Ο Μπέντζαμιν Κλεμεντάιν τραγουδάει δυνατά, αλλά μιλάει πάρα πολύ χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά.

Ο 26χρονος από τη Βρετανία έδωσε πριν από λίγο καιρό μια συναυλία στην Αθήνα, στοGazarte, εντυπωσιάζοντας το κοινό με την επιδεξιότητά του στο πιάνο, την εκφραστική φωνή του, αλλά και τα ιδιοσυγκρασιακά τραγούδια του. Το ντεμπούτο άλμπουμ του «At LeastforNow» κυκλοφορεί αύριο (12/01). Ακόμη δεν έχει συνειδητοποιήσει τι του έχει συμβεί, ότι αποτελεί δηλαδή καλλιτέχνη το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται (δικαίως) στις περισσότερες λίστες με τους πιο ραγδαία ανερχόμενους αστέρες της μουσικής: «Ισως να κατάλαβα ότι τα πράγματα ξεφεύγουν από τον έλεγχό μου όταν γνώρισα τον Πολ Μακ Κάρτνεϊ στα παρα-σκήνια της τηλεοπτικής εκπομπής του Τζουλς Χόλαντ» λέει με καμάρι ανάμεικτο με ανησυχία.

Ο νεαρός Λονδρέζος μετακόμισε στο Παρίσι το 2008, και ήταν οι Γάλλοι που τελικά ανακάλυψαν το ταλέντο του. Στα τραγούδια του αναφέρεται συχνά στη σύντομη μετανάστευσή του. «Ουδείς προφήτης στον τόπο του» λένε οι στίχοι στο έξοχο «Winston Churchill’sBoy»: «Ηταν δύσκολη η προσαρμογή, έπρεπε να μάθω τη ζωή από την αρχή. Το Παρίσι είναι μια πόλη γεμάτη φώτα και σε βοηθάει αυτό, όμως η γλώσσα, ο χώρος, οι άνθρωποι ήταν διαφορετικοί απ’ ό,τι είχα συνηθίσει». Τη φωνή του τη συγκρίνουν συχνά με εκείνη της Νίνα Σιμόν. Δεν τον ενοχλεί αυτό: «Οι δημοσιογράφοι μπορούν να γράφουν ό,τι θέλουν. Αν με συγκρίνουν με έναν θρύλο, πρόκειται φυσικά περί κομπλιμέντου. Είναι ωραίο συναίσθημα, αλλά δεν δικαιούμαι ακόμη να το θεωρήσω δεδομένο».
Τα τραγούδια του σπανίως ακολουθούν μια καθορισμένη φόρμα και εκπλήσσουν με τις μεταπτώσεις τους. «Ισχύει αυτό. Ετσι και η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις και πρέπει να το αποδεχτούμε, δεν γίνεται να παραπονιόμαστε για αυτό. Πάντως, τα συναισθήματά μου με οδηγούν, δεν δημιουργώ τα τραγούδια μου βάσει στρατηγικής». Τον ρωτάω αν φοβάται καμιά φορά πως ίσως γίνεται υπερβολικά εξομολογητικός. «Λέω συχνά πως η ειλικρίνειά μου μπορεί μια μέρα να με σκοτώσει. Ωστόσο, δεν νιώθω ότι εκφράζω μόνο τον εαυτό μου, ούτε νιώθω μόνος, νομίζω πως μπορούν να ταυτιστούν πολλοί μαζί μου. Εσύ λες πως είναι αυτοβιογραφικοί οι στίχοι μου, αλλά θεωρώ πως εκφράζουν κι άλλους». Από τις βασικές καλλιτεχνικές επιρροές του ξεχωρίζει τον Ερίκ Σατί και τον Τζίμι Χέντριξ «γιατί ήταν ελεύθεροι. Τον Χέντριξ δεν τον ένοιαζε πώς θα έπαιζε την κιθάρα του, δεν το σκεφτόταν, απλώς το έκανε». Τελικά, τι κινητοποιεί την έμπνευσή του; «Ο άνθρωπος. Το πιο δυνατό πλάσμα στον κόσμο. Είμαστε τόσο έξυπνοι αλλά και τόσο αδύναμοι, ικανοί για το καλύτερο και το χειρότερο, γνωρίζουμε τόσο πολλά, αλλά ταυτόχρονα και τίποτα».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ