Τεμπελιάζω όταν γυρίζω ταινίες, και αυτό νομίζω είναι το ωραίο με τον κινηματογράφο. Oταν παίζεις στο σινεμά αφιερώνεσαι δυο-τρεις μήνες στη δουλειά και στη συνέχεια την αράζεις. Δυστυχώς στο θέατρο δεν μπορείς να λειτουργήσεις έτσι. Οφείλεις να είσαι εκεί, απίκo, για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Και πρέπει κάθε μέρα, κάθε μέρα, κάθε μέρα, να αποδεικνύεις ποιος είσαι».
Λόγια του Τζέρεμι Αϊρονς από μια παλιά συνέντευξη που του είχα πάρει στη Βενετία, για τον «Εμπορο της Βενετίας», μια ενδιαφέρουσα κινηματογραφική μεταφορά ενός πασίγνωστου (τι άλλο;) θεατρικού έργου. Λόγια τα οποία επανέρχονται και επιβεβαιώνονται τώρα που ο 70χρονος βρετανός ηθοποιός –γεννημένος στο Κάους, στο Νησί του Γουάιτ, στις 19 Σεπτεμβρίου 1948 –επέστρεψε στο θέατρο πρωταγωνιστώντας στο «Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα» σε Λονδίνο, Νέα Υόρκη και Λος Αντζελες. Βέβαια, κρίνοντας από τα όσα κάνει, το μόνο που δεν μπορείς να πεις γι’ αυτόν είναι ότι… τεμπελιάζει.
Στο τελευταίο θεατρικό ανέβασμα του έργου του Ευγένιου Ο’ Νιλ ο Αϊρονς υποδύθηκε τον Τζέιμς Τάιρον και συμφωνεί με τον Λόρενς Ολίβιε –συμπρωταγωνιστές στην κλασική σειρά του ΒΒC «Επιστροφή στο Μπράιντσχεντ» -,
ο οποίος είχε δηλώσει ότι ο Τάιρον ήταν ο δυσκολότερος ρόλος που είχε ποτέ αναλάβει να υποδυθεί. «Είναι ο δυσκολότερος αλλά συγχρόνως ο ρόλος εκείνος για τον οποίο νιώθεις πραγματικά επιβραβευμένος αν νιώθεις ότι όντως έχεις κάνει καλά τη δουλειά σου» δήλωσε προσφάτως στο περιοδικό «Τime» ο Αϊρονς.
Σύμφωνα με τον ηθοποιό, η δυσκολία του συγκεκριμένου ρόλου έγκειται στο γεγονός ότι ο Ο’ Νιλ δεν έγραψε το «Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα» με στόχο να παιχτεί στο θέατρο. Κατά συνέπεια ο ηθοποιός που καλείται να υποδυθεί τον ρόλο οφείλει να ανακαλύψει μέσα από το κείμενο πολλά στοιχεία που δεν είναι γραμμένα. «Δεν είναι δυνατόν να παίξεις αυτόν τον ρόλο χωρίς να είσαι συναισθηματικά παρών καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου».
Πόσο εύκολα στις μέρες μας όμως ένας νέος άνθρωπος μπορεί να επικοινωνήσει με ένα έργο του Σαίξπηρ ή του Ο’ Νιλ; Και τι έχει να πει γι’ αυτό ένας από τους πιο αξιοσέβαστους ηθοποιούς του κόσμου που παίζει τον Σαίξπηρ στα δάχτυλα; Για τον Αϊρονς οι νεότερες γενιές δεν είναι τόσο της διανόησης όσο οι παλαιότερες, ίσως επειδή «η σημερινή νεολαία δεν διαβάζει έτσι όπως διάβαζαν οι παλαιότερες και σίγουρα ο Σαίξπηρ δεν βρίσκεται στις προτεραιότητές της».
Ως παράδειγμα φέρνει τα ίδια τα παιδιά του, που μέχρι τα δέκα τους χρόνια δεν ήξεραν καλά-καλά ποια είναι η Μέριλιν Μονρόε. Σήμερα, βέβαια, ο ένας από τους δύο γιους του, ο Μαξ Αϊρονς, είναι επίσης ηθοποιός και μάλιστα τον είδαμε προσφάτως στο νουάρ «Τερματικός σταθμός» με τη Μάργκο Ρόμπι και στο θρίλερ μυστηρίου «Δέκα ύποπτοι για φόνο» από το μυθιστόρημα της Αγκαθα Κρίστι (μάλιστα ο Μαξ έγινε ηθοποιός αφού ολοκλήρωσε μια περιοδεία στην Ινδία εργαζόμενος για φιλανθρωπική οργάνωση προστασίας και αποκατάστασης παιδιών που έχουν περάσει από την πορνεία).
Ο Αϊρονς απέκτησε τους δύο γιους του με τη συνάδελφό του Σίνιντ Κιούζακ, με την οποία παραμένει παντρεμένος από το 1978. «Ζούμε πολύ φυσιολογικά» είχε πει παλαιότερα ο ηθοποιός για την οικογένειά του. «Θα μπορούσαμε να είμαστε… γιατροί».
Σήμερα, η άποψή του για τον Σαίξπηρ παραμένει ακλόνητη. Επισημαίνει σωστά ότι η Ιστορία «τρέχει» πολύ γρήγορα και ότι ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ είναι πλέον πάνω από 400 χρόνων υπόθεση. Υπάρχει λοιπόν ο κίνδυνος απώλειας αυτού του νεότερου κοινού, επομένως ταινίες όπως π.χ. ο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Μπαζ Λούρμαν με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο βοηθούν στη διατήρηση του βάρδου στη συνείδηση των νεότερων. Για τον Τζέρεμι Αϊρονς «ο πολιτισμός σήμερα έχει τις ρίζες του στη μόδα». Συνεπώς μια παραγωγή Σαίξπηρ απαιτεί νέο σχεδιασμό από τους σκηνοθέτες και τους παραγωγούς ώστε να γίνει προσιτός στους νεότερους θεατές. «Το σπουδαίο με τον Σαίξπηρ όμως, κάτι που δεν ισχύει με τους γάλλους κλασικούς συγγραφείς, είναι ότι τα έργα του μπορούν να σου δώσουν αυτό το περιθώριο ελιγμού».
Ας μην ξεχνάμε ότι στην τελευταία επίσημη επίσκεψή του στην Ελλάδα, τον Ιούνιο του 2016, ο Αϊρονς ήταν ο επίτιμος καλεσμένος σε εκδήλωση αφιερωμένη στα 400 χρόνια από τον θάνατο του βρετανού βάρδου και τον εορτασμό των 90ών γενεθλίων της ΑΜ Βασίλισσας Ελισάβετ. Η παρουσία του Αϊρονς στη βρετανική πρεσβευτική κατοικία της οδού Λουκιανού ήταν σύντομη και απέριττη, όπως άλλωστε και ο λόγος του, μέσω του οποίου υποκλίθηκε στη «δοξασμένη μονάρχη, στον δοξασμένο βάρδο και στους δοξασμένους Ελληνες» –αν και αυτό το τελευταίο ακούστηκε σχετικά ειρωνικό.
Προ ημερών ο δημοφιλής και αεικίνητος ηθοποιός πέρασε από τη θεατρική σκηνή ξανά στη μικρή οθόνη, καθώς υπέγραψε στην ΗΒΟ προκειμένου να πρωταγωνιστήσει στον πιλότο της πολυαναμενόμενης σειράς «Watchmen», που είναι βασισμένη στο ομότιτλο κόμικ της DC Comics. Ο Αϊρονς θα υποδυθεί έναν ηλικιωμένο λόρδο μεγαλοκτηματία, ο οποίος «είναι εξαιρετικά ευφυής, πατριαρχικός και αλαζόνας, συνηθισμένος να τον υπακούν και να έχει πάντα δίκιο» όπως ανέφερε ο ίδιος ο οσκαρικός ηθοποιός («Το γύρισμα της τύχης», 1991) για τον νέο ρόλο του. Η σειρά για τους «Watchmen», βέβαια, έχει αρκετό μέλλον μπροστά της.
Με την πείρα ενός ηθοποιού όπως ο Τζέρεμι Αϊρονς στο σινεμά, στην τηλεόραση και φυσικά στο θέατρο, αναρωτιέται κανείς αν του συμβαίνει ποτέ να ξεχνάει τα λόγια του επάνω στη σκηνή. Το «στέγνωμα του λόγου» είναι ο εφιάλτης κάθε ηθοποιού και ο Αϊρονς παραδέχεται ότι όταν ανέβασε το «Μακρύ ταξίδι της μέρας μέσα στη νύχτα» στο Λονδίνο έπλαθε μπλακάουτ στην τέταρτη σκηνή, ενώ έπαιζε μαζί με τον γιο του, Μαξ. Αναγκάστηκε να αυτοσχεδιάσει «γεννώντας» λόγια που δεν ήταν μεν στο κείμενο αλλά τον επανέφεραν στη ροή την οποία είχε χάσει. Εξακολουθεί να μην είναι βέβαιος για το αν τελικά κατάφερε να σώσει την κατάσταση.
Και όχι, δεν τελειώσαμε ακόμη με τις ποικίλες επαγγελματικές δραστηριότητες του Τζέρεμι Αϊρονς, οι οποίες συμπληρώνονται από ένα audiobook των ποιημάτων του Τ. Σ. Ελιοτ με τίτλο «The Poems of T.S. Elliot: Read by Jeremy Irons» που κυκλοφόρησε προσφάτως. Η χροιά του Αϊρονς είναι ιδανική για τέτοιου είδους λογοτεχνικές αναγνώσεις. Σχετική έρευνα που διεξήχθη το 2008, παρουσίασε ότι ο συνδυασμός τόνου, ρυθμού, παύσεων, λέξεων ανά λεπτό αλλά και τονισμού τους, φέρνει τη φωνή του πολύ κοντά στην τελειότητα. Κάτι που φάνηκε για πρώτη φορά πριν από σχεδόν δεκατρία χρόνια, όταν για την ηχογράφηση ενός άλλου audiobook ο Αϊρονς επανέλαβε (κατά μία έννοια) τον ρόλο του Χάμπαρτ Χάμπαρτ της «Λολίτας» του Εντριαν Λάιν.
Του ζητήθηκε λοιπόν να διαβάσει ολόκληρο το μυθιστόρημα του ομότιτλου έργου του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ και αυτή η ηχογραφημένη ανάγνωσή του θεωρείται υποδειγματική, πρότυπο αναγνώσεων, αν και ο Αϊρονς χρειάστηκε να παλέψει για να κάνει τη δουλειά ακριβώς όπως ο ίδιος ήθελε και όπως τελικά έπρεπε να γίνει: η εταιρεία που επρόκειτο να εκδώσει το ηχητικό βιβλίο ήθελε μια συντομευμένη (άρα πιο «εύπεπτη») έκδοση του μυθιστορήματος. Ο Αϊρονς, ο οποίος ούτως ή άλλως έχει τη φήμη του τελειομανούς, είχε διαφωνήσει καθέτως με την ιδέα. «Ενιωσα ότι αν ο Ναμπόκοφ ήθελε το μυθιστόρημά του συντομευμένο, θα το έγραφε συντομευμένο» θα έλεγε αργότερα. Αλλά η εταιρεία ήταν ανένδοτη.
Ο ηθοποιός δεν το έβαλε κάτω. Προσέγγισε προσωπικά τον γιο του Ναμπόκοφ, τον Ντμίτρι Ναμπόκοφ, στον οποίο ανήκαν τα δικαιώματα του βιβλίου και εκείνος μεσολάβησε ώστε η «Λολίτα» να διαβαστεί ολόκληρη ως audiobook. Η ιστορία ωστόσο δεν σταματά εκεί. Ο Αϊρονς χρειάστηκε να διαβάσει το μυθιστόρημα υπό εξαντλητική πίεση χρόνου. Είχε μόλις δύο ημέρες διαθέσιμες στο Λονδίνο προτού φύγει για τη Νέα Υόρκη, όπου τον περίμενε δουλειά σε ταινία.
Είπε στην παραγωγό του ότι θα διάβαζε πολύ γρήγορα το μυθιστόρημα του Ναμπόκοφ και ότι σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να τον διακόψει –εκτός αν επρόκειτο κυριολεκτικά για ζήτημα ζωής και θανάτου. Ολα έγιναν υπό πίεση, αλλά αυτό φαίνεται ότι ήταν προς όφελος της ανάγνωσης. Σύμφωνα με τον ίδιο τον ηθοποιό, «η δροσιά και η ροή που έχει η ανάγνωσή μου πολύ πιθανόν να απουσίαζαν αν δεν υπήρχε ο περιορισμός του χρόνου κάτω από τον οποίο αναγκάστηκα να δουλέψω».
Η φωνή του Αϊρονς είναι ούτως ή άλλως πολύ χαρακτηριστική. Μπορεί από μειλίχια, φιλική και πατρική να μετατραπεί με εξαιρετική ευκολία σε σαδιστική και μοχθηρή. Αυτός εξάλλου δεν είναι που έδωσε τη φωνή του ίσως στο πιο τρομακτικό πλάσμα στην ιστορία των κινουμένων σχεδίων της Ντίσνεϊ, όταν «υποδύθηκε» το λιοντάρι Σκαρ στον «Βασιλιά των λιονταριών»;
Το ίδιο συμβαίνει και με τους ήρωες που ο Τζέρεμι Αϊρονς υποδύεται στον κινηματογράφο. Μπορούμε να τον βρούμε φιλήσυχο ελβετό καθηγητή που από μια στιγμιαία τρέλα αποφασίζει να ακολουθήσει τη μεγάλη περιπέτεια χωρίς να ξέρει πού θα τον οδηγήσει αυτή η απόφαση, όπως συνέβη στο «Νυχτερινό τρένο για τη Λισαβόνα», ή να τον συναντήσουμε σε ρόλο αδίστακτου τρομοκράτη, σχεδόν καρτουνίστικου, όπως ο Γερμανός Σάιμον στο «Πολύ σκληρός για να πεθάνει: Η εκδίκηση», όπου έψησε το ψάρι στα χείλη του Μπρους Γουίλις.
Παρεμπιπτόντως, ο Σάιμον είναι ο αγαπημένος του «κακός» στη φιλμογραφία του, «ένας άνδρας που θα έβρισκα πολύ διασκεδαστικό να δειπνήσω μαζί του» όπως έχει ο ίδιος πει. Ακόμη και το Οσκαρ Α’ ρόλου, όμως, ο Αϊρονς στο «Γύρισμα της τύχης» το κέρδισε για έναν «κακό», τον πάμπλουτο αριστοκράτη Κλάους φον Μπίλοου, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι σκότωσε την γυναίκα του (αληθινή υπόθεση) –η αργόσυρτη, καθαρή, ειρωνική φωνή του σνομπ Φον Μπίλοου είναι ένα από τα στοιχεία της περσόνας του που θυμόμαστε.
Ο Αϊρονς πάντως, γνωρίζοντας πολύ καλά τη δύναμη της φωνής του, κάνει χιούμορ γι’ αυτήν. Ερωτώμενος για την πρώτη του ανάμνηση κάποιου που να υπέκυψε στη θέλησή του μόνο και μόνο λόγω της χροιάς της φωνής του, απάντησε ότι κάτι τέτοιο συνέβη με τον πρώτο σκύλο του –ή μάλλον με όλα τα σκυλιά του. Με τους ανθρώπους, λέει, δεν έχει βρει παρόμοια επιτυχία, τουλάχιστον όχι στην προσωπική ζωή του. Γιατί στην επαγγελματική, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στη μικρή οθόνη και στα audiobooks, η επιτυχία του είναι κάτι παραπάνω από δεδομένη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ