Πενήντα ένα χρόνια πριν (1963) ο αναγνωρισθείς ως ο πιο καινοτόμος (και μετέπειτα ως ο κορυφαίος όλων των εποχών) τερματοφύλακας στην ιστορία του ποδοσφαίρου Ρώσος Λεβ Γιάσιν ελάμβανε ως ανταμοιβή για τις εντυπωσιακές επιδόσεις του το βραβείο της Χρυσής Μπάλας.

Κατά τη διαρκή εξέλιξη της θέσης μέσα από την ανάδειξη των πολλών σπουδαίων που την υπηρέτησαν στη μετά Γιάσιν εποχή, το άθλημα «γέννησε» τον Ιταλό Τζιανλουίτζι Μπουφόν, τον επόμενο που (το 2006) έφτασε στο σημείο να διεκδικεί την ανώτατη για έναν ποδοσφαιριστή ατομική διάκριση. Σήμερα όχι απλώς ευδοκιμεί, αλλά μεταφέρει τη θέση και το ίδιο το ποδόσφαιρο σε μια άλλη διάσταση ο Γερμανός Μάνουελ Νόιερ, αμφισβητώντας μάλιστα τους δύο (Κριστιάνο Ρονάλντο και Λιονέλ Μέσι) που μονοπωλούν την κατάκτηση του βραβείου τα τελευταία έξι χρόνια.


Ερωτευμένος με την μπάλα
Το βέβαιο είναι ότι ο 28χρονος τερματοφύλακας της Μπάγερν Μονάχου δεν θα έφτανε ποτέ στο σημείο να κοντράρει τους δύο τοπ ποδοσφαιριστές στον κόσμο (στην κορύφωση μάλιστα της προσωπικής τους αγωνιστικής διένεξης για το ποιος είναι ο καλύτερος και ποιος θα κατακτήσει τα περισσότερα τρόπαια), αν είχε κάνει πράξη το παιδικοεφηβικό όνειρό του: να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, όχι όμως με (μοναδική) αποστολή το να αποτρέπει τους αντιπάλους από το να σκοράρουν.
Ο Μάνουελ Νόιερ είναι ερωτευμένος με το ποδόσφαιρο που παίζεται μακριά από την εστία, αυτή για την οποία η επαγγελματική μοίρα τον επέλεξε ώστε να την προστατεύει, όμως και τον αντάμειψε με φήμη, χρήματα και διεθνή αναγνώριση. Οπως είχε εξομολογηθεί παλαιότερα ο διεθνής αμυντικός και πρώην συμπαίκτης του γερμανού τερματοφύλακα στη Σάλκε Κυριάκος Παπαδόπουλος, «ο Νόιερ ξέρει τόσο καλή μπάλα που θα μπορούσε άνετα σήμερα να έχει ρόλο πρωταγωνιστικό ως αμυντικό χαφ σε ομάδα τοπ επιπέδου της ελληνικής Σούπερ Λίγκας».
Φανταστείτε δηλαδή (και σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα του νυν άσου της Λεβερκούζεν) ότι σήμερα, στα 28 του, ο ευφυής Νόιερ θα μπορούσε να στέκεται ως αμυντικός μέσος στον Ολυμπιακό του Τσάμπιονς Λιγκ, δίχως να έχει δουλέψει τη θέση τα τελευταία δέκα χρόνια, από τότε δηλαδή (2004) που στις Ακαδημίες της Σάλκε διέγνωσαν ότι θα έπρεπε να αξιοποιηθεί ως τερματοφύλακας. Την περίοδο δηλαδή που εκείνος ήθελε να αγωνίζεται ως κεντρικός χαφ, με ακόμα μεγαλύτερη ευχαρίστηση αν θα είχε και ρόλο επιτελικό.

«Εφευρέτης» νέας θέσης
Εν έτει 2014 ο Νόιερ θα μπορούσε και να αναγνωριστεί ως ο «εφευρέτης» μιας νέας θέσης στο άθλημα. Αν ο Λεβ Γιάσιν ήταν ο πρώτος μεγάλος καινοτόμος λόγω των νέων στάνταρ που ανέδειξε στην υπεροχή που έπρεπε να έχει ο τερματοφύλακας εντός της μεγάλης περιοχής αλλά και των μεθόδων που δίδαξε για να βγαίνει η ομάδα του στην αντεπίθεση, ο Νόιερ είναι εκείνος ο οποίος μισόν αιώνα μετά, λειτουργεί λες και κουβαλάει μέσα του το πνεύμα του σπουδαίου Ρώσου και εξελίσσει τη θέση αλλάζοντας το ποδόσφαιρο.
Αυτά που σήμερα διαπιστώνουμε από τον Νόιερ είχε παρουσιάσει, ασφαλώς σε σημαντικά μικρότερες δόσεις, ο σπουδαίος Τζιανλουίτζι Μπουφόν, τερματοφύλακας ο οποίος έπαιζε για χρόνια ολόκληρα τον ρόλο του έξτρα λίμπερο βοηθώντας τις άμυνες της Γιουβέντους και της Εθνικής Ιταλίας να ανεβαίνουν ψηλά νιώθοντας ασφάλεια. Ωστόσο η συμμετοχή του στο παιχνίδι και η συμβολή στην ανάπτυξή του δεν μπορούν να συγκριθούν με εκείνες του Νόιερ καθώς ο Μπουφόν έχει πάντοτε λίγες επαφές και συνήθως αυτές είναι ανασταλτικού και αποτρεπτικού χαρακτήρα. Η ευχέρεια του Γερμανού με την μπάλα στα πόδια αλλά και η επιθυμία του να γίνεται ενεργό μέλος στο παιχνίδι και όχι απλώς να λειτουργεί ως το «σκιάχτρο» των γκολπόστ είναι στοιχεία που ουδείς προπονητής μπορεί να αφήσει ανεκμετάλλευτα ή (στην περίπτωση που είναι εξαιρετικά συντηρητικός) να δαμάσει.
Οι αρετές του Νόιερ επιβάλλουν στους τεχνικούς με τους οποίους συνεργάζεται τον σχεδιασμό της τακτικής με εκείνον συμμετέχοντα. Τις (πολλές) φορές που ο 28χρονος γκολκίπερ ανεβαίνει ως τη μεσαία γραμμή, οι συμπαίκτες του έχουν τη δυνατότητα να απλωθούν στο γήπεδο, να πιέσουν περισσότερο έντονα ως την αντίπαλη εστία και να επιβάλουν κυριαρχία, γνωρίζοντας ότι πίσω τους υπάρχει εκείνος ως ο «τελευταίος» για να «σκουπίσει» τις αντεπιθέσεις.

Σπάνια χαρίσματα – «Χτίζει» επιθέσεις

Αν ο Νόιερ δεν ήξερε τι έκανε και δεν είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στις σπάνιες για γκολκίπερ τεχνικές αρετές του, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι αποθρασύνεται. Μια ενδελεχής ανάγνωση των δράσεών του την ώρα του αγώνα όμως αποδεικνύει ότι συμμετέχει στην άμυνα, χτίζει μαζί με τους συμπαίκτες του επιθέσεις και σε αρκετές περιπτώσεις είναι αυτός που ανοίγει το παιχνίδι στα άκρα με μακρινές πάσες μπαλιές, αποστολή που είθισται να αναλαμβάνουν ο κεντρικός αμυντικός ή ο αμυντικός μέσος.

Με τον Νόιερ να έχει περισσότερες από 30 επιτυχημένες πάσες ανά αγώνα (επί παραδείγματι, στο Μουντιάλ της Βραζιλίας είχε συνολικά 242, δύο περισσότερες από όσες ο Λιονέλ Μέσι σε ίδιο αριθμό αγώνων!), η Εθνική Γερμανίας και η Μπάγερν Μονάχου έχουν μόνιμα αριθμητικό πλεονέκτημα καθώς επί της ουσίας αγωνίζονται με 11 ποδοσφαιριστές μέσα στο γήπεδο, όχι με 10 και έναν απλό τερματοφύλακα. Πέρα από τα ταχύτατα ανεβάσματά του, την ακρίβεια στις μακρινές μεταβιβάσεις και τη θαυμαστή για τερματοφύλακα τεχνική του, ο Νόιερ διαθέτει τρομερή δύναμη στα χέρια όταν μεταφέρει την μπάλα για να δημιουργήσει αντεπίθεση.

Παράλληλα είναι ένας γκολκίπερ με φανταστικά αντανακλαστικά, άψογη αντίδραση στις εναέριες επεμβάσεις του και ικανότητα στις αποκρούσεις πέναλτι.«Δεν μπορώ να του βάλω γκολ ούτε στο play station» είπε χαριτολογώντας ο συμπαίκτης του στην Μπάγερν Φρανκ Ριμπερί έπειτα από μια προπόνηση της βαυαρικής ομάδας κατά τη διάρκεια της οποίας ο Νόιερ απέκρουσε τέσσερα από τα πέντε πέναλτι και δεν δέχθηκε ούτε ένα τέρμα από εκτελέσεις φάουλ του Γάλλου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ