«Νιώθω τόσο μεγάλη συγκίνηση που μου προτάθηκε να έρθω και να παρουσιάσω σε παγκόσμια πρεμιέρα αυτή την παράσταση στην Αθήνα, ειδικά ύστερα από όλα όσα έχουν συμβεί τους τελευταίους μήνες στην Ελλάδα. Πρόκειται για τεράστια τιμή. Νιώθω περηφάνια και χαρά». Ο Ρούφους Γουέινραϊτ, παγκοσμίως γνωστός και εντυπωσιακά πολυσχιδής αμερικανοκαναδός τραγουδιστής και τραγουδοποιός, μοιάζει στ’ αλήθεια συγκινημένος που θα εμφανιστεί στις 15 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο. Δύο μέρη θα απαρτίζουν αυτή την περφόρμανς. Στο δεύτερο θα τραγουδήσει ο ίδιος επιλογές από το ρεπερτόριό του και αγαπημένα του κομμάτια. Στο πρώτο τρεις λυρικοί τραγουδιστές θα ερμηνεύσουν αποσπάσματα από την όπερα που έχει συνθέσει, ταυτόχρονα με την προβολή ενός φιλμ που δημιούργησε ο εικαστικός/κινηματογραφιστής Φραντσέσκο Βετζόλι με τη συμμετοχή της διάσημης φωτογράφου Σίντι Σέρμαν. Το όνομα της όπερας αυτής; «Prima Donna». «Ξέρω ότι πολλοί συνδέουν τον όρο πριμαντόνα με κάτι αρνητικό, με την εγωπάθεια ή τη ματαιοδοξία, όμως εγώ τις αγαπώ τις πριμαντόνες. Και, ξέρετε, η Ελλάδα είναι τελευταία κάτι σαν πριμαντόνα, με το πάθος, την ομορφιά, αλλά και τη σκοτεινή πλευρά της. Αν το δει κανείς λίγο λοξά, μάλλον ταιριάζει το θέμα στην Ελλάδα τού σήμερα» διευκρινίζει ο ίδιος.
Είναι αλήθεια πως η όπερά σας βασίζεται στη ζωή της Μαρίας Κάλλας; «Οχι ακριβώς. Η ιδέα για αυτή την όπερα γεννήθηκε για πρώτη φορά όταν παρακολούθησα την περιβόητη συνέντευξη της Μαρίας Κάλλας στον λόρδο Χάρεγουντ. Γρήγορα ωστόσο συνειδητοποίησα ότι δεν ήθελα να δημιουργήσω μια όπερα βασισμένη σε εκείνη, αλλά να φτιάξω έναν χαρακτήρα από την αρχή. Ο εικαστικός Φραντσέσκο Βετζόλι, που ανέλαβε την τωρινή οπτικοποίησή της, μου έλεγε ότι ακούγοντας τη μουσική σκεφτόταν την Κάλλας συνεχώς. Είναι μεγάλος θαυμαστής της, όπως είμαι κι εγώ, όπως είναι κι ο κόσμος ολόκληρος. Στο βίντεο που θα δείτε, η Σίντι Σέρμαν φοράει ένα φουστάνι που είχε φορέσει στο παρελθόν η Κάλλας. Πρόκειται για ευτυχή σύμπτωση που το πρώτο μέρος το οποίο θα παρουσιάσουμε είναι η Αθήνα, όμως η όπερα δεν είναι βασισμένη στη ζωή της».

Εχετε εξομολογηθεί πως ήσασταν από παιδί τόσο μεγάλος θαυμαστής της Κάλλας που πηγαίνατε με το αυτοκίνητό σας όσο πιο κοντά γινόταν στο σπίτι της Τζάκι Ωνάση και βάζατε τέρμα στα ηχεία άριες της μεγάλης ελληνίδας ντίβας.
«Ναι, αλήθεια είναι. Μαζί με τη μητέρα μου το κάναμε. Συνήθως αφού είχαμε πιει μερικά ποτά».

Στο «Prima Donna» μια διάσημη σοπράνο στη δύση της καριέρας της έρχεται αντιμέτωπη με τις προσδοκίες των θαυμαστών της την παραμονή της μεγάλης της επιστροφής στη σκηνή. Σας βοήθησε αυτό το θέμα να αντιμετωπίσετε τα δικά σας άγχη σε σχέση με τo τι περιμένει το αδηφάγο κοινό; «Η αλήθεια είναι πως ήθελα το κεντρικό θέμα της πρώτης μου όπερας να το γνωρίζω καλά και να μην καταπιαστώ με κάτι που να υπερβαίνει τις δυνατότητές μου. Αμέσως ένιωσα ότι μπορούσα να ταυτιστώ με τη βασική ηρωίδα γιατί είμαι τραγουδιστής και ξέρω καλά πώς είναι να αναρωτιέσαι με φόβο μέχρι πότε θα μπορείς να τραγουδάς καλά. Ωστόσο, είμαι επίσης μεγάλος θαυμαστής των ρομαντικών συνθετών, των μεγάλων μελωδιών, και ήξερα πως σε μια όπερα με θέμα τη ζωή μιας ντίβας του λυρικού θεάτρου θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω τέτοιες ρομαντικές μουσικές. Υπάρχει ο Πουτσίνι, ο Στράους και ο Βάγκνερ μέσα στο κεφάλι της. Μπορούσα, λοιπόν, να βασιστώ στη ζωή μου αλλά και στη ρομαντική μουσική. Το τρίτο στοιχείο που εισέβαλε, δυστυχώς, στη διαδικασία της δημιουργίας του «Prima Donna» ήταν η αρρώστια και ο θάνατος της μητέρας μου (σ.σ.: η Κέιτ Μακ Γκάριγκλ, διάσημη τραγουδίστρια της φολκ, πέθανε από καρκίνο το 2010). Και αυτή η εμπειρία βρήκε τον δρόμο της στην όπερα».

Την προηγούμενη φορά που τραγουδήσατε στην Αθήνα, ανεβήκατε στη σκηνή του θεάτρου του Λυκαβηττού φορώντας ένα ζευγάρι μαύρα φτερά. Θρηνούσατε τότε ακόμη τον θάνατο της μητέρας σας. Πιστεύετε πως τον έχετε ξεπεράσει; «Είμαι καλύτερα. Ξέρω ότι είναι μαζί μου κατά κάποιον τρόπο. Τώρα όμως έχω και μια κόρη (σ.σ.: ο Γουέινραϊτ έδωσε το σπέρμα του για να συλληφθεί η τετράχρονη σήμερα Βίβα με μητέρα τη Λόρκα Κοέν, κόρη του Λέοναρντ Κοέν), η οποία μου θυμίζει πολύ τη μητέρα μου. Επομένως έχω γίνει οπαδός της αντίληψης που λέει ότι κανείς δεν πεθαίνει στ’ αλήθεια, απλώς περνάει μέσω της γενετικής, ή κάπως αλλιώς, σε έναν άλλον άνθρωπο».
Ετοιμάζετε μια όπερα με θέμα τη ζωή του αυτοκράτορα Αδριανού. Εχετε πει σε συνέντευξή σας ότι βασίζεται στο βιβλίο της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ «Αδριανού Απομνημονεύματα»… «Το αγαπώ πολύ αυτό το βιβλίο, το είχα διαβάσει στα αγγλικά μικρότερος και λίγο καιρό πριν αρχίσω να συνθέτω τη μουσική για την όπερα το ξαναδιάβασα, στα γαλλικά αυτή τη φορά, και το βρήκα ακόμη πιο εκπληκτικό. Ομως πρέπει να πω ότι ο συνεργάτης μου που γράφει το λιμπρέτο της όπερας αρνείται να το διαβάσει, γιατί τον περιορίζει η ανάγνωσή του».

Γράφει εκεί η Γιουρσενάρ ότι μερικά βιβλία καλύτερα να μην τα διαβάσει κανείς πριν φτάσει τα 40. Συμφωνείτε; Ισχύει και για τη μουσική αυτό; «Φυσικά, με κάποια πράγματα καλύτερα να μην έρχεσαι σε επαφή αν δεν είσαι αρκετά ώριμος. Ο Αδριανός δούλεψε σκληρά μέχρι τα 40 του για να γίνει αυτοκράτορας και μόνο όταν εκπλήρωσε αυτόν τον στόχο άρχισε να ζει και τη ζωή του. Τον νιώθω κοντά μου. Ενα από τα πλεονεκτήματα του να μεγαλώνεις είναι η δυνατότητα να μπορείς να ταυτιστείς και να καταλάβεις χαρακτήρες με βάθος, όταν είσαι νεότερος είναι δύσκολο να το κάνεις αυτό».

Τραγουδήσατε πριν από χρόνια πως οι μεγάλες λαχτάρες σας ήταν τα τσιγάρα και το σοκολατούχο γάλα. Παραμένουν οι ίδιες σήμερα; «Δεν καπνίζω πλέον τόσο πολύ. Τη σοκολάτα δεν μπορώ δυστυχώς να την κόψω. Εδώ στο Λονγκ Αϊλαντ όπου ζω έχω εθιστεί στον αμερικανικό αστακό, είναι εύκολο να τον βρεις εδώ. Ευτυχώς».

Το 2012 παντρευτήκατε τον σύντροφό σας, τον γερμανό καλλιτεχνικό διευθυντή Γιορν Βάισμπροτ. Τι απαντάτε σε όσους θεωρούν τον γκέι γάμο μια κομφορμιστική απόφαση;
«Οτι το πίστευα κι εγώ αυτό παλιότερα. Ασπαζόμουν έναν τρόπο σκέψης επηρεασμένο από τον Οσκαρ Ουάιλντ που άφηνε χώρο μόνο στις υπερβολές και στις καταχρήσεις. Υπάρχει μια ινδουιστική θεωρία η οποία με επηρέασε στη συνέχεια, μια πίστη ότι μεγαλώνοντας αποκτούμε περισσότερους από έναν εαυτούς. Κάποια στιγμή γεννήθηκε μέσα μου ένας εαυτός που ήθελε σταθερότητα, στήριξη και ένα ωραίο σπίτι. Φυσικά δεν θεωρώ πως μόλις κάποιος παντρευτεί το παρελθόν του παύει να έχει σημασία. Ομως πιστεύω πραγματικά ότι κατοικούν πολλοί άνθρωποι μέσα στον καθέναν από εμάς και δεν θα έπρεπε να καταπιέζεται κανείς τους. Υπό αυτή την έννοια, μοιάζουμε με τα δέντρα –όλα τα κλαδιά μας χρειάζονται προστασία και αγάπη κι ας παίρνουν διαφορετικές κατευθύνσεις. Αυτή είναι η φιλοσοφία μου. Και επίσης, καθένας θα πρέπει να είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει αρκεί να μην πληγώνει τους άλλους. Ή τα ζώα».

Ενα από τα αγαπημένα σας πρόσφατα μουσικά άλμπουμ είναι το «Carrie & Lowell» του Σούφγιαν Στίβενς. Λέει ένας στίχος του ότι το παρελθόν είναι μια γέφυρα που οδηγεί στο πουθενά. Εσείς τη διασχίζετε συχνά αυτή τη γέφυρα; «Με απασχολεί αυτό τελευταία, γιατί οι θείες μου ετοιμάζονται να εκδώσουν τα απομνημονεύματά τους και οι λεπτομέρειες που έχουν θυμηθεί με έβαλαν στη διαδικασία να σκεφτώ εγώ τις αναμνήσεις μου και τη ζωή μου. Δεν συνηθίζω να ζω πολύ στο παρελθόν, όμως ελπίζω κάποια στιγμή ότι θα μπορέσω κι εγώ σαν τον Ναμπόκοφ να απαιτήσω από τη μνήμη μου να μιλήσει. Ομως αυτή την περίοδο της ζωής μου ζω περισσότερο στο παρόν».

Στο παρελθόν, έχετε αποτίσει φόρο τιμής σε διαχρονικά γκέι είδωλα όπως η Τζούντι Γκάρλαντ και η Λάιζα Μινέλι. Υπάρχουν σήμερα αντάξιές τους; «Θα πω αυτό. Θαυμάζω τη Lady Gaga, τη φωνή της, το πόσο καλά παίζει πιάνο, είναι γενικώς fabulous περφόρμερ, όμως δεν θεωρώ ότι πρόκειται για κάποιο είδωλο. Και νιώθω άβολα βλέποντάς τη να φωτογραφίζεται με θρύλους σαν την Μπάρμπρα Στράιζαντ και να την αποκαλούν σύγχρονο gay icon. Δεν αμφισβητώ το ταλέντο της, όμως δεν μπορώ να μη σκεφτώ πως γυναίκες σαν την Τζούντι Γκάρλαντ ή την Μπάρμπρα υπήρξαν ολοκληρωμένες προσωπικότητες που όμοιές τους δεν είχαν ξαναζήσει και επέβαλαν τον εαυτό τους ολόκληρο, δεν κρύβονταν πίσω από κάποιο παραπέτασμα καπνού, και αυτό ήταν συγκλονιστικό. Η Μαρλένε Ντίτριχ ήταν η Μαρλένε Ντίτριχ, δεν προσπαθούσε να γίνει ή να μιμηθεί κάτι άλλο. Νομίζω πως το κοντινότερο που έχουμε σήμερα σε gay icon είναι η Μάιλι Σάιρους. Αν μη τι άλλο, διακρίνεται από αυθεντικότητα».

Τι σας κάνει να μειδιάτε αυτή την περίοδο; «Ο Ντόναλντ Τραμπ. Και θεωρώ πως τα αμερικανικά media τού δίνουν υπερβάλλουσα προσοχή και του αφιερώνουν χρόνο που δεν δικαιούται. Το βρίσκω εγκληματικό. Ειδικά όταν συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν στη Συρία, όταν υπάρχουν τόσα θέματα με το περιβάλλον, το να ασχολούμαστε εμείς στις ΗΠΑ συνεχώς με τον Ντόναλντ Τραμπ είναι θλιβερό και επικίνδυνο».
Ο Ρούφους Γουέινραϊτ θα βρεθεί στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού την Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου στις 21.30, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ