Υπάρχει μια ιστορία από τα παλιά που αρέσει πολύ στον Νίκο Ζήση. Μια ιστορία που, με κάποιον περίεργο τρόπο, ταιριάζει απόλυτα στη φυσιογνωμία του, στο στυλ του, στο πρόσωπό του: «Οταν ήμουν εννέα ετών, έκανα παράλληλα με το μπάσκετ μαθήματα πιάνου. Αλλά δεν τα προλάβαινα και τα δύο. Ωστόσο, είχα ταλέντο και όταν ανακοίνωσα στην καθηγήτριά μου πως θα σταματήσω, είχε στενοχωρηθεί πάρα πολύ. Εγώ, όμως, ήθελα να παίζω μπάσκετ. Μόνο μπάσκετ».

Χθες, στις 16 Αυγούστου, ο αρχηγός της Εθνικής μπάσκετ Νίκος Ζήσης έγινε 31 ετών. Ακόμη και σήμερα, «αν τύχει να βρεθώ μπροστά σε κάποιο πιάνο, μπορεί να καθήσω στα πλήκτρα. Δεν παίζω ένα συγκεκριμένο κομμάτι. Μπορώ, όμως, να ακούσω κάποιο τραγούδι και να μπορέσω να το βγάλω, έπειτα από δυο-τρεις προσπάθειες. Είπαμε, φαίνεται πως είχα ταλέντο». Αλλά όλα αυτά αφορούν το παρελθόν. Είναι ωραίο να αναπολείς, αλλά ο Ζήσης είναι πιο πρακτικός άνθρωπος, κοιτάει πιο πολύ μπροστά. Αυτό που βλέπει είναι το Μουντομπάσκετ της Ισπανίας. Εκεί όπου, αρχικά στη Σεβίλλη, η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει την Αργεντινή, την Κροατία και το Πουέρτο Ρίκο και έπειτα, αν όλα πάνε καλά, θα πάει πιο κεντρικά, σε Βαρκελώνη και Μαδρίτη για τα τελικά.
Ο άνθρωπος χωρίς απωθημένα
Στις φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν από την προετοιμασία της Εθνικής, ο Νίκος Ζήσης αποπνέει μια ήρεμη δύναμη. Ο ίδιος έρχεται να ηγηθεί μιας ομάδας η οποία, ούσα η επίσημη αγαπημένη του εθνικού μας γίγνεσθαι, τα τελευταία πέντε χρόνια δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει κάποιο μετάλλιο. «Οταν είσαι μέλος της Εθνικής, ούτως ή άλλως είναι μεγάλη τιμή και ευθύνη να εκπροσωπείς τη χώρα σου» αναφέρει στο ΒΗmagazino, ακολουθώντας τη γνωστή τακτική των αθλητών να μην απαντούν (Από πρόληψη; Από DNA; Από αντίδραση;) συγκεκριμένα για τους στόχους τους.

«Γενικά, δεν έχω απωθημένα» λέει ο ίδιος όταν η κουβέντα πηγαίνει σε πιο οικεία νερά για εκείνον, για τη ζωή του αθλητή: «Το πιο σημαντικό για κάθε άνθρωπο, αλλά και αθλητή, είναι να έχει την υγεία του. Τώρα, όλοι εμείς που παίζουμε μπάσκετ, πραγματικά το χόμπι μας το κάναμε επάγγελμα. Το να έχω απωθημένα θα ήταν πολυτέλεια. Ισα ίσα, το θεωρώ ευλογία που παίζω, που αγωνίζομαι με την Εθνική, που έχω κατορθώσει κάποια πράγματα». Και ο Νίκος Ζήσης δεν έχει κατορθώσει λίγα. Μόνο και μόνο η πρώτη θέση στο Ευρωμπάσκετ του 2005 μιλά από μόνη της.
Ποιες είναι, όμως, οι προβλέψεις του για το επικείμενο Μουντομπάσκετ; «Πρόβλεψη δεν μπορεί να γίνει. Αυτά τα χρόνια που δεν τα καταφέραμε, άλλες φορές ξεκινούσαμε με όνειρα μεγάλα και φιλοδοξίες για μετάλλια, και άλλες φορές, όπως τo 2011, που είχαμε απουσίες, με χαμηλά το κεφάλι. Θεωρώ ότι αυτή η ομάδα μπορεί να είναι ένα πολύ καλό αουτσάιντερ, γιατί μην ξεχνάμε ότι η δυναμικότητα του Μουντομπάσκετ είναι πάρα πολύ μεγάλη. Γενικά ακούω να λένε ότι έχουμε έναν πολύ εύκολο όμιλο, κάτι το οποίο στην πραγματικότητα δεν ισχύει –και ειδικά μετά την εμπειρία μας τα δύο τελευταία καλοκαίρια, που έχουμε αποκλειστεί ουσιαστικά από τη Φινλανδία και τη Νιγηρία, ομάδες δηλαδή που το άκουσμα του ονόματός τους δεν φοβίζει. Οπότε εμείς θα πάμε με χαμηλά το κεφάλι, και όπου βγει. Πρώτος στόχος είναι να περάσουμε τον όμιλο και ελπίζω να πάμε όσο το δυνατόν ψηλότερα».
Στου Κουφού την πόρτα…
Στην Εθνική γενικά επικρατούσε μια γκρίνια τον τελευταίο καιρό. Η απόφαση μάλιστα του Κώστα Κουφού τελευταία στιγμή, και ενώ όλοι τον περίμεναν, να αρνηθεί τη συμμετοχή του, προκάλεσε την έντονη αντίδραση του ομοσπονδιακού τεχνικού Φώτη Κατσικάρη, ο οποίος δήλωσε ότι ο παίκτης δεν ανήκει στην κατηγορία των ειλικρινών ανθρώπων και ότι δεν αξίζει να βρίσκεται στην Εθνική.
«Οχι, εμένα προσωπικά δεν με στενοχώρησε η απόφαση του Κώστα Κουφού» δηλώνει ο Νίκος Ζήσης. «Σίγουρα το timing της απόφασής του ήταν εντελώς λάθος. Από εκεί και πέρα, δεν αξίζει να μιλάμε για περιπτώσεις παικτών όπως του Κουφού, ο οποίος έχει δείξει τα τελευταία χρόνια ότι δεν θέλει να είναι εδώ. Είναι σημαντικό να μιλάμε για εκείνους που θέλουν να είναι».
Σε αυτούς τους παίκτες ανήκει ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ο αθλητής με το πιο όμορφο success story των τελευταίων χρόνων. Ο Nίκος Ζήσης τον καλωσόρισε ποστάροντας μια κοινή φωτογραφία τους στο Τwitter, όπου φορούν την μπλούζα της Εθνικής, ενώ οι δύο παίκτες μοιράστηκαν (στρατηγικά, ώστε ο έμπειρος να βοηθήσει τον νέο να προσαρμοστεί) το ίδιο δωμάτιο κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της Εθνικής στο Καρπενήσι.
«Είναι ένα πολύ ώριμο παιδί για την ηλικία του» αναφέρει ο Νίκος Ζήσης και συμπληρώνει: «Πρόκειται για μια ιδιάζουσα περίπτωση. Του συνέβησαν όλα με απίστευτη ταχύτητα, από την Α2 στην Ελλάδα έφτασε να παίζει στο ΝΒΑ. Είναι ένας παίκτης με καταπληκτικά στοιχεία, που έχει όρεξη να δουλέψει, και για εκείνον, όπως λένε και στην Αμερική, «the sky’s the limit». Eλπίζουμε για το ελληνικό μπάσκετ να έρχεται πίσω τα καλοκαίρια και να βοηθά την Εθνική μας».
Η πορεία προς την κορυφή
Ο πατέρας του, πολιτικός μηχανικός, ήθελε ο γιος του να ασχοληθεί με το μπάσκετ. Η μητέρα του, πάλι, διατηρούσε τις επιφυλάξεις της. Ο Νίκος Ζήσης ήταν ένα ήσυχο παιδί. Καλός μαθητής ως το Γυμνάσιο, που είχε χρόνο να διαβάζει, λάτρευε την Ιστορία. Μετά πήρε την απόφαση να δώσει βάρος στην προπόνηση και το ρίσκο τού βγήκε σε καλό. Πιτσιρικάς δεν πήγε ποτέ εκδρομή, ούτε καν στην πενθήμερη, την οποία έχασε για αγώνες. «Αντε, ρε ψηλέ, πιες ένα ποτήρι» του έλεγαν οι φίλοι και εκείνος γελώντας έπινε χυμούς. Οπως του έλεγε και ο πατέρας του, οι μπασκετμπολίστες είναι στρατιώτες πολυτελείας.
Ο θεσσαλονικιός γκαρντ είχε ταλέντο. Ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ στη ΧΑΝΘ και στα 17 του χρόνια πήρε μεταγραφή για την ΑΕΚ του Ιβκοβιτς. Η μητέρα του τον πρώτο χρόνο κατέβηκε μαζί του. Σε μια από τις πρώτες του συνεντεύξεις δήλωσε ότι του λείπουν η Θεσσαλονίκη και οι φίλοι του. Η δημοσιογράφος τού απάντησε «έλα να μου πεις έπειτα από έναν χρόνο πώς θα είσαι». Είχε δίκιο, προσαρμόστηκε γρήγορα.
Η ΑΕΚ εκείνης της εποχής, του Νίκου Χατζή, του Μιχάλη Κακιούζη, του Δήμου Ντικούδη, ήταν μια δυνατή ομάδα. Ο Χατζής, αν και ο μικρός τότε Ζήσης παίζει στην ίδια θέση με εκείνον, τον αγκαλιάζει και τον παίρνει υπό την προστασία του, ενώ αργότερα ο Ζήσης θα γίνει και κουμπάρος του στον γάμο του με τη Νίκη Κάρτσωνα. Από την πρώτη του χρονιά ο Ζήσης παίρνει χρόνο συμμετοχής στο παιχνίδι και η ΑΕΚ μάλιστα κατακτά το Κύπελλο το 2001. Εναν χρόνο αργότερα, το 2002, η ΑΕΚ στέφεται πρωταθλήτρια Ελλάδας έπειτα από 32 ολόκληρα χρόνια (1970). Ο Νίκος Ζήσης αναδεικνύεται σταδιακά σε ηγέτη τα επόμενα χρόνια.
Η μεγάλη απώλεια
Τον Αύγουστο του 2003 ο Νίκος βρισκόταν στην Ιταλία για προετοιμασία με την ΑΕΚ. Εμαθε μια τραγική είδηση που άλλαξε τη ζωή του για πάντα. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Δάνης, έχασε τη ζωή του σε τροχαίο. «Ηταν σαν ένας μικρός πατέρας μου» έχει δηλώσει. «Αυτό που θυμάμαι είναι ότι έφταναν στα αφτιά μου φωνές που μου έλεγαν ότι «ότι αυτός δεν θα βρει τη δύναμη να ξαναπαίξει το μπάσκετ που ήξερε». (…) Oλα αυτά εμένα με πείσμωσαν για να κάνω το καλύτερο».
Και θα κάνει το καλύτερο, κατακτώντας δύο χρόνια αργότερα, το 2005, το Ευρωμπάσκετ. Λίγα λεπτά μετά τη λήξη του τελικού βουρκωμένος δήλωσε για τον αδελφό του: «Του αφιερώνω το χρυσό μετάλλιο. Ξέρω ότι με παρακολουθεί από εκεί ψηλά». Σήμερα, ο Νίκος Ζήσης δεν θέλει να μιλά για αυτή σελίδα της ζωής του. Συχνά κατά τη διάρκεια της συνέντευξής μας, όμως, θα χρησιμοποιήσει τη φράση: «Δεν ξέρεις ποτέ πώς τα φέρνει η ζωή».
Μια αγκωνιά και ένας γάμος
Στις 23 Αυγούστου του 2006, στο Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας, ο Βραζιλιάνος Αντερσον Βαρεχάο, σε μια απίστευτη αντιαθλητική ενέργεια, προκαλεί τριπλό κάταγμα στο ζυγωματικό στον Ζήση, ο οποίος οργισμένος θα του πει: «Το έκανες επίτηδες. Ηταν ανεπίτρεπτο. Νομίζεις ότι επειδή παίζεις στο ΝΒΑ μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις; Ποιος νομίζεις ότι είσαι;».
Εκείνο το χτύπημα όμως υπήρξε η αφορμή για να γυρίσει μια νέα σελίδα στη ζωή του. Ανάμεσα στις επισκέψεις που δέχτηκε στο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη όπου νοσηλεύθηκε ήταν και αυτή μιας παλιάς του συμμαθήτριας, της Φανής. Με τη Φανή δέθηκαν και το καλοκαίρι του 2010 παντρεύτηκαν. Σήμερα είναι γονείς δύο μικρών αγοριών, με τον δεύτερο γιο του να έχει γεννηθεί πριν από λίγους μήνες.
Ο Βαρεχάο τελικά του ζήτησε συγγνώμη για το αντιαθλητικό του χτύπημα έπειτα από έξι ολόκληρα χρόνια. «Σίγουρα περίμενα να το κάνει πιο νωρίς, γιατί ζητούσαν συγγνώμη οι πάντες εκτός από αυτόν. Θυμάμαι ότι ο Μπαρμπόσα συγκεκριμένα είχε έρθει στο νοσοκομείο» δηλώνει σήμερα ο Νίκος Ζήσης στο ΒΗmagazino και συμπληρώνει: «Αλλά, εντάξει, ποτέ δεν είναι αργά, από τη στιγμή που φάνηκε ότι μου ζητούσε ειλικρινά συγγνώμη».

Ενας family man
O Nίκος Ζήσης αγαπά την οικογένειά του και δεν το κρύβει. Στο Τwitter του δεσπόζει η φωτογραφία της συζύγου του με τα παιδιά τους, ενώ εκείνος δεν διστάζει να χαρακτηρίσει τον εαυτό του «family man». Τον ρωτάμε τι σημαίνει αυτό ακριβώς: «Προσπαθώ να αφιερώνω και το καλοκαίρι αλλά και τον χρόνο που υπολείπεται ανάμεσα σε προπονήσεις, ταξίδια και αγώνες στην οικογένειά μου, να είμαι μαζί τους, να παίζω με τα παιδιά μου, να ασχολούμαι. Ουσιαστικά ο ελεύθερος χρόνος μου είναι η οικογένειά μου και οτιδήποτε κάνω θα το κάνω μαζί τους» αναφέρει.
Λέγεται ότι ο μεγάλος του γιος, ο τρίχρονος Αλέξανδρος, ήδη έχει δείξει την αγάπη του για το μπάσκετ. Οταν του το αναφέρουμε, ο Νίκος Ζήσης χαμογελά. «Από μόνος του έχει δείξει ότι του αρέσει. Εγώ το μόνο που έκανα ήταν να του βάλω μια μπασκέτα στο σαλόνι μας, όταν ήταν ενός χρόνου και κάποιων μηνών. Από εκεί και πέρα, έδειξε να του αρέσει και παίζει στο σπίτι. Και γενικά όταν παρακολουθώ μπάσκετ στην τηλεόραση μερικές φορές σχολιάζει. Φυσικά, δεν πρόκειται να τον πιέσω, ούτε εκείνον ούτε και τον μικρό, να ασχοληθούν με το μπάσκετ. Αν το θελήσουν οι ίδιοι, βέβαια, με χαρά θα τους δείξω κάποια μυστικά».
Το μέλλον
Το 2005 ο Νίκος Ζήσης έφυγε από την ΑΕΚ και πήγε στην Μπενετόν. Από τότε δεν έχει ξαναπαίξει σε ελληνική ομάδα. «Ημουν πρωταθλητής Ευρώπης και έμεινα ξαφνικά μόνος μου, σε ένα μικρό διαμέρισμα, σε ένα μέρος που δεν με ήξερε κανείς» έχει δηλώσει για εκείνη την εποχή. «Και ήρθε ο μάνατζερ, μου έφερε τέσσερα ανθρακούχα νερά, που τότε τα σιχαινόμουν κιόλας, και μου λέει «ΟΚ, αύριο το πρωί θα σε πάρω να πάμε για προπόνηση». Eίχα πάθει σοκ».
Ηξερε, όμως, να προσαρμόζεται. Εμαθε ιταλικά ρωτώντας για κάθε λέξη επίμονα τους συμπαίκτες του και κέρδισε μεταξύ άλλων το ιταλικό πρωτάθλημα με την Μπενετόν τη χρονιά 2005-2006. Το 2007 μετακόμισε στην ΤΣΣΚΑ και κατέκτησε μαζί της την Ευρωλίγκα του 2008. Τελικά, επέστρεψε στην Ιταλία και τη Σιένα το 2009, ενώ τη χρονιά 2012-2013 έπαιξε στο ισπανικό πρωτάθλημα και την Μπιλμπάο. Πλέον είναι παίκτης της Ούνιξ Καζάν.
Γιατί, όμως, δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα; «Δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος» αναφέρει στο ΒΗmagazino. «Οταν έφυγα από την ΑΕΚ, o κύριος Φιλίππου δεν ήθελε να πάω σε άλλη ελληνική ομάδα και γι’ αυτό έφυγα για την Ιταλία. Τα χρόνια πέρασαν, οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι και δεν επέστρεψα, δεν είναι ότι έχω ρίξει μαύρη πέτρα πίσω μου. Απλώς η αλήθεια είναι ότι έχω συνηθίσει στο εξωτερικό, έχω μαζέψει πολλές εμπειρίες και αισθάνομαι καλά. Υπήρξαν μάλιστα κάποιες χρονιές που ήταν να επιστρέψω, αλλά, όπως είπα, οι συγκυρίες… Ποτέ δεν ξέρεις πώς θα τα φέρει η ζωή. Οχι, δεν είμαι αρνητικός στο να επιστρέψω».
Το θέμα της βίας στα ελληνικά γήπεδα έρχεται αυτόματα στην κουβέντα. «Σίγουρα όταν βλέπω αυτά τα πράγματα στην τηλεόραση ως φίλαθλος μου προκαλούν πολύ άσχημη εντύπωση. Δεν θα έλεγα ωστόσο ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λείπω τόσα χρόνια. Κακώς συμβαίνουν αυτά στον ελληνικό αθλητισμό. Είναι ένα μεγάλο ζήτημα. Από την άλλη, υπάρχουν κάποιες χώρες στις οποίες δεν υπήρχαν και ούτε πρόκειται να υπάρξουν τέτοια φαινόμενα, όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Εντάξει, στην Ιταλία στο ποδόσφαιρο έχουν γίνει κάποια πράγματα, αλλά μεμονωμένα θα έλεγα. Πάντως, εννέα χρόνια που παίζω στο εξωτερικό δεν έχει διακοπεί ποτέ αγώνας, οπουδήποτε και να ήμουν. Θυμάμαι να έχω δει κάποια κέρματα σε κανέναν αγώνα στην Ιταλία, στον Νότο κυρίως, όπου είναι πιο θερμόαιμοι από τους Βόρειους».
Εχοντας κλείσει τα 31 του χρόνια, δείχνει να απολαμβάνει τη ζωή. «Τα χρόνια έχουν περάσει. Αν σκεφτείς ότι θα ξεκινήσω το 15ο έτος μου επαγγελματικά, απομένουν πολύ λιγότερα χρόνια στα γήπεδα. Δεν σκέφτομαι πού και πότε θα αποχωρήσω, αλλά σίγουρα βρίσκομαι σε μια φάση που απολαμβάνω κάθε στιγμή. Η εμπειρία σε βοηθάει να αποδεχτείς κάποια πράγματα, γενικά να ζεις την κάθε στιγμή, είτε δύσκολη –γιατί είναι δεδομένο ότι και δύσκολες στιγμές έρχονται –είτε ευχάριστη. Ζω αυτό που κάνω και θέλω τα τελευταία μου χρόνια να το ευχαριστηθώ.

Να προσπαθήσω να παίξω όσο περισσότερο μπορώ, σε υψηλότερο επίπεδο. Πώς θα είμαι έπειτα από δέκα χρόνια; Σίγουρα δεν θα παίζω μπάσκετ. Αν θα είμαι προπονητής; Ούτε αυτό το σκέφτομαι αυτή τη στιγμή. Θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολη η δουλειά του προπονητή, γιατί έχεις να ασχολείσαι με όλους και με όλα» είπε για να κλείσει τη συνέντευξη με την αγαπημένη του ίσως φράση «αλλά ποτέ μη λες ποτέ, επειδή δεν ξέρεις πώς θα τα φέρει η ζωή».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ