Οταν ήταν μικρή, ήθελε να δουλέψει στα διόδια, για να βλέπει κίνηση, να βλέπει τα αυτοκίνητα να περνάνε. Ακόμη ζηλεύει αυτή τη δουλειά, «το να βλέπεις διαρκώς κίνηση, ανθρώπους, φυγή». Οταν ήταν λίγο πιο μεγάλη και επισκεπτόταν το Ηρώδειο, χωρίς να το ομολογήσει σε κανέναν «σκεφτόμουν τι θα φοράω στη σκηνή, πού θα κάθομαι, πώς θα τραγουδάω».
Τώρα που είναι 29 ετών, η Μόνικα Χριστοδούλου εξακολουθεί να έχει αυτή την ένοχη παρόρμηση να δουλέψει στα διόδια, αλλά προς το παρόν ετοιμάζεται για την πρώτη της εμφάνιση στο Ηρώδειο, «όπου θέλω να κάνω κάτι «αντι-ηρωδειακό», να τραγουδήσω αμερικανική φανκ, R&B», να επιστρέψει στα μέσα του 2014 στα τιμημένα μουσικά 70s. Κάπου εκεί μπορεί να εντοπιστεί ο μπερδεμένος επαγγελματικός προσανατολισμός, πως μια παιδική μας επιθυμία δεν φεύγει ποτέ. Η Μόνικα θέλει να είναι διαρκώς σε κίνηση, βαριέται τα πάντα. Είχε βαρεθεί και τον μελό εαυτό της.
Μετά την τελευταία της ελληνική συναυλία στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, στις αρχές του 2013, βρέθηκε για διακοπές στη Νέα Υόρκη. Με έναν φίλο της, επισκέφθηκε για τουριστικούς λόγους τα Dunham Studios στο Μπρούκλιν, «επειδή ο φίλος μου ήθελε να δει πού είχε γραφτεί το «Back to Black»». Μια πόρτα άνοιξε σχεδόν τυχαία, ένας κιθαρίστας τούς έβαλε σε ένα στούντιο, η κουβέντα έφτασε στο ότι «και εγώ μουσικός από την Ελλάδα είμαι» και λίγα demo μετά είχε ξεκινήσει μια διεθνής καριέρα.
Ολα αυτά μοιάζουν κάπως τυχαία, αλλά τίποτα δεν είναι τυχαίο, όταν είναι πραγματικά μέσα σου. Οταν ακόμη και αν δεν φαίνεται ότι το κυνηγάς, όταν απορρίπτεις πράγματα που δεν σε κάνουν ευτυχισμένο, όταν ξέρεις ότι στον πυρήνα σου θέλεις να κάνεις τα πάντα για να καταλήξεις σε αυτό που πραγματικά θέλεις. Και η Μόνικα προς το παρόν θέλει «να περάσω καλά στο Ηρώδειο. Δεν ξέρω για τους άλλους».
Είσαι πλέον αρκετά χρόνια στην επικαιρότητα. Και η εντύπωση που δίνεις είναι πως όλη σου η διαδρομή βασίζεται σε μια χαλαρή αποφασιστικότητα. Φαίνεται πως δεν κυνηγάς τίποτα έντονα, πως όλα προκύπτουν μόνα τους. «Το κυνηγάω εσωτερικά, είναι μέσα μου. Αλλά δεν αγχώνομαι, δεν βιάζομαι. Εχει σημασία πώς εκφράζεται η τέχνη του καθενός. Οταν ξεκινούσα, όλοι μου έλεγαν «πρέπει να γίνεις πιο επαγγελματίας, να φτιάξεις ένα προσωπείο». Και δεν μου έβγαινε, πιεζόμουν».

Φαινόταν κάπως βιαστικό; «Ναι. Και στην πραγματικότητα δεν βιάζομαι για τίποτα. Δεν σημαίνει πως δεν κυνηγάω το μέλλον, τη μουσική, την αλλαγή. Μέσα μου κυνηγάω πράγματα. Αλλά προσπαθώ να μη βιάζομαι. Εχω κερδίσει ήδη πράγματα, ανθρώπους, εμπειρίες, συναισθήματα. Ολα αυτά είναι κέρδος, θα το θυμάμαι και να σταματήσει η όλη διαδρομή σήμερα».

Επίσης, φαίνεται πως έχεις έναν φόβο ταυτοποίησης. Μια ανάγκη αλλαγής. «Ναι, και με αυτόν τον δίσκο μπορεί να απογοητεύσω ανθρώπους…».

Γιατί;
«Ισως να περιμένουν άλλα πράγματα από εμένα, να λέω πάλι μπαλάντες. Αλλά εγώ δεν θέλω να κλάψω τώρα, θέλω να χορέψω. Η αλήθεια είναι πως βγάλαμε έναν σχεδόν κιτς δίσκο. Κάνουμε σχεδόν ντίσκο, το έχουμε ηχογραφήσει σε αναλογικό, έτσι ώστε ο ακροατής να αγκαλιάζεται από τη φωνή μου, να ακούει τα τύμπανα και να τα νιώθει σαν να χτυπάει η καρδιά μου. Θα είναι σόουλ, μαύρη μουσική, γυρίσαμε στα 70s».

Ετσι όπως το λες, είναι σαν να απολογείσαι προκαταβολικά. Φοβάσαι τις αντιδράσεις;
«Οχι, δεν φοβάμαι καθόλου. Πρέπει να κάνουμε αυτό που νιώθουμε. Για να τραγουδήσω σωστά, πρέπει να το νιώθω εγώ. Αν αρχίσω να κινούμαι αντίστροφα, δεν θα είμαι ευτυχισμένη. Και ισχύει σε πολλά, όχι μόνο στη μουσική. Αν ντύνομαι όπως θέλει κάποιος άλλος, δεν θα ντυθώ καλά. Αν συμπεριφέρομαι όπως θέλουν, θα καταπιεστώ. Θα κάνω ό,τι θέλω».

Μπορούμε να κάνουμε πάντα ό,τι θέλουμε; Δεν παίζουν ρόλο η δουλειά, η επιτυχία, το χρήμα;
«Το χρήμα ακολουθεί. Αλλά τι έχει σημασία; Να κάνεις κάτι για πέντε χρόνια, να βγάλεις λεφτά και να πας να τα φας ή να κάνεις μια συνθήκη με τον χρόνο, να επενδύσεις και να έρθουν μετά; Για να είμαι ειλικρινής, έχω ξοδέψει πολλά χρήματα για τη μουσική μου. Χρήματα των γονιών μου. Ο πατέρας μου δουλεύει όλη μέρα για να μου προσφέρει ό,τι θεωρεί πως θα με κάνει καλύτερη. Κάποια στιγμή ξέρω πως πρέπει να απογαλακτιστώ, αλλά πιστεύω και στην επένδυση: στην προσωπική, στην οικονομική, στην επαγγελματική. Γι’ αυτό, για να μη βαρεθούμε, ας ψάξουμε τον εαυτό μας όσο μπορούμε».

Ισως να είσαι απολογητική επειδή εδώ στην Ελλάδα κυκλοφορεί και μια ψεύτικη ταπεινοφροσύνη μεταξύ καλλιτεχνών.
«Προφανώς. Το μπέρδεμα αυτό το βίωσα στην αρχή. Και με είχε πληγώσει πολύ όλο αυτό με το κύκλωμα της Ελλάδας. Αλλά μετά το πρώτο σοκ είπα «ή θα σταματήσω να παίζω μουσική και να με διαλύει αυτό ή θα το αγνοήσω και θα γίνω πιο δυνατή». Και έκανα το δεύτερο…».

Πώς βρέθηκες στην Αμερική; «Μόλις τελείωσε η συναυλία στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, την επόμενη μέρα κιόλας αποφάσισα πως θέλω να εξιτάρω τον εαυτό μου. Ηθελα να αρχίσω από το μηδέν, ήθελα το ρίσκο μιας νέας εμπειρίας. Αποφάσισα να πάω ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη, σε μια καλή μου φίλη. Ηθελα να δω νέους ανθρώπους, να μυρίσω νέα πράγματα, να ακούσω νέες μουσικές, να ταξιδέψω στις ΗΠΑ, να δω από κοντά το Coachella Festival, να ζήσω ξανά την αίσθηση της μεγάλης πόλης, όπως το είχα ζήσει μικρότερη, όταν ήρθα από την Πάτρα στην Αθήνα. Το ταξίδι. Ο άνθρωπος αναπαράγει αυτό που βλέπει κάθε μέρα. Και όταν βλέπεις τα ίδια, μένεις στάσιμος…».

Και ο δίσκος πώς προέκυψε;
«Κατά τύχη, εντελώς κατά τύχη. Είχε έρθει ένας φίλος μου, εξίσου φανατικός με τη μουσική, και ενώ εγώ ήμουν ήδη κάποιες εβδομάδες στη Νέα Υόρκη, ενώ βαριόμουν ήδη, μου λέει ορεξάτος να πάμε να δούμε στούντιο στα οποία έχουν γραφτεί ιστορικά κομμάτια. Τουρισμός. Πήγαμε σε διάφορα, είχε ζέστη, βαριόμουν, καταλήξαμε έξω από ένα κτίριο στο Μπρούκλιν στο οποίο είχε γραφτεί το «Back to Black» της Εϊμι Γουάινχαουζ. Μου λέει: «Ασε με να κάνω κάποια τηλεφωνήματα». Περνούσε η ώρα, είχε ζέστη, πεινούσα, είχα καθήσει σε ένα πεζούλι και γκρίνιαζα όταν εμφανίστηκε ένας τύπος, ο κιθαρίστας Τόμι Μπρένεκ, και μας είπε: «Are you the Greeks»; Και κάπως έτσι λίγα demo μετά, προέκυψε η συνεργασία που έφερε το «Secret in the Dark».

Δεν ένιωσες τρακαρισμένη, φοβισμένη; Δεν βγήκαν ανασφάλειες της Ελληνίδας στην Αμερική;
«Πολλές ανασφάλειες. Είχα φόβο για την προφορά μου, για το τι είδους τραγούδια ήθελα να λέω, για το αν θα είμαι ευτυχισμένη κάνοντας διαρκώς τα ίδια πράγματα, για το αν επαναλαμβάνομαι διαρκώς. Νομίζω έχει να κάνει με το ότι δεν διδάχθηκα ποτέ μουσική. Τα έκανα όλα μέσω της παρατήρησης. Ετσι έμαθα πιάνο, έτσι έμαθα κιθάρα, έτσι ξεκίνησα να τραγουδάω. Και κάπως έτσι, οι πληροφορίες που μαζεύονταν στο μυαλό μου ήταν μεγάλες σε όγκο. Επρεπε να τα βάλω σε μια σειρά».

Εχεις εκτιμήσει ξανά την Ελλάδα; «Οσο ταξιδεύεις, σου λείπει η πραγματική αξία αυτής της χώρας. Οταν γυρνάω, είμαι ευτυχισμένη. Και αυτό με κάνει να θέλω και να φεύγω και να επιστρέφω. Οι κατάλληλες δόσεις. Από τη μία όλα ακούγονται υπέροχα στη Νέα Υόρκη, αλλά από μια ρομαντική άποψη, όταν τελείωναν όλα, ήμουν μόνη σε ένα άδειο σπίτι χωρίς κανέναν να το μοιραστώ. Ξέρω πως κάποιος μπορεί να πει σιγά το πράγμα, αλλά σε αυτή τη διαδικασία ένιωσα να κερδίζω τον εαυτό μου, να μην είμαι πια κοριτσάκι…».

Δεν είσαι από αυτούς που έφυγαν λόγω κρίσης; «Οχι, δεν με εξώθησε η κρίση στο εξωτερικό. Οσο ήμουν εδώ, προσπαθούσα να είμαι καλά με τον εαυτό μου, να συμπληρώνομαι πνευματικά ή ουσιαστικά. Αλλά δεν έφυγα επειδή η κρίση με καταπίεσε».

Για άλλους, όμως, η κρίση είναι ο λόγος για τον οποίο φεύγουν, είναι λόγος ανάγκης… «Για όλους υπάρχουν ανάγκες. Και εγώ θα μπορούσα να βγάζω λεφτά με την εύκολη οδό, να συνεχίσω να είμαι εδώ, να παίζω τα ίδια. Αλλά θα ήμουν δυστυχισμένη. Οσο και να λατρεύω τα παλιά τραγούδια μου, ήθελα κάτι διαφορετικό».

Το πλάνο είναι να επιστρέψεις στην Αμερική;
«Θεωρητικά, ναι. Αλλά δεν περιμένω πολλά, οι μεγάλες προσδοκίες φέρνουν μεγάλες απογοητεύσεις. Και δεν θέλω. Το βλέπω σαν ένα ταξίδι. Το ταξίδι είναι το νόημα της ζωής, μια ευκαιρία για πνευματική καλλιέργεια, για κάτι που σου δίνει το χάρισμα της αφήγησης, της επανεκτίμησης της πατρίδας. Συνειδητοποίησα πως θέλω να ταξιδεύω όλο και πιο μακριά για να διαπιστώνω ότι οι άνθρωποι είναι παντού ίδιοι».

Τι άλλο θέλεις να κάνεις; «Θέλω να γράψω μουσική για τον κινηματογράφο στην Αμερική. Αυτό θέλω και ήδη το κυνηγάω. Εχω γράψει τόση μουσική τα τελευταία δύο χρόνια, που δεν ξέρω τι να την κάνω. Μέσα σε αυτά, είναι πολλά ορχηστικά κομμάτια. Εχω ήδη κάνει κάποιες προτάσεις…».

Είχες πει κάποτε ότι τραγουδάς αγγλικά γιατί ο ελληνικός στίχος ακούγεται χάλια στα ελληνικά… «Ναι. Ισως να είναι προϊόν υπερβολικής σκέψης, αλλά το παλιό μου κομμάτι, το «Babe», όταν προσπαθούσα να το μεταφράσω στα ελληνικά, μου φαινόταν πολύ γελοίο. Αλλά και στην Αμερική, άκουγα τον κόσμο να τραγουδάει κάποια αγγλικά κομμάτια και το σκεφτόμουν, μου φαινόταν κάπως γελοίο. Αλλά τελικά, με κάποιον τρόπο, ο στίχος επιβάλλεται. Και έχει σημασία οι λέξεις να είναι απλές. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ωραίο από τις απλές λέξεις. Και στην Ελλάδα υπάρχουν όμορφες λέξεις, απλά εμένα δεν μου κάνουν μέχρι στιγμής. Οι λέξεις των ρεμπέτικων είναι απλές και υπέροχες».

Σκέφτεσαι να τραγουδήσεις ρεμπέτικα; «Εχω ξεκινήσει ήδη. Από μικρή άκουγα, πάντα με γοήτευαν. Πρόσφατα, έβαλα στην αμερικανική μπάντα να ακούσουν ρεμπέτικα, τους έβαλα Ξαρχάκο, είδαμε την ταινία «Ρεμπέτικο» και γοητεύτηκαν από τον ρυθμό, από τα εννέα όγδοα. Και σκεφτόμαστε να κάνουμε μια ταινία με ρεμπέτικα, να υποδυθώ μια ρεμπέτισσα που έρχεται από την Ελλάδα στην Αμερική, βασισμένη στην ιστορία της Μαρίκας Παπαγκίκα. Θα φανεί αστείο, αλλά πολλά βράδια στη Νέα Υόρκη, ενώ ήμουν μόνη και χιόνιζε, έβαζα και άκουγα ρεμπέτικα, το «Σαν απόκληρος γυρίζω», και μεράκλωνα».

Σπούδαζες μαθηματικά. Εχουν σχέση με τη μουσική; «Εχουν απόλυτη σχέση. Οι μεγάλοι μαθηματικοί είναι όλοι τους καλλιτέχνες. Αυτή την εποχή διαβάζω αυτοβιογραφίες μαθηματικών. Τα μαθηματικά έχουν να κάνουν με τη συνδυαστική σκέψη. Το ένα φέρνει το άλλο, όλα έχουν μια εξήγηση, μια αρμονία, μια εξέλιξη. Τα πάντα ρέουν. Οπως μια νότα φέρνει την άλλη, έτσι και στα μαθηματικά για να φτάσεις στην επίλυση ενός προβλήματος πρέπει να είσαι σε εγρήγορση. Επίσης, δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος λύσης, μπορείς να έχεις εναλλακτικές. Οπως και στη μουσική, όλα οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα».

Στο Ηρώδειο, έχω την υποψία πως θέλεις να κάνεις ένα πάρτι. «Ναι, αυτό ακριβώς. Οταν ήρθε η πρόταση για το Ηρώδειο από το Φεστιβάλ, ενθουσιάστηκα. Ηθελα πολύ να παίξω με μια αμερικανική μπάντα κάτω από την Ακρόπολη. Κάποιοι από τους μουσικούς στην αρχή δεν είχαν ιδιαίτερη διάθεση να έρθουν στην Ελλάδα. Οταν όμως τους έδειξα το θέατρο, απλώς συμφώνησαν ευτυχισμένοι. Μπορεί να έχουν παίξει στο Madison Square Garden ή να έχουν εκπληρώσει τις φιλοδοξίες τους στην Αμερική. Αλλά πώς μπορείς να αρνηθείς να παίξεις σε ένα από τα πιο όμορφα θέατρα του κόσμου; Νιώθω περήφανη που θα έρθουν».

Τι θα γίνει στη συναυλία; «Τώρα, θα ακουστεί κάπως, αλλά έχω δώσει εντολή να κάνουμε ό,τι πιο «αντι-ηρωδειακό» υπάρχει. Η αλήθεια είναι πως όταν ήμουν μικρούλα σκεφτόμουν πως «κάποια στιγμή θα παίξω εδώ» και ντρεπόμουν να το πω και στον εαυτό μου. Αλλά το σκεφτόμουν, «θα κάθομαι στη γωνία ή στο κέντρο της σκηνής; Τι θα φοράω;» Ανυπομονώ πολύ. Εγώ θα περάσω καλά εκείνο το βράδυ. Ο,τι και αν λένε, ό,τι και να μου πουν, εγώ θα περάσω καλά».

Χωρίς να σε ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων; «Χωρίς. Μετά τη συναυλία στη Στέγη, στη σκηνή είχα πει: «Σας ευχαριστώ που με βοηθήσατε να φτάσω εδώ που έφτασα». Και την επομένη, ένας ανώνυμος μου έστειλε ένα μήνυμα: «Και πού νομίζεις ότι έφτασες;». Θα μπορούσα να το προσπεράσω, αλλά με προβλημάτισε. Ξέρω ότι δεν είναι καταξίωση ούτε το Ηρώδειο ούτε η Στέγη, πως η ζωή προχωρά. Αλλά πλέον έχω την ωριμότητα να σκέφτομαι «Ε, και;». Και να μην είναι σημαντικό για κάποιους, εγώ θα ζήσω μια εμπειρία σπάνια, σε ένα από τα πιο όμορφα θέατρα του κόσμου. Και αυτό είναι ζωή».
*Στις 16 Ιουλίου η Μόνικα θα δώσει συναυλία στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, μαζί με αμερικανούς μουσικούς που συμμετείχαν στην ηχογράφηση του νέου της δίσκου «Secret in the dark».

**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ