Ο Κέβιν Σπέισι με κοιτάει στα μάτια. Η φωνή του τονίζεται απροσδόκητα, επιταχύνεται σε συγκεκριμένα σημεία, επιβραδύνεται νωχελικά όταν θέλει να σε κοιμίσει. Μοιάζει σαν να παίζει έναν ρόλο, χτυπάει τα δάχτυλά του στον αέρα για να τονίσει λέξεις, απελευθερώνει φθόγγους όχι με τη μακρόσυρτη νότια προφορά που χρησιμοποιεί όταν υποδύεται τον Φρανκ Αντεργουντ, αλλά με την πιο κοφτή, πιο απότομη, πιο γήινη εκφορά των ανθρώπων που μεγάλωσαν στο Νιου Τζέρσι. Είναι μια γοητευτική φωνή.
Δυστυχώς, όμως, μόνο την ακούω ζωντανά. Με κοιτάει στα μάτια μέσα από την οθόνη, όπως συνηθίζει να κάνει ο πρόεδρος των ΗΠΑ στη σειρά «House of Cards» που προβάλλεται στην Ελλάδα από τον ΟΤΕ ΤV. Η φωνή του, όμως, που φτάνει μέσα από το τηλέφωνο απευθείας από τις ΗΠΑ στα γραφεία του ΒΗΜΑgazino, είναι πραγματική. Οταν ακούει για Ελλάδα, επιστρέφει στο καλοκαίρι του 2011 όταν έπαιξε στο θέατρο της Επιδαύρου τον «Ριχάρδο Γ’», λίγο προτού πάρει ένα αεροπλάνο, προσγειωθεί στη Βαλτιμόρη και ξεκινήσει ένα project που εν πολλοίς άλλαξε την ιστορία της τηλεόρασης: Το «House of Cards», τη σειρά που έχει έως τώρα αποσπάσει δύο Χρυσές Σφαίρες και έξι βραβεία Emmy, την πρώτη σειρά που προσφέρθηκε ολοκληρωμένη στους τηλεθεατές από το Netflix, τη σειρά που βασίστηκε στο στόρι του βρετανικού «House of Cards» του ΒΒC, το εξέλιξε, το έκανε αμερικανικό, πιο σκληρό, πιο αιμοβόρο, πιο μακιαβελικό. Τη σειρά που με κάποιον τρόπο έκανε την πολιτική να φαίνεται σέξι.
Ο Κέβιν Σπέισι δεν είναι μόνο ο πρόεδρος των ΗΠΑ που θαυμάζει ακόμη και ο Μπαράκ Ομπάμα. Δεν είναι απλώς ένας καλός ηθοποιός, αλλά ένας δαιμόνιος τύπος που αναζητεί διαρκώς νέες προκλήσεις, όπως έκανε το 2003, όταν άφησε το Χόλιγουντ και μετακόμισε στο Λονδίνο για να σώσει το βρετανικό θέατρο Old Vic, του οποίου είχε την καλλιτεχνική διεύθυνση.
Ισως γιατί, όπως λέει: «Εχω αποτύχει πολύ στο παρελθόν. Και νομίζω πως όλοι θέλουμε αποτυχίες για να κάνουμε επιτυχίες. Μαθαίνεις περισσότερο από τα λάθη. Αλλωστε, οι ευτυχισμένοι άνθρωποι είναι γ… βαρετοί. Κάποτε ο σκηνοθέτης Τζον Χιούστον είχε φάει μαζί με τον Τρούμαν Καπότε, την Αβα Γκάρντνερ, τον Φρανκ Σινάτρα και τον Τενεσί Γουίλιαμς. Κάποιος τούς ζήτησε να πουν μια λέξη που περιγράφει το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Ολα αναφέρθηκαν: οικογένεια, υγεία, χρήματα, φήμη. Ο Χιούστον γύρισε και τους είπε: «Ενδιαφέρον. Το πιο σημαντικό είναι να είσαι συνέχεια περίεργος, να έχεις ενδιαφέρον». Αυτή είναι η ευτυχία. Να σηκώνεσαι από το κρεβάτι και να έχεις ενδιαφέρον για τη ζωή». Προφανώς, ο άνθρωπος που μιλάει με αυτή τη σαγηνευτική προφορά για τη ζωή, την πολιτική και την Επίδαυρο είναι ευτυχισμένος και ας μην το παραδέχεται.
Κατά τη διάρκεια της σειράς, στα κρίσιμα σημεία, γυρνάτε στην κάμερα, την κοιτάτε και μιλάτε σε πρώτο πρόσωπο σε αυτήν. Εχετε κάποιον συγκεκριμένο στο μυαλό σας όταν το κάνετε αυτό; «Ενδιαφέρουσα ερώτηση. Ξέρετε, προτού ξεκινήσω τα γυρίσματα του «House of Cards», έπαιζα τον «Ριχάρδο Γ'» του Σαίξπηρ, έκανα παραστάσεις και στη χώρα σας, στο θέατρο της Επιδαύρου. Ο Σαίξπηρ ήταν αυτός που εισήγαγε αυτή την πρακτική: Οταν οι συνωμοτικοί χαρακτήρες μοιράζονται με το κοινό τις σκέψεις, την ιδεολογία και τα πλάνα τους, τα πραγματικά τους συναισθήματα. Σπάει ο τοίχος της διήγησης έτσι. Βέβαια, στο θέατρο είναι διαφορετικά. Στην Επίδαυρο, κοιτούσα πολλά πρόσωπα, χιλιάδες ανθρώπους, οπότε ήταν μια κοινή εμπειρία με το κοινό, κάτι που μοιραζόμουν. Στην τηλεόραση είναι διαφορετικά. Αμέσως μετά τον «Ριχάρδο Γ'», ήρθα στη Βαλτιμόρη να ξεκινήσω τα γυρίσματα για το «House of Cards». Οπότε έπρεπε να προσαρμόσω την εμπειρία τού να μιλάω στο κοινό, σε αυτή τού να μιλάω στην κάμερα που είναι κάτι διαφορετικό, κάτι άβολο, ειδικά από τη στιγμή που βλέπεις και τον εαυτό σου μέσα στον φακό, σαν σε καθρέφτη. Οπότε ξεκίνησα να το προσαρμόζω, σαν να μιλάω στον καλύτερό μου φίλο, σε έναν τύπο με τον οποίο θα μοιραζόμουν μυστικά που δεν θα έλεγα ούτε στη γυναίκα μου. Που θα είχα την οικειότητα που είναι αναγκαία για τη συνωμοσία».
Είστε φιλόδοξος όπως ο Φρανκ Αντεργουντ; «Οχι πια. Ημουν όμως. Οταν μπήκα στη δουλειά, στην υποκριτική, ασφαλώς και ήθελα να φτάσω στην κορυφή. Και μετά, όταν ήρθαν οι επιτυχίες, μετά και το «American Beauty» και το Οσκαρ σκέφτηκα: «Οk, όλα πήγαν καλά, πιο καλά απ’ όσο περίμενες. Τι θα κάνεις τα επόμενα δέκα χρόνια της ζωής σου; Θα προσπαθείς να ξεπεράσεις τον εαυτό σου, την καλύτερη δυνατή εκδοχή του;». Και αποφάσισα να φύγω από το Χόλιγουντ και να πάω στο Λονδίνο. Δέχθηκα την προσφορά του θεάτρου Old Vic. Ηταν η καλύτερη απόφαση που θα μπορούσα να πάρω».

Σας αρέσει το ότι είστε τόσο διάσημος; Το απολαμβάνετε;
«Ναι, τον περισσότερο καιρό. Μερικές φορές, όταν είμαι αφηρημένος και περπατάω στον δρόμο, βλέπω ανθρώπους να με κοιτούν και απορώ. Μετά, θυμάμαι».
Προφανώς και ήσασταν διάσημος και πριν από το «House of Cards», αλλά υποθέτω πως η σειρά έχει πάει την αναγνωρισιμότητά σας σε άλλα επίπεδα. «Η αλήθεια είναι πως ο κόσμος έχει αντιδράσει θετικά στο «House of Cards». Ισως γιατί δεν είναι μια σειρά που ασχολείται μόνο με την πολιτική, αλλά και με την πολιτική της ζωής».
Τι σημαίνει για το κοινό πως θα μισούσαν τον Φρανκ Αντεργουντ αν ήταν πολιτικός, αλλά τον αγαπούν ως ρόλο; «Ισως αυτό να σημαίνει πως τίποτα δεν είναι άσπρο-μαύρο. Και στη ζωή και στην πολιτική. Οταν ετοιμάζαμε την ιστορία μιλήσαμε με ιστορικούς, ψάξαμε για συγκεκριμένους προέδρους, αναζητήσαμε τις επιρροές τους, το στυλ τους. Πολλοί πολιτικοί είχαν κακή φήμη, φήμη σκληρού ανθρώπου. Ο Φράνσις Αντεργουντ νομίζω πως μοιάζει με τον Λίντον Τζόνσον, και αυτό φαίνεται και στη σειρά, τον θαυμάζει, έχει φωτογραφίες του στο γραφείο του. Ισως γιατί και ο Λίντον Τζόνσον είχε αδίστακτα στοιχεία, ήξερε τι έκανε και ήθελε να το κάνει με κάθε μέσο».
Ο λαϊκισμός στην πολιτική είναι μια πραγματικότητα. Η περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ το αποδεικνύει, τουλάχιστον για την Αμερική, ενώ και εμείς στην Ευρώπη έχουμε τα παραδείγματά μας. Πολλοί συγκρίνουν την πολιτική πραγματικότητα με το «House of Cards». Βρίσκετε κάποιον συσχετισμό; «Με ρωτάνε συχνά κάτι σχετικό. Μάλλον γιατί οι άνθρωποι φαίνεται να μπερδεύουν τις διακριτές γραμμές μεταξύ ενός τηλεοπτικού προϊόντος και της πραγματικότητας. Αυτό μάλλον είναι ένα κομπλιμέντο για τη σειρά, οι άνθρωποι πιστεύουν πως η ιστορία μας είναι ρεαλιστική. Μας τιμά. Αλλά δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω τη σύγκριση. Υπάρχει ο πραγματικός κόσμος, υπάρχει και ο κόσμος της φαντασίας. Δεν ξέρω αν μπορούν να συγκριθούν, αν και μπορούν να δανειστούν κάποια στοιχεία. Αλλά να συγκρίνω τον Τραμπ με εμένα είναι κάπως δύσκολο…».
Από τη στιγμή που παίζετε έναν από τους πιο μακιαβελικούς τύπους στην ιστορία της τηλεόρασης, μήπως βλέπετε διαφορετικά τον κόσμο της πολιτικής; «Η πολιτική με ενδιέφερε και με ενδιαφέρει. Οχι με την έννοια της διαφθοράς και του θεάματος, όσο με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος. Το ότι παίζω έναν πολιτικό που λειτουργεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο δεν σημαίνει πως επηρεάζει τις απόψεις μου, πως με διαβρώνει. Εχω θετική άποψη για την πολιτική, είμαι παραδόξως αισιόδοξος για το μέλλον. Θετική άποψη για το τι μπορούν να πετύχουν οι πολιτικοί και γενικά οι άνθρωποι που ενώνονται για έναν σκοπό. Μάλλον γι’ αυτό έγινα ηθοποιός. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν πολλοί άνθρωποι είναι πως η υποκριτική είναι ένα επάγγελμα. Το τι κάνω στη ζωή μου δεν έχει να κάνει με το τι κάνω στη δουλειά μου, το ποιον παίζω δεν έχει να κάνει με το τι ψηφίζω, με το πώς αντιμετωπίζω τον κόσμο».
Δεν υπάρχει δηλαδή σχέση πολιτικής και υποκριτικής; «Κοιτάξτε, όπως είπα, παρακολουθώ την πολιτική. Την έχω δει στα καλύτερα και στα χειρότερά της. Παρακολουθώ τους πολιτικούς, τους έχω ακούσει σε ιδιωτικές συζητήσεις τους, στο πώς διαφέρουν από τις δημόσιες τοποθετήσεις. Καταλαβαίνω το παιχνίδι, το οποίο πράγματι έχει μια θεατρικότητα. Οι δικηγόροι, οι πολιτικοί και οι ηθοποιοί έχουν μια στενή σχέση μεταξύ τους: Και αυτό που τους συνδέει είναι πως μέρος της δουλειάς τους είναι να περάσει μια ιδέα στον ακροατή, είτε αυτός είναι ένας είτε είναι χιλιάδες. Αυτό δεν σημαίνει πως όλοι είναι ψεύτες, σημαίνει πως όλοι έχουν κάποιον να πείσουν…».
Το «House of Cards» είναι από τις σειρές-σταθμούς στην παγκόσμια τηλεόραση. Εχει αλλάξει σε έναν βαθμό τη βιομηχανία… «Δεν νομίζω να ξεκινήσαμε εμείς κάποια επανάσταση. Υπάρχουν σημαντικά πράγματα πριν από εμάς. Η καινοτομία της σειράς έχει να κάνει με το ότι διατίθεται ολοκληρωμένη, ένα πακέτο όλων των επεισοδίων, όλα μαζί. Αυτό γίνεται, νομίζω, γιατί η τηλεοπτική βιομηχανία προσπαθεί να μάθει από τα λάθη που έκανε η μουσική: Δώσε στο κοινό αυτά που θέλει, όπως τα θέλει, σε χαμηλή τιμή. Και τότε, το κοινό θα πληρώσει για αυτά. Πριν από εμάς, όμως, μπορείς να επιστρέψεις σε μια στιγμή-τομή της παγκόσμιας τηλεόρασης, και αυτό έγινε το 2000 με τους «Sopranos». Ηταν τόσο καλή σειρά, που τα επόμενα δέκα χρόνια οι καλύτεροι ηθοποιοί, σεναριογράφοι, σκηνοθέτες μετανάστευσαν στην τηλεόραση από τον κινηματογράφο. Αυτό συμβαίνει για καιρό και είναι προφανής ο λόγος: τα κινηματογραφικά στούντιο αποφάσισαν πως δεν ενδιαφέρονται να κάνουν ταινίες με χαρακτήρες, με πλοκή, με ιστορία. Προτιμούν τις ταινίες δράσης. Οπότε είναι αυτονόητο πως οι ηθοποιοί πάνε εκεί που είναι η δουλειά. Τα λεφτά. Τόσο απλά».
Και πάλι, όμως, οι κανόνες της τηλεόρασης έχουν αλλάξει. Εχετε πει στο παρελθόν πως όσο και να αλλάζει το μέσο, ο κόσμος διψάει για ιστορίες, για καλές ιστορίες. Πολλοί λένε εδώ και καιρό πως η τηλεόραση είναι το νέο σινεμά. Θα συμφωνούσατε πως από τη σκοπιά της δημοφιλίας, της καλλιτεχνικής αρτιότητας και της μαζικότητας, η τηλεόραση σήμερα είναι ό,τι ήταν η λογοτεχνία για τις αρχές του 20ού αιώνα; «Νομίζω πως είναι απλώς μια πλατφόρμα διήγησης ιστοριών, μάλλον η πιο δημοφιλής. Και νομίζω πως στο μέλλον θα ανακαλύπτουμε διαρκώς νέους τρόπους να διηγούμαστε ιστορίες. Με άλλον τρόπο. Με τεχνολογία, χωρίς τεχνολογία. Με apps, με κουμπιά, με virtual reality. Είμαστε ενώπιον πολλών όμορφων πραγμάτων. Η τηλεόραση είναι συναρπαστικό πεδίο διήγησης ιστοριών. Αλλά δεν νομίζω πως είναι το τέλος. Είμαστε ενώπιον μεγάλων συναρπαστικών ιστοριών, καθώς η εκρηκτική συγχώνευση μεταξύ τεχνολογίας και δημιουργικότητας θα εξελίσσεται».

Πόσο έχει αλλάξει ο χαρακτήρας που υποδύεστε από τη στιγμή που έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ;
«Κανείς δεν μπορεί να προετοιμαστεί για να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ. Και δεν το λέω εγώ, το έχει πει ο JFK. Καμία δουλειά, ούτε κυβερνήτης, μέλος του Κογκρέσου, βουλευτής, υπουργός, καμία δουλειά στον κόσμο δεν μπορεί να σε προετοιμάσει. Είναι μια δουλειά που όλα έχουν να κάνουν με το απρόβλεπτο. Αλλά νομίζω πως για πολλούς ηγέτες η διαδρομή και το ότι έφτασαν σε ένα σημείο της καριέρας τους ήταν το λιγότερο σημαντικό στοιχείο της ιστορίας τους. Πιο σημαντική υπόθεση δεν είναι ότι κυβερνούν, αλλά πώς κυβερνούν. Πως από έναν ιδεοληπτικό αγώνα, έναν αγώνα συνθημάτων που είναι η προεκλογική περίοδος, μπορούν να φτάσουν στο μυστικό της σωστής διακυβέρνησης, της πολιτικής και του συμβιβασμού που είναι η ουσία της πολιτικής. Σχετικά με τον Φρανκ, θεωρώ πως έχουμε πολλές ιστορίες να πούμε, να εξερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο κυβερνά. Και, κυρίως, το πώς αυτό αλλάζει τον άνθρωπο, τις σχέσεις, την πολιτική».
Γιατί πιστεύετε πως ο Σαίξπηρ έπειτα από τόσους αιώνες είναι τόσο επίκαιρος; Πώς γίνεται να μην τον έχει ξεπεράσει κανείς ποτέ; «Μπορούμε να πούμε το ίδιο για έναν σπουδαίο βιολιστή, τραγουδιστή, για κάθε καλλιτέχνη. Πώς ήταν τόσο καλή η Μαρία Κάλλας; Σε κάνει να αναρωτιέσαι. Το ταλέντο είναι ένα βασικό ζήτημα, αλλά είναι και το πώς το εξελίσσεις, το δουλεύεις και δεν το εγκαταλείπεις ποτέ. Μπορεί να είσαι πλούσιος, αναγνωρισμένος, να κερδίζεις βραβεία, αλλά πάντα μπορείς να είσαι καλύτερος…».
Πώς φαντάζεστε το μέλλον για τον Φρανκ Αντεργουντ; «Δεν το φαντάζομαι, το ξέρω, αλλά δεν πρόκειται να σου πω, δεν κάνω σπόιλερ».
Πιστεύετε πως η επιτυχία της σειράς, η τόσο εμβριθής ενασχόλησή της με την πολιτική, θα αλλάξει την οπτική των Αμερικανών για τα κοινά; «Υπάρχει κάτι πολύ ενδιαφέρον στη σειρά: Το ότι είναι δημοφιλής σε όλον τον κόσμο. Εκτός από όσα διαβάζω, όταν ταξιδεύω, στην Κίνα, στη Σιγκαπούρη, στην Αυστραλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία και στην Αγγλία, είναι εκπληκτικό να αντιλαμβάνεσαι τι δύναμη έχει η τηλεόραση. Η επιτυχία της, όμως, δεν έχει να κάνει μόνο με το ότι μιλάει για την πολιτική των ΗΠΑ. Νομίζω πως μιλάει και για τις σχέσεις των ανθρώπων. Ανεξάρτητα με το από πού είσαι, με το τι δουλειά κάνεις, υπάρχει «πολιτική» σε όλη τη ζωή. Αυτό, «η πολιτική της ζωής» είναι ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι αγαπούν τη σειρά. Γιατί εντοπίζουν αυθεντικά στοιχεία πολιτικής που θα μπορούσες να κάνεις και εκτός Λευκού Οίκου. Και αυτό είναι καθησυχαστικό με κάποιον τρόπο…».
Πώς αναλύετε τη σχέση με τη σύζυγό σας, Κλερ; Θα εξελιχθεί στον 4ο κύκλο; «Μπορώ να απαντήσω στην πρώτη, όχι στη δεύτερη ερώτηση. Οπως είπα και πριν, δεν πρόκειται να κάνω σπόιλερ. Η σχέση του πρωταγωνιστή με τη γυναίκα του είναι μια ενδιαφέρουσα διαδρομή, ένα ταξίδι. Η σχέση που είχα με την Κλερ όλα αυτά τα χρόνια είναι περίπλοκη και διαμορφώνεται στον δρόμο της ηγεσίας. Το πώς εξελίσσεται, το αν θα έχουν τις διαφωνίες τους, το αν θα είναι δυνατότεροι μαζί ή δυνατότεροι χωριστά, είναι στοιχείο της ζωής. Και χωρίς αυτή τη σύγκρουση δεν μπορούν να εξερευνήσουν τη φύση της σχέσης τους…».
Ο Μπιλ Κλίντον είναι φίλος σας. Σας έδωσε συμβουλές για το πώς θα παίξετε τον πρόεδρο των ΗΠΑ; «Οχι. Κοιτάξτε, παρακολουθώ τους μεγάλους πολιτικούς. Το πώς κινούνται στον χώρο, το πώς χαιρετούν το κοινό, το πώς τους ακούει. Είμαι κοντά στην ατμόσφαιρα της πολιτικής πολλά χρόνια, οπότε καταλαβαίνω. Παίρνω έμπνευση από την πολιτική σε όλη μου τη ζωή, αλλά δεν έμαθα από έναν άνθρωπο. Η έμπνευση έχει έρθει από μια συλλογή στοιχείων έμμεσα ή άμεσα. Κατά τη διάρκεια της σειράς, με βοήθησαν πολύ ο Ρεπουμπλικανός Κεν Μακ Κάρθι και ο Δημοκρατικός Στένι Χόγιερ. Με βοήθησαν γιατί ήταν και αυτοί «whips» όπως και ο Φρανκ (σ.σ.: το μέλος ενός πολιτικού κόμματος του οποίου πρωταρχικός σκοπός είναι να εξασφαλιστεί η κομματική πειθαρχία σε ένα νομοθετικό σώμα). Είχε ενδιαφέρον να παρακολουθείς έναν άνθρωπο που είναι υπεύθυνος για την πειθαρχία 118 πολιτικών».
Στη σειρά λέτε κάποια στιγμή πως «ο καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει». Τι αξίζει στις ΗΠΑ εν όψει των προεδρικών εκλογών; «Δεν ξέρω τι μας αξίζει. Και για να το πω θα σημαίνει πως θα πρέπει να προβλέψω τις εκλογές. Δεν μπορώ να το κάνω. Για την ακρίβεια, αυτή η φράση είναι μια διαφημιστική ατάκα για τη σειρά. Τη δανείζομαι, αλλά δεν την ενστερνίζομαι ακριβώς. Αλλά και πάλι ξεχνάτε πως υποδύομαι έναν χαρακτήρα, δεν είμαι ο Φρανκ».

Κατά τη γνώμη σας το «House of Cards» είναι ένα πορτρέτο δύναμης ή γάμου;
«Είναι σίγουρα πορτρέτο. Πρέπει να θυμηθούμε πως υπάρχουν και άλλοι χαρακτήρες στη σειρά, άνθρωποι που δουλεύουν παράλληλα με τους δύο πρωταγωνιστές και ίσως κόντρα σε αυτούς. Ενας από τους λόγους της επιτυχίας της είναι πως είναι πορτρέτο ζωής, ένα πορτρέτο που δείχνει την περίπλοκη φύση της ζωής. Γι’ αυτό ταυτίζονται οι άνθρωποι, γιατί αναγνωρίζουν πως αυτός είναι ο τρόπος που γίνεται η δουλειά, με παρασκήνιο, εμπλοκές, δύναμη. Και αυτό είναι κάτι που ο κόσμος αναγνωρίζει…».
Αν βγαίνατε για δείπνο με τον Φρανκ Αντεργουντ, τι θα του λέγατε; «Είναι λίγο ανόητη ερώτηση γιατί ο Φρανκ είναι ένας χαρακτήρας, όχι ένας άνθρωπος. Αν μπορούσα να πάω με κάποιον για δείπνο, θα προτιμούσα να πήγαινα με τον Αβραάμ Λίνκολν».
Πρόσφατα, η Εθνική Πινακοθήκη Πορτρέτων του Μουσείου Σμιθσόνιαν στην Ουάσιγκτον τοποθέτησε το πορτρέτο σας, ως Φρανκ Αντεργουντ. Πώς νιώσατε για αυτό; «Ξέρετε, εδώ και πολύ καιρό, το Σμιθσόνιαν διαθέτει μια μοντέρνα συλλογή. Εκτός από τους πολιτικούς, έχει μεγάλη παράδοση στα πορτρέτα ηθοποιών από το 1800 ακόμη. Υπάρχει πίνακας της Κάθριν Χέπμπορν, είναι ένα μοντέρνο μουσείο, με σεβασμό στην παράδοση και στη νέα εποχή. Οπότε, ναι, είναι εντυπωσιακό και νιώθω τιμή».
Δεν κουραστήκατε να παίζετε τον Φρανκ Αντεργουντ; «Καθόλου. Το απολαμβάνω κάθε στιγμή…».
Ο πέμπτος κύκλος έχει ήδη ανακοινωθεί. Εχετε σκοπό να συνεχίσετε και με έκτο; «Γι’ αυτό θα σας απαντήσω όταν επαναδιαπραγματευτώ το συμβόλαιό μου».
Ο ΟΤΕ TV προβάλλει, από το Σάββατο 05/03 έως την Καθαρά Δευτέρα 14/03, στο ειδικό κανάλι House of Cards, τον 4ο κύκλο της σειράς με ελληνικούς υπότιτλους. Η προβολή των επεισοδίων γίνεται στη λογική του binge-watch, με όλα τα επεισόδια και τους κύκλους στη σειρά, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά στην ελληνική συνδρομητική τηλεόραση, ενώ ο OTE TV είναι ο μόνος πάροχος στην Ευρώπη που δημιουργεί ξεχωριστό κανάλι για τη σειρά.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ