Κύριε Διευθυντά,

Στο περιοδικό σας την Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012 δημοσιεύθηκε άρθρο της κυρίας Λώρης Κέζα με τίτλο: «Σύγκρουση πνευματικών συμφερόντων – Πώς η Ελλάδα των διανοούμενων δεν διαφέρει από την Ελλάδα των πολιτικών».

Στο άρθρο αυτό κατηγορούμαι πως με την ιδιότητα του μέλους της Επιστημονικής Επιτροπής του Προγράμματος «Καινοτόμες δράσεις ενίσχυσης της φιλαναγνωσίας των μαθητών» που είχε υπό την εποπτεία του το Υπουργείο Παιδείας και εκτελούσε το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, λειτούργησα με τέτοιο τρόπο ώστε να ωφεληθώ αλλά και να ωφελήσω ένα συγκεκριμένο εκδότη.

Η συντάκτρια του άρθρου υπογραμμίζει πως έκρινα ως καλύτερα «μεταξύ άλλων και πολλά από τα δικά μου βιβλία».

Σας διευκρινίζω λοιπόν ότι τοποθετήθηκα στην επιτροπή ως Πρόεδρος του Κύκλου Ελληνικού Βιβλίου, Ελληνικού Τμήματος της International Board on Books for Young People. Όταν μου έγινε η πρόταση διευκρίνισα αν θα μπορώ ως συγγραφέας να συμμετέχω σε όλες τις δράσεις του προγράμματος και η απάντηση ήταν θετική. Άλλωστε και πέρα από τους τρεις συγγραφείς όλα τα μέλη διατήρησαν τις ιδιότητές τους – για παράδειγμα οι πανεπιστημιακοί και οι εκπαιδευτικοί επιμόρφωσαν τους εκπαιδευτικούς συνδέσμους του προγράμματος στα σχολεία. Στις συνεδριάσεις δε της επιτροπής υπήρχε πάντα τεχνικός σύμβουλος για θέματα διασφάλισης του προγράμματος Προς επίρρωση σας παραθέτω τη διευκρίνηση της επιτροπής έτσι όπως δίνεται στο υπόμνημά της προς τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων, Αθλητισμού και Πολιτισμού:

Μετά από συζήτηση και προβληματισμό, αποφασίσαμε ομόφωνα: α. Να συμπεριλάβουμε στον κατάλογο των βιβλίων και έργα (πρωτότυπα ή μεταφρασμένα) μελών της Επιτροπής, με το σκεπτικό ότι τα έργα αυτά είναι καταξιωμένα τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς.

Άλλωστε δεν πρόκειται για μια κριτική επιτροπή βραβείων, ούτε τα βιβλία που επιλέχτηκαν αποτελούν ένα «κώδικα» παιδικής λογοτεχνίας. Προτείναμε 498 βιβλία για τις ανάγκες ενός συγκεκριμένου προγράμματος, που στόχο έχει να κάνει τα παιδιά να αγαπήσουν το διάβασμα. Το ΔΣ του ΕΚΕΒΙ αποδέχτηκε τις προτάσεις μας και εκείνο προκήρυξε το διαγωνισμό. Στο ΔΣ συμμετέχει θεσμικά και ένας εκδότης. Πολύ λογικά δεν ζήτησε ποτέ κανείς να εξαιρεθούν τα βιβλία του. Πολλές είναι οι περιπτώσεις που τοποθετείται σε παρόμοια θέση άνθρωπος της Τέχνης και δεν αποκλείεται το καλλιτεχνικό του έργο. Ο σκηνοθέτης διευθυντής ενός δημοτικού ή εθνικού θεάτρου σκηνοθετεί, ο διευθυντής μιας κρατικής ορχήστρας διευθύνει και ο ίδιος, ενώ ένα κρατικό ραδιόφωνο με μουσικό διευθυντή δεν παύει να αναμεταδίδει έργα του.

Η επιτροπή έκρινε και αποφάσισε (χωρίς να ορίζεται από κανένα νόμο ή το τεχνικό δελτίο του προγράμματος) να θέσει εκείνη ως ανώτατο αριθμό βιβλίων για κάθε συγγραφέα τα έξι βιβλία. Στα έξι βιβλία ΔΕΝ υπολογίζονται τα συλλογικά έργα (δηλαδή αυτά που έχουν περισσότερους από έναν συγγραφείς οι οποίοι μοιράζονται τα ποσοστά) γιατί θα αδικούσαμε τον ένα συγγραφέα επειδή ο άλλος του ιδίου τόμου έχει ήδη έξι βιβλία.

Κι όμως η κ. Κέζα σημειώνει: «Επειδή μάλιστα υπήρχε όριο, μέχρι έξι βιβλία ανά συγγραφέα, έκαναν κι άλλες ζαβολιές. Κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι με κάποιο τρόπο χώθηκε ως έβδομο βιβλίο μια συνεργασία του Βαγγέλη Ηλιόπουλου με άλλη συγγραφέα, ενώ η υπογραφή του περιέργως σβήστηκε από τον κατάλογο.»

Με μια προσεκτικότερη ανάγνωση του καταλόγου των βιβλίων ανακαλύπτει κανείς πως ούτε «ζαβολιές» ούτε περίεργα σβησίματα υπάρχουν, διότι σε κανένα συλλογικό βιβλίο δεν γράφονται όλα τα ονόματα αλλά μόνο το αλφαβητικά πρώτο.

Στην περίπτωσή μου υπάρχουν δυο συλλογικά, απλά στο ένα είναι το όνομά μου πρώτο και εμφανίζεται, ενώ στο άλλο είναι το όνομά μου δεύτερο και δεν εμφανίζεται.

Στο ίδιο άρθρο, η συντάκτριά σας, μετρά τις συνεργασίες μου με τις Εκδόσεις Πατάκη τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια σημειώνοντας «… Ένας οίκος καταλαμβάνει το 25% του καταλόγου και όλως συμπτωματικώς είναι εκδότης του Βαγγέλη Ηλιόπουλου … και επειδή οι αριθμοί είναι πιο εύγλωττοι : ο Ηλιόπουλος μέσα σε 15 χρόνια έχει περισσότερες από 130 συνεργασίες με τον Πατάκη».

Το συμπέρασμα τις δικής μου εύνοιας προς τον προαναφερόμενο εκδότη τεκμαίρεται αυθαίρετα. Άλλωστε «όλως συμπτωματικώς» αυτά τα χρόνια έχω συνεργαστεί το ίδιο αρμονικά και στενά και με τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος, Ψυχογιός, Κάστωρ, Ωρίων, Δίπτυχο, αλλά και με Εκδόσεις Μη Κερδοσκοπικών Οργανώσεων όπως η ΕΨΥΠΕ.

Αυτά τα χρόνια παράλληλα συμμετέχω στις επιτροπές των Βραβείων του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και περιστασιακά της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς. Επίσης το 2004 συμμετείχα και στην επιτροπή Κρατικών Βραβείων του Υπουργείου Πολιτισμού (με Υπουργό τον Πέτρο Τατούλη και πρόεδρο της επιτροπής τον Ευγένιο Τριβιζά). Ποτέ δεν έχω δώσει το παραμικρό δικαίωμα υπόνοιας εύνοιας προς τον οποιοδήποτε εκδότη. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι συμμετέχοντες εκδότες στους διαγωνισμούς του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου κάθε χρόνο αυξάνονται.

Πρέπει γενικά να σημειώσω ότι για ενάμιση χρόνο όλοι στην επιτροπή εργαστήκαμε αμισθί με στόχο να λειτουργήσει σωστά το πρόγραμμα Για τη συγκεκριμένη δράση που θα έστελνε για πρώτη φορά λίγα βιβλία στα σχολεία, σαν αφορμή για να δημιουργηθούν βιβλιοθήκες, θεωρήσαμε ότι είμαστε υπόλογοι μόνο στον εκπαιδευτικό που θα άνοιγε το κουτί με τα σαράντα βιβλία (τυχαία επιλογή από τα 498) και στα παιδιά που θα τα διάβαζαν. Έπρεπε λοιπόν να είναι καλά βιβλία ώστε να θέλουν τα παιδιά να τα δανείζονται ξανά και ξανά και όχι να μένουν αζήτητα στα ράφια. Δεν λάβαμε υπόψη τις έριδες των εκδοτών και τα δικά τους παιχνίδια εξουσίας.

Για το Φυλλάδιο «Γράμμα σε ένα αναγνώστη» λάθος σημειώνει η συντάκτριά σας ότι αποφάσισε η επιτροπή. Το θέμα δεν συζητήθηκε ποτέ. Την απόφαση πήρε το Δ.Σ. του ΕΚΕΒΙ με γνώμονα τους συγγραφείς οι οποίοι θα βρίσκονταν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Κύριε Παπαδόπουλε, έχω επιλέξει και προσφέρω εθελοντικά στον κόσμο της Παιδικής Λογοτεχνίας μέσω του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου. Μοναδική επιβράβευσή μου οι εμπιστοσύνη των μελών συνεργατών, ανθρώπων του παιδικού βιβλίου. Τα βιβλία μου για πάνω από δέκα χρόνια είναι εκτός διαγωνισμών και βραβεύσεών λόγω της παρουσίας μου στο Δ.Σ.. Το ίδιο συνέβη και όταν επέλεξα να είμαι στην επιτροπή Κρατικών Βραβείων. Είναι εντελώς άδικο λοιπόν και ανυπόστατο να γράφεται για εμένα στο άρθρο του περιοδικού σας ότι «αντί να προωθούν την αγάπη για το βιβλίο, προωθούν τον εαυτό τους». Όλοι στο χώρο γνωρίζουν το ήθος και την προσφορά μου. «Συντεχνίες, κομπιναδόροι και παρατρεχάμενοι» δεν υπάρχουν σε αυτήν την επιτροπή.

Άλλωστε η κ. Κέζα είναι πολλά χρόνια στο χώρο και μας γνωρίζει όλους προσωπικά, δημιουργούς και εκδότες. Θα είχε την άνεση να διασταυρώσει τις πληροφορίες της καθώς και να αναζητήσει τη δική μας άποψη. Δεν το έκανε, αντίθετα επέλεξε με το άρθρο της να με θίξει προσωπικά, να με δυσφημίσει ως δημιουργό και να προσβάλει την αξιοπρέπειά μου.

Η κατασυκοφάντηση δεν θα με πτοήσει. Να είστε σίγουρος ότι θα κάνω ότι μπορώ για να φτάσουν καλά βιβλία στα χέρια των παιδιών και για να συνεχιστεί το Πρόγραμμα Φιλαναγνωσίας. Ζητώ επανορθώνοντας την προσβολή που μου έγινε να δημοσιεύσετε την παρούσα επιστολή στο επόμενο φύλλο σας και επιφυλάσσομαι για κάθε νόμιμο δικαίωμά μου.

Βαγγέλης Ηλιόπουλος

Συγγραφέας