Το βιβλίο «Symbolism in Architecture Design», το οποίο εκδόθηκε το 2015, περιέχει 250 φωτογραφίες από τα έργα του (κατοικίες, γραφεία, καταστήματα, εστιατόρια, ξενοδοχεία και εκθεσιακούς χώρους) σε Αμερική, Κίνα, Ελλάδα, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Γαλλία.

«Καλησπέρα. Εδώ Jean-Pierre». Η κλήση στο κινητό μου ήταν πραγματική έκπληξη καθώς μόλις είχα πατήσει «αποστολή» στο email που προσκαλούσα τον γάλλο αρχιτέκτονα Jean-Pierre HEIM σε μια συζήτηση γύρω από την πρωτοβουλία του για το μουσείο της Δήλου, αλλά και γενικότερα για την πορεία και την εμπειρία του. Κόντρα στο κλισέ προφίλ του σταρ, πολυάσχολου και δυσεύρετου διάσημου αρχιτέκτονα, μου τηλεφώνησε με ενθουσιασμό από το σπίτι του στη Μύκονο. «Αισθάνομαι πλέον πραγματικός Μυκονιάτης. Τα τελευταία 25 χρόνια έχω και το δικό μου σπίτι εδώ. Ερχομαι από παιδί στην Ελλάδα και τώρα τελευταία θέλω όλο και περισσότερο να μένω εδώ και να δουλεύω» θα διευκρινίσει από την αρχή της κουβέντας.

Εχει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον να δηλώνει κάτι τέτοιο αν αναλογιστεί κανείς πως στην πραγματικότητα ο τρόπος ζωής του και η επαγγελματική του δραστηριότητα εκπροσωπούν όσο το δυνατόν καλύτερα αυτό που λέμε «πολίτης του κόσμου». Το 1980 ίδρυσε το γραφείο του και από τότε έχει διαμορφώσει ένα πλούσιο πορτφόλιο με κατοικίες, επαγγελματικούς χώρους, καταστήματα, εστιατόρια και ξενοδοχεία, ακόμη και ανακαινίσεις θεάτρων –όπως το The Capitol Music Theater στη Φρανκφούρτη -, ενώ στο πελατολόγιό του φιγουράρουν εταιρείες όπως οι Van Cleef & Arpels, Revillon, Baccarat, Christian Lacroix, Lanvin, Puiforcat και Club Med. Στην πρόσφατη δραστηριότητά του συγκαταλέγεται ένα μεγαλόπνοο concept, το Cinepanorama, το οποίο προβλέπει τη διαμόρφωση εστιατορίων και σινεμά σε εξωτερικούς χώρους, αλλά και η ιδιαίτερη κινητικότητά του στην Κίνα: ολοκλήρωσε ένα Yacht club στη Σανγκάη και τώρα κατασκευάζει ένα αντίστοιχο στο Πεκίνο.
Ισως να είναι και αυτή η παγκόσμια εμπειρία του –από τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι μέχρι τη Μύκονο και τον Αγιο Δομίνικο –που τον κάνει να εντοπίζει την ουσία και να οραματίζεται ένα νέο μουσείο στη Δήλο, ένα μουσείο παγκόσμιας εμβέλειας και ενδιαφέροντος. «Θεωρώ τον εαυτό μου πρεσβευτή της ελληνικής κουλτούρας. Δεν σταματώ σε όποιο μέρος και αν βρεθώ να αναφέρομαι σε αυτήν και να την προωθώ».

Εχει ακόμη αξία ο πολιτισμός;
«Πάντα θα έχει. Οπου και αν βρεθώ στον κόσμο η οικονομία και η πολιτική είναι ασταθείς παράγοντες. Αυτό που παραμένει ακλόνητο είναι ο πολιτισμός. Αυτός αποτελεί τη βάση για τα πάντα. Ειδικά στην εποχή μας είναι αναγκαίο να εστιάσουμε σε αυτόν. Και η Ελλάδα μπορεί να υποστηρίξει μια τέτοια κατεύθυνση. Αλίμονο αν δεν μπορούσε η χώρα που έχει χαρίσει τον πολιτισμό στην Ευρώπη και όχι μόνο».

Αλλοι θα υποστήριζαν ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα μόνο ο τουρισμός μοιάζει να έχει σημασία. «Φυσικά και ο τουρισμός είναι σημαντικός και η Ελλάδα διαθέτει όλα τα φόντα για να ενισχύει αυτή τη δραστηριότητα. Οταν όμως μπλέξεις τον τουρισμό με τον πολιτισμό, προσφέρεις στον επισκέπτη μια άλλη διάσταση στις διακοπές του, του προσφέρεις κάτι το οποίο θα μπορεί η μνήμη του να ανακαλεί, του προσφέρεις εμπειρία».
Γιατί στη Δήλο; «Aν ρωτήσεις τους ξένους ποιο θεωρούν το πιο σημαντικό ελληνικό πρόσωπο, πολύ πιθανόν η πλειονότητα να απαντήσει τον Απόλλωνα, το νησί του οποίου είναι η Δήλος. Επειτα, επισκέπτομαι τη Δήλο πολύ συχνά με το καΐκι μου. Τη βλέπω να αλλάζει εικόνες ανάλογα με τη θέση του ήλιου και του φεγγαριού. Συχνά, επισημαίνω ότι το να είσαι αρχιτέκτονας σημαίνει να παρατηρείς και μάλιστα να παρατηρείς με έναν ουσιαστικό τρόπο. Και εγώ και η κόρη μου, η Carolyn HEIM, που είναι επίσης αρχιτέκτων, που δουλεύουμε μαζί τον σχεδιασμό του μουσείου, δεν θα μπορούσαμε να μη δούμε τη Δήλο να αναβαθμίζεται και να ξαναζωντανεύει μέσα από την ίδια την ιστορική της κληρονομιά. Μην ξεχνάτε ότι έχει ανακηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από τηνUNESCO».
Το θεωρείτε, λοιπόν, κάτι σαν χρέος σας; «Το να είσαι αρχιτέκτονας εμπεριέχει την έννοια της ευθύνης. Σε πολλούς τομείς, και ένας από αυτός –και πολύ σημαντικός –είναι και η διατήρηση της μνήμης. Στη Δήλο οι εργασίες ανασκαφών έχουν καλύψει μόλις το 20% του νησιού. Υπάρχει ένας ανεκτίμητος θησαυρός που είναι ακόμη θαμμένος και αξίζει να βοηθήσουμε τους αρχαιολόγους να τον ανακαλύψουν. Να τους δώσουμε εργαλεία, αλλά και να παρουσιάσουμε με τον καλύτερο τρόπο τα ευρήματα. Γι’ αυτό και θέλω το μουσείο να αναπτυχθεί πάνω από την περιοχή της έρευνας».
Είστε αισιόδοξος ότι θα ολοκληρωθεί αυτό το εγχείρημά σας; «Μπορεί να χτιστεί, μπορεί και όχι. Οπως και αν έχει, είναι το δικό μου όραμα. Δεν γίνεται να πάψουμε να διεκδικούμε. Είναι πάντα δύσκολο να δημιουργείς ένα όνειρο. Αλλά αν το όνειρο αυτό έχει ουσία και βρεις συμμάχους, μπορεί να πραγματοποιηθεί. Γι’ αυτό και έχω κάνει ένα είδος καμπάνιας και μοιράζομαι αυτήν την ιδέα με όσο περισσότερους μπορώ, εντός και εκτός Ελλάδας. Οι ίδιοι οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι κομμάτι του μουσείου. Κάποτε πρεσβευτής ήταν ο Απόλλωνας, τώρα πρέπει να ανακαλύψουμε νέους, από όλους τους χώρους. Να γίνει ένας τόπος ανταλλαγής γνώσης, απόψεων. Αυτός είναι ο τρόπος να εξελίσσουμε την Ιστορία μας. Για την επίτευξη αυτού του ονείρου σημασία έχει και η αμεσότητα λήψης αποφάσεων, συμφωνιών. Συνήθως αναλωνόμαστε σε συζητήσεις και αναλύσεις που καθυστερούν την πράξη, κωλυσιεργούν τις διαδικασίες. Καλό είναι να επικεντρωνόμαστε στην ουσία και να δημιουργούμε, να πράττουμε. Η πρωτοβουλία για τον σχεδιασμό του μουσείου στη Δήλο αποτελεί ουσιαστικά μια συμβολή, της Carolyn και δική μου, στον πολιτισμό. Είναι το όραμά μας».
Πώς είναι να συνεργάζεστε με την κόρη σας, με τη «νέα γενιά»; «Χαίρομαι που δουλεύουμε μαζί και ο ένας συμπληρώνει και βοηθά τον άλλον, αλλά δεν πιστεύω τόσο στις θεωρίες περί άλλης γενιάς, παλιού και νέου. Δεν υπάρχει σύγκρουση των γενεών όταν μιλάς για σύμβολα και οργανική αρχιτεκτονική. Ο καλός σχεδιασμός δεν είναι θέμα γενιάς και ηλικίας».
Είναι, όμως, θέμα τοποθεσίας; «Η αρχιτεκτονική μου βασίζεται στη δεδομένη κάθε φορά πολιτιστική ταυτότητα, το κλίμα, τη γεωλογία. Οι οργανικές φόρμες και οι συμβολισμοί συνθέτουν για εμένα την ιδανική αρχιτεκτονική. Αυτή που δεν υπόκειται σε μόδες και τάσεις, αλλά που καταφέρνει να ενταχθεί σε ένα τοπίο και μάλιστα να το κάνει ακόμη πιο ωραίο. Σαφώς δεν μπορείς να χτίζεις με τον ίδιο τρόπο στη Νέα Υόρκη και στη Σανγκάη, αλλά έχω πάντα σαν οδηγό τα παραπάνω στοιχεία. Ετσι, για παράδειγμα, ο σχεδιασμός του μουσείου παραπέμπει σε βράχους –χαρακτηριστικό της Μυκόνου και της Δήλου -, ενώ τα ανοίγματα υιοθετούν το τριγωνικό σχήμα που παραπέμπει στο αρχικό γράμμα του νησιού. Μια κατασκευή μισοθαμμένη, που ενοποιείται με το περιβάλλον της».

Η πολυτέλεια πώς διεισδύει σε μια τέτοια αρχιτεκτονική; «Εξαρτάται από την ερμηνεία που δίνει κανείς στην πολυτέλεια. Ο δικός μου ορισμός έχει να κάνει με την απλότητα και την κομψότητα, δεν έχει να κάνει με ακριβά υλικά. Αναλάμβανα και αναλαμβάνω πολυτελή προϊόντα και έργα. Αλλά ό,τι σχεδιάζω βασίζεται περισσότερο στον συμβολισμό, στη γεωμετρία, στις υλοποιήσιμες φόρμες, στην πλήρη αξιοποίηση της τεχνολογίας. Στόχος μου είναι να αναβαθμίζω τα τοπία στα οποία εντάσσονται τα έργα μου και όχι να τα καταπατώ. Αλλωστε πιστεύω ότι ένας αρχιτέκτων οφείλει όχι μόνο να σχεδιάζει κάτι όμορφο, αλλά να έχει τη διορατικότητα να προβλέψει πως αυτό θα διατηρηθεί όμορφο. Αδιαφορώ για όλα αυτά που μπορεί η μόδα και οι όποιες τάσεις να υπαγορεύουν. Με ενδιαφέρει πρωτίστως η ένταξη κάθε έργου μου στο περιβάλλον του, τι θα συμβολίζει αυτό για την κουλτούρα του τόπου».
Εσείς σε ποια πόλη αισθάνεστε ότι «εντάσσεστε» καλύτερα; «Κάθε τόπος έχει τη γοητεία του. Η Νέα Υόρκη διακρίνεται για ένα μαγικό μείγμα πληθυσμών, πολιτισμών, κλίμακας, εικόνων. Είναι μια πόλη με απίστευτη ενέργεια. Από την άλλη, το Παρίσι μου, μια πόλη ταυτισμένη με τον πολιτισμό και τη σταθερότητα. Τελευταία ανακάλυψα και τη Σανγκάη, μια πόλη με πολύ φως, μια πόλη του νέου κόσμου».
Η Αθήνα; «Η Αθήνα είναι μια πόλη ζωντανή. Μοιάζει εγκαταλελειμμένη, αλλά την ίδια στιγμή είναι ζωηρή. Οπου και αν πας ακούς μουσική, συναντάς διαφορετικούς ανθρώπους, ανακαλύπτεις νέα μαγαζιά, μικρές αγορές. Λατρεύω ακόμη και τα περίπτερα, τα βρίσκω πανέμορφα. Είναι χαρακτηριστικό της κουλτούρας σας, όπως και τα café, οι ταβέρνες και οι μικρές εκκλησίες. Δεν θεωρώ ότι είναι χαοτική πόλη. Οι Ελληνες είναι δημιουργικοί και το αντιλαμβάνεσαι αν περπατήσεις στην Αθήνα. Εχετε τρομερή χαρά. Ακόμη και για το γεγονός ότι καπνίζετε ενώ απαγορεύεται σε όλον τον κόσμο. Είναι ένα δείγμα της σημασίας που δίνετε στο να περνάτε όμορφα –αν και εγώ δεν είμαι καπνιστής. Εντοπίζω και διάφορα τρωτά, αλλά καμιά φορά σκέφτομαι αν έχει νόημα να μπεις σε μια διαδικασία αλλαγών όταν τελικά όλη η πόλη σφύζει από ζωή».
Φοβάστε ότι αυτή η ζωντάνια, το ανθρώπινο στοιχείο, θα περιοριστεί από τον φόβο των τρομοκρατικών επιθέσεων, κάτι που έχει πλήξει και τη Γαλλία; «Η τρομοκρατική δράση με ανησυχεί όχι μόνο επειδή είμαι Γάλλος. Εχω παιδιά, έχω φίλους σε όλον τον κόσμο, ταξιδεύω συνέχεια… Είναι μια σκέψη που έχεις συνέχεια στο μυαλό σου. Αυτό που συμβαίνει τώρα στη Γαλλία έχει συμβεί σε πολλές χώρες και χρήζει δυναμικής αντιμετώπισης ως ένα φαινόμενο που δεν πρέπει να συνεχιστεί και σίγουρα όχι να εξαπλωθεί γιατί η αλήθεια είναι ότι έχει πάρει τη μορφή μεταδιδόμενης νόσου. Αρκετά».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ