικά του με δάσκαλο. Ο 35χρονος ηθοποιός είναι παλιός γνώριμος του Βούλγαρη και της Καρυστιάνη. Πώς ήταν να επιστρέφει σε ένα «δικό» τους πλατό; «Το «Τελευταίο Σημείωμα» είναι μια ταινία εποχής, αυτό από μόνο του προϋποθέτει ένα περιβάλλον που πλαισιώνει τους χαρακτήρες κάπως παρόμοιο με αυτό της «Μικράς Αγγλίας». Τότε, βέβαια, οικοδομούσαμε έναν τρόπο επικοινωνίας, τώρα αυτός ήταν κεκτημένος και η επαφή μας πιο ουσιαστική και πιο εύκολη. Ξαναγνωρίζεσαι, αλλά υπήρχε κάτι οικείο, παρ’ όλο που επρόκειτο για μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Ο Βούλγαρης έχει έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο να κινηματογραφεί, να υπάρχει στο σετ: επικρατεί ηρεμία, ησυχία, σου δίνει χώρο και συνεννοείται μαζί σου με το βλέμμα, δεν λέει πολλά. Και αν θέλει να σου κάνει μια υπόδειξη, θα το κάνει πολύ διακριτικά, είναι πολύ ωραίο αυτό. Εχει έναν σεβασμό στο επάγγελμα του ηθοποιού και νιώθεις κάπως σαν να αναπνέει μαζί σου».
Ο ρόλος του Σουκατζίδη απαίτησε μελέτη. Διάβασε με ζήλο διάφορα βιβλία, από το «Χαϊδάρι» του φυλακισμένου τότε εκεί γιατρού Αντώνη Φλούντζη έως το «Ο τόπος του εγκλήματος –Γερμανία, η ανοίκεια πατρίδα» του γερμανού ψυχιάτρου-ψυχαναλυτή Τίτους Μίλεχ (εκδ. Επιλογή / Θύραθεν) και είχε συνεχώς μαζί του το λεύκωμα με τα τελευταία σημειώματα μελλοθάνατων, αυτά που χάρισαν και στην ταινία τον τίτλο της. Πέραν του διαβάσματος, άκουσε τραγούδια της εποχής, μίλησε με κόσμο που γνώριζε κάτι για κάποιον από τους 200, που είχε οικογενειακές εμπειρίες από την Κατοχή.
Η Μελία Κράιλινγκ εδώ και μερικά χρόνια ζει και δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ, έχοντας φτιάξει ένα βιογραφικό με ρόλους σε δημοφιλείς ταινίες και σειρές («Οι Βοργίες», «Guardians of the Galaxy», «The Last Tycoon», «Tyrant»). Εκεί έμαθε πως ο Παντελής Βούλγαρης ετοιμάζει μια νέα ταινία, πήρε το αεροπλάνο και ήρθε να τον συναντήσει. «Στα γυρίσματα, στρατιώτης! Διαβασμένη, πειθαρχημένη, πάντα συγκεντρωμένη» αυτή είναι η περιγραφή της στο σημείωμα των συντελεστών. Το βράδυ μετά το τελευταίο της γύρισμα μάζεψε όλον τον κόσμο στην αίθουσα του μακιγιάζ, ανέβηκε σε μια καρέκλα και αφιέρωσε ονομαστικά δικές της αυτοσχέδιες μαντινάδες σε πολλά από τα μέλη του συνεργείου.
Για τη λαμπερή Ελληνοαμερικανίδα ο κεντρικός για το φιλμ έρωτας είχε κάτι πολύ ξεχωριστό, «έπρεπε και οι δύο να έχουν την απόλυτη συνεννόηση χωρίς να μιλάνε, μέσα από τα βλέμματα να εκφράσουν ό,τι δεν μπορούσαν να πουν. Χρειάζεται προφανώς μεγάλη πίστη για να στηρίζεις έναν άνθρωπο που είναι στη φυλακή για τόσα χρόνια». Αναρωτιέμαι αν έψαξε καθόλου την ιστορία της Χαράς μετά την εκτέλεση του Σουκατζίδη. «Δεν ασχολήθηκα με αυτό το κομμάτι, επίτηδες, γιατί δεν ήθελα να με επηρεάσει στην ερμηνεία μου. Οταν ζεις δεν έχεις εικόνα του μέλλοντός σου. Δεν ήθελα οι μετέπειτα επιλογές της να έχουν την οποιαδήποτε επίδραση στο παίξιμό μου» απαντάει.
Για την επίδοξη σταρ του σινεμά η εμπειρία των συγκεκριμένων γυρισμάτων ήταν μια βουτιά σε αχαρτογράφητα νερά: «Εγώ, επειδή δεν είχα δουλέψει ποτέ ξανά στην Ελλάδα, είχα τον φόβο του άγνωστου, αλλά και πολύ έντονο ενθουσιασμό, γιατί ένιωθα πάντα μεγάλο σεβασμό για τη δουλειά του Παντελή Βούλγαρη. Ηταν να σαν μπαίνω σε μια οικογένεια, σε ένα θεατρικό μπουλούκι στο οποίο γνωρίζονται όλοι πολύ καλά, με καλωσόρισαν όμως, και ένιωσα από την αρχή σαν να είχα εισβάλει σε ένα σύννεφο δημιουργικότητας. Είχα, βέβαια, άγχος αφού δεν είχα ξαναπαίξει στα ελληνικά, ούτε γνώριζα τους τεχνικούς όρους, εδώ άλλωστε χρησιμοποιούν τη γαλλική ορολογία του σινεμά. Αισθανόμουν ωστόσο σαν να μη γίνεται γύρισμα. Ο Βούλγαρης είχε τέτοια ηρεμία που δεν χρειάζονταν φωνές και ανακοινώσεις. Ηταν σουρεάλ για εμένα, αλλά και υπέροχο».
Λέμε συνήθως πως από τις ελληνικές παραγωγές απουσιάζει συχνά ο συνήθης στο εξωτερικό επαγγελματισμός. Το βίωσε αυτό η 27χρονη κόρη της δημοσιογράφου Κάτιας Δημοπούλου και του αμερικανού επιχειρηματία Ράνταλ Κράιλινγκ; «Επειδή οι πρακτικές συνθήκες εδώ είναι πιο δύσκολες σε σχέση με το εξωτερικό, περίμενα ότι θα ήταν όλοι πιο «τσιτωμένοι», πιο αγχωμένοι, και συνέβαινε το αντίθετο, όλοι ανοιχτοί στο να εξηγήσουν, να λύσουν απορίες, και μπορεί πραγματικά να έκανα κάποιες ανόητες ερωτήσεις, το παραδέχομαι, αλλά δεν με έκανε κανείς να νιώσω άσχημα ή περίεργα. Οταν σκεφτεί κανείς ότι στην Αμερική κάποιος που δουλεύει σε μια ταινία, σε οποιοδήποτε πόστο, μπορεί να αμείβεται με τα δεκαπλάσια χρήματα, βλέποντας πόσο σκληρά δουλεύουν εδώ δεν γίνεται να μην εντυπωσιαστεί».
Ο πρωταγωνιστής με το έντονο βλέμμα που γνωρίσαμε πριν από ακριβώς δέκα χρόνια χάρη στην «Ψυχραιμία» του Νίκου Περάκη έχει αρκετά μεγάλη κινηματογραφική εμπειρία και εξαίρει την «ομοψυχία και τη διαθεσιμότητα που επιδεικνύουν όσοι ασχολούνται με τον κινηματογράφο στην Ελλάδα. Αυτή είναι η λειτουργία του σινεμά εδώ, αν δεν «τριπάρεις» με τη συνθήκη δεν γίνεται δουλειά. Ξέρω πολλούς κινηματογραφιστές που θυσιάζουν τα πάντα προκειμένου να κάνουν μια ταινία και δεν μπορώ αυτό να το συγκρίνω με μια μεγάλη βιομηχανία, είναι εξ ορισμού διαφορετικά πράγματα, και δεν το λέω αυτό για να υποτιμήσω τη μία κατάσταση, ούτε για να εξυψώσω την άλλη». Ο Κωνσταντίνου συγκαταλέγεται στους τυχερούς συμπατριώτες μας ηθοποιούς που διαθέτουν πλούσιο βιογραφικό στη μεγάλη οθόνη. Θα σκεφτόταν να δοκιμάσει την τύχη του στο εξωτερικό; «Η απάντηση έχει να κάνει με μια αίσθηση που έχω για το εδώ, την οποία δεν μπορώ να μεταφέρω εύκολα με λόγια. Παρ’ όλα αυτά, θα ήταν πολύ ωραίο να φανταστώ τον εαυτό μου να δουλεύει έξω, αλλά να μένει στην Ελλάδα, και το προσπαθώ λίγο τα τελευταία χρόνια. Νομίζω όμως ότι από τη βάση μου θα μπορούσα πολύ πιο εύκολα να φτιάξω κάτι για να πάει εκεί, από το να πάω εκεί και να κάνω πάρα πολλή προσπάθεια για κάτι που εδώ δεν θα γυρνούσα ούτε να το κοιτάξω».
Η Μελία θα επέστρεφε ελαφρά τη καρδία στην Ελλάδα; «Οχι. Λείπω από αρκετά μικρή, πήγα σε ξένο σχολείο, πριν από το Λος Αντζελες ζούσα στο Λονδίνο. Δεν έχω μεγαλώσει με την ίδια αίσθηση που ανέφερε προηγουμένως ο Ανδρέας. Οι πιο πολλές αναφορές μου ήταν ξένες. Επίσης, έχω πολύ μεγάλη ανάγκη να ανακαλύψω τον τόπο του πατέρα μου, για εμένα ήταν ένα μυστήριο φαινόμενο στη ζωή μου. Θέλω να γνωρίσω καλύτερα και τις ετεροθαλείς αδελφές μου. Δεν έχει κάνει τον κύκλο της αυτή η ιστορία ακόμη, δύο χρόνια είμαι εκεί και επειδή πέθανε ο πατέρας μου προτού πάω στην Αμερική μού έχει βγει ακόμη πιο έντονη η ανάγκη να μάθω την πατρίδα του. Εχει ωραία πράγματα και εκεί, καμιά φορά καλυμμένα με μια υποκρισία, αλλά αν την ξεφλουδίσεις, σαν το κρεμμύδι, βρίσκεις μια ουσία». Την κατάσταση στα καθ’ ημάς, όσον αφορά τουλάχιστον το σινεμά, την εκτιμά πολύ. «Μου είχε πει κάποιος μια φράση που τη θεωρώ σημαντική: «Μόνο όταν κάτι είναι πραγματικά τοπικό, μπορεί να γίνει οικουμενικό». Και θα ήθελα να πω ότι δεν μου αρέσει καθόλου η πλάκα τύπου «αντε, και στο Χόλιγουντ» που ακούγεται καμιά φορά, γιατί αισθάνομαι ότι μειώνει λίγο τη δουλειά που γίνεται εδώ. Μια χαρά πηγαίνουν τα πράγματα και εδώ, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Τόσα φιλμ έχουν πάει σε φεστιβάλ έξω και έχουν αποσπάσει βραβεία».
Μιλώντας με ένα πολύ ωραίο κορίτσι που κάνει καριέρα στο Λος Αντζελες, δεν γινόταν να μη ρωτήσω την άποψή της για τη σοκαριστική υπόθεση Χάρβεϊ Γουάινσταϊν. «Δεν έχω προσωπική εμπειρία με τον συγκεκριμένο άνθρωπο, όμως έχω ξεκάθαρη άποψη για τα πράγματα, γιατί το πρόβλημα δεν περιορίζεται στο Χόλιγουντ. Και εδώ το ίδιο γίνεται. Ανήκω στη νέα γενιά γυναικών που έχει αρχίσει να κουράζεται από την όλη ιστορία, ειδικά από το πώς μας έχουν μάθει να το αντιμετωπίζουμε. Μας έχουν κάνει τρομερή πλύση εγκεφάλου ότι πρέπει εμείς να ξέρουμε να διαχειριζόμαστε τέτοιες συμπεριφορές. Γιατί να ανεχόμαστε κάτι που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει; Είναι εντελώς λάθος. Δεν είναι καινούργια ιστορία, όλοι τα γνώριζαν, απλώς δεν μιλούσαν γιατί μπορεί να μην είχαν στοιχεία. Και δεν μπορώ όσους αμφισβητούν τις μαρτυρίες. Τόσες γυναίκες να λένε ψέματα και να δέχονται να εκτίθενται έτσι; Ευτυχώς ξεκίνησε αυτή η συζήτηση μήπως αλλάξουν τα πράγματα».
«Προσωπικά, έτρεμα για τη στιγμή που μπορεί να μου έλεγαν οι ατζέντηδές μου ότι έχω ραντεβού με κάποιον από τη Weinstein Company» συνεχίζει η νεαρή πρωταγωνίστρια. «Διότι τι κάνεις σε αυτή την περίπτωση; Λες «όχι» σε κάποιον που έχει φτιάξει τόσες καριέρες ή πηγαίνεις και αναγκάζεσαι να ζήσεις μετά με ό,τι προκύψει; –ακόμη και να μην επιτρέψεις να συμβεί το οτιδήποτε, σου μένει η αίσθηση της παρενόχλησης. Ολοι οι άνδρες που το κάνουν αυτό είναι γουρούνια, διότι δεν είναι μόνο ο Γουάινσταϊν, πριν από μερικές ημέρες παραιτήθηκε ο Ρόι Πράις, ο επικεφαλής των Amazon Studios, επειδή κατηγoρήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση. Υπάρχουν όμως και άλλα περιστατικά. Ηθοποιοί που ξεπερνούν τα όρια σε μια ερωτική σκηνή και εσύ, επειδή δεν έχεις την εμπειρία, να μην μπορείς να πεις τίποτε. Πρέπει να ξεκαθαριστεί αυτό, και κυρίως πρέπει να τελειώνουμε με την κουλτούρα του victim blaming».
«Αυτό συμβαίνει παντού, δυστυχώς, η εξουσία συνεπάγεται εκμετάλλευση» σχολιάζει ο Ανδρέας Κωνσταντίνου. «Ναι, είναι πάρα πολλά τα περιστατικά, δεν ξέρω καμία γυναίκα που να μην έχει έρθει αντιμέτωπη με κάτι τέτοιο, είτε με υπονοούμενα είτε με ξεκάθαρο τρόπο, και αυτό πρέπει να σταματήσει. Ευτυχώς έχουμε τη δυνατότητα πλέον να καταγγέλλουμε και να προειδοποιούμε ακόμη και μέσω των social media». Ο Κωνσταντίνου, βέβαια, θέλει να υπογραμμίσει ότι θα ήταν κρίμα να ενοχοποιηθεί το δικαίωμα στο φλερτ («εξαιτίας μερικών μπάσταρδων που πρέπει να μπουν στη φυλακή», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά), αν και αναγνωρίζει πόσο λεπτά είναι τα όρια. «Αλλο το φλερτ», του απαντάει η Μελία, «αν όμως σου πω «όχι» και εσύ συνεχίσεις, τότε με παρενοχλείς». «Πάντως, θα ήθελα να θέσω και μιαν άλλη παράμετρο στο θέμα» λέει ο Ανδρέας. «Διάβαζα μια συνέντευξη του Αρη Σερβετάλη όπου τον ρωτούσαν «σου έκαναν ή έκανες bullying στο σχολείο;». «Καζούρα και μανούρα μού κάνανε και έκανα στο σχολείο, όχι bullying» απάντησε, και πιστεύω πως έχει δίκιο. Φυσικά και υπάρχει το bullying, και κάποια παιδιά μπορεί και να αυτοκτονήσουν λόγω του εκφοβισμού που δέχονται, φυσικά και είναι καταδικαστέο, αλλά ας μη χρησιμοποιούμε συνεχώς την ταμπέλα με το παραμικρό, γιατί στο τέλος χάνει το νόημά της η έννοια από την πολλή χρήση». «Νομίζω ότι είναι αναγκαίο στάδιο αυτό, κάτι γίνεται hot topic, θέμα των ημερών, επικρατεί μια υπερβολή για κάποιον καιρό, και μετά έρχεται μια ισορροπία» συμπληρώνει η Μελία.
Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου έχει ένα ιδιαίτερο πρότζεκτ στα σκαριά αυτό το διάστημα, μια σόλο περφόρμανς: «Φτιάχνουμε μια καινούργια παράσταση βασισμένη σε κάτι γυρίσματα που είχαμε κάνει το καλοκαίρι του 2016, είναι ένα στοίχημα και πείραμα για το πώς μπορούμε μια ιστορία να την αφηγηθούμε με ένα μέσο όπως είναι ο κινηματογράφος, αλλά και να την «ανοίξουμε», να εμβαθύνουμε σε αυτή και να την παρουσιάσουμε με έναν τρόπο που θα παντρεύει τη live performance με το screening». Λέγεται «Moth» και θα ανεβεί στο black box του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης στις 4 Δεκεμβρίου. Ο νεαρός ηθοποιός θα παίξει και στην «Εντα Γκάμπλερ» που θα σκηνοθετήσει η Αντζελα Μπρούσκου. Η Μελία Κράιλινγκ δεν μπορεί να μας ανακοινώσει ακόμη τα επόμενα σχέδιά της. Ούτως ή άλλως, προέχει «Το τελευταίο σημείωμα», το ταξίδι του οποίου δεν έχει καν αρχίσει. l
Η ταινία «Το τελευταίο σημείωμα» θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από τις 26 Οκτωβρίου, σε διανομή Tanweer.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ