Ηταν ο Τζον Κένεντι που της ζήτησε κάποια που να μοιάζει στην Τζάκι «αλλά να είναι και θερμή». Ηταν το αφεντικό της Fiat Τζιάνι Ανιέλι, o οποίος, αφού επιδόθηκε σε όργια με τις κοπέλες της, τις προσκάλεσε μαζί του στη Θεία Λειτουργία. Ηταν και ο Αριστοτέλης Ωνάσης μαζί με τη Μαρία Κάλλας, των οποίων οι ιδιαίτερες προτιμήσεις ισχυρίζεται ότι την έκαναν να κοκκινίσει. Ηταν ο Νιάρχος, ο Γκετί και ο Ρότσιλντ. Σήμερα, το 2015, η διάσημη μαντάμ ζει στα 91 της στη Νίκαια της Γαλλίας. Συνεχίζει ή όχι τη δράση της, όπως αναρωτήθηκε πρόσφατα το «Vanity Fair»; Ας δούμε κάποια περιστατικά από την ιστορία της μαντάμ Κλοντ.
Το 1981 η Κλοντ, έχοντας καταφύγει στην Αμερική για να γλιτώσει από τις γαλλικές αρχές που την καταδίωκαν για φοροδιαφυγή, ντυμένη με Chanel και τσιμπώντας σαν πουλάκι από το πιάτο της, δεν έδωσε στον συγγραφέα-δημοσιογράφο Ουίλιαμ Στάντιεμ την εικόνα μια τυπικής μαντάμ, όταν τη συνάντησε για πρώτη φορά. Αργότερα η μαντάμ Κλοντ ήταν πρόθυμη έναντι αδράς αμοιβής να διηγηθεί τις ιστορίες της για ένα βιβλίο που τελικά ακυρώθηκε. Τα σύνορα της αλήθειας των περιστατικών που του εμπιστεύτηκε είναι μάλλον δυσδιάκριτα, γιατί το ψέμα και η αλήθεια αποτελούν τις δύο όψεις του νομίσματος της ζωής της 91χρονης σήμερα Κλοντ. Ουσιαστικά, η θρυλική μαντάμ, κατά κόσμον Φερνάντ Γκριντέ, κατάφερε να επινοήσει τον εαυτό της από την αρχή και το κορίτσι με τα στραβά δόντια και τη μεγάλη μύτη, που μάλλον δεν είχε καμία τύχη ως πόρνη στους κακόφημους δρόμους του Παρισιού –η ίδια έχει ισχυριστεί ότι ο βραζιλιάνος μάγος της πλαστικής χειρουργικής Ιβο Πιτανγκί ανέλαβε το έργο της μεταμόρφωσής της αργότερα -, έγινε η νευρική, μικροκαμωμένη, δυναμική γυναίκα με το κομψό ντύσιμο που διοικούσε έναν «οίκο» συνοδών πολυτελείας, ως σιδηρά κυρία του πληρωμένου έρωτα.
Μια ημέρα στο βασίλειο της Κλοντ. «Εμπρός; Ναι;». Στα τέλη του 1950 η μαντάμ Κλοντ συνήθιζε να απαντά η ίδια στους πελάτες της στο τηλέφωνο. «Πήραμε το ασανσέρ και η Κλοντ μάς χαιρέτησε στην πόρτα» θυμάται χαρακτηριστικά ο πρώην ρεπόρτερ του περιοδικού «Ρaris Match», Ζαν-Πιερ ντε Λούκοβιτς, που είχε επισκεφθεί το περιβόητο διαμέρισμα. «Η εντύπωση που έδινε ήταν ότι επρόκειτο για διευθύντρια οίκου μόδας, πολύ συγκρατημένη, ντυμένη στους τόνους του μπεζ και του γκρι, ελάχιστα μακιγιαρισμένη. Μας οδήγησε στο lounge και μας έφτιαξε ποτά: ουίσκι και κονιάκ. Δεν υπήρχε υπηρέτρια. Μιλήσαμε για 15 λεπτά. Πώς περάσαμε το Σαββατοκύριακο, πώς ήταν ο καιρός στο Ντοβίλ… Μετά έκανε την εισαγωγή: «Kατάλαβα. Θέλετε να δείτε μερικά νεαρά κορίτσια»».
Τα περίφημα κορίτσια της μαντάμ Κλοντ λοιπόν. Προσεκτικά διαλεγμένα, με μια παγωμένη σκανδιναβική ομορφιά. Ψηλά, ψυχρά, τέλεια. Κορίτσια που μπορεί να ήταν μοντέλα σε γαλλικούς οίκους και που η μαντάμ διαφήμιζε «ως καλές στο κρεβάτι». Και τα πρώτα χρόνια της δράσης της, μια συνάντηση μαζί τους μπορεί να στοίχιζε φθηνά, μόλις 40 δολάρια, έπειτα όμως, με την επέλαση των πλούσιων Αράβων στο Παρίσι, οι τιμές άγγιξαν τα ύψη. Αλλωστε, ο σάχης της Περσίας συνήθιζε να τους δωρίζει κοσμήματα.

Πλούσιοι γάμοι.
Οι φήμες που θέλουν τα κορίτσια της μαντάμ Κλοντ, τους κύκνους της όπως χαρακτηριστικά τα αποκαλούσε, να παντρεύονται τους πλούσιους, διάσημους και ισχυρούς πελάτες τους είναι πολλές. Σύμφωνα με τη δημοσιογράφο Ντάνι Ζακόντ, η μαντάμ Κλοντ είχε ψύχωση με το να μεταμορφώνει τα κορίτσια της, φορώντας τους συνολάκια του οίκου Yves Saint Laurent, ακριβά κοσμήματα και πολυτελείς τσάντες, φροντίζοντας και για την πνευματική τους τροφή με τεύχη του περιοδικού «Ηistoria».
Και δεν έλεγε «όχι» ούτε στις πλαστικές επεμβάσεις. Τη μόνη που δεν τους επέτρεπε να κάνουν ήταν εκείνη της αυξητικής στήθους. Πίστευε ότι δεν μπορούσε κάποιος άνθρωπος να δημιουργήσει ένα όμορφο μπούστο εκεί που ο ίδιος ο Θεός είχε αποτύχει. Υστερα της άρεσε να φυλλομετρά το «Vogue» και να σχολιάζει κάπως έτσι: «Οταν τη γνώρισα λεγόταν Μαρλέν και είχε μια φρικιαστική μύτη. Τώρα μοιάζει με πριγκίπισσα». Ο υπαινιγμός στη φωνή φανέρωνε ότι αν μιλούσε θα μπορούσε να καταστρέψει αρκετές ζωές –κάτι που μάλλον απολάμβανε.
Η Φρανσουάζ Φαμπιάν, η ηθοποιός που ενσάρκωσε τη μαντάμ Κλοντ στην ταινία του 1977 «Μadame Claude», αποκόμισε τη χείριστη εντύπωση από τις συναντήσεις που είχε μαζί της.
«Περιφρονούσε τους άνδρες και τις γυναίκες. Οι άνδρες ήταν πορτοφόλια, οι γυναίκες «τρύπες»» δήλωσε χαρακτηριστικά. Μάλιστα, η Φαμπιάν έφτασε στο σημείο να παρομοιάσει την Κλοντ με τους δουλεμπόρους των φυτειών της Νότιας Αμερικής, καθώς σύμφωνα με την ίδια η Κλοντ αφού «μεταμόρφωνε» τα κορίτσια, εκείνα ήταν υποχρεωμένα να δουλέψουν μαζί της, ώστε να ξεπληρώσουν τα χρέη τους.
Η φήμη της, πάντως, μεγάλωνε. Στο πελατολόγιό της, τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 συγκαταλέγονταν ο Μάρλον Μπράντο, ο Ρεξ Χάρισον, ο ζωγράφος Μαρκ Σαγκάλ, ο οποίος λέγεται ότι συνήθιζε να δωρίζει στα κορίτσια τα γυμνά σκίτσα που τους έκανε. Σύμφωνα με τη Σούζι Βις, πρώην συνοδό πολυτελείας, η Κλοντ προσπάθησε να την προσεγγίσει ώστε να δουλέψει για εκείνη, αλλά η Βις ήθελε να γίνει και αυτή μαντάμ – στο πελατολόγιο της Κλοντ συγκαταλέγονταν τα ονόματα του Νιάρχου, του Ωνάση, του Γκετί, του Ρότσιλντ και του Ανιέλι. «Φυσικά και ήταν πελάτες της Κλοντ» επιβεβαιώνει και ένας τραπεζίτης. «Ολοι χρησιμοποιούσαν τις υπηρεσίες της. Οι καλύτεροι άνδρες ήθελαν τις καλύτερες γυναίκες». Μια φήμη θέλει ακόμη υπουργό του Ζορζ Πομπιντού να διώχνεται κακήν κακώς από το κρεβάτι ενός «κύκνου» της μαντάμ Κλοντ από την εξοργισμένη λεσβία φίλη της κοπέλας.
Κάπως έτσι η μαντάμ Κλοντ έγινε περιζήτητη, με φίλους και διασυνδέσεις στα υψηλά στρώματα της κοινωνίας. Σε ένα πάρτι οι καλεσμένοι θυμούνται τη συνηθισμένη αυτή μικροκαμωμένη ξανθιά να επισκιάζει ακόμη και την Μπριζίτ Μπαρντό.

Βολικές αλήθειες. Η μαντάμ Κλοντ γεννήθηκε στην Κοιλάδα του Λίγηρα. Ηταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και πατέρας της επιφανές μέλος της τοπικής κοινωνίας.Παρακολουθούσε μαθήματα στις καλόγριες και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μια ηρωίδα της Αντίστασης, η οποία φυλακίστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης από τους Γερμανούς.
Αυτή είναι η εκδοχή της ζωής της, τουλάχιστον όπως τη δημοσίευσε στο βιβλίο «Μadam» του 1994. Γιατί υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, ή μάλλον αρκετές άλλες.
Για παράδειγμα, σε ντοκιμαντέρ που παρουσιάστηκε το 2010 στη γαλλική τηλεόραση για τη ζωή της, ο αριστοκράτης μπαμπάς ήταν ένας ιδιοκτήτης καντίνας σε σταθμό τρένου και εκείνη φυσικά δεν είχε πατήσει ποτέ το πόδι της στο μοναστήρι. Οσο για το στρατόπεδο συγκέντρωσης και την ιστορία που τη θέλει να σώζει εκεί τη ζωή της ανιψιάς του στρατηγούΣαρλ ντε Γκολ (ή το αντίστροφο) συνάπτοντας σχέση με έναν γερμανό γιατρό, μάλλον πρόκειται, σύμφωνα με γάλλο ιστορικό, για ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα της μοναδικής της ικανότητας να δημιουργεί τον μύθο της, καθώς όπως ισχυρίζεται ο ίδιος η μαντάμ Κλοντ ουδέποτε φυλακίστηκε από τους Γερμανούς.
Ή μήπως τελικά φυλακίστηκε; Γιατί υπάρχουν μάρτυρες που ισχυρίζονται ότι είδαν στο μπράτσο της το χαρακτηριστικό τατουάζ των ανθρώπων που πέρασαν την κόλαση του Αουσβιτς. Μάλιστα, ο γνωστός δημοσιογράφος και μπον βιβάν Τάκης Θεοδωρακόπουλος επιβεβαίωσε την ιστορία της. Με μια ουσιώδη διαφορά βέβαια: δεν ήταν η δράση της που την οδήγησε εκεί αλλά η καταγωγή της. Η μαντάμ Κλοντ ήταν Εβραία.
Και υπάρχουν και άλλα σκοτεινά σημεία στη ζωή της. Για παράδειγμα, η ύπαρξη μιας κόρης για την οποία το μόνο που είναι γνωστό είναι ότι μεγάλωσε με τη μητέρα της μαντάμ Κλοντ. Οσο για την ερωτική ζωή της; Τίποτα δεν μαρτυρά την ύπαρξη κάποιας μακροχρόνιας σχέσης. Σύμφωνα με την πρώην φίλη της Σιλβέτ Μπαλάντ, η μεγαλύτερη μαντάμ του κόσμου σιχαινόταν το σεξ. Οταν μάλιστα έγινε 40 χρόνων, κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη και αποφάνθηκε ότι η εικόνα της ήταν απωθητική. «Οι άνθρωποι άνω των 40 ετών δεν πρέπει να κάνουν σεξ» είπε.
Η φυγή στο Λος Αντζελες. Η άνοδος στην εξουσία του Βαλερί Ζισκάρ ντ’Εστέν άλλαξε την πορεία της ζωής της και η μαντάμ Κλοντ κυνηγημένη από τις γαλλικές φορολογικές αρχές πέρασε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Πίστευε ότι οι ισχυροί πελάτες της θα τη συντηρούσαν, ενώ λέγεται ότι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου τής είχαν υποσχεθεί να της παραχωρήσουν πράσινη κάρτα, κάτι που δεν συνέβη, γεγονός που την οδήγησε στο να κάνει λευκό γάμο με έναν γκέι μπάρμαν.
Επιζητώντας μια επίφαση ευπρέπειας, η μαντάμ Κλοντ άνοιξε ένα γαλλικό ζαχαροπλαστείο, συνεχίζοντας ταυτόχρονα να αναζητεί καλλονές που θα μπορούσε να προσθέσει στα κορίτσια της. Οι σοφιστικέ «κύκνοι» της, όμως, με μια ψυχρή ομορφιά α λα Κατρίν Ντενέβ δεν είχαν ιδιαίτερη πέραση με αποτέλεσμα οι πληθωρικές, ξανθές Καλιφορνέζες να της νικούν κατά κράτος. Κάπως έτσι γινόταν και με τα γαλλικά κρουασάν που σερβίριζε στο ζαχαροπλαστείο της: το πλήθος εδώ ήταν πεινασμένο για χορταστικά μπέιγκελ.
Ανάμεσα, πάντως, στα γαργαλιστικά περιστατικά που σημάδεψαν την πορεία της στην Αμερική ήταν και η συνάντησή της με την Τζόαν Κόλινς. Οπως αποκάλυψε η διασημότερη κακιά της αμερικανικής τηλεόρασης στο βιβλίο της «Second Act», η μαντάμ Κλοντ πλησίασε εκείνη και τη φίλη της Εβι Μπρικούζ –γυναίκα του συνθέτη Λέσλι Μπρικούζ –για να τις εντάξει και τις δύο στον κύκλο των κοριτσιών της. «Νομίζω ότι εσείς οι δύο μπορείτε να τα πάτε καλά. Για την ακρίβεια, πολύ καλά. Οι σύζυγοί σας δεν χρειάζεται να μάθουν τίποτα και νομίζω ότι θα βγάλετε αρκετά χρήματα για να αγοράζετε στον εαυτό σας μερικά έξτρα στολίδια» τους είπε. Οι δύο γυναίκες, αφού έμειναν για λίγο αμήχανες, άρχισαν να γελούν.

Επιστροφή και σύλληψη.
Το κλίμα της Αμερικής λοιπόν δεν τη σήκωνε. Γύρω στο 1985 γύρισε πίσω στη Γαλλία και έπειτα από μια σύντομη παραμονή τεσσάρων μηνών σε μια φυλακή-κάστρο του 17ου αιώνα στην περιοχή Καόρ –μεταξύ άλλων είχε ιδιωτικό δωμάτιο με προσωπική καμαριέρα και κομμώτρια –η μαντάμ Κλοντ αποφυλακίστηκε, για να γυρίσει στο Παρίσι και να ριχθεί και πάλι στη δουλειά, ψάχνοντας για νέους «κύκνους».
Η μεγάλη δίψα της για τελειότητα, όμως, ήταν τελικά εκείνη που την παγίδευσε. Ο κύβος ερρίφθη όταν η μαντάμ Κλοντ απέρριψε μια νεαρή γυναίκα που ήθελε να μπει στον κύκλο των κοριτσιών της, θεωρώντας την υπέρβαρη για τα γούστα της. Η πληγωμένη υποψήφια δεν έχασε χρόνο και γρήγορα συνεργάστηκε με τις διωκτικές αρχές για την πάταξη της μαστροπείας. Η Μαρτίν Μοντέιγ, επικεφαλής της υπηρεσίας, έγινε γνωστή ως η γυναίκα που συνέλαβε τη μαντάμ Κλοντ το 1992 και για πρώτη φορά την έφερε ενώπιον της Δικαιοσύνης, όχι με κατηγορίες φοροδιαφυγής, αλλά με την κατηγορία της μαστροπείας.
Και ενώ όλοι περίμεναν μια ιστορική δίκη, η μαντάμ Κλοντ, μολονότι καταδικάστηκε, έμεινε για ελάχιστο διάστημα στη φυλακή. Ηταν πολλοί εκείνοι που μάλλον φοβόντουσαν τις αποκαλύψεις της. Το σκάνδαλο θα μπορούσε να είναι τεράστιο.
Μετά το 1994 η μαντάμ Κλοντ άρχισε σιγά σιγά να εξαφανίζεται από το προσκήνιο. Για αρκετά χρόνια κανείς δεν γνώριζε πού βρισκόταν. Τελικά φαίνεται ότι είχε μετακομίσει στη Νίκαια της Γαλλίας όπου τη φρόντιζε ένας κύκλος γκέι και πλούσιων φίλων της. Οδηγούσε μια λευκή Austin και γέμισε το σπίτι της με γάτες. Στην ίδια περιοχή ήταν εγκατεστημένη και η κόρη της, με την οποία η επικοινωνία δεν φαίνεται να αποκαταστάθηκε ποτέ. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Ζαν-Νοέλ Μιράντ, η μαντάμ Κλοντ έχαιρε άκρας υγείας μέχρι και πριν από λίγο καιρό. Μέσα όμως στο 2014 αναγκάστηκε να μπει στο γηροκομείο, παρουσιάζοντας την εικόνα μιας εύθραυστης ηλικιωμένης.
Η Μιριέμ Λε, η παραγωγός του γαλλικού ντοκιμαντέρ για τη ζωή της Κλοντ, δίνει και μια άλλη εκδοχή. «Της μίλησα στις αρχές του 2014. Εμοιαζε εντελώς διαυγής. Δεν υπήρχε κανένα σημάδι άνοιας ή κάτι τέτοιο». Μάλιστα η Λε φαίνεται να υποψιάζεται ότι η Κλοντ κάτι μαγειρεύει. Είναι άλλωστε τόσο μεγάλη η επέλαση των ρώσων ολιγαρχών στη Γαλλική Ριβιέρα. Ακόμη και μετά τα 90, η αγέραστη κυρία Κλοντ μπορεί να παραμένει η απόλυτη μαντάμ.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ