Ο μέγας Μεκόνγκ
Το αεροπλάνο πλησίαζε στην προσγείωση. Ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος και από ψηλά ο Μεκόνγκ έμοιαζε με ένα μεγάλο φίδι. Η πρωτεύουσα του Λάος φαινόταν μικρή και μαζεμένη σαν ένα μεγάλο χωριό. Αργότερα έμαθα ότι έχει μόλις 200.000 κατοίκους. Τα σπίτια χαμηλά, όμως μέσα στο πράσινο. Εδώ ο Μεκόνγκ κάνει τη γη εύφορη και γύρω από την πόλη υπάρχουν κατάσπαρτοι ορυζώνες. Βιεντιάν… Η Πόλη του Σανταλόξυλου, που οι ντόπιοι προφέρουν Βιενσάν. Βιεν σημαίνει περιτειχισμένη πόλη και Σαν σημαίνει σανταλόξυλο από τη σανσκριτική λέξη «σαντάνα».

Αφήσαμε τις βαλίτσες στο ξενοδοχείο και βγήκαμε αμέσως να τη γνωρίσουμε με τον «Lonely Planet» ανά χείρας. Λεωφόροι με δενδροστοιχίες, αρχαίοι ναοί, μια αρχιτεκτονική πανδαισία με κτίσματα λαοτιανής, κινεζικής, ταϊλανδέζικης, βιετναμέζικης, γαλλικής, αμερικανικής και ρωσικής αρχιτεκτονικής, η οποία αντικατοπτρίζει τις ιστορικές περιόδους της πόλης αλλά και την κουλτούρα των κατακτητών της.

Το παλαιότερο κομμάτι βρίσκεται κατά μήκος του ποταμού Μεκόνγκ. Πολλά μάς θύμιζαν την Ταϊλάνδη. Το τουκ-τουκς ή σαμ-λορ για τους ντόπιους, τρίκυκλο μας περίμενε σε κάθε επίσκεψη. Στον ναό-σύμβολο Φα Θατ Λουάνγκ συναντήσαμε προσκυνητές από διάφορες χώρες αλλά και πολλούς μοναχούς. Σε λίγο άρχισε να βρέχει, μια και βρισκόμασταν σε περίοδο των μουσώνων. Αποφασίσαμε να επισκεφθούμε τη σκεπαστή Τάλατ Σάο – την Πρωινή Αγορά -, ένα καλειδοσκόπιο χρωμάτων από εμπορεύματα, εξωτικά φρούτα και λαχανικά. Γαργαλιστικές μυρωδιές από τα μαγέρικα της αγοράς συνόδευαν κάθε μας βήμα. Οι ντόπιοι είχαν ήδη πιάσει κάποιο τραπεζάκι. Μαζί τους και εμείς…


Η στούπα-σύμβολο Φα Θατ Λουάνγκ

Το πλήρες όνομά της Φα Σέντι Λοκατζουλαμάνι σημαίνει «η πολυτιμότερη ιερή στούπα του κόσμου» και μάλιστα η εικόνα της κύριας στούπας εμφανίζεται και στην εθνική σφραγίδα του κράτους. Από τις ανασκαφές δεν βρέθηκε το ιερό λείψανο παρά ερείπια μοναστηριού των Χμερ που χρονολογούνται στον 11ο και 13ο αιώνα μ.Χ.

Στη σημερινή μορφή του ανοιχτού άνθους λωτού η στούπα κατασκευάστηκε κατ’ εντολήν του βασιλιά Σεταθιράτ το 1566 και επιπλέον χτίστηκαν τέσσερις ναοί – ένας σε κάθε πλευρά της. Σήμερα σώζονται μόνο οι δύο ναοί: ο Βατ Θατ Λουάνγκ Νόα στον Βορρά που στεγάζει και τον ανώτατο αξιωματούχο του βουδισμού στη χώρα και ο Βατ Θατ Λουάνγκ Τάι στον Νότο. Απέχει 4 χλμ. από το κέντρο της πόλης.

Η παράδοση της βουδιστικής στούπας

Λίγο προτού πεθάνει ο Βούδας οι μαθητές του τον ρώτησαν πώς θα έπρεπε να φτιάξουν το ταφικό μνημείο του. Τότε εκείνος δίπλωσε το ράσο του στα τέσσερα συμβολίζοντας το τετράγωνο για τη γη, από πάνω τοποθέτησε αναποδογυρισμένο το μπολ που ζητιάνευε την τροφή του συμβολίζοντας τον ουρανό και, τέλος, τοποθέτησε την ομπρέλα του συμβολίζοντας τον αιθέρα.

Το μνημείο ονομάστηκε στούπα και η στάχτη του Βούδα μοιράστηκε σε οκτώ στούπες σε όλη την επικράτεια του βουδισμού. Δύο αιώνες αργότερα, όταν αυτοκράτορας στις Ινδίες έγινε ο Ασόκα, ασπάστηκε τον βουδισμό και έγινε ο μεγαλύτερος απόστολός του. Ο αυτοκράτορας έβαλε να βρουν αυτές τις στούπες (η όγδοη χάθηκε στη ζούγκλα) και μοίρασε τη στάχτη σε χιλιάδες στούπες σε όλη την Ασία. Ο θρύλος λέει ότι ο Ασόκα τον 3ο αιώνα π.Χ. έστειλε αντιπροσωπεία με κάποιο λείψανο από τον θώρακα του Βούδα για να τοποθετηθεί στη στούπα Φα Θατ Λουάνγκ, που σήμερα είναι το εθνικό σύμβολο του Λάος.

Η Πύλη της Νίκης, Patuxai

Η λέξη Patuxai στη λαοτιανή γλώσσα μεταφράζεται από τα σανσκριτικά ως Πύλη (Πατού) της Νίκης (Χαΐ). Λένε ότι μοιάζει με την Αψίδα του Θριάμβου του Παρισιού και διαθέτει τέσσερις πύλες στο σταυροδρόμι των λεωφόρων της κεντρικής πλατείας.

Χτίστηκε το 1960 με αμερικανικό τσιμέντο αγορασμένο για την κατασκευή του αεροδρομίου. Αν και το βασικό σχέδιο είναι εμπνευσμένο από τη γαλλική κυριαρχία της Ινδοκίνας, τα ανάγλυφα που στολίζουν τις πλευρές της καθώς και η διακόσμηση στην οροφή έχουν τυπικά λαοτιανά θέματα. Ανεβαίνοντας τα τρία πατώματα του μνημείου, στις σκάλες κάθε πατώματος στεγάζονται πλήθος από τουριστικά μαγαζάκια με σουβενίρ – κυρίως μπλουζάκια. Από την ταράτσα η θέα προσφέρει πανοραμική εικόνα της Βιεντιάν με την κεντρική πλατεία και τις κεντρικές λεωφόρους της πόλης.

Στα εύφορα εδάφη του Μεκόνγκ
Τα εύφορα εδάφη του ποταμού Μεκόνγκ προσέλκυσαν τους πληθυσμούς που εγκαταστάθηκαν γύρω στα 1000 μ.Χ., εδραιώνοντας μια πόλη-κράτος (μεουάνγκ). Στη διάρκεια των ιστορικών αιώνων η Βιεντιάν υποφέρει από Βιετναμέζους, Μπουρμέζους, Σιαμέζους και Χμερ.

Οταν ιδρύεται το βασίλειο Λαν Σανγκ τον 14ο αιώνα από τον βασιλιά Φα Νγκουμ με την υποστήριξη των Χμερ της Καμπότζης, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στη νέα πρωτεύουσα και σημερινή επαρχία της Λουάνγκ Πραμπάνγκ. Η Βιεντιάν ξαναγίνεται πρωτεύουσα στα μέσα του 16ου αιώνα, παραμένει ως γαλλικό προτεκτοράτο κατά τον 19ο και τον 20ό και ως σήμερα υπό την κομμουνιστική κυβέρνηση.

Ακολουθώντας τον ποταμό Μεκόνγκ, κέντρο της είναι η συνοικία Σανταμπούλι όπου βρίσκονται τα περισσότερα κυβερνητικά κτίρια, ξενοδοχεία, εστιατόρια, αξιοθέατα (ναοί). Κατά μήκος του ποταμού θα δείτε και τα πιο παλιά κτίρια όπου ξεχωρίζουν τα διάφορα αρχιτεκτονικά στυλ και αποτελούν μάθημα ασιατικής αρχιτεκτονικής. Στα νοτιοανατολικά σε απόσταση μόλις 20 χλμ., βρίσκονται τα σύνορα με την Ταϋλάνδη.

Ο ναός Σι Σακέτ με τα 6.840 βουδιστικά αγάλματα
Περιτριγυρισμένος από καρποφόρα δέντρα μάνγκο, καρύδες και μπανανιές, ο ναός που έκτισε ο Τσάο Ανού το 1818 στεγάζει ίσως τα περισσότερα βουδιστικά αγάλματα της χώρας. Εκπαιδευμένος στην Μπανγκόκ ο Ανού έφτιαξε τον ναό σε πρώιμο στυλ Μπανγκόκ και τον περιέβαλε με ένα μοναστήρι με χοντρό τείχος ανάλογο του Φα Θατ Λουάνγκ.

Ο ναός αναστηλώθηκε από τους Γάλλους το 1924 και το 1930. Παρά τη σιαμέζικη επιρροή, εσωτερικά οι τοίχοι του μοναστηριού έχουν κόγχες όπου είναι τοποθετημένα περισσότερα από 2.000 ασημένια και κεραμικά βουδιστικά αγάλματα. Κάτω από τις κόγχες βρίσκονται επίσης περίπου 300 αγάλματα διαφόρων μεγεθών και υλικών, όπως μπρούντζος, ασήμι, ξύλο, πέτρα, καλλιτεχνημένα σε παραδοσιακό στυλ Λάος, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται από τον 16ο ως τον 19ο αιώνα.

Κατά μήκος της δεξιάς πλευράς του μοναστηριού βρίσκονται τοποθετημένα αρκετά κατεστραμμένα μικρά και μεγάλα αγάλματα ως μνημεία από τον πόλεμο με το Σιάμ. Η κύρια αίθουσα του ναού περιβάλλεται από μια ταράτσα με κολόνες σε στυλ Μπανγκόκ, ενώ στους εσωτερικούς τοίχους υπάρχουν κόγχες με εκατοντάδες βουδιστικά αγάλματα, καθώς επίσης ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες με εικόνες από προηγούμενες «τζατάκας» (ζωές) του Βούδα. Η οροφή είναι εμπνευσμένη από τους ναούς της παλιάς πρωτεύουσας του Σιάμ, Αγιούταγια, με λουλουδένιο σχέδιο.

Από την καταστροφή στην ανοικοδόμηση της ιερής στούπας
Το 1641 ο Γκέριτ βαν Γουΐστοφ, απεσταλμένος της Ολλανδικής Ανατολικής Εταιρείας των Ινδιών, έγινε δεκτός από τον βασιλιά Σουρίγια Βόνγκσα με μια λαμπρή τελετή στον ναό Φα Θατ Λουάνγκ. Ο ίδιος έγραψε εντυπωσιασμένος για την «πυραμίδα της οποίας ο χρυσός που καλύπτει την κορυφή της υπολογίζεται σε χιλιάδες λίρες!». Τον 18ο αιώνα το μνημείο υπέστη μεγάλες καταστροφές από τις επιδρομές Μπουρμέζων και Σιαμέζων.

Ετσι στις αρχές του 19ου αιώνα ο βασιλιάς Ανουβονγκ περιέκλεισε τον ναό με ένα μοναστήρι με χοντρό τείχος. Παρ’ όλα αυτά το 1828 η καταστροφή από τους επιδρομείς Σιαμέζους ήταν τόσο μεγάλη ώστε η στούπα εγκαταλείφθηκε. Το 1867 ο γάλλος αρχιτέκτονας Λουί Ντελαπόρτ επισκέφθηκε τη Βιεντιάν και έκανε λεπτομερή σκίτσα του μνημείου. Το 1900 οι Γάλλοι ανέλαβαν την αναστήλωσή του ανεπιτυχώς, καθώς δεν είχαν ληφθεί υπ’ όψιν αυτά τα σκίτσα. Κατά τα έτη 1931-1935 η αρχιτεκτονική σχολή ενός γαλλικού πανεπιστημίου αποφάσισε να ανοικοδομήσει τη στούπα με βάση αυτά τα σκίτσα και το οικοδόμημα επανήλθε στο αρχικό του σχέδιο του άνθους λωτού.

Ο βασιλικός ναός του Σμαραγδένιου Βούδα, Χάου φα Καΐου
Στα 100 μ. νοτιοανατολικά του Σι Σακέτ, ο ναός του Σμαραγδένιου Βούδα κτίστηκε το 1565 με εντολή του βασιλιά Σεταθιράτ, ο οποίος μεταφέροντας την πρωτεύουσα από τη Λουάνγκ Πραμπάνγκ στη Βιεντιάν αναζητούσε έναν χώρο να στεγάσει το άγαλμα του Σμαραγδένιου Βούδα (στην πραγματικότητα φτιαγμένο από εξαιρετικής ποιότητας ζαντ), αλλά και ένα προσωπικό χώρο για την προσευχή του.

Ο ναός πήρε το όνομα Χάου φα Καΐου που σημαίνει «Εικόνα κόσμημα του Βούδα», όμως στις αψιμαχίες με τους Σιαμέζους το 1779 το άγαλμα εκλάπη και σήμερα βρίσκεται στον ομώνυμο ναό της Μπανγκόκ. Ο ναός καταστράφηκε το 1828 ολοσχερώς κατά τη διάρκεια του πολέμου με το Σιάμ (Ταϊλάνδη), και ξανακτίστηκε από τους Γάλλους μεταξύ 1936 και 1942 ακολουθώντας ένα σχέδιο του 19ου αιώνα.

Σήμερα στεγάζει κάποια από τα ομορφότερα αγάλματα βουδιστικής τέχνης της χώρας που απεικονίζουν τον Βούδα σε διάφορες στάσεις, τα οποία και μπορείτε να θαυμάσετε. Θα δείτε ακόμη μερικές επιγραφές Χμερ, Λάο και Μον (Βιρμανίας). Στην κύρια αίθουσα που περιβάλλεται από όμορφο κήπο υπάρχει επίσης ένας επίχρυσος θρόνος, ένα ξύλινο άγαλμα του Βούδα, πολλά ξυλόγλυπτα, επιγραφές σε φύλλα φοινικιάς και αρκετά μπρούτζινα αγάλματα.

Τα δημοφιλή σαμ-λορ
Στην πρωτεύουσα του Λάος αλλά και σε όλη τη χώρα πολύ δημοφιλή είναι τα πασίγνωστα τρίκυκλα που λειτουργούν ως ταξί. Πότε τα λένε σαμ-λορ, δηλαδή τρίκυκλα – αυτό που είναι άλλωστε -, πότε τουκ-τουκ, όπως τα αντίστοιχα στην Ταϊλάνδη, άλλες φορές σκάι-λαπ, παρομοιάζοντάς τα με διαστημική κάψουλα (!), άλλοτε «τζάμπο» ή απλά ταξί. Διαθέτουν πάγκους αριστερά και δεξιά στην καρότσα που αν θέλετε τα μοιράζεστε με άλλους για να έχετε μικρότερο κόστος. Ο οδηγός λατρεύει το όχημά του και δείχνει την αγάπη του στολίζοντάς το ανάλογα με τη φαντασία του, προσπαθώντας βέβαια να έχει την καλύτερη διακόσμηση. Χρησιμοποιήστε τα, φροντίστε όμως να συμφωνήσετε την τιμή εκ των προτέρων.

«Βατ σι Μουάνγκ», το ιερό μοναστήρι της πόλης
Οταν ο βασιλιάς Σεταθιράτ μετέφερε την πρωτεύουσά του στη Βιεντιάν, η ομάδα των Σοφών διάλεξε το σημείο όπου θα θεμελιωνόταν ο ναός Σι Μουάνγκ, που σημαίνει «Το ιερό μοναστήρι της πόλης». Αφού οι εργάτες έσκαψαν μια μεγάλη τρύπα για να τοποθετηθεί η μεγάλη κολόνα, που λέγεται ότι πάρθηκε από κάποιο κοντινό ναό των Χμερ, ήχησαν τα τύμπανα και τα γκονγκ ώστε να μαζευτούν οι κάτοικοι και να βρεθεί κάποιος εθελοντής να θυσιαστεί πέφτοντας στην τρύπα.

Μια έγκυος γυναίκα ήταν εκείνη που προσφέρθηκε να θυσιαστεί και να γίνει πλέον το πνεύμα που θα προστάτευε την καινούργια πρωτεύουσα και τότε έλυσαν τα σχοινιά και έριξαν τη μεγάλη κολόνα. Η κύρια αίθουσα του μοναστηριού κτίστηκε γύρω από την κολόνα και καταστράφηκε το 1828 για να ξανακτιστεί το 1915. Η κολόνα καλύπτεται από ένα ιερό κομμάτι ύφασμα και μπροστά έχει τοποθετηθεί ένα ξύλινο κομμάτι με σκαλισμένη ανάγλυφα την εικόνα του Βούδα. Γύρω από την κολόνα υπάρχουν επίσης αρκετές εικόνες και αγάλματα του Βούδα.

Ανάμεσά τους ένας πέτρινος Βούδας τοποθετημένος σε ένα μαξιλάρι έχει τη φήμη ότι ικανοποιεί τις ευχές των πιστών ή δίνει απάντηση σε σοβαρά ζητήματα. Ο πιστός σηκώνει το μαξιλάρι τρεις φορές, υποβάλλοντας ταυτόχρονα την ευχή ή το αίτημά του και όταν αυτά ικανοποιηθούν τότε σε αντάλλαγμα θα φέρει ένα πιάτο με προσφορές: μπανάνες, καρύδες, λουλούδια λωτού, λιβάνι και κεριά.

Η αγορά Τάλατ Σάο ή για τους τουρίστες Morning Market
Η μεγαλύτερη και δημοφιλέστερη αγορά της Βιεντιάν διαθέτει ό,τι μπορεί να φανταστεί ο νους! Από μαγαζάκια με υφάσματα υφαντά και μουσικά όργανα ως πολύτιμα κοσμήματα. Εδώ θα δείτε να παρελαύνουν καθημερινά οι κάτοικοι της πόλης αλλά και πολλοί χωρικοί από τις ορεσίβιες φυλές που έρχονται για να πουλήσουν τα χειροτεχνήματά τους: όμορφα παπλώματα με την τεχνική του απλικαρίσματος, μαξιλαροθήκες, υφαντές μεταξωτές εσάρπες, τραπεζομάντιλα, υφασμάτινες τσάντες για τον ώμο, χειροποίητες ξύλινες κούκλες, κοσμήματα σε λαϊκά σχέδια με ημιπολύτιμες πέτρες ή κοκάλινα βραχιόλια.

Κάθε γωνιά της αγοράς θα σας εκπλήξει καθώς η ποικιλία των ειδών φαντάζει ατέλειωτη. Απ’ τη μια τα μοντέρνα ρολόγια και τα ηλεκτρονικά και απ’ την άλλη οι πάγκοι με τα λαχανικά και τα εξωτικά φρούτα. Ακόμα και αν δεν αγοράσετε, αξίζει να ρίξετε μια ματιά στα μικροέπιπλα από ξύλο τριανταφυλλιάς. Και αν πεινάσετε, πέρα από τα κιόσκια με τις τοπικές λιχουδιές υπάρχουν πολλά εστιατόρια για να απολαύσετε ένα αυθεντικό λαοτιανό γεύμα.

Από την Καταστροφή στην ανοικοδόμηση της ιερής στούπας
Το 1641 ο Γκέριτ βαν Γουΐστοφ, απεσταλμένος της Ολλανδικής Ανατολικής Εταιρείας των Ινδιών, έγινε δεκτός από τον βασιλιά Σουρίγια Βόνγκσα με μια λαμπρή τελετή στον ναό Φα Θατ Λουάνγκ. Ο ίδιος έγραψε εντυπωσιασμένος για την «πυραμίδα της οποίας ο χρυσός που καλύπτει την κορυφή της υπολογίζεται σε χιλιάδες λίρες!».

Τον 18ο αιώνα το μνημείο υπέστη μεγάλες καταστροφές από τις επιδρομές Μπουρμέζων και Σιαμέζων. Ετσι στις αρχές του 19ου αιώνα ο βασιλιάς Ανουβονγκ περιέκλεισε τον ναό με ένα μοναστήρι με χοντρό τείχος. Παρ’ όλα αυτά το 1828 η καταστροφή από τους επιδρομείς Σιαμέζους ήταν τόσο μεγάλη ώστε η στούπα εγκαταλείφθηκε. Το 1867 ο γάλλος αρχιτέκτονας Λουί Ντελαπόρτ επισκέφθηκε τη Βιεντιάν και έκανε λεπτομερή σκίτσα του μνημείου.

Το 1900 οι Γάλλοι ανέλαβαν την αναστήλωσή του ανεπιτυχώς, καθώς δεν είχαν ληφθεί υπ’ όψιν αυτά τα σκίτσα. Κατά τα έτη 1931-1935 η αρχιτεκτονική σχολή ενός γαλλικού πανεπιστημίου αποφάσισε να ανοικοδομήσει τη στούπα με βάση αυτά τα σκίτσα και το οικοδόμημα επανήλθε στο αρχικό του σχέδιο του άνθους λωτού.

Από τη λάσπη της λίμνης στην αγνότητα του λωτού
Για τους βουδιστές ο λωτός είναι το ιερό άνθος που συμβολίζει την αγνότητα. Αν και φύεται από έναν σπόρο στη λάσπη της λίμνης, αναδύεται στην επιφάνειά της ως κατάλευκο λουλούδι, δίνοντας συμβολική σημασία και ελπίδα στην ανθρώπινη διαδρομή, σε έναν παραλληλισμό με τον άνθρωπο που ακολουθώντας τις βουδιστικές αρετές έχει τη δύναμη να αναδυθεί από τη λάσπη του σκότους όπου βρίσκεται και να φτάσει στο Φως.

Η Φα Θατ Λουάνγκ έχει ύψος 45 μ., από τη βάση ως την κορυφή. Το πρώτο επίπεδο της στούπας αποτελείται από μια τετράγωνη βάση 68Χ69 μ. με 323 συμβολικούς λίθους. Υπάρχουν επίσης τέσσερις αψιδωτοί χώροι προσευχής, ένας σε κάθε πλευρά, ενώ μικρές σκάλες οδηγούν προς το δεύτερο επίπεδο. Το δεύτερο επίπεδο έχει διαστάσεις 48Χ48 μ. και περιβάλλεται από 120 πέταλα λωτού, 288 συμβολικούς λίθους και 30 μικρές στούπες που συμβολίζουν τις 30 βουδιστικές αρετές που πρέπει να έχει ο πιστός στην οδό προς τη νιρβάνα.

Αψιδωτές πύλες με σκαλιά οδηγούν στο τρίτο τετράγωνο που είναι 30Χ30 μ. Η ψηλή κεντρική στούπα στηρίζεται σε μια βάση ημικυκλική που θυμίζει το βουδιστικό μπολ, ως αναφορά της πρώτης βουδιστικής στούπας στο Σάνσι της Ινδίας, και στην κορυφή της ένα μικρό τετράγωνο περιβάλλεται από πέταλα λωτού. Τέλος, ο καμπυλόγραμμος οβελίσκος με τις τέσσερις πλευρές συμβολίζει επίσης το άνθος λωτού. Ολο το μνημείο επιχρυσώθηκε το 1995 στο πλαίσιο του εορτασμού της 20ής επετείου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λάος.

πρΌσβαση
Η αεροπορική εταιρεία Lufthansa αυτή την περίοδο δίνει την καλύτερη προσφορά και θα πετάξετε μέσω Φραγκφούρτης και με συνεργασία της Thai Airways μέσω Μπανγκόκ θα φτάσετε στη Βιεντιάν, με συνολική διάρκεια ταξιδιού 27 ώρες. Το αεροδρόμιο απέχει 4 χλμ. βορειοδυτικά από το κέντρο της πόλης.

Μέσα στην πόλη μετακινείστε με ταξί διαφόρων μεγεθών και εταιρειών με ταξίμετρο ή χωρίς, αλλά και με δίκυκλα μηχανάκια ταξί. Αν η φυσική σας κατάσταση το επιτρέπει, μπορείτε να νοικιάσετε ποδήλατο.

Διαμονή
Οικονομικό και απλό, το γαλλικής αποικιοκρατικής αρχιτεκτονικής «Mali Namphu Guest House» (114 Pangham Rd, τηλ: +856-21-215093, 263298) με τα δωμάτια να βλέπουν γύρω από τον ανοιχτό κήπο.

Με θέα στον ποταμό Μεκόνγκ το ξενοδοχείο «Inter City» (24-25, Fa Ngum Rd, Unit 5 Ban Wat Chan, τηλ: +856-21-242842-44), κεντρικό και διακοσμημένο με αντίκες σε παραδοσιακό στυλ με καλό εστιατόριο.

Το «Lao Plaza Hotel» (63, Samsenthai Rd, τηλ: +856-21-218800-01, www. laoplazahotel.com), αν και αρχιτεκτονικά δεν παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον, είναι ένα αρκετά καλό κεντρικό ξενοδοχείο με πολλές ανέσεις, καλό εστιατόριο και ενδιαφέρον κατάστημα με μεταξωτά και κοσμήματα λαϊκής τέχνης.

Πολυτελές και επίσης κεντρικό το «Park View Executive Suites» (Luang Prabang Rd, τηλ: +856-21-250888), διαθέτει διαμερίσματα και σουίτες.

Φαγητό
Το παραδοσιακό πρωινό είναι συνήθως σούπα από ρυζομακάρονα με διάφορα μυρωδικά αλλά τρώγεται και σαν ένα γρήγορο κολατσιό μαζί με κοτόπουλο ή χοιρινό. Πιο «στυλάτο» πρωινό το «κάο τζι πα τε». Πρόκειται για γαλλική μπαγκέτα ψωμιού γεμισμένη με πατέ λαοτιανού τύπου που μοιάζει περισσότερο με το αμερικανικό κόρνμπιφ παρά με γαλλικό πατέ, και διάφορες σάλτσες. Η κουζίνα περιλαμβάνει πιάτα απλά βασισμένα στο ποταμίσιο ψάρι, κοτόπουλο, πάπια, χοιρινό και νεροβούβαλο μαζί με λαχανικά, αρωματισμένα με λεμονόχορτο, φύλλα μέντας ή κορίανδρο, πιπερόριζα, καυτερό τσίλι, γάλα καρύδας, χυμό γλυκολέμονου και χυμό ταμαρίν.

Το πιο δημοφιλές πιάτο είναι το «λάαπ» που είναι σαλάτα με κιμά κρέατος ή ψαριού μαριναρισμένου σε χυμό γλυκολέμονου, σκόρδο, πράσινα κρεμμύδια, φύλλα μέντας, τσίλι και κολλώδες ρύζι. Συνοδεύεται με μαρούλι, φύλλα μέντας και φύλλα μάνγκο στον ατμό και διάφορα άλλα μυρωδικά ανάλογα με την εποχή.

Εξίσου δημοφιλές κυρίως στα υπαίθρια μαγέρικα και το καυτερό «ταμ σον» που αποτελείται από πράσινη παπάγια, χυμό γλυκολέμονου, τσίλι, σκόρδο, αλμυρή πάστα ψαριού «πα ντεκ», πάστα μαρουλιού «ναμ πακ κατ» και διάφορα άλλα μυρωδικά επιλογής του πελάτη.

Δοκιμάστε επίσης «ταμ κουάι» – πράσινες μπανάνες με τσίλι, χυμό γλυκολέμονου, σάλτσα ψαριού και «φοε» – ρυζομακάρονα μαγειρεμένα σε διάφορες παραλλαγές.

Πιείτε τη διάσημη μπίρα Λάο, το ρυζόκρασο Λάο Χάι, αλλά και το τοπικό ουίσκι Λάο-Λάο. Φημισμένος είναι ο λαοτιανός καφές που καλλιεργείται στη χώρα και θεωρείται από τους καλύτερους του κόσμου και σερβίρεται παραδοσιακά με πολλή ζάχαρη και ζαχαρούχο γάλα.

Το εστιατόριο «Labieng Latsamee» (Luang Prabang Rd, Ban Nongpanai Sikhottabong) εκτός από λαοτιανή κουζίνα σερβίρει ταϊλανδέζικα, κινέζικα και ευρωπαϊκά πιάτα.

Στο σοφιστικέ «Na Dao» (Patuxai) σερβίρεται η γαλλική κουζίνα.

Δίπλα στον Μεκόνγκ και πίσω από το ξενοδοχείο Taipan, το εστιατόριο «Douang Deuane», αν και λίγο τουριστικό σερβίρει αυθεντική λαοτιανή κουζίνα. Το «Bunmala» (Th Khu Vieng) θεωρείται το καλύτερο εστιατόριο λαοτιανής κουζίνας. Δοκιμάστε καυτερή σαλάτα παπάγιας, ψάρι ή πάπια ψητή και «πινγκ λιν» που είναι ψητή γλώσσα αγελάδας.

Για τηγανιτά ρυζομακάρονα στο «Samsenthai Fried Noodle» (Th Samsenthai).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ