Ο Μπεν Αφλεκ δεν πιστεύει στη ματαιοδοξία. Τουλάχιστον όχι έτσι όπως τη βλέπει στις ταινίες. Ως θεατής, ο 42χρονος αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης, δημιουργός της βραβευμένης με Οσκαρ ταινίας «Επιχείρηση: Argo» και κάτοχος Οσκαρ σεναρίου για τον «Ξεχωριστό Γουίλ Χάντινγκ» (μαζί με τον Ματ Ντέιμον), νιώθει ότι η ματαιοδοξία τον ξενερώνει, επειδή πολύ απλά «στον κινηματογράφο αποδυναμώνει τον ρεαλισμό». Γι’ αυτό και όταν συζητώντας με τον Ντέιβιντ Φίντσερ για τον ρόλο του Νικ Νταν τον οποίο επρόκειτο να υποδυθεί στην ταινία «Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» («Gone Girl»), ο Αφλεκ χάρηκε ακούγοντας τον πρώτο να του λέει «κοίτα, Μπεν, σε αυτή την ερμηνεία η ματαιοδοξία δεν έχει θέση».
«Πόσο καλά πιστεύεις ότι γνωρίζεις αυτόν που αγαπάς;» διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του μυθιστορήματος της Τζίλιαν Φλιν στο οποίο βασίζεται το σενάριο της ταινίας, γραμμένο επίσης από την αμερικανίδα συγγραφέα (το βιβλίο της «Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Βάσιας Τζανακάρη). Επάνω σε αυτό το ερώτημα δομείται η ιστορία τόσο του μυθιστορήματος όσο και της ταινίας: Το πρωινό της πέμπτης επετείου του γάμου του, ο Νικ, ένας καλοβαλμένος, όμορφος άνδρας που ζει μια ζωή φαινομενικά ζηλευτή, βλέπει τον κόσμο του να καταρρέει όταν διαπιστώνει ότι η σύζυγός του, Εϊμι, έχει εξαφανιστεί. Σαν να μην έφτανε η αγωνία του, η εξαφάνιση τον καθιστά αμέσως βασικό ύποπτο. Την ίδια ώρα που οι φίλοι της Εϊμι αποκαλύπτουν ότι φοβόταν τον Νικ και ότι του κρατούσε μυστικά, εκείνος προσπαθεί να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας και ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Ωστόσο, τα ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον του διαρκώς αυξάνονται. Τι θα κάνει;
Ο γάμος, τα μίντια και τα στερεότυπα
«Στον πυρήνα του, το θέμα του βιβλίου είναι ο γάμος σήμερα, μέσα από την κάπως διαστροφική ματιά της Τζίλιαν Φλιν» πιστεύει ο Αφλεκ. «Ο γάμος είναι το θέμα και της ταινίας, μόνο που στην κινηματογραφική εκδοχή του βιβλίου είναι η ματιά του Φίντσερ που κάνει τη διαφορά. Και είναι μια ματιά λοξή. Επομένως, έχεις μια σκηνοθετική διαστροφή επάνω σε μια συγγραφική διαστροφή! Αυτό που θεωρώ πολύ ενδιαφέρον είναι ότι και τα δύο μιλούν για τον τρόπο με τον οποίο στις σχέσεις μας αρχικά φοράμε κάτι σαν μάσκα, ώστε να γίνουμε ελκυστικοί ο ένας απέναντι στον άλλον, να αρέσουμε. Αλλάζουμε τον εαυτό μας για να ταιριάξουμε στις προσδοκίες των άλλων. Οταν οι μάσκες κάποια στιγμή πέφτουν, τότε ανακαλύπτουμε ποιοι πραγματικά είμαστε και ποιοι πραγματικά είναι οι άλλοι, και αυτό συχνά είναι μια διαδικασία που προκαλεί δυσάρεστες εκπλήξεις».
Μα και από την πλευρά του, υποδυόμενος έναν ήρωα ο οποίος βρίσκεται διαρκώς υπό παρακολούθηση, ο Αφλεκ ένιωθε ότι έπαιζε κάποιον ο οποίος έπαιζε κάποιον άλλον. «Το θέμα του ρόλου που υποδύομαι ήταν για εμένα αυτό που έχει σημασία», εξηγεί στο BHmagazino, «γιατί ήταν ένα θέμα που με εξουσίαζε και ένιωθα ότι αντηχούσε μέσα μου». Για παράδειγμα, τον ενδιέφερε ο τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ μπορούν ανά πάσα στιγμή να διαμορφώσουν την εικόνα και τους «ρόλους» των ανθρώπων έτσι όπως τα βολεύει. «Τη μία στιγμή μπορεί να είσαι ο αξιολάτρευτος σύζυγος και την άλλη ο σύζυγος-δολοφόνος, κάποιος που μαχαιρώνει πισώπλατα. Τα μίντια μπορούν με μεγάλη ευκολία να σε μετατρέψουν στο εύπεπτο αρχέτυπο που εκείνα επιθυμούν».
Kαι αυτό, βέβαια, δεν ισχύει μόνο στα ΜΜΕ, αλλά και στην ίδια την καθημερινότητα και στις σχέσεις μας, όπου σύμφωνα με τον Αφλεκ επίσης υποδυόμαστε ρόλους. «Ολοι περιμένουν κάτι από εσένα σε μια σχέση εντός γάμου. Η αφοσιωμένη σύζυγος, ο πιστός σύζυγος. Κάθε φορά, όμως, που συμπεριφέρεσαι κάπως διαφορετικά, ασυγχρόνιστα με τις προσδοκίες των άλλων, ορθώνεται μπροστά σου ένα πρόβλημα». Και αυτό συμβαίνει με τον Νικ, του οποίου η συμπεριφορά ως συζύγου που θρηνεί δεν είναι αυτή που υποτίθεται ότι θα όφειλε να είναι. Να κάτι που μπορεί να εξοργίσει τον κόσμο, ιδίως με τον τρόπο που αναπαράγεται από τα ΜΜΕ.
Παίζοντας με όλες αυτές τις ιδέες, η αίσθηση που προκάλεσε το μυθιστόρημα της Τζίλιαν Φλιν όταν εκδόθηκε, πριν από δύο χρόνια, ήταν τεράστια. Μόνο στην Αμερική άγγιξε τα 6 εκατομμύρια αναγνώστες και αργότερα μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε σε 41 χώρες! «Πριν από λίγο καιρό το βιβλίο ήταν ό,τι πιο καυτό κυκλοφορούσε στο Χόλιγουντ» είπε ο Αφλεκ. «Ολοι το διάβαζαν και, ως γνωστόν, στο Χόλιγουντ όλοι συζητούν για κάτι ώσπου να βρεθεί μπροστά τους κάτι άλλο». Κάτι τέτοιο συνέβη και με την περίπτωση της ταινίας που εν τέλει σκηνοθέτησε ο Ντέιβιντ Φίντσερ. Ο Αφλεκ αναζήτησε το βιβλίο, το διάβασε, και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν πόσο δύσκολα θα μεταφερόταν στο σινεμά. Κατόπιν, όμως, όταν ο θόρυβος άρχισε να κοπάζει, το έβαλε στο συρτάρι για να επανέλθει σε αυτό τη στιγμή που δέχθηκε ένα τηλεφώνημα στο οποίο πληροφορήθηκε ότι ο Φίντσερ ήθελε να συζητήσει μαζί του την πιθανότητα συνεργασίας τους για την κινηματογραφική εκδοχή του. Ο Αφλεκ ενθουσιάστηκε, μια συνεργασία με τον σκηνοθέτη του «Seven», του «Fight Club» και της «Απίστευτης ιστορίας του Μπέντζαμιν Μπάτον» ήταν για εκείνον όνειρο ζωής. «Θα έπαιζα και τον τηλεφωνικό κατάλογο για τον Φίντσερ». Με τις ευλογίες της Warner Bros. μάλιστα, παράτησε το σχέδιο μιας ταινίας που επρόκειτο να σκηνοθετήσει προκειμένου να είναι ελεύθερος για το «Κορίτσι που εξαφανίστηκε», στο οποίο συμπρωταγωνιστεί με τη Ρόζαμουντ Πάικ που υποδύεται την Εϊμι.
Ο ίδιος ο Μπεν Αφλεκ έχει ταλαιπωρηθεί αρκετά από τα μίντια, ιδίως την περίοδο της θυελλώδους σχέσης του με την Τζένιφερ Λόπεζ, τότε που τα πράγματα είχαν φτάσει στο απροχώρητο. «Υπάρχουν χαρακτηρισμοί που μου έχουν προσάψει οι οποίοι μου ήταν τελείως ανοίκειοι και υπήρξαν περίοδοι της ζωής μου που πραγματικά δεν έδινα δεκάρα για το τι θα γραφτεί ή τι θα ειπωθεί για εμένα. Ακόμη και σήμερα αναρωτιέμαι τι ήταν αυτό που μπορεί να προκαλέσει τόση έχθρα και τόσο μίσος».
Αγανακτισμένοι στο Διαδίκτυο
Η εποχή του Ιnternet τρομάζει τον Μπεν Αφλεκ και φυσικά δεν είναι ο μόνος που νιώθει έτσι. Δεν τον τρομάζει ότι πλέον η αλήθεια στα περισσότερα ΜΜΕ δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο. Είναι το γεγονός ότι η αναπαραγωγή του ψέματος έχει γίνει καθεστώς και στα αποκαλούμενα «σοβαρά» μέσα. «Είναι πιο εύκολο να κάνεις «copy/paste» για να έχεις ακόμη και λάθος την είδηση από το να πεις «μισό λεπτό, αυτό δεν μου κάνει και τόσο σόι. Για να το ψάξω. Για να του ρίξω μια καλύτερη ματιά»». Τον τρομάζει επίσης η οργή του κόσμου, κάτι που γίνεται φανερό στα σχόλια κάτω από τα ειδησεογραφικά άρθρα, μια οργή που μπορεί να προκληθεί κυριολεκτικά από το τίποτε. Πριν από λίγο καιρό εξεπλάγη όταν κάτω από μια ανάρτηση στο YouΤube είδε να εξελίσσεται «ένας κυριολεκτικός πόλεμος για τη «μάχη» ανάμεσα στο Android και στο λειτουργικό του iPhone. Υπήρχαν σχόλια του τύπου «άντε γαμ… θα σου καρφώσω την καρδιά, παλιομαλ…!». Θέλω να πω, πόσο μπορεί ένας άνθρωπος να μισεί ένα… τηλέφωνο;».
Εχει γίνει πιο οργισμένος ο κόσμος σε σχέση με παλαιότερες εποχές; Σίγουρα, αν και για τον Αφλεκ αυτή η οργή, ενώ δηλώνει μια γενική τάση, σαν να προέρχεται από την πλειονότητα του κόσμου, στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν ισχύει. «Προσωπικά δεν γνωρίζω κανέναν που να γράφει σχόλια ή να λαμβάνει μέρος σε οξύθυμες συζητήσεις στο Διαδίκτυο» λέει. «Φαίνεται, ωστόσο, ότι υπάρχουν άνθρωποι με πολλή οργή απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό, την οποία διοχετεύουν όποτε διαβάσουν κάτι με το οποίο δεν συμφωνούν. Γιατί, στ’ αλήθεια τώρα, σχεδόν καμία ιστορία στο Ιnternet δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη μνησικακία που βλέπουμε στα σχόλια των αναγνωστών». Το ακόμη πιο τραγικό για τον ηθοποιό και σκηνοθέτη είναι ότι τα θέματα που θα δικαιολογούσαν ακόμη και οξύθυμες αντιδράσεις, η κατάσταση στο Νταρφούρ ή οι εξελίξεις στο Ιράκ, περνούν απαρατήρητα με πέντε-έξι, το πολύ, σχόλια. «Εκεί βλέπει κανείς τις ρίζες της απάθειας την οποία βιώνουμε όλοι μας τα τελευταία χρόνια».
Μια άλλη παράμετρος στο «Κορίτσι που εξαφανίστηκε» η οποία δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη είναι η επαγγελματική κατάσταση του πρωταγωνιστικού ζεύγους. Ο Νικ και η Εϊμι έχουν μετακομίσει στην ύπαιθρο διότι στην πόλη έχασαν τις δουλειές τους. Η καριέρα τους αφανίστηκε. Η αποξένωση της σύγχρονης μεσαίας τάξης αποτελεί ένα από τα νευραλγικά ζητήματα στο φόντο της ταινίας, όπου αποκαλύπτεται ότι ο καλύτερος εαυτός των δύο αυτών ανθρώπων «εξανεμίστηκε» μαζί με την οικονομική τους κατάσταση που τους έχει γονατίσει, βγάζοντας στην επιφάνεια έναν λιγότερο καλό εαυτό.
Ολα αυτά είναι θέματα που εμμέσως πλην σαφώς θίγει το νέο φιλμ του Φίντσερ, τον οποίο ο Αφλεκ χαρακτηρίζει «υπονομευτή και αρκετά προβοκάτορα». Εχει σημασία, πάντως, η δήλωση του Αφλεκ ότι τα τελευταία 20 χρόνια δεν έχει ξαναπαίξει σε ταινία ικανή να προκαλέσει αυτού του τύπου τον διάλογο ανάμεσα στα δύο φύλα. «Νομίζω ότι βγαίνοντας από την αίθουσα ο κόσμος θα μοιραστεί σε δύο στρατόπεδα διαφορετικών αντιλήψεων και απόψεων, τις οποίες θα υποστηρίζουν θερμά» είπε. Κάτι σαν την «Ολέθρια σχέση» και την «Ανήθικη πρόταση» ίσως; «Ναι, γιατί όπως αυτές οι ταινίες αλλά και κάποιες άλλες, όπως ο «Πόλεμος των Ρόουζ», το «Κορίτσι που εξαφανίστηκε» θέτει πολύ προβοκατόρικα ερωτήματα επάνω σε κοινά ζητήματα σχέσεων. Είναι ταινίες που δεν δίνουν εύκολες απαντήσεις και παρουσιάζουν τις σχέσεις με έναν τρόπο που σε κάνει να μην αισθάνεσαι καθόλου άνετα».
*Η ταινία «Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» θα προβληθεί στις 28/9 στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας –Νύχτες Πρεμιέρας (Odeon Οπερα 1, στις 19.30) και θα διανεμηθεί στις ελληνικές αίθουσες από τις 2/10.

**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ