Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος

Με τους ηθοποιούς συμβαίνει πάντα το ίδιο πράγμα. Κάθε θεατής τούς ξεχωρίζει για διαφορετικό λόγο. Λες, για παράδειγμα, το όνομα Εύη Σαουλίδου και κάποιος θα θυμηθεί πόσο συγκινήθηκε μαζί της στην «Γκόλφω» του Καραθάνου, άλλος θα αναφέρει τις κινηματογραφικές «Νύφες» του Παντελή Βούλγαρη –προσωπικά, δεν θα ξεχάσω ποτέ τη φωνή της όταν έλεγε στο «Bella Venezia» στον Λευτέρη Βογιατζή: «Κλαις, Νέστωρ, γιατί νόμιζες πως ήσουν ξεχωριστός». Ο σπουδαίος θεατράνθρωπος θα γιόρταζε πριν από μερικές ημέρες τα γενέθλιά του. Η Σαουλίδου βουρκώνει όταν μιλάει για αυτόν γιατί της λείπει. Υπήρξε, άλλωστε, μεγάλο κεφάλαιο στην επαγγελματική ζωή της ταλαντούχας ηθοποιού, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καβάλα, σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη, κατέβηκε ακολούθως στην Αθήνα και βρέθηκε, μέσα στα συνολικά 18 χρόνια της στο θέατρο, να πρωταγωνιστεί σε μερικές από τις πιο αγαπητές παραστάσεις της τελευταίας δεκαετίας.

Στη σαιξπηρική κωμωδία παρεξηγήσεων «Δωδέκατη νύχτα», την οποία σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς στο Εθνικό Θέατρο, η Εύη Σαουλίδου υποδύεται την Ολίβια: «Μια γυναίκα που αποφάσισε να πενθήσει τον θάνατο του αδελφού της για επτά χρόνια και να αρνηθεί τη θέα των ανδρών, και μέσα σε λιγότερο από πέντε λεπτά βγάζει το πένθος και αποκαλύπτει το πρόσωπό της στον νεαρό αγγελιοφόρο (σ.σ.: ο οποίος είναι γυναίκα μεταμφιεσμένη σε άνδρα) του δούκα Ορσίνο που τον έχει στείλει για να την πείσει για τον έρωτά του. Περίεργο πλάσμα… Αυτή η πρώτη της αντίδραση με άφησε άναυδη. Υπάρχει στο έργο ένα συνεχές κυνήγι του ιδανικού προσώπου. Πολύ συχνά, στον έρωτα θέλουμε να ξεκουραστούμε από τον εαυτό μας και φορτώνουμε στον άλλο τις ιδιότητες που εμείς θέλουμε. Υπάρχει μια φράση –«Θα ‘θελα να ‘σασταν έτσι όπως θα ‘θελα εγώ να είστε» –που λέει η Ολίβια, η οποία λειτουργεί σαν άγκυρα για μένα για αυτόν τον ρόλο. Και δεν έχει να κάνει με το φύλο. Ψάχνει ένα πρόσωπο, έναν άνθρωπο, έναν ίσο αντίπαλο, γιατί οι σχέσεις είναι και πόλεμος. Ας πούμε ότι ο έρωτας του Ορσίνο είναι τόσο ολοκληρωμένος που δεν χωράει την Ολίβια, δεν επιτρέπει κανένα περιθώριο για εξερεύνηση. Η Ολίβια ψάχνει κάπου να χωρέσει και κάποιος να χωρέσει μαζί της εκεί, να μπει σε ένα ταξίδι, σε μια περιπέτεια. Αυτό είναι έρωτας. Να ξεκινήσουμε μαζί να φτιάχνουμε κάτι. Σύμμαχοι και αντίπαλοι μαζί. Και η σεξουαλική πράξη μια μάχη είναι. Με καλό τέλος».
Πάντα από μια φαντασίωση ξεκινάει ο έρωτας; «Νομίζω ότι συμβαίνει αυτό στην αρχή. Στην πορεία αφήνεις χώρο σε αυτό που γνωρίζεις και αν και αυτό σού αρέσει, ο χώρος αυτός γίνεται μεγαλύτερος, μπορεί να τα βρίσκουν στη μέση οι προσδοκίες σου και η πραγματικότητα. Αλλά στην αρχή δεν ξέρεις τον άλλο, φτιάχνεις μια εικόνα, όχι μόνο σε σχέση με τον άλλο, αλλά με βάση το τι πιστεύεις για τον εαυτό σου, και τελικά ο άλλος μπορεί να αναδείξει πτυχές του εαυτού σου που δεν είχες φανταστεί σε αυτό το πλαίσιο και να νιώσεις και εσύ καλύτερα».
Τους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι δεν παίζει ρόλο το φύλο όταν ερωτεύονται τους πιστεύετε; «Φυσικά».
Υπάρχει και στις φιλίες λανθάνων ερωτισμός; «Δεν είναι λανθάνων, πάντα υπάρχει ερωτισμός με τους φίλους, γιατί τους θαυμάζεις. Επίσης, η πλάκα, το χιούμορ, που πάντα υπάρχει στις φιλίες, παίζει τόσο βασικό ρόλο στο να ερωτευτείς ή να «ερωτευτείς». Τις προάλλες ήμουν στην Πολωνία και έβλεπα άνδρες στον δρόμο να αγκαλιάζονται και να παίζουν, να βάζουν ο ένας το χέρι στη μέση του άλλου και, χωρίς να υπάρχει σεξουαλικό υπονοούμενο, υπήρχε κάτι ερωτικό».
Σας είναι πιο εύκολο να εκτίθεστε στη σκηνή ή στη ζωή; «Οι ηθοποιοί επάνω στη σκηνή μπορούμε να εκτεθούμε, όμως μπορούμε και να κρυφτούμε, και μάλιστα πολύ καλά. Επειδή τώρα τελευταία έτσι τα βλέπω τα πράγματα, κι επειδή μια φυσική μου συστολή είδα ότι την είχα παραμερίσει για χρόνια, τώρα που την αποδέχομαι σιγά σιγά, μου είναι δύσκολο να είμαι ανοιχτή στη ζωή, όμως τουλάχιστον προσπαθώ να μην κρύβομαι όταν βρίσκομαι επάνω στη σκηνή».
Πώς εκφράζεται πλέον αυτή η συστολή σας; «Μου αρέσει να περνάω ώρες μόνη μου, δεν μου αρέσει να είμαι εξωστρεφής. Εχει ποινικοποιηθεί κατά κάποιον τρόπο τελευταία η μελαγχολία. Αν όμως η σκοτεινή πλευρά του εαυτού σου δεν βρει έδαφος, χώρο και χρόνο για να εκφραστεί, τότε οδηγούμαστε σε κατάθλιψη, δεν είναι απαραίτητα ο μόνος λόγος, αλλά υπάρχει και αυτό το ενδεχόμενο. Είμαι υπέρ της εσωστρέφειας και συνήθως το μάτι μου πέφτει πάνω σε αυτούς τους ανθρώπους που δεν χαμογελούν ή δεν προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή, γιατί είναι πιο ήσυχοι, και νιώθω ότι ξέρουν τη θέση τους και πως πατάνε γερά στα πόδια τους».
Πότε παίξατε πρώτη φορά θέατρο; «Στο πολυκλαδικό όπου πήγαινα υπήρχαν κάτι προαιρετικά μαθήματα που κάναμε τα απογεύματα. Εκεί ήταν ένας φοβερός καθηγητής, ο Γιώργος Μπότσιος, που είχε αναλάβει, ζωγράφος αυτός, να κάνει ζωγραφική, σχέδιο αλλά και θέατρο –έκανε παραστάσεις. Κι εγώ ήθελα πολύ να συμμετέχω σε αυτές. Δεν ήξερα καν τι είναι το θέατρο μέχρι τότε».
Τι πιστεύετε ότι σας γοήτευσε τελικά; «Η έννοια του παιχνιδιού. Πρέπει να έχεις τη διάθεση να δοκιμάσεις και να ρισκάρεις. Βλέποντάς το εκ των υστέρων, πιστεύω ότι είναι πολύ ασφαλής χρόνος και χώρος –δηλαδή ρισκάρεις μέσα σε ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο. Νομίζω ότι οι ηθοποιοί είμαστε λίγο κότες, οι καλλιτέχνες γενικότερα, λίγο δειλοί. Οταν λέω «κότες», εννοώ ότι εξαρτόμαστε πολύ από το ιδανικό, σαν να μην τολμάμε να πάρουμε μια απόφαση και να τη στηρίξουμε και ό,τι βγει, να πάρουμε την ευθύνη, να συγκρουστούμε με τις δυσκολίες που μπορεί να συναντήσουμε. Eίναι φόβος αυτό».
Για εσάς, δηλαδή, το θέατρο είναι απόδραση από την πραγματικότητα; «Μπορεί να είναι μια δυσκολία να δεχτώ την πραγματικότητα, δεν ξέρω πώς να λειτουργήσω σε αυτό που λέμε πραγματικότητα, και δεν ξέρω τελικά και τι είναι. Δυσκολεύομαι, για παράδειγμα, να τηρήσω μια συγκεκριμένη ρουτίνα, αν και αυτό έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια και βρίσκω τρομερό ενδιαφέρον μέσα σε αυτή».
Τι συνέβη και αλλάξατε; «Με είχε κουράσει το χάος, αν και εύκολα επιβίωνα μέσα σε αυτό. Το σκυλί μου με έβαλε σε μια καθημερινότητα, κάτι σε γειώνει και σε αγκιστρώνει όταν έχεις να φροντίσεις ένα σκυλί, και γύρω από αυτή την υποχρέωση έχτισα και όλα τα υπόλοιπα. Πλέον, μου αρέσει πολύ να περνάω χρόνο στο σπίτι, παλιά δεν μου άρεσε καθόλου».
Γνωρίζω πως υπάρχει ακόμη και σήμερα στον πίνακα ανακοινώσεων του σχολείου που πηγαίνατε μια φωτογραφία σας από θεατρική παράσταση. Τι θα συμβουλεύατε αυτό το κορίτσι αν είχατε τη δυνατότητα; Θα το καθησυχάζατε; «Δεν νομίζω. Οταν είσαι μικρός, δεν φοβάσαι ιδιαίτερα. Περισσότερο θα ζητούσα από εκείνον τον εαυτό να με συμβουλεύσει τώρα, να μου πει «Καλά είσαι, μη χάνεσαι, μην πανικοβάλλεσαι και ό,τι κάνεις ζήσ’ το»».
Χάνεστε συχνά; «Μου αρέσει να χάνομαι για να με ξαναβρίσκω, «Μόνο όταν χάνομαι ξέρω πού πηγαίνω», που λέει κι ο Αγγελάκας. Κατά καιρούς μπορεί να με ενδιαφέρει κάτι περισσότερο από το θέατρο και αυτό μπορεί να με πανικοβάλλει. Τότε πρέπει να πω στον εαυτό μου: «Μπορεί αύριο να σταματήσεις να είσαι ηθοποιός, δεν χρειάζεται να σε πιάνει πανικός»».
Με τι άλλο θα μπορούσατε, δηλαδή, να ασχοληθείτε; «Με τη μουσική, τις ελεύθερες ώρες μου ακούω πάρα πολλή μουσική. Το τραγούδι, βέβαια, το φοβάμαι, με πιάνει stage fright, ενώ μ’ αρέσει πολύ. Θα μπορούσα να γίνω dj… Mου αρέσει και η φωτογραφία. Στο Βερολίνο υπήρχε ένα τεράστιο βιβλιοπωλείο με λευκώματα κι εγώ χανόμουν εκεί με τις ώρες, έμπαινα το πρωί και έβγαινα το απόγευμα. Και τα ρούχα μού αρέσουν πολύ, θα ήθελα, αν μπορούσα, να σχεδιάσω ρούχα».
Εχουν αλλάξει τα μουσικά σας γούστα μεγαλώνοντας; «Πάρα πολύ, ποτέ δεν πέρασα ιδιαίτερα από τη ροκ, τα τελευταία χρόνια ακούω πολλή ηλεκτρονική μουσική, που δεν το έκανα μικρή, ήμουν πάντα μεγάλη φαν της τζαζ και της κλασικής, αλλά τώρα ψάχνω να βρω τον εαυτό μου αλλού, ακόμη και στην πανκ. Μόνο με την ελληνική έντεχνη δεν κατάφερα ποτέ να συνδεθώ, κι ας πεθαίνω για ρεμπέτικα και παλιά λαϊκά».
Σας αφορά η τρέχουσα πολιτική; «Αυτό που με αφορά περισσότερο είναι το πότε κάποιος αντιδρά και το πότε κάποιος θίγεται, και είναι θέμα πολιτισμού αυτό, αν έχει ένα σύστημα ηθικών αξιών θα πρέπει να αντιδράσει, αυτό με απασχολεί. Δεν πίστεψα ποτέ ότι θα μπορούσε κάτι να αλλάξει ουσιαστικά, γιατί δεν έβλεπα να αλλάζει αυτό. Δεν περιμένω να έρθει κάποιος μπαμπάς, θείος, πρωθυπουργός, μεσσίας, θεός για να αλλάξει τα πράγματα»
Ωραίες παραστάσεις βλέπετε; «Βλέπω ωραίες δουλειές και ζηλεύω πολλές δουλειές. Οταν βλέπω επάνω στη σκηνή έναν ηθοποιό, βλέπω και τι έχει κάνει στον ελεύθερο χρόνο του και όχι μόνο πόσο έχει δουλέψει για τη συγκεκριμένη παράσταση, βλέπω με τι άλλο γεμίζει τη ζωή του και μου λείπει να βλέπω ότι έχει οδηγηθεί στην ερμηνεία του από πολλούς διαφορετικούς δρόμους, ότι έχει κυκλωθεί από έναν κόσμο. Παραστάσεις καλές βλέπω, αλλά σπάνια βλέπω κόσμους. Διακρίνω έναν πανικό να είναι ωραίες ή επιτυχημένες, δεν βλέπω να τους έχει παρασύρει όλους ένα κύμα, να κολυμπάνε όλοι στην ίδια θάλασσα».
Το σκυλί σας το λένε Τρομπέτα; «Τρομπέτα, Μπέτα, Μπετούλα, Μπετούγια, Μπετόβεν, Μπετόβιο, όλα αυτά. Είναι πολύ δύσκολη και πολύ ωραία αυτή η συμβίωση, σε φέρνει αντιμέτωπο με το τι μπορείς να δώσεις, σε γειώνει. Μου αρέσουν πολύ οι βόλτες που κάνουμε. Υπάρχει ένα καθημερινό πάρε-δώσε».
«Δωδέκατη νύχτα»: Κτίριο Τσίλλερ, Κεντρική Σκηνή (Αγίου Κωνσταντίνου 22-24), από 20 Οκτωβρίου έως 8 Ιανουαρίου 2017.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ