Δεν ξέρω αν φταίει η (σχεδόν πάντα) αμήχανη συνθήκη μιας συνέντευξης, όμως και τις δύο φορές που τα έχω πει με τον Ρούφους Γουέινραϊτ δεν ήμουν σίγουρος πότε μου μιλούσε σοβαρά και πότε αστειευόταν. Οταν ένιωθα το punchline να πλησιάζει, περίμενα να δώσει το σήμα πρώτα εκείνος, με ένα γέλιο έντονο, θεατρικό, και μετά γελούσα κι εγώ. Συνέβαινε σχεδόν σε κάθε απάντησή του αυτό το παιχνίδι. Σου δίνει την αίσθηση ότι θέλει μονίμως να υπονομεύει τη σοβαροφάνεια που, θέλοντας και μη, χαρακτηρίζει την κουβέντα μεταξύ δύο αγνώστων. Υπάρχει, ωστόσο, και στις ερμηνείες του αυτό το στοιχείο –ακόμη και στις πιο δραματικές στιγμές του κάτι στη φωνή του φανερώνει ένα σκανδαλιάρικο παιδί που παραμονεύει στη γωνία. Στη διασκευή που έκανε, για παράδειγμα, στο «Signed, Sealed, Delivered (I’m Yours)» του Στίβι Γουόντερ, η οποία κυκλοφόρησε πρόσφατα για τη στήριξη ενός φιλανθρωπικού σκοπού, ο Ρούφους καταφέρνει να ακούγεται μελαγχολικός και φιλοπαίγμων μαζί. Δεν το έχουν πολλοί αυτό το χάρισμα.
Στην Αθήνα έχει δώσει στο (πρόσφατο) παρελθόν δύο συναυλίες. Το 2010 έπαιξε στον Λυκαβηττό, λίγους μήνες μετά τον θάνατο της μητέρας του, και επιδόθηκε κατά βάση σε μια πένθιμη λειτουργία στη μνήμη της. Το 2015 μάς χάρισε ένα πληθωρικό, συγχυσμένο σόου στο Ηρώδειο. Τώρα θα εμφανιστεί δύο βραδιές στο Gazarte, τον χώρο που (πιστεύω προσωπικά ότι) του πηγαίνει πιο πολύ. Του επισημαίνω ότι οι πιο πολλοί καλλιτέχνες ακολουθούν αντίστροφη πορεία, πρώτα έρχονται στα κλαμπ και μετά στα μεγάλα καλοκαιρινά θέατρα: «Αλήθεια είναι αυτό, και δείχνει ότι μάλλον προοδεύω» απαντά. «Τώρα που το σκέφτομαι, όμως, νομίζω ότι θα μου άρεσε πολύ να είναι ο χώρος γεμάτος αναμμένα κεριά, να μην υπάρχει άλλος φωτισμός –αν και έτσι όπως είναι τα πράγματα στον κόσμο σήμερα μπορεί να μην έχουμε άλλη επιλογή». Δεν μου φαίνεται και πολύ αισιόδοξο να αναρωτιέται αν θα υπάρχει ακόμη ηλεκτρισμός στις 2 και στις 3 Ιουνίου, όμως άλλο είναι το ερώτημα που με βασανίζει.
Κύριε Γουέινραϊτ, τι θα μας παίξετε αυτή τη φορά; «Λοιπόν, έχω αναλάβει διάφορα πρότζεκτ αυτόν τον καιρό, κυρίως προσπαθώ να τελειώσω τη δεύτερη όπερά μου με θέμα τη ζωή του ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού. Τέτοιου είδους εγχειρήματα απαιτούν από μένα να βγαίνω και να τραγουδάω για να βγάζω το ψωμί μου. Αντλώ για αυτές τις εμφανίσεις υλικό από όλη την καριέρα μου, από τα προσωπικά μου άλμπουμ δηλαδή, από το «Prima Donna» (σ.σ.: την όπερα που έχει γράψει), παίζω καμιά φορά γαλλικά τραγούδια, μπορεί να θελήσω να τραγουδήσω και κάποιο κομμάτι της μητέρας μου. Αυτό όμως που αποτελεί θεμελιώδη αρχή στην περίπτωσή μου είναι ότι αισθάνομαι σαν τροβαδούρος που ταξιδεύει στον κόσμο και μπορεί κάθε βράδυ να ψυχαγωγεί οποιονδήποτε αριθμό ανθρώπων με ένα μουσικό όργανο και τη φωνή του –αυτή είναι η δουλειά μου. Παράλληλα, μου αρέσει να αντιδρώ σε ό,τι γίνεται στον κόσμο και ειδικά στις ΗΠΑ, όπου επικρατεί αναβρασμός και υπάρχει τόσο δράμα τώρα. Είναι σημαντικό να βγαίνεις και να τραγουδάς ενώπιον κοινού αυτή τη χρονική περίοδο».
Την προηγούμενη φορά που μιλήσαμε ήταν ανήσυχος με την τεράστια προβολή, είτε θετική είτε αρνητική, που έβλεπε να δίνουν τα ΜΜΕ στον Ντόναλντ Τραμπ. Απογοητεύτηκε πολύ με την εκλογή του; «Ναι. Πάρα πολύ. Και, ξέρετε, δεν έτρεφα στην αρχή κάποια ιδιαίτερη συμπάθεια προς τη Χίλαρι Κλίντον, δεν είχα παρακολουθήσει την πορεία της, δεν με τραβούσε. Οσο όμως προχωρούσε η προεκλογική περίοδος άρχισα να την εκτιμώ, θαύμασα την ιστορία, την ευφυΐα αλλά και το πόσο σκληρά εργαζόταν. Προσηλυτίστηκα, μου άρεσε η ιδέα να έχουμε την πρώτη γυναίκα Πρόεδρο της Αμερικής, την πρώτη γιαγιά στο τιμόνι της χώρας, έναν άνθρωπο που δεν προσπαθεί να επιδείξει με κραυγαλέο τρόπο τη γοητεία του. Μετά έχασε, κι αυτό ήταν μια τραγωδία, ίσως και απίστευτα μεγάλη, μένει να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Τώρα όμως υπάρχει πραγματικά, στο μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού φάσματος, μια ισχυρή αντίδραση στην ακροδεξιά ατζέντα που προωθείται από την αμερικανική κυβέρνηση. Οι σοβαροί άνθρωποι συνεργάζονται μεταξύ τους και συμπορεύονται προσπαθώντας να κάνουν το καλό, με ειλικρίνεια και καθαρότητα. Ισως τελικά να είναι αυτή μια χρήσιμη φάση, αυτό, τουλάχιστον, λέω στον εαυτό μου».
Η πιο πρόσφατη δισκογραφική δουλειά του Ρούφους Γουέινραϊτ κυκλοφόρησε πέρυσι και ήταν μια σπουδή επάνω σε εννέα σονέτα του Σαίξπηρ που τιτλοφορείται «Take All My Loves: 9 Shakespeare Sonnets». Η σχέση του με τον άγγλο βάρδο ξεκίνησε να χτίζεται κατά την πρώιμη εφηβεία του, σε μια φάση της ζωής του που είχε διαμορφώσει μια εξόχως στενή επαφή με τον εαυτό του. Κοινώς, αυνανιζόταν υπερβολικά συχνά. Η μητέρα του είχε αρχίσει να ενοχλείται που ήταν συνεχώς κλεισμένος στο δωμάτιό του και του είπε ότι ο Σαίξπηρ έχει γράψει κάτι σχετικά με τη μοναχική ασχολία του: «Η μητέρα μου πάντοτε ισχυριζόταν πως ο στίχος «Th’ expense of spirit in a waste of shame» («Φρενών σπατάλη σ΄ έρημο αίσχους» σε μετάφραση Βασίλη Ρώτα – Βούλας Δαμιανάκου) από το Σονέτο 129 αναφερόταν στον αυνανισμό. Νομίζω πως προσπαθούσε να συνδεθεί μαζί μου, έστω και έτσι αμήχανα, με αφορμή τα σπαταλημένα εφηβικά χρόνια μου».
«Ομως το ουσιαστικό «κλικ» με τον Σαίξπηρ το έπαθα στο Λονδίνο» έχει αφηγηθεί. «Επισκεπτόμουν τον πατέρα μου κάθε καλοκαίρι για όσο διάστημα έζησε στο Δυτικό Χάμστεντ και πρέπει να ήμουν 12 ή 13 ετών όταν μας πήγε με την αδελφή μου τη Μάρθα να δούμε το «Ονειρο θερινής νυκτός» στο Regent’s Park. Εκεί συνέβη μια μετατόπιση μέσα μου». Κοινώς αποδεκτό ως highlight από το άλμπουμ αυτό είναι το Σονέτο 29: «Τρέφω μια ξεχωριστή συμπάθεια για αυτό το Σονέτο. Εχω δει και τις δύο όψεις του νομίσματος. Γράφει για αυτό το όμορφο νεαρό αγόρι –έχω υπάρξει αυτό το όμορφο νεαρό αγόρι πριν από χρόνια, και τώρα βρίσκομαι στην άλλη πλευρά του φράχτη, θαυμάζοντας τη νιότη και το κάλλος» δηλώνει όποτε του δίνεται η ευκαιρία.
Οι γονείς στους οποίους αναφέρεται ο ταλαντούχος κύριος Γουέινραϊτ δεν είναι φυσικά συνηθισμένες περιπτώσεις. Ο πατέρας του, ο Λούντον Γουέινραϊτ ο τρίτος, έχει υπάρξει μεγάλη φυσιογνωμία στον χώρο του τραγουδιού διαμαρτυρίας, καθώς και αξιόλογος ηθοποιός και ευθυμογράφος. Η μητέρα του, Κέιτ Μακ Γκάριγκλ, ήταν σημαντική τραγουδίστρια της φολκ. Τα μουσικά γονίδια πέρασαν και στην αδελφή του, την ιδιοσυγκρασιακή τραγουδοποιό και ερμηνεύτρια Μάρθα Γουέινραϊτ. Θα ήταν δύσκολο να μη σκαμπάζουν καθόλου από μουσική δύο παιδιά που ξυπνούσαν κάθε πρωί ακούγοντας τα «Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ» του Μπαχ. Το οικογενειακό περιβάλλον δεν χαρακτηριζόταν, βεβαίως, από ηρεμία. Μάλλον το αντίθετο συνέβαινε. Ισως για αυτό στη δική του ζωή, παρά τις ασύδοτες περιπέτειες της νιότης, επέλεξε τελικά τον αντίθετο δρόμο. Ο ομοφυλόφιλος Γουέινραϊτ παντρεύτηκε το 2012 τον σύντροφό του Γιορν Βάισμπροντ, με τον οποίο είναι ζευγάρι από το 2007. Οι δυο τους συμμετέχουν ενεργά στην ανατροφή της εξάχρονης κόρης του Ρούφους, Βίβα Γουέινραϊτ Κοέν –την έχει αποκτήσει τεχνητώ τω τρόπω με την κόρη του Λέοναρντ Κοέν, Λόρκα.
Πολλοί καλλιτέχνες φοβούνται την οικιακή ειρήνη, διότι δεν θεωρείται σπουδαία πηγή έμπνευσης. Φοβήθηκε άραγε ο ίδιος ότι μπορεί να στέρευε από τραγούδια ως ευτυχισμένος σύζυγος και πατέρας; «Εχω περάσει περιόδους μεγάλων καταχρήσεων και απολαύσεων στη ζωή μου, οι οποίες ήταν πολύ δημιουργικές και –ποτέ μη λες ποτέ –μπορεί να τις ξαναζήσω, καλύτερα να μην κλείνει κανείς μας την πόρτα σε κανένα ενδεχόμενο. Τώρα που είμαι σύζυγος και πατέρας, αλλά και ένας άνδρας λίγο μεγαλύτερος σε ηλικία (σ.σ.: τον Ιούλιο θα κλείσει τα 44), νιώθω μεγαλύτερη ηρεμία και απολαμβάνω την ξεκούρασή μου. Είναι αλήθεια ότι οι καλλιτέχνες νιώθουν αυτή την ανασφάλεια. Αυτό που με έχει βοηθήσει πολύ να αποβάλω το σχετικό άγχος είναι η αγάπη μου για την όπερα. Από μικρός λατρεύω αυτό το είδος, αποτελεί τη βασική επιρροή μου και μου έχει δώσει ενός είδους προτέρημα σε σχέση με τους καλλιτέχνες της ροκ –γιατί αν ασχολείσαι με τη ροκ ή ποπ μουσική σχεδόν επιβάλλεται να ζεις διονυσιακά, ειδικά όταν είσαι νέος, και οφείλεις να είσαι μηδενιστής και μέσα σε όλα. Αν δεις όμως την πορεία των δημιουργών της όπερας, βλέπεις πως τα έργα τους γίνονται καλύτερα όσο περνάνε τα χρόνια και δεν συναντάται και τόσο συχνά η έννοια του διάττοντος αστέρα. Είχα τη δυνατότητα να ποντάρω σε αυτό, γνωρίζοντας ότι η δημιουργία δεν έχει σχέση με το αν έχεις δέσει τον γάιδαρό σου, αρκεί να εστιάζεις στη μουσική και να είσαι αληθινά παρών».
Οταν η συζήτηση φθάνει στο επίμονο υπαρξιακό ερώτημα «Τι είναι η αγάπη;» αποκρίνεται: «Δεν έχω απάντηση στη «love question», δεν νομίζω ότι την έχει κανείς. Μπορώ, όμως, να πω ότι έχει αναπτυχθεί ανάμεσα σε εμένα, στον σύζυγο και στην κόρη μου ένας δεσμός βαθύς και δυνατός, κάτι που δεν θα μπορούσα να το είχα συλλάβει αν δεν το ζούσα, υπάρχει μια κομψή τρυφερότητα και πολλή εμπιστοσύνη και συγχώρεση για όλα τα δύσκολα, ακόμη και αυτά γίνονται πιο γλυκά. Δεν είναι φυσικά για όλους ο γάμος και η απόκτηση οικογένειας, δεν χρειάζεται να γίνουν όλοι οι άνθρωποι γονείς, όμως όποιος το αποφασίσει καλύτερα να γνωρίζει ότι θα αλλάξει και πως έχει και αυτό την αξία του».
Τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, από τις 21 έως τις 25 συγκεκριμένα, ο Ρούφους Γουέινραϊτ θα παρουσιάσει στην Αβάνα της Κούβας το πολυσυλλεκτικό φεστιβάλ Wainwright Libre! Rufus in Havana, που θα έχει πολλή μουσική (το πρόγραμμα των συναυλιών θα περιλαμβάνει και δύο δικές του, μία σόλο και μία παρέα με τον κουβανό καλλιτέχνη Κάρλος Βαρέλα) και χορό, ξεναγήσεις στα αξιοθέατα αλλά και τους ήχους της πόλης, βραδιές γευσιγνωσίας. Δεν έχει καταλήξει ακόμη στο ρεπερτόριο και ακούει τον τελευταίο καιρό πολλή κουβανέζικη μουσική. Τον ρωτάω πώς συνέλαβε την ιδέα για ένα τέτοιο φεστιβάλ. «Ερωτεύτηκα την Κούβα, είναι υπέροχη… Το μέρος, η αρχιτεκτονική, οι πανέμορφοι άνθρωποι, έχει τόσο πράγματα να δεις. Ειδικά σήμερα, που τόσα καθορίζονται από την τεχνολογία και η κουλτούρα του δρόμου αργοπεθαίνει, το να βλέπω ότι στην Κούβα ζει και βασιλεύει το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον. Νομίζω πως με την κυβέρνηση που έχουμε στις ΗΠΑ και μετά τον θάνατο του Κάστρο μεγαλώνει το χάσμα ανάμεσα στις δύο χώρες, και είναι κρίμα. Στις ειδήσεις το μόνο που ακούς είναι το όνομα του Τραμπ. Eχουμε ξεχάσει τα πάντα, την Κούβα, την Ελλάδα, την προσφυγική κρίση… Πρέπει να βγεις εκτός Αμερικής για να δεις τι γίνεται στον κόσμο».
Τα χρόνια που μεσολάβησαν από την τελευταία επίσκεψή του στην Ελλάδα ο καλλιτεχνικός κόσμος θρήνησε πολλές και σημαντικές απώλειες, κάποιες από τις οποίες ήταν και πολύ προσωπικές για τον Γουέινραϊτ –ο Λέοναρντ Κοέν ήταν, για παράδειγμα, παππούς της κόρης του, ενώ η Κάρι Φίσερ φίλη του. Την ημέρα του θανάτου της αξέχαστης πριγκίπισσας Λέια ανάρτησε στο προφίλ του στο Facebook ένα πολύ τρυφερό κείμενο, στο οποίο αναφερόταν στα γέλια που μοιράστηκαν, τονίζοντας όμως πως «είναι οι συγκινητικές και εύθραυστες στιγμές που μπορώ να θυμηθώ τώρα. Η καλοσύνη της προς την άρρωστη μητέρα μου, οι σοφές συμβουλές της σχετικά με την πατρότητα, το πώς κρατάει κανείς έναν γάμο ζωντανό, το πώς επιβιώνεις από τη σόουμπιζ, και, τελικά, πως μπορείς να διαχειριστείς τον ατέλειωτο αγώνα του εξαρτημένου».
Η αντίδρασή του στον θάνατο του Prince υπήρξε εξίσου εξομολογητική: «Ο Prince υπήρξε για εμένα σταθμός. Ενας μοβ σταθμός. Στα 12 ή στα 13 μου στράφηκα προς τη μουσική του, με σαγήνευσε. Ενα βράδυ άκουγα ξανά το «Around the World in a Day», το αγαπημένο μου άλμπουμ του. Και υπάρχουν κομμάτια που είναι τόσο πειραματικά και τόσο ασυνήθιστα και τόσο άγρια, αλλά ταυτοχρόνως προσβάσιμα. Δεν θεωρώ ότι ήταν ποτέ επιτηδευμένος. Πάντα είχε κάτι να πει. Πάντοτε ζόριζε τον εαυτό του. Ο θάνατός του ήταν μια αφορμή να συνειδητοποιήσω με θλίψη πως η μουσική σήμερα είναι αρκετά χλιαρή».
Ηθελα να τον ρωτήσω αν είναι πιο εύκολο ή πιο δύσκολο να θρηνήσεις κάποιον δικό σου άνθρωπο όταν κλαίει μαζί σου ο κόσμος ολόκληρος, όμως ο μάνατζέρ του μας διέκοψε και αγγίξαμε απλώς λίγο βιαστικά το ζήτημα του θανάτου: «Οταν είσαι νεότερος σου φαίνεται πιο τραγικό και δύσκολο να ξεπεράσεις μια απώλεια, έχεις άλλωστε και πιο πολύ χρόνο μπροστά σου να εντρυφήσεις στο συναίσθημά σου. Τώρα, στα 40κάτι μου, δεν είμαι βεβαίως ηλικιωμένος, ωστόσο έχω πλήρη επίγνωση της προσωρινότητας της ανθρώπινης φύσης. Κάθε θάνατος με κάνει να εκτιμώ και να θέλω να χαρώ τη ζωή μου ακόμη περισσότερο». Το σκέφτεται λίγο, και μετά προσθέτει: «Οπότε συνεχίστε να πεθαίνετε (Keep on dying!)». Λέει τη φράση και ξεσπάει στο γνωστό, βέβηλο αυτή τη φορά, γέλιο του. l
Στις 2 και 3 Ιουνίου στο Gazarte (main stage), Βουτάδων 32-34, Γκάζι.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 21 Μαϊου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ