Η Φρόσω μάς υποδέχθηκε χαρούμενα αλλά αθόρυβα. Η τεράστια, σταχτοκάστανη σκύλα του διευθυντή φωτογραφίας Σίμου Σαρκετζή έχει, από ό,τι φαίνεται, αρκετή πείρα από γυρίσματα ταινιών στα οποία εργάζεται το αφεντικό της. Κουνούσε χαρούμενα την ουρά της αλλά δεν έβγαζε «μιλιά» εκεί στην είσοδο των Εγκληματικών Φυλακών Καλαμίου, γνωστών κυρίως ως Φρούριο Ιτζεδίν, ένα λεπτό μετά τη στροφή από τον εθνικό δρόμο προς το χωριό Καλάμι του Νομού Χανίων. «Να έχεις αγάπη με τους ανθρώπους και με τρόπον καλόν συνεχή πόλεμον με τας κακίας των» αναγράφεται στη φθαρμένη επιγραφή της εισόδου…
Η πρώτη εικόνα που είδα ήταν ενός ανθρώπου με καπέλο, κατακόκκινη φόρμα και φουλάρι να μπογιατίζει κουβάδες καπνίζοντας. Ηταν ο Σπύρος Λάσκαρης, ο σκηνογράφος της ταινίας «Το τελευταίο σημείωμα» του Παντελή Βούλγαρη, η οποία αυτή την εποχή γυρίζεται στις φυλακές Ιτζεδίν, εκεί όπου μέσω της εταιρείας διανομής Tanweer βρέθηκε την Τρίτη 25 Απριλίου μια μικρή δημοσιογραφική αποστολή για επιτόπιο backstage ρεπορτάζ.
Το Χαϊδάρι στο Καλάμι
Στην ταινία οι φυλακές Καλαμίου αντικαθιστούν τις φυλακές Χαϊδαρίου, εκεί όπου έλαβε χώρα η πραγματική τραγωδία με την οποία καταπιάνονται τώρα ο Βούλγαρης, η σύζυγός του συγγραφέας (και σεναριογράφος της ταινίας) Ιωάννα Καρυστιάνη και οι υπόλοιποι συντελεστές του «Τελευταίου σημειώματος»: την εκτέλεση από τους Γερμανούς κατακτητές 200 αγωνιστών την 1η Μαΐου 1944 στην Καισαριανή ως αντίποινα για τη δράση της Ελληνικής Αντίστασης που είχε σκοτώσει τέσσερις Γερμανούς (τον υποστράτηγο Φραντς Κρεχ και τους άνδρες της συνοδείας του). Πενήντα Ελληνες για κάθε νεκρό Γερμανό!
Η ταινία εστιάζει στην περίπτωση του Ναπολέοντα Σουκατζίδη (Ανδρέας Κωνσταντίνου), Κρητικού μικρασιατικής καταγωγής και αγωνιστή του λαϊκού κινήματος, ο οποίος την περίοδο της φυλάκισής του στο Χαϊδάρι εκτελούσε χρέη διερμηνέα του γερμανού διοικητή της φυλακής Καρλ Φίσερ (Αντρέ Χένικε). Τα δύο αυτά πρόσωπα είναι τα κεντρικά της ιστορίας. Ενα τρίτο βασικό πρόσωπο, η Χαρά Λιουδάκη (Μελία Κράιλινγκ), αρραβωνιαστικιά του Σουκατζίδη, την κλιμακώνει.


Αναστήλωση από το μηδέν
Tο κτίριο των φυλακών (το οποίο η παραγωγή αναστήλωσε χάρη στην τελειομανία του Βούλγαρη και το άκαμπτο πείσμα του παραγωγού Γιάννη Ιακωβίδη) μπορούσε πραγματικά να προκαλέσει ανατριχίλα. Τα ράντσα στον θάλαμο των κρατουμένων (Zelle 6), το γραφείο, ακόμη και το «σκαμμένο», αυστηρό πρόσωπο του Χένικε ντυμένου με στρατιωτική στολή –ο έμπειρος ηθοποιός έχει υποδυθεί στο παρελθόν γερμανούς αξιωματικούς του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε ταινίες όπως η «Πτώση» -, όλα ήταν τόσο παραστατικά που προς στιγμήν ξεχνούσες τους ανθρώπους του συνεργείου με τις σκάλες και τα κατσαβίδια ή τους βοηθούς του Βούλγαρη με τα μπλοκ και τα καλώδια ενδοεπικοινωνίας που περιφέρονταν σαν σβούρες στο σκηνικό.
Η Τρίτη της επίσκεψής μας ήταν η ημέρα γυρισμάτων δύο νευραλγικής σημασίας σκηνών: της συνάντησης της Χαράς και του Ναπολέοντα έξω από το γραφείο του Φίσερ και της συνάντησης των τριών μέσα στο γραφείο του διοικητή. Με ένα τσιγάρο «κολλημένο» συνέχεια στα δάχτυλα («πήρα ένα κομπολόι, αλλά διαρκώς το ξεχνώ» θα μου πει αργότερα), ο Παντελής Βούλγαρης κάθεται στην πολυθρόνα του διοικητή της φυλακής επιβλέποντας τις προετοιμασίες για το γύρισμα της δεύτερης σκηνής, με το ζευγάρι και τον Φίσερ. Είναι η πρώτη εικόνα του που βλέπω και έχει κάτι πραγματικά σουρεαλιστικό να αντικρίζεις έναν άνθρωπο όπως ο Βούλγαρης καθισμένο σε μια πολυθρόνα μπροστά από ένα επιβλητικότατο πορτρέτο του Αδόλφου Χίτλερ!


Η ματιά της σεναριογράφου
Η Ιωάννα Καρυστιάνη βρίσκεται διαρκώς απίκο, ενίοτε μιλάει με τους δημοσιογράφους. Κάποια στιγμή αναφέρεται στο βασανιστήριο της «σαύρας», μια εφιαλτική πρακτική των δεσμοφυλάκων στις φυλακές Χαϊδαρίου, αλλά και στο πώς οι κάτοικοι –πολλοί από τους οποίους μεγάλης ηλικίας –που έλαβαν μέρος σε αυτή τη σκηνή, «μετά φόβου Θεού Μεγάλη Πέμπτη», έπαιξαν αδιαμαρτύρητα.
Περί τους 2.500 ανθρώπους τηλεφώνησαν στην παραγωγή για να λάβουν μέρος στην ταινία που κατά την Καρυστιάνη «αναρωτιέται για την έννοια της απόλυτης πειθαρχίας και της τυφλής υπακοής στην οποία βασίστηκε ο γερμανικός στρατός· ένα διαχρονικό ζήτημα που κατά κάποιον τρόπο θέτει και ξαναθέτει επί τάπητος το ερώτημα αν το νόμιμο είναι ηθικό. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ανήθικο και απάνθρωπο».
Ενα φορτηγό με μεγάλη ιστορία
Το όραμα του «Τελευταίου σημειώματος» δεν ήταν εύκολο να υλοποιηθεί. Από τις περιγραφές του παραγωγού Γιάννη Ιακωβίδη γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η παραγωγή πέρασε ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη όχι μόνο για την ενοικίαση του χώρου γυρισμάτων αλλά και για τη μεταφορά στολών και όπλων (πολλά από τα οποία ήταν αυθεντικά) του γερμανικού στρατού από τη Γερμανία στην Ελλάδα.
Ακόμη και η διαδικασία αναζήτησης ενός φορτηγού Opel Blitz 1942-1943 αποτελεί από μόνη της θέμα για ρεπορτάζ. Το μοναδικό που ανευρέθη στην Κρήτη… ανατινάχθηκε καθώς το ανασκεύαζαν και αργότερα, ενώ όλοι πίστευαν ότι δεν θα βρισκόταν άλλο, προέκυψε ακόμη ένα στο νησί –αυτό που βλέπουμε στην ταινία.
«Ολα αυτά μπορούν να σου προκαλέσουν απογοήτευση», είπε ο Ιακωβίδης, «αλλά την ίδια ώρα σκέφτεσαι γιατί τα κάνεις. Τα κάνεις για να τιμήσεις κάποιους ανθρώπους που θυσιάστηκαν για να μπορείς εσύ να ζεις ελεύθερος. Είναι τελικά ανόητο να νιώθεις απογοήτευση για δυο-τρεις επισκέψεις παραπάνω σε δημόσιες υπηρεσίες».
Προπαντός ηρεμία
Εξάλλου, όταν μιλάμε για μια ταινία του Παντελή Βούλγαρη (με τον οποίο ο Ιακωβίδης έχει συνεργαστεί αρκετές φορές –«τον έχω πάρει εργολαβία» λέει χαρακτηριστικά), τι άλλο εκτός από ηρεμία μπορεί να φανταστεί κανείς; Ο χώρος γυρισμάτων, ωστόσο, δεν είναι άγνωστος στον Βούλγαρη, καθώς εκεί, παραπάνω από 30 χρόνια νωρίτερα, είχε κάνει τα γυρίσματα της σκηνής του γάμου στα «Πέτρινα χρόνια» (ο Θόδωρος Αγγελόπουλος είχε γυρίσει στους ίδιους χώρους τις «Μέρες του ’36»).
«Δεν έχω φωνάξει ποτέ σε γύρισμα» θα μου πει ο Παντελής Βούλγαρης όταν αργότερα, αφού έχει πια σκοτεινιάσει, καθόμαστε οι δυο μας χαλαροί στην τραπεζαρία του διοικητηρίου για μια μικρής διάρκειας κουβέντα και ενώ εκείνος εξακολουθεί να αναβοσβήνει τσιγάρα. Του έχω επισημάνει με απόλυτη ειλικρίνεια την απίστευτα γαλήνια ατμόσφαιρα αυτών των γυρισμάτων. «Οπως παντού, έτσι και σε ένα γύρισμα, μπορούν να συμβούν ατυχίες» απαντά χαμογελώντας με πραότητα πίσω από τον καπνό του τσιγάρου του.
«Το να κάνω έναν καβγά μπροστά σε 30 ανθρώπους δεν έχει κανένα νόημα». Αυτό ήταν ένα από τα πολλά μαθήματα που πήρε όταν ο Βούλγαρης ήταν ακόμη βοηθός σκηνοθέτη στη Finos Film. Τότε που έβλεπε όλους τους βοηθούς να φωνάζουν συνειδητοποίησε ότι όλα μπορούν να γίνουν με ηρεμία. Μου μιλάει αρκετά για την τεράστια εντύπωση που του έκανε το ντοκιμαντέρ «Γράμμα στον Ηλία» του Μάρτιν Σκορσέζε για τον Ελία Καζάν, ο οποίος «είχε ένα παρόμοιο σύστημα –το λέει ο Ιλάι Γουάλας. Ηθελε ησυχία για να μη διασπάται η προσοχή των ηθοποιών, διότι, τελικά, πόσο χρόνο έχει ένας ηθοποιός πριν από ένα πλάνο; Πέντε λεπτά; Τρία; Ερχεται στη σκηνή ενώ όλοι μας είμαστε έτοιμοι. Δεν πρέπει και αυτός να ετοιμαστεί; Πρέπει να μπει ομαλά σε αυτό το μικρό ταξίδι του ενάμισι λεπτού, του ενός λεπτού, των 30 δευτερολέπτων…».
Κατοχή: μια ιστορικώς αδικημένη περίοδος
Ο Παντελής Βούλγαρης άρχισε να σκέφτεται το «Τελευταίο σημείωμα» προτού ακόμη γυρίσει την «Ψυχή βαθιά» (2009) και τις «Νύφες» (2004). Ενας από τους βασικούς λόγους που τον ώθησαν να καταπιαστεί με το θέμα είναι επειδή θεωρεί ότι «η περίοδος της Κατοχής είναι αδικημένη από την ιστοριογραφία. Με τις συνθήκες που επικρατούσαν λόγω του εμφυλίου πολέμου, η ιστοριογραφία για εκείνη την περίοδο ουσιαστικά ξεκινά με νέους επιστήμονες μετά το τέλος της δικτατορίας».
Ο σκηνοθέτης είπε ότι αισθανόταν πως πάντα η περίοδος της Κατοχής βρισκόταν στη σκιά, πολλά βιβλία δεν υπήρχαν, το υλικό ήταν ελάχιστο. Η ιδέα τον απασχολούσε χρόνια όντως, όμως καταστάλαξε μέσα του αμέσως μετά τη «Mικρά Αγγλία» (2013). «Ισως επειδή μου αρέσει να ασχολούμαι με διαφορετικά πράγματα και κάτι σαν το «Τελευταίο σημείωμα» δεν είχα κάνει ποτέ πριν».
Αλλά δεν θα ήταν αρκετό η ταινία «Το τελευταίο σημείωμα» να έμενε στην εποχή που διαδραματίζεται η ιστορία της. Κάπως, φαίνεται, ότι τελικά θα συνδέεται με το παρόν. «Αναπόφευκτα» είπε ο σκηνοθέτης. «Γιατί; Διότι αυτές οι ιδιαίτερες, ακραίες συνθήκες κράτησης, οι ακραίες αποφάσεις, η συνειδητοποίηση των χαρακτήρων της ταινίας, μπορεί στον θεατή να λειτουργήσουν ως «κι εγώ ποιος είμαι;», «εγώ τι κάνω;», «εγώ από πού έρχομαι;». Αυτή η επικοινωνία είναι για εμένα ο απόλυτος στόχος».
Τα γυρίσματα της ταινίας «Το τελευταίο σημείωμα» στην Κρήτη ολοκληρώνονται στις 10 Μαΐου, ενώ θα κάνει πρεμιέρα στις 26 Οκτωβρίου, σε διανομή Tanweer, την οποία και ευχαριστούμε για την πρόσκληση στα Χανιά.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Μαϊου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ