Ανέκαθεν η Ελλάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες είχε παράδοση (σε μετάλλια και πλασαρίσματα) στα μαχητικά σπορ, με την πάλη μάλιστα να είναι διαχρονικά μέσα στα κορυφαία και να αποτελεί για πολλά χρόνια την ελληνική παρηγοριά στην κορυφαία διοργάνωση. Το χρυσό μετάλλιο του Στέλιου Μυγιάκη στη Μόσχα (1980), το ασημένιο (1972 στο Μόναχο) και το χάλκινο (1968 στο Μεξικό) του Πέτρου Γαλακτόπουλου, το ασημένιο του Δημήτρη Θανόπουλου στο Λος Αντζελες (1984), τα δύο χάλκινα του Μπάμπη Χολίδη σε Λος Αντζελες (1984) και Σεούλ (1988) αλλά και το χάλκινο του Γιώργου Χατζηιωάννου στη Μόσχα (1980), το μοναδικό στο άθλημα της ελευθέρας, αποτελούσαν (μαζί με τα μετάλλια της ιστιοπλοΐας) το μοναδικό χαμόγελο στις ελληνικές αποστολές στους Ολυμπιακούς Αγώνες ως και τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Στη συνέχεια ανέλαβαν βασικά τη σκυτάλη η άρση βαρών και το τάε κβον ντο μαζί με στίβο και γυμναστική ενώ χάρη στον Ηλία Ηλιάδη εμφανίστηκε και το τζούντο.
Στην ελίτ του αθλητισμού
Πλέον στο Ρίο είχαμε δύο τεράστιες διακρίσεις (χρυσά μετάλλια) μεταξύ άλλων σε δύο αθλήματα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και πιο ελιτίστικα κατά κάποιον τρόπο.
Καθώς τόσο η σκοποβολή (που η Αννα Κορακάκη της έφερε τα πρώτα της μετάλλια μετά το 1920 στην Αμβέρσα) όσο και το επί κοντώ στον στίβο, με τον θρίαμβο της Κατερίνας Στεφανίδη, είναι αρκετά δαπανηρά για τον αθλούμενο. Δεν φοράς απλά ένα σορτσάκι και τρέχεις, αλλά οφείλεις να έχεις και τον κατάλληλο εξοπλισμό, που είναι αρκετά δαπανηρός.
Από την εποχή του μεγάλου Γιώργου Ρουμπάνη (χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης το 1956 ξεπερνώντας τα 4,50 μ.) αλλά και του επίσης κορυφαίου, παγκόσμιου ρέκορντμαν (με επίδοση στα 5,79 μ. το 1970) Χρήστου Παπανικολάου, ο εξοπλισμός στο συγκεκριμένο αγώνισμα ήταν ένα θέμα. Αν και τότε οι αθλητές είχαν το πολύ δύο κοντάρια.
Αντίθετα, σήμερα αρκεί να φανταστεί κανείς ότι η χρυσή ολυμπιονίκης Κατερίνα Στεφανίδη έχει στην κατοχή της καμιά ντουζίνα κοντάρια (τουλάχιστον τόσα παίρνει μαζί της στις μεγάλες διοργανώσεις), το κάθε ένα από τα οποία κοστίζει περί τα 500 ευρώ κατά μέσο όρο! Συνεπώς εδώ είναι κατανοητό το πόσο απαραίτητη είναι η παρουσία του χορηγού για αυτούς τους αθλητές, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλύψουν μόνοι τους ένα τέτοιο υψηλό κόστος. Μάλιστα, στην προπόνηση πολλές φορές οι αθλήτριες χρησιμοποιούν ακόμη περισσότερα κοντάρια! Αυτό είναι λογικό γιατί αφενός θέλουν κοντάρια με διαφορετικά ύψη αλλά και ευλυγισία.
Χάρισμα κοντάρια
Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατα όταν η χρυσή ολυμπιονίκης μας βρέθηκε στην αγαπημένη της Φιλοθέη, από όπου όλα ξεκίνησαν (είναι αθλήτρια του Αθλητικού Ομίλου Φιλοθέης και από εκεί άρχισε την καριέρα της), για να συμμετέχει στο γυναικείο γκαλά που διοργανώνει κάθε χρόνο ο σύλλογός της, χάρισε στα νέα κορίτσια του ΑΟ Φιλοθέης κάποια κοντάρια της που πλέον δεν χρησιμοποιεί και λόγω ύψους. Καθώς στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 2012, για παράδειγμα, είχε περάσει μόλις τα 4,25 μ. ενώ πλέον ξεκινάει τις προσπάθειές της από τα 4,60 μ. και πήρε το χρυσό στα 4,85 μ. Η Κατερίνα γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα λοιπόν το πόσο σημαντικό είναι για μια νέα αθλήτρια που ξεκινάει τώρα την καριέρα της να έχει ως εφόδιο τα πρώτα της κοντάρια.
Να προσθέσουμε εδώ ότι το κόστος δεν περιορίζεται μόνο στην αγορά, αλλά υπάρχει και η μεταφορά (ο μεγάλος πονοκέφαλος των αθλητών), όπου συνήθως περιλαμβάνει και το ρίσκο να μη φτάσουν στον προορισμό τους μαζί με την αθλήτρια (στο Ρίο τα πήρε δύο ημέρες μετά την άφιξή της…). Ενα μέσο κόστος μεταφοράς, στον ειδικό σάκο, κυμαίνεται στα 100-150 ευρώ, αλλά όταν πρόκειται για υπερατλαντικό ταξίδι το κόστος καμιά φορά μπορεί να φτάσει ακόμη και αυτό της αγοράς ενός κονταριού (400-500 ευρώ)! Ενώ το πρόβλημα είναι ότι κάποιες εταιρείες δεν δέχονται τη μεταφορά κονταριών και αν έχεις ήδη ξεκινήσει, μένεις με το… κοντάρι στο χέρι στην αλλαγή πτήσης.
Τα όπλα κοστίζουν
Αν πάμε στη σκοποβολή τώρα το πρόβλημα στα ταξίδια δεν είναι τόσο η μεταφορά όσο ο αυστηρός έλεγχος, που είχε μάλιστα ως αποτέλεσμα να χάσει πρόσφατα η Αννα Κορακάκη με τον πατέρα της Τάσο την πτήση της επιστροφής στην Αθήνα μέσω Ιταλίας από το μακρινό Ρίο.Το κόστος του όπλου κυμαίνεται στα 1.500-1.800 ευρώ και συνήθως χρειάζεται τουλάχιστον και ένα αναπληρωματικό καθώς υπάρχει η πιθανότητα εμπλοκής του πρώτου. Οσον αφορά τις σφαίρες, το μεγάλο κόστος είναι στην προπόνηση, που συνήθως θα χρειαστούν αρκετά κουτιά για την εξάσκηση και εκεί ήταν ένα ακόμη «αγκάθι» στις σχέσεις της Αννας Κορακάκη με την ελληνική ομοσπονδία σκοποβολής, καθώς όπως έχει πει πολλές φορές, δεν την είχαν στηρίξει ούτε σε αυτό το θέμα.
Πέρα από το όπλο (τα όπλα, για την ακρίβεια, καθώς η Αννα ασχολείται και με το αεροβόλο στα 10 μέτρα, αλλά και το πυροβόλο σπορ πιστόλι στα 25 μέτρα) το κόστος του εξοπλισμού περιλαμβάνει τα ακουστικά, τα παπούτσια και άλλα. Οπως και να έχει, η στροφή αρκετών παιδιών και σε αθλήματα που είναι κάπως πιο «ακριβά» κρίνει ακόμα πιο απαραίτητη τη συμπαράσταση των χορηγών αλλά και των γονιών (οι πιο συνηθισμένοι χορηγοί των παιδιών τους πολλές φορές) για να μπορέσει μια αθλήτρια ή ένας αθλητής να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ