Μαχητικό παιδί της εποχής που Παρασκευή έφευγε από τη δουλειά και Δευτέρα ήταν σε μια άλλη, με σπουδές γραφιστικής και διακόσμησης, ο Τζαννής Σιφναίος βρέθηκε σε ηλικία 23 ετών στον χώρο των εντύπων ως γραφίστας. Και μόλις έναν χρόνο αργότερα πρόσθεσε στο βιογραφικό του τη θέση του art director. Μετά, είχε όλον τον καιρό μπροστά του για να αφιερωθεί σε διάφορα περιοδικά, όπως και έκανε για τα (πολλά) επόμενα χρόνια.

 

Τον περασμένο Νοέμβριο, με τη συμβολή της οικονομικής κρίσης, «ένας κύκλος έκλεισε», όπως δεν θα έλεγε ο 47χρονος Τζαννής Σιφναίος, μια που μάλλον αποφεύγει τα κλισέ: «Αν δεν είναι αυτή η κατάλληλη εποχή για να αλλάξει καθένας από εμάς τη ζωή του, τότε πότε θα είναι η ευκαιρία;». Και για την «επανεκκίνησή» του χρησιμοποίησε ό,τι είχε στη διάθεσή του: ένα σπίτι στη Σάντα Μαρία της Πάρου, το οποίο για περίπου έναν μήνα ήταν το καταφύγιό του, την αγάπη του για το έπιπλο και το αντικείμενο, την εμπειρία του στην ξυλοκατασκευή. «Ο πατέρας μου ήταν επιπλοποιός, με μια αρκετά ανεπτυγμένη βιοτεχνία και δούλευα μαζί του από τα οκτώ μου χρόνια. Τα καλοκαίρια, δηλαδή όταν τα άλλα παιδάκια έπαιζαν έξω μες στην καλή χαρά, εγώ ξυπνούσα από τις 7π.μ και πήγαινα για δουλειά με τον πατέρα μου. Αυτό κράτησε αρκετά χρόνια, μέχρι και όταν σπούδαζα».

 

Τα έβαλε όλα αυτά στο μπλέντερ και παράλληλα απευθύνθηκε στον φίλο και συνεργάτη του, Μίλτο Χαλυβόπουλο, ο οποίος πιστεύει επίσης στα νέα ξεκινήματα από αυτοδημιούργητους ανθρώπους. Οι δυο τους αποτελούν σήμερα την ομάδα «The letter t» που μόλις ολοκλήρωσε την πρώτη της συλλογή επίπλων και αντικειμένων: χειροποίητες δημιουργίες, από καλά και ανθεκτικά υλικά, σε προσιτές τιμές, με «λιτές γραμμές, που έχουν όμως δόσεις γενναιοδωρίας» και με μια αίσθηση ελληνικότητας. «Μου έλειπε πάρα πολύ από την Ελλάδα το έπιπλο ή το αντικείμενο το οποίο να φαίνεται ότι είναι ελληνικό. Δεν επιχείρησα να βγάλω την «ελληνικότητα», ήρθε από μόνη της, διότι ό,τι έχω φτιάξει είναι αυτοβιογραφικό, πρόκειται για μνήμες που έχουν ανασυρθεί από πολύ παλιά» λέει ο Τζαννής. Και πράγματι, μεταξύ άλλων, οι καρέκλες από κοντραπλακέ θαλάσσης και πλαστικό κορδόνι (που έρχονται κατευθείαν από τα ξέγνοιαστα, καλοκαιρινά απογεύματα στην πλατεία του χωριού) μάς θυμίζουν ότι για να ζεις με ποιότητα δεν χρειάζεται να κρέμεσαι από κρυστάλλινους πολυελαίους.