Ηταν Δεκαπενταύγουστος του 2001 όταν η Εθνική Ελλάδας αντιμετώπιζε τη Ρωσία στη Μόσχα στο πλαίσιο των προκριματικών ομίλων εν όψει του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2002 και οι τότε διεθνείς μάθαιναν ότι επιστρέφοντας στην πατρίδα, θα έμπαιναν στη διαδικασία γνωριμίας με έναν νέο ομοσπονδιακό τεχνικό. Ηταν ο Οτο Ρεχάγκελ, ο άνθρωπος που άλλαξε την ιστορία του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, οδηγώντας το σε μια επιτυχία που όχι απλώς ήταν ανέλπιστη αλλά και η οποία θα αντιμετωπίζεται πάντοτε ως κάτι απίθανο να επαναληφθεί. Ποιος μπορεί αλήθεια να απαιτήσει κάτι αντίστοιχο από τον συμπατριώτη του Μίχαελ Σκίμπε, πέρα από το να αναγνωρίσει την εξής ομοιότητα: όπως και ο Ρεχάγκελ, έτσι και ο δεύτερος γερμανός τεχνικός στην ιστορία της Εθνικής παρέλαβε καμένη γη.
Αρχές και πειθαρχία


Τότε (2001) ο προπονητής που οδήγησε την Ελλάδα στην κατάκτηση του Euro 2004 παρέλαβε ένα τσούρμο ιδιαιτέρως ταλαντούχων ποδοσφαιριστών, το οποίο λειτουργούσε ως σκορποχώρι γεμάτο από τσιφλικάδες εντός και εκτός των γηπέδων. Αποφάσισε να προβεί σε τομές, ως και την καρατόμηση του εξαιρετικού αριστερού μπακ χαφ της εποχής Γρηγόρη Γεωργάτου για παραδειγματισμό. Επέβαλε αρχές και πειθαρχία, ένωσε δυνάμεις, απέκλεισε τα συλλογικά κολλήματα από τα εθνικά αποδυτήρια, έπεισε ότι μόνο με ενότητα θα μπορούσε να αλλάξει κάτι δραστικά. Τη συνέχεια όλοι τη γνωρίζουμε.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, η έλευση του κ. Μίχαελ Σκίμπε γεννάει μια πρόσκαιρη αισιοδοξία ότι ένας άνθρωπος της ίδιας ποδοσφαιρικής σχολής με τον κ. Οτο Ρεχάγκελ θα βρει τον τρόπο να βάλει τα πράγματα σε μια τάξη, έχοντας λάβει καμένη γη και την εθνική ομάδα σε περίοδο απόλυτης απαξίωσης. Η αναγνώριση του ελαφρυντικού ότι θαύματα όπως εκείνο του 2004 δεν επαναλαμβάνονται δεν καθιστά ευκολότερη την αποστολή του. Τουναντίον αυτή πρέπει να αναγνωριστεί ως δυσκολότερη από εκείνη του 2001 όσον αφορά την επαναπροσέγγιση του πώς αυτό το συγκρότημα θα μπορέσει να λειτουργήσει και πάλι ως σύνολο. Ως ομάδα…
Σε μια πρώτη (ομολογουμένως όχι τόσο απόλυτη αλλά σίγουρα ενδεικτική των προθέσεών του) ανάγνωση των επιλογών του κ. Σκίμπε στα πρώτα δύο φιλικά ματς (νίκη επί του Μαυροβουνίου και ήττα από την Ισλανδία) υπό την καθοδήγησή του, είναι εύκολα διακριτή η επιθυμία του να δοκιμάσει όσα περισσότερα πρόσωπα μπορεί από αυτά που συμπεριλαμβάνονται στη νεότερη γενιά των καλών γηγενών ποδοσφαιριστών. Ετσι εξηγούνται και οι κλήσεις και συμμετοχές παικτών όπως οι Βέλλιος, Διαμαντάκος, Πέτσος, Μάνταλος, Πέλκας, Παπάζογλου.
Προσκλήσεις παικτών


Αντιστοίχως πολλούς παίκτες είχε δοκιμάσει αρχικά και ο κ. Ρεχάγκελ, μέχρι να καταλήξει σε έναν κορμό που αποδείχθηκε μπετόν. Οπως θα ενθυμείσθε, υπήρχε μια περίοδος μακρά κατά τη διάρκεια της οποίας ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός προκαλούσε ερωτηματικά με τη στάση του να μην καλεί παίκτες σε εξαιρετική φόρμα και με σπουδαία τεχνικά ή τακτικά προσόντα, όπως επί παραδείγματι οι Ακης Ζήκος, Ιεροκλής Στολτίδης και Νίκος Λυμπερόπουλος. Επέλεξε αυτούς που εμπιστευόταν περισσότερο και πορεύτηκε μαζί τους ως το τέλος, γνωρίζοντας ασφαλώς την απόλυτη δικαίωση.
Ο κ. Σκίμπε βρίσκεται ακριβώς σε αυτή τη φάση της αναζήτησης. Επιχειρεί να αναγνώσει ποιοι από τους διαθέσιμους ποδοσφαιριστές που ταιριάζουν με την αντίληψη και φιλοσοφία του για το άθλημα μπορούν και να υπηρετήσουν απόλυτα αυτό που έχει στο μυαλό του να εφαρμόσει. Ετσι, επιλέγει να δοκιμάσει παίκτες και βάσει των σωματικών προσόντων τους. Για παράδειγμα, στη θέση του επιθετικού πήρε τρία ψηλά παιδιά και δεν έδωσε ευκαιρία στον φορμαρισμένο Χρήστο Αραβίδη. Ισως επειδή θέλει άλλου τύπου φορ από αυτόν του βασικού κυνηγού της Ενωσης.


Τα πρόσωπα-κλειδιά
Αναζητούνται ηγέτες

Αναζητούνται ασφαλώς οι ηγέτες. Ο Κώστας Φορτούνης αποδεικνύει αγώνα με τον αγώνα, είτε με τη φανέλα του Ολυμπιακού είτε με αυτή της εθνικής ομάδας, ότι είναι ικανός να διαδραματίσει τον ρόλο αυτόν. Συνεχώς εξελίσσεται και προοδεύει, ενώ δείχνει μεγάλη διάθεση να πάρει ευθύνες επάνω του, κοινώς όχι απλώς δεν κρύβεται από την μπάλα αλλά αντιθέτως τη ζητεί συνέχεια για να βάλει όλη την ομάδα στο κόλπο.
Ο Σάμαρης είναι ο επόμενος της μεσαίας γραμμής που θα κληθεί να συνεχίσει σε ανοδικούς ρυθμούς και να αποδειχθεί ο ρυθμιστής της ορθής μετάβασης από την άμυνα στην επίθεση και αντιστρόφως. Σε πρώτη φάση, ο κ. Σκίμπε φαίνεται ότι προτιμά ως παρτενέρ του τον Πέτσο αντί κάποιων εκ των Μάνταλου ή Πέλκα, εκτιμώντας τη σαφώς πληρέστερη ανασταλτική προσφορά του πρώτου. Ιδιαίτερη σημασία βέβαια έχει και το ιδανικό πάντρεμα των δύο που θα παίζουν στην επίθεση. Το δίδυμο ΜήτρογλουΚαρέλης φαντάζει ως το επικρατέστερο ενώ ο Βέλλιος έδειξε εξίσου έτοιμος, ωστόσο θα μπορούσε να ταιριάξει μόνο με τον δεύτερο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ