Η αυτοβιογραφία του Moby «Porcelain» θα κυκλοφορήσει στις 09/06 από τις εκδόσεις Ροπή.

Ναρκωτικά, σεξ, καταχρήσεις, χορτοφαγία, χριστιανισμός, αλκοόλ, ρέιβ πάρτι, διάσημοι άνθρωποι. Είναι πολλά τα πιασάρικα θέματα που αναφέρονται στο απολαυστικό βιβλίο «Porcelain» του διάσημου τέως μουσικού – νυν ακτιβιστή Moby, όμως εκείνος μοιάζει να τα αντιμετωπίζει ως απλές αφορμές για να διηγηθεί διασκεδαστικές ιστορίες. Από το Λος Αντζελες, όπου ζει τα τελευταία χρόνια, μίλησε στο ΒΗΜΑgazino για την επιθυμία του να αλλάξει τον κόσμο και μας εξήγησε γιατί δεν μπορεί πια να περιοδεύει δίνοντας συναυλίες.

Το βιβλίο σας καλύπτει μια περίοδο δέκα χρόνων από τη ζωή σας, σταματώντας αμέσως πριν γίνετε μεγάλος σταρ με το άλμπουμ «Play». Δεν θέλατε να γράψετε τι σας συνέβη όταν γνωρίσατε τόσο μεγάλη επιτυχία; «Νομίζω πως όταν κάποιος ξεκινάει να γράψει μια αυτοβιογραφία που θα καλύπτει χρονικά σχεδόν όλη τη ζωή του, τότε πρέπει να αφήσει πάρα πολλά απέξω. Μου άρεσε η ιδέα των απομνημονευμάτων μιας συγκεκριμένης δεκαετίας, γιατί στηρίζεται σε δύο κεντρικά θέματα: στην αρχή της καριέρας μου και στο παρ’ ολίγον τέλος της, αλλά και στη Νέα Υόρκη, μια Νέα Υόρκη που δεν υπάρχει πια. Η ιστορία του νεαρού, αθώου παιδιού, που μετακομίζει στη μεγάλη πόλη και διαφθείρεται, έχει κάτι με το οποίο μπορεί να ταυτιστούν πολλοί. Και στην επόμενη δεκαετία της ζωής μου, από το 1999 έως το 2009, συνέβησαν ενδιαφέροντα πράγματα, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν πρόκειται για πανανθρώπινες, καθολικές εμπειρίες. Ενώ με αυτό το βιβλίο ελπίζω να μπορέσουν οι αναγνώστες να συνδεθούν με τις ιστορίες και τους χαρακτήρες».
Γράφετε για μια περίοδο της ζωής σας κατά την οποία και πίνατε και κάνατε χρήση ναρκωτικών. Πόσο μπορούσατε να εμπιστευτείτε τη μνήμη σας; «Το πρόβλημα με τη μνήμη είναι το εξής: δεν θυμόμαστε τι δεν θυμόμαστε. Είναι πιθανό να έχω ξεχάσει πολλά, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να το ξέρω αυτό. Ομως όταν ξεκινάς να γράφεις, αρχίζει μια διαδικασία που μοιάζει με ντόμινο. Αποτυπώνεις με λέξεις μια ανάμνηση, τότε θυμάσαι και κάτι ακόμη, αυτό σε οδηγεί και σε μια άλλη εικόνα και ούτω καθεξής».
Πώς θα συγκρίνατε τη συγγραφή ενός βιβλίου με τη σύνθεση ενός μουσικού άλμπουμ; «Το δύσκολο με το γράψιμο είναι πως δεν μπορείς να προσποιηθείς. Στη μουσική υπάρχουν τρόποι να ξεγελάσεις τους άλλους αν το θέλεις, ενώ το γράψιμο απαιτεί πολύ περισσότερη δουλειά. Και στη μουσική μπορεί να χρειαστεί να επενδύσεις πολύ χρόνο, αλλά το βιβλίο συνολικά ως διαδικασία απαιτεί τρομερό κόπο. Αποτυπώνεται αυτό και στο αποτέλεσμα: η μουσική είναι μια μορφή τέχνης που μπορείς να απολαύσεις ακόμη και κάνοντας κάτι άλλο. Οδηγώντας, μαγειρεύοντας, τρέχοντας. Ενα βιβλίο, όμως, δεν μπορείς να το διαβάσεις κάνοντας μπάνιο. Ή φτιάχνοντας τοστ. Αυτό το τελευταίο, βέβαια, μπορεί κάποιοι να το καταφέρνουν. Ενα βιβλίο σε θέλει συγκεντρωμένο. Και βέβαια, για να γράψω το δικό μου δεν χρειάστηκε να επινοήσω ιστορίες ούτε να βγάλω από το μυαλό μου χαρακτήρες, άρα μπορώ μόνο να φανταστώ πόσο δύσκολο είναι να γράφει κανείς καλή λογοτεχνία».
Σε μια κριτική του βιβλίου σας στην «Washington Post» ο συντάκτης ξαφνιάζεται που ένας ακτιβιστής όπως εσείς έχει αφήσει στο περιθώριο τα μεγάλα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της δεκαετίας του ’90. Χρειάστηκε να πάρετε μια συνειδητή απόφαση σχετικά με αυτό γράφοντας το βιβλίο; «Eίναι λίγο αστείο, γνωρίζω αυτόν τον δημοσιογράφο και δεν νομίζω ότι με συμπαθεί πολύ, ίσως έχει παίξει ρόλο σε αυτό ότι υπήρξε μουσικός παλιά, αλλά δεν τα κατάφερε πολύ καλά. Θα σας πω, όμως… Θέλησα να αναδείξω το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο εκείνης της εποχής με πιο προσωπικό τρόπο. Αν μιλάμε για την ανάπλαση και το «καθάρισμα» της Νέας Υόρκης, για την κρίση του AIDS, έχουν γραφτεί τόσο πολλά για αυτά, τόσες ακαδημαϊκές μελέτες, και δεν ήθελα να παρασυρθώ σε μία ακόμη ανάλυσή τους. Θέλησα να τα δω από τη δική μου σκοπιά. Προσπάθησα, δεν ξέρω αν το πέτυχα, να ζωντανέψω έναν τρισδιάστατο κόσμο με αληθινούς ανθρώπους, χωρίς στατιστικές.


Πηγή: Mario Anzuoni/Reuters

Μιλώντας γενικώς, πάντως, ό,τι και να δημιουργήσει κανείς, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα βρεθούν κάποιοι που δεν θα τους αρέσει. Οσο πιο γρήγορα το αποδεχτεί αυτό ένας δημιουργός, τόσο το καλύτερο. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να ελπίζεις ότι στο τέλος της ημέρας αυτοί που θα τους αρέσεις θα είναι περισσότεροι από εκείνους που δεν τους αρέσεις».

Πότε νιώσατε το κάλεσμα του ακτιβισμού; «Οταν ήμουν μικρός κατάλαβα ότι αγαπούσα πολύ τα ζώα και δεν ήθελα να έχω ανάμειξη σε οποιαδήποτε δραστηριότητα καταλήγει στην κακομεταχείρισή τους και τα κάνει να υποφέρουν. Εγινα χορτοφάγος στα 19 και vegan κάποια χρόνια αργότερα. Μεγαλώνοντας έμαθα κι άλλα πράγματα σχετικά με τον αντίκτυπο που έχει η κτηνοτροφία στην κλιματική αλλαγή, στην υγεία, στις αντιστάσεις μας απέναντι στα αντιβιοτικά κ.ο.κ. Θα έλεγα ότι έγινα ακτιβιστής υπερασπιζόμενος τα ζώα και κατέληξα να υπερασπίζομαι τους ανθρώπους».
Η μουσική δεν σας δίνει πλέον στιγμές ικανοποίησης; «Το αστείο είναι ότι εξακολουθώ να είμαι δραστήριος μουσικά, αλλά με λιγότερο συμβατικούς τρόπους. Δεν μου αρέσει να περιοδεύω, για παράδειγμα. Η τελευταία τουρνέ που έκανα αποτελούνταν από τρία σόου σε ένα θέατρο του Λος Αντζελες, στο οποίο μπορούσα να πάω με τα πόδια από το σπίτι μου. Δεν μου αρέσει η ιδέα να ταξιδεύω όλη μου τη ζωή για να παίζω τα ίδια, πάνω-κάτω, τραγούδια. Η ζωή είναι μικρή και θα προτιμούσα να κάνω διαφορετικά πράγματα. Απολαμβάνω τη δημιουργία της μουσικής, χάρηκα με το γράψιμο του βιβλίου, αλλά τελικά ο ακτιβισμός είναι η ζωή μου, η προσπάθεια να αλλάξω τον κόσμο. Δεν λέω ότι θα το πετύχω ή ότι είμαι καλός σε αυτό, αλλά η Γη βρίσκεται σε πολύ κρίσιμο σημείο και πρέπει να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε τα πράγματα».
Πώς εξηγείτε το φαινόμενο Τραμπ; «Κανείς δεν μπορεί να το εξηγήσει. Ισως μόνο η εξελικτική ψυχολογία. Λοιπόν, ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν μια δημοφιλής περσόνα της τηλεόρασης, παρουσίαζε ένα ριάλιτι σόου και κάποια καλλιστεία για χρόνια. Η αμερικανική κουλτούρα αγαπάει τις δημόσιες φιγούρες, κι αυτό αντικατοπτρίζεται και στην πολιτική. Ο Τραμπ ανήκει επίσης σε μια μακρά παράδοση δημαγωγών. Νομίζω ότι το αντιμετωπίζετε κι εσείς στην Ευρώπη. Είναι συνηθισμένη πλέον στην πολιτική η υπεραπλούστευση σύνθετων καταστάσεων. Οι πιο πολλοί άνθρωποι δεν αγαπούν να έρχονται αντιμέτωποι με σύνθετα προβλήματα, προτιμούν τα εύπεπτα σλόγκαν. Οταν ο Τραμπ λέει κάτι απλοϊκό, κάποιοι καθησυχάζονται και το υιοθετούν για να μη χρειαστεί να σκεφτούν περισσότερο. Το θέμα της μετανάστευσης, για παράδειγμα, είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και ο Τραμπ το παρουσιάζει με ενοχλητικά απλουστευτικό τρόπο. Κανείς στην Ιστορία της ανθρωπότητας δεν έχει κερδίσει εκλογές υπογραμμίζοντας την πολυπλοκότητα των ζητημάτων που μας αφορούν. Αν τελικά γίνει πρόεδρος, νομίζω πως ο Καναδάς και η Νέα Ζηλανδία θα πρέπει να δεχτούν πολλούς πολίτες των ΗΠΑ ως πρόσφυγες».
Αν υπάρξει επόμενο βιβλίο, θα γράψετε εκεί κάτι για τον Ντέιβιντ Μπόουι; «Είναι αλήθεια πως τον είχα γνωρίσει αρκετά καλά. Εχουμε κάνει μια περιοδεία μαζί, περάσαμε γιορτές και διακοπές παρέα, κάναμε μπάρμπεκιου. Μάλλον έχετε δίκιο, θα έπρεπε να γράψω κάτι για εκείνον. Είναι σπάνιο και μοναδικό να έχεις αποκτήσει προσωπική σχέση με τον σπουδαιότερο μουσικό όλων των εποχών».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ