Ανακαίνιση διαμερίσματος στο Παρίσι, μια ανάσα από το Τροκαντερό, σε κτίριο του 1880. Αυτή ήταν η νέα πρόκληση-πρότζεκτ για τον ταλαντούχο κύριο Jean-Louis Deniot, διακοσμητής-αρχιτέκτονας στο επάγγελμα. Πρώτη του κίνηση, απαλλαγή των στοιχείων που το τοποθετούν ιστορικά και αισθητικά στην εποχή του Ναπολέοντα όπου ο Baron Haussmann ηγούνταν της αστικής μεταμόρφωσης του Παρισιού. Για κάποιους, το στυλ haussmanien αποτελεί ένα ονειρικό ταξίδι στον χρόνο, για τον Deniot, ο,τι πιο ξεπερασμένο: «Υπάρχουν άλλα 30 εκατομμύρια όμοιά του» ισχυρίζεται με μια δόση υπερβολής. «Εχεις το ίδιο τζάκι και το ίδιο αέτωμα όχι μόνο με το απέναντι σπίτι, αλλά και με εκείνα λίγα τετράγωνα πιο κάτω. Καταργείται κάθε προσωπική ματιά. Θα το αποκαλούσα το Ikea εκείνης της εποχής» συμπληρώνει.

Χωρίς δεύτερη σκέψη, λοιπόν, αφαίρεσε κάθε ιστορική αρχιτεκτονική λεπτομέρεια, όπως τη νεο-Louis XV πρόσοψη του τζακιού, το παρκέ με σχέδιο ψαροκόκαλο και το γύψινο γείσο. Επειτα, νοικοκύρεψε χωροταξικά τα 270 τ.μ. του διαμερίσματος ορίζοντας το χολ σαν την ουδέτερη ζώνη ανάμεσα στους χώρους διημέρευσης και στην πίσω πλευρά της βιβλιοθήκης, ενώ εντύπωση προκαλεί η γειτνίαση κρεβατοκάμαρας και κουζίνας. «Ηταν απαίτηση των πελατών μου. Δεν ήθελαν το δωμάτιό τους να είναι ξεκομμένο από τη ζωηρή και ζωντανή ατμόσφαιρα της κουζίνας». Ετσι, η κουζίνα έλαβε τη διακοσμητική μέριμνα ενός καθιστικού με τους τοίχους να έχουν επενδυθεί με πάνελ από ξύλο δρυός και κομμάτια από ατσάλι σε ένα πρωτότυπο πάτσγουορκ και εντυπωσιακά vintage ιταλικά φωτιστικά οροφής με οπαλίνα.

 
Διακοσμητικά ο Deniot λειτουργεί με το ένστικτο και συνδυάζει επώνυμα κομμάτια με αυτά που ανακαλύπτει σε παριζιάνους μικροπωλητές. «Η δυναμική παρουσία κάθε αντικειμένου έχει να κάνει με τη θέση που του δίνουμε. Τα πάντα, από μεγάλα έπιπλα μέχρι μικρά διακοσμητικά, έχουν τη θέση τους. Δεν υπάρχουν πρωταγωνιστές και κομπάρσοι». Ετσι, η αυστηρότητα που εκφράζεται με τις λιτές γραμμές στην επίπλωση της εισόδου καταργείται σε όλο το υπόλοιπο σπίτι με απαλές καμπύλες στις πολυθρόνες και στους καναπέδες και φωτιστικά που θυμίζουν γλυπτά. Ενα καλά μελετημένο παζλ που χρωματίζεται από τους εναλλασσόμενους τόνους του καφέ και του γκρι ακόμη και μέσα από υλικά όπως λάκα, πετρώματα και μαρκετερί. Το αποτέλεσμα αυθεντικά παριζιάνικο, παρά την ύπαρξη στοιχείων του 19ου αιώνα και το γεγονός ότι πολλά από τα έπιπλα δεν είναι καν γαλλικά. «Ο,τι και αν κάνω ενδελεχώς “γαλλίζει”. Πώς να πάω, εξάλλου, ενάντια στη φύση μου»