Κύριε Χαραλαμπόπουλε, πείτε μας μερικά λόγια για το έργο αυτό του Αριστοφάνη.
«Οι «Αχαρνής» είναι το πρώτο, χρονολογικά, σωζόμενο έργο του Αριστοφάνη, διδάχτηκε τον 6ο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου και με αυτό πήρε για πρώτη φορά το πρώτο βραβείο. Διαβάζοντάς το, βουτώντας βαθιά μέσα του λόγω της παράστασης, βλέπω ότι έχει πολλά διάσπαρτα στοιχεία τα οποία συναντάμε αργότερα στις επόμενες κωμωδίες του πιο ολοκληρωμένα. Στη μεταγενέστερη «Ειρήνη», για παράδειγμα, ο Τρυγαίος επιθυμεί να σταματήσει ο πόλεμος και βρίσκει συμμάχους, όλοι το θέλουν, ενώ εδώ, που είμαστε ακόμη στην αρχή του πολέμου, βλέπουμε ότι ο Δικαιόπολις ενώ το προτείνει δεν τον ακολουθεί κανείς και αποφασίζει να ζητήσει ανακωχή και ειρήνη προσωπική, μόνο για τον ίδιο και την οικογένειά του».
Ο Δικαιόπολις συνάπτει, ας πούμε, ένα ιδιωτικό συμφωνητικό ειρήνης. Είναι τελικά εγωιστής και καιροσκόπος ή απλώς ένας απελπισμένος που καταφεύγει στην έσχατη λύση; «Εχει αυτή την ιδιαιτερότητα ο συγκεκριμένος χαρακτήρας, και είναι δύσκολο και για μένα να εξηγήσω την κίνησή του. Εύκολα μπορεί να τον χαρακτηρίσει κανείς απατεωνίσκο, αφού θέλει κάτι μόνο για πάρτη του. Ομως νομίζω πως απλώς ήταν απηυδισμένος με τον πόλεμο και δεν έβρισκε άλλη λύση. Προσπαθώντας να καταλάβω αυτόν τον ήρωα, σκέφτηκα ότι πρέπει να ένιωθε πολύ μόνος τότε. Τους Αθηναίους τούς διέκρινε μια απίστευτη έπαρση εκείνα τα χρόνια, ένιωθαν πλανητάρχες, κυρίαρχοι του κόσμου. Πόσο εύκολο θα ήταν να υποχωρήσουν εφόσον θεωρούσαν ότι είναι ανίκητοι; Θα πρέπει να φαινόταν τρελός όποιος πρότεινε κάτι τέτοιο. Αρα μάλλον όλοι οι υπόλοιποι ήταν πιο εγωιστές από τον Δικαιόπολι και μάλλον σκέφτηκε «αφού δεν με ακούτε και δεν με καταβαίνετε, τότε θα βρω την άκρη μόνος μου». Και φυσικά έπρεπε να συγκρουστεί με ένα περίεργο κατεστημένο, διότι υπήρχαν πολλά προσωπικά συμφέροντα, πολιτικές ίντριγκες και δεν συνέφερε τους πολεμοκάπηλους να σταματήσουν οι μάχες. Μας θυμίζουν όλα αυτά διάφορες σημερινές καταστάσεις και για αυτόν τον λόγο θεωρείται τόσο διαχρονικός ο Αριστοφάνης. Μας αποδεικνύει ότι ύστερα από 2.500 χρόνια ο Ελληνας δεν έχει αλλάξει και πολύ».
Το χιούμορ του Ελληνα έχει αλλάξει; «Ισως να έχει γίνει πιο συντηρητικός ο έλληνας θεατής. Ηταν πολύ πιο ανοιχτό το μυαλό των ανθρώπων τότε, και σε σχέση με το θέατρο συγκεκριμένα, το οποίο ήταν κάτι τρομερά αναγκαίο για τους πολίτες εκείνης της εποχής. Ο Αριστοφάνης, να φανταστείτε, μέσα από τις κωμωδίες του είχε να διαχειριστεί πολλά κοινωνικά στρώματα εκείνης της εποχής, από τον απλό αγρότη μέχρι τους άρχοντες και τους ιερείς. Κυνηγούσε να πάρει το πρώτο βραβείο και έπρεπε να τους καλύψει όλους με τα αστεία του, όμως ουσιαστικά ήθελε να επηρεάσει τη σκέψη τους. Δεν τον ένοιαζε απλώς να γελάσουν για να κερδίσει, ήθελε παράλληλα να τους κάνει να ξυπνήσουν, να σκεφτούν πιο βαθιά. Είναι τραγωδός κεκαλυμμένος με το πέπλο της κωμωδίας, μιλάει για πολύ σοβαρά πράγματα, γι’ αυτό και ξεφεύγει από το στενό πλαίσιο της κωμωδίας».
Ούτως ή άλλως, πολλά από τα πιο σπουδαία πράγματα δεν τα λέμε στα αστεία; «Το χιούμορ είναι συχνά ο δούρειος ίππος που θα μας βοηθήσει να ξεσκεπάσουμε και να αποκαλύψουμε αλήθειες. Με έναν ήπιο φαινομενικά τρόπο, γελώντας δηλαδή, σκέφτεσαι πόσο δίκιο μπορεί να έχει αυτός που σε κάνει να γελάς. Το χιούμορ έχει επίσης την ιδιότητα να μας κάνει όλους συμμάχους. Καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας, αλλά καταλαβαίνουμε και ποια είναι η πραγματικότητα, χωρίς όμως να μας βαραίνει η τραγική διάστασή της».
info:
Η παράσταση «Αχαρνής», σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, παρουσιάζεται στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 10-11 Ιουλίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου 2015.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ