«Είστε από τη χώρα του Ισκαντάρ; Είστε τυχερή!». Αυτά τα λόγια μού είπε πέρυσι το φθινόπωρο, στο αρχαιολογικό μουσείο, στο Νέο Δελχί, ένας από τους τεχνικούς του μουσείου, όπου στηνόταν για πρώτη φορά ελληνική έκθεση στην Ινδία. Ηταν η καλή αρχή. Φέτος τον Αύγουστο για τον εορτασμό των 50 χρόνων της ανεξαρτησίας της χώρας η πρώτη έκθεση που πραγματοποιήθηκε ήταν η αρχαιολογική έκθεση «Μακεδόνες: οι Ελληνες του Βορρά». Με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας της Ινδίας να εγκαινιάζει την έκθεση και να μιλά θερμά για την Ελλάδα. Στο αρχαιολογικό μουσείο στο Νέο Δελχί πρόσεξα για πρώτη φορά έργα της Γκαντάρα, της τέχνης που ήκμασε στο Βόρειο Πακιστάν από τον 5ο π.Χ. ως τον 3ο μ.Χ. αιώνα και από όπου το πέρασμα του Αλεξάνδρου ήταν καθοριστικό.


Παραξενεύτηκα ­ μόνο στην αρχή ­ όταν είδα ελληνικές μορφές που σιγά σιγά με τους αιώνες έπαιρναν χαρακτηριστικά πιο «ανατολίτικα». Αποφάσισα έτσι να επισκεφθώ το κέντρο της τέχνης της Γκαντάρα, στο Β. Πακιστάν, στα σύνορα με το Αφγανιστάν, εκεί όπου ο Αλέξανδρος πέρασε δύο χρόνια της εκστρατείας του, από τα πιο δύσκολα.


Πρώτη γεύση λοιπόν το μουσείο στο Νέο Δελχί και ύστερα από μια σύντομη πτήση, η Λαχώρη, η πιο αρχοντική πόλη στο Πακιστάν, πρωτεύουσα του Παντζάμπ, της «χώρας των πέντε ποταμών». Τέλος Αυγούστου. Ηταν ακόμη περίοδος βροχών. Η πόλη πλημμυρισμένη. Παιδιά κολυμπούσαν σε πλωτούς δρόμους. Ο επίτιμος γενικός πρόξενος της Ελλάδας Αγά Τζαμέλ Χαϊντέρ, θερμός και ενθουσιώδης ρώτησε μόλις με είδε:


«Νομίζετε, θα πάρουμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες;».


Πρότεινε να μείνουμε στο Παντζάμπ Κλαμπ, το αριστοκρατικό στέκι από την εποχή των Αγγλων. Ηταν μια εμπειρία. Επίσημο ένδυμα, γκαρσόνια με περίτεχνα καπέλα – περικεφαλαίες, σιωπηλοί κύριοι και κυρίες και όλα αυτά φυσικά χωρίς ίχνος οινοπνεύματος (απαγορεύεται αυστηρά από τη θρησκεία).


Το επιβλητικό μουσείο της Λαχώρης, το πλουσιότερο και μεγαλύτερο της χώρας, που εγκαινιάστηκε πριν από εκατό χρόνια, στο χρυσό ιωβηλαίο της βασίλισσας Βικτωρίας, ήταν ευχάριστο ξάφνιασμα. Για πρώτη φορά αντίκρισα αγάλματα με ξεκάθαρη την ελληνιστική επίδραση, όπως το άγαλμα της Αθηνάς, πολλούς Ερωτες, ελληνιστικά γλυπτά και βεβαίως το καύχημα του μουσείου, τον «νηστεύοντα Βούδα».


Των Ιώνων οι κοινότητες



Η Γκαντάρα ήταν περιοχή στην περσική αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών. Η ελληνική επίδραση στην περιοχή δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά με την έλευση του Αλεξάνδρου. Εχει αρχίσει από τον 6ο π.Χ. αιώνα, όταν ο Δάρειος ο Α’ εξόρισε κοινότητες Ιώνων. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Σκύλαξ ο Καρυανδεύς είχε ηγηθεί μιας ερευνητικής αποστολής για λογαριασμό του Δαρείου του Α’ και είχε γράψει βιβλίο που αποτέλεσε τη μοναδική πηγή πληροφοριών για την περιοχή ως την εκστρατεία του Αλεξάνδρου. Οταν έφθασε το 327 π.Χ. στην περιοχή, ο Αλέξανδρος χώρισε τον στρατό του σε δύο τμήματα. Το πρώτο, με αρχηγό τον ίδιο, προχώρησε προς Βορρά να καταλάβει την κοιλάδα του Σουάτ και να φθάσει στα ορεινά ως την Αορνο Πέτρα (το απόκρημνο μέρος που κατά την παράδοση ο Ηρακλής δεν είχε καταφέρει να καταλάβει). Το υπόλοιπο τμήμα, με αρχηγό τον Ηφαιστίωνα, κατευθύνθηκε προς την Γκαντάρα, πέρασε τον Ινδό ποταμό ­ αφού σχημάτισε μια γέφυρα από βάρκες ­ και ειρηνικά κατέλαβε την περιοχή.


Με τον θάνατο του Αλεξάνδρου ξένα φύλα κατέλαβαν την περιοχή. Γύρω στα 270 π.Χ. ο περίφημος βασιλιάς Ασόκα καθιστά την Γκαντάρα κέντρο του βουδισμού. Στην εποχή του κτίσθηκαν τα πρώτα βουδιστικά μοναστήρια, τα οποία παραμένουν ως σήμερα τα σημαντικότερα μνημεία βουδισμού στην περιοχή. Οι Ελληνες της Βακτριανής κατέλαβαν την περιοχή γύρω στο 190 π.Χ. για εκατό χρόνια. Από αυτή την εποχή υπάρχουν πολλά ελληνικά νομίσματα. Το ελληνιστικό βασίλειο απλωνόταν από το σημερινό Τουρκεστάν και Βόρειο Αφγανιστάν ως τη Βορειοδυτική Ινδία και το Κασμίρ. Κυριότεροι βασιλείς ήταν ο Διόδοτος ο Α’, ο ιδρυτής του βασιλείου της Βακτριανής, ο Ευθύδημος που χρησιμοποίησε στις μάχες πολεμικούς ελέφαντες, ο Δημήτριος που επί της εποχής του το βασίλειο έφτασε ως τις όχθες του Γάγγη. Πέτυχε αυτό που δεν πρόφτασε στη σύντομη ζωή του να πραγματοποιήσει ο Αλέξανδρος. Ο διάδοχός του ο Ευκρατίδης έκοψε νομίσματα με τον Διόσκουρο από τη μια πλευρά με το δόρυ του, και από την άλλη πλευρά τον ίδιο με το μακεδονικό κράνος, την καυσία.


Ο βασιλιάς Μένανδρος ήταν ο διάδοχος του Αλεξάνδρου που ακολούθησε πιστότερα από οποιονδήποτε άλλο την πολιτική του μακεδόνα οραματιστή. Απλωσε την εξουσία του ως τα Ιμαλάια (μου ανέφεραν το γεγονός στο Κατμαντού και δεν πίστευα στα αφτιά μου) και την κοιλάδα του Γάγγη, στη σημερινή Πάτνα (η αρχαία Παλίβοθρα). Η βασιλεία του άφησε βαθιά ίχνη. Ο Μένανδρος μυήθηκε στον βουδισμό και τον εμπλούτισε με τις ιδέες της ελληνικής φιλοσοφίας. Ανακηρύχθηκε άγιος του Βουδισμού και η ελληνοβουδιστική τέχνη της Γκαντάρα πέρασε προς την Κίνα και έφθασε ως την Ιαπωνία. Προστάτευσε το εμπόριο και πέρασε στην ινδική παράδοση με το όνομα Μιλίντα. Νομίσματα της εποχής του έχουν ελληνικές και ινδικές επιγραφές, δείγμα του σεβασμού του στον ινδικό πολιτισμό.


Οι «ανατολίτικες» Αφροδίτες


Η διαδρομή Λαχώρη – Ισλαμαμπάντ, λόγω των συνεχών βροχών, έγινε με λεωφορείο. Τα αεροδρόμια ήταν κλειστά. Ετσι μπορέσαμε να δούμε καλύτερα την περιοχή του Παντζάμπ από όπου πέρασε ο Αλέξανδρος. Το Ισλαμαμπάντ, μια καινούργια πόλη που τη σχεδίασε ο έλληνας πολεοδόμος Δοξιάδης, έγινε πρωτεύουσα της χώρας το 1960. Ρυμοτομία καταπληκτική, δρόμοι πολύ φαρδιοί, βίλες χτισμένες μέσα στο πράσινο. Ξεχνάς ότι είσαι στην Ανατολή. Η ζέστη στην περιοχή, παρά τους μουσώνες, παρέμενε έντονη. Παρηγοριά η επίσκεψη στα Τάξιλα, την αρχαία πόλη, τριάντα χιλιόμετρα πιο βόρεια, που προσφέρει ηρεμία τοπίου και την αίσθηση του χρόνου που πέρασε.


Η ελληνική πρεσβεία με θέρμη και ενθουσιασμό μάς έφερε σε επαφή με τον καθηγητή Ντάνι, διευθυντή αρχαιοτήτων στο Πακιστάν, με βαθιά γνώση της τέχνης της Γκαντάρα και των ελληνικών στοιχείων της περιοχής. Είχαμε ήδη δει το καινούργιο αρχαιολογικό μουσείο του Ισλαμαμπάντ, με τις «ανατολίτικες» Αφροδίτες, καθώς και πλούσιες ιδιωτικές συλλογές. Στα Τάξιλα, ο προθυμότατος διευθυντής του μουσείου, μετά τη μεσημεριανή προσευχή της Παρασκευής (12 – 2 μ.μ.), μας ξενάγησε στο μουσείο. Είδαμε το κλειδωμένο θησαυροφυλάκιο με περίτεχνα χρυσά ­ ελληνικότατα ­ κοσμήματα. Θαυμάσαμε πολλά αγάλματα και ξεχωριστά το υπερμέγεθες κεφάλι της κόρης. Ανοίχτηκαν οι βιτρίνες. «Πρώτη ευκαιρία», είπε ο φύλακας, «να τις ξεσκονίσουμε ύστερα από πολλές δεκαετίες».


Τα Τάξιλα για τη βουδιστική τέχνη είναι ένας τόπος ξεχωριστός. Εκεί ο Βούδας πρωτοεκφράστηκε ανθρωπομορφικά στη γλυπτική. Ως τον πρώτο μ.Χ. αιώνα εικονιζόταν συμβολικά, ως ίχνος πέλματος ή ως δένδρο. Θεωρείται ότι ως ανθρωποκεντρικό μοντέλο χρησιμοποιήθηκε ο ελληνικός Απόλλωνας με την εξιδανικευμένη ηρεμία. Γλυκό, μελαγχολικό βλέμμα, το σώμα να διαγράφεται με πλαστικότητα κάτω από τον χιτώνα.


Στο μουσείο στα Τάξιλα όπως και αργότερα στο άλλο τοπικό μουσείο στο Σουάτ, στην ομώνυμη καταπράσινη, χαμογελαστή κοιλάδα και στο Πεσαβάρ, στην πολύβουη πόλη – παζάρι, συναντήσαμε και άλλα ελληνικά στοιχεία: Τρίτωνες, Ιππόκαμπους, Ερωτες, Ατλαντες, Σιληνούς, παλαιστές, Σατύρους, βακχικές σκηνές.


Ο αρχαιολογικός χώρος στα Τάξιλα έχει ξεκάθαρα τα ίχνη της ελληνιστικής πόλης. Οπως μας είπε ο τοπικός φύλακας, πρόθυμος και χαρούμενος που συναντούσε Γιουνάν (Ελληνες), ο Αλέξανδρος πέρασε επευφημούμενος από τον κεντρικό δρόμο στο Σιρπάκ, την καλύτερα διατηρημένη από τις πόλεις στην περιοχή. Τελευταίος βασιλιάς της Βακτρίας ήταν ο Ερμαίος, το 25 π.Χ. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο απόστολος Θωμάς, το 44 μ.Χ., επισκέφθηκε την περιοχή, έγραψε «η πόλη έχει κάστρο ολόγυρα όπως οι ελληνικές πόλεις, οι δρόμοι θυμίζουν τους δρόμους της Αθήνας και τα σπίτια είναι διώροφα». Για διακόσια ακόμη χρόνια παρέμεινε η ελληνιστική επίδραση στη γλώσσα, στα νομίσματα, στη μεταλλοτεχνία, στη γλυπτική και στα κοσμήματα και σιγά σιγά μετατράπηκε σε ελληνοϊνδική.


Ο κατακτητής του απόλυτου


Ηταν πριν από μερικά χρόνια όταν για πρώτη φορά πρόσεξα την παρουσία του Αλεξάνδρου στη λογοτεχνία και στην τέχνη της Ανατολής, όταν ο Αλέξανδρος γίνεται ο Ισκαντάρ, ο Ντουλ ελ Καρνέιν (ο Δικέφαλος) στις μακρινές περιοχές της Ασίας. Γίνεται ημίθεος, ήρωας στο Κοράνι και φτάνει για προσκύνημα ως τη Μέκκα. Περνάει τον κόσμο των Θαυμάτων, πολεμά τον Τρόμο, προσπαθεί να δώσει τάξη στο σύμπαν, ανεβαίνει στον ουρανό, κατεβαίνει στο βάθος της θάλασσας, συνομιλεί με τον ήλιο και το φεγγάρι και προσπαθεί να μάθει τη σοφία από τους επτά σοφούς ολόγυρά του. Τολμηρός θαλασσοπόρος, διασχίζει ερήμους για να φθάσει από την Κίνα ως την Ισπανία. Είναι φανερή η ανάμειξη στοιχείων από τον Ηρακλή και τον Οδυσσέα. Αναζητεί την πηγή της ζωής. Το πέρασμά του ενέπνευσε ορισμένους από τους μεγαλύτερους ποιητές του Ισλάμ, όπως τους Πέρσες Φιλρντούσι τον 10ο μ.Χ. αιώνα και τον Νιζάνι τον 13ο μ.Χ. αιώνα. Ο Αλέξανδρος κατάφερε, αν και ξένος κατακτητής, να αναγνωρισθεί ως εθνικός ήρωας. Μέρος της γοητείας της αφήγησης είναι η ανάμειξη ιστορικών γεγονότων στον φανταστικό χώρο του μύθου.


Ολα ξεκίνησαν με τον Ψευδο-Καλλισθένη. Ο ανιψιός του Αριστοτέλη, Καλλισθένης, που ακολούθησε την εκστρατεία του Αλεξάνδρου για να γράψει ως αυτόπτης μάρτυς τα μεγάλα γεγονότα, θεωρείται μάλλον ότι εκτελέσθηκε από τον Αλέξανδρο γιατί είχε πιθανώς συνωμοτήσει κατά της ζωής του. Τον 3ο μ.Χ. αιώνα εμφανίσθηκε στην Αίγυπτο η πρώτη μορφή Μυθιστορίας του Αλεξάνδρου, του Ψευδο-Καλλισθένη, που το έργο του σώζεται με πολλές παραλλαγές σε πολλές γλώσσες, πάνω από είκοσι, με πολλές εκδοχές για τη ζωή του Αλεξάνδρου.


Περίπου την ίδια εποχή στη μεσαιωνική Δύση ο Αλέξανδρος παρουσιάζεται με τη μορφή βυζαντινού αυτοκράτορα (στον κώδικα του Ελληνικού Ινστιτούτου της Βενετίας) και μεταμορφώνεται στη Γαλλία σε φράγκο ιππότη του κύκλου του Καρλομάγνου.


Είχε δίκιο ο Ζακ Λακαριέρ που τον χαρακτήρισε «Κατακτητή του Απολύτου».