Ηταν ένα μεταγραφικό παζάρι που θύμισε περασμένες εποχές, όταν οι μεγάλοι της Ευρώπης ξόδευαν χωρίς φειδώ, μη έχοντας ασφαλώς τον βραχνά του οικονομικού ευ αγωνίζεσθαι (financial fair play) που δειλά-δειλά αρχίζει να λαμβάνει υπόσταση, να εφαρμόζεται, να θέτει όρια και φραγμούς. Οι ισχυροί του ποδοσφαίρου συμπαρέσυραν ο ένας τον άλλον στο ξόδεμα εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ προκειμένου να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικοί και τούτο είχε ως αποτέλεσμα τη μετακίνηση σπουδαίων αστέρων, μία από τις μεγαλύτερες σε αριθμό προσώπων που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Πολλές από τις ομαδες (επτά τον αριθμό) ξόδεψαν περισσότερα από 100 εκατ. ευρώ για την ενίσχυσή τους, με το χρήμα να βγαίνει στις αγορές ως επί το πλείστον σε Αγγλία και Ισπανία.
Για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ η ανάγκη για αγωνιστική ενίσχυση προκάλεσε και την υπερκοστολογημένη σπατάλη. Από την ημέρα άφιξης του ολλανδού τεχνικού Λουίς φαν Γκάαλ κατέστη σαφές προς πάσα κατεύθυνση ότι οι Κόκκινοι Διάβολοι θα έπρεπε να ξοδέψουν πολλά χρήματα προκειμένου να δημιουργήσουν εκ νέου μια ομάδα ανταγωνιστική, ικανή να διεκδικήσει αρχικά την επιστροφή της στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και ακολούθως την επανάκτηση των εγχώριων πρωτείων. Το μήνυμα ελήφθη από τους συλλόγους που διέθεταν ποδοσφαιριστές οι οποίοι άρεσαν στον ολλανδό προπονητή και σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά η τιμή πώλησης ανέβηκε τουλάχιστον 15%-20% της αρχικής. Μοιραία η Γιουνάιτεντ αναγκάστηκε να ξοδέψει 207 εκατ. ευρώ προκειμένου να ενισχύσει το ρόστερ της με ικανούς παίκτες, δίχως μάλιστα σε αρκετές υποθέσεις να οδηγηθεί στον Νο. 1 στόχο της. Επί παραδείγματι, επιθυμούσε διακαώς συνεργασία με τον Μαροκινό Μπενάτια (ο οποίος εν τέλει πωλήθηκε από τη Ρόμα στην Μπάγερν Μονάχου) και βολεύτηκε με τον Αργεντινό Ρόχο. Προσπάθησε για την αγορά ενός εκ των Στρούτμαν (παραμένει στη Ρόμα), Τσάμπι Αλόνσο (πήγε στην Μπάγερν από τη Ρεάλ) ή Πογκμπά (αμετακίνητος στη Γιουβέντους) ώστε να ενισχυθεί στη θέση του αμυντικού μέσου, την οποία θα καλύψει ο νεοαποκτηθείς Ντάλεϊ Μπλιντ, ο οποίος στον Αγιαξ αγωνιζόταν κυρίως ως αριστερός μπακ και δευτερευόντως ως κόφτης και στόπερ!
Πολυάσχολο ήταν το καλοκαίρι και για τη Λίβερπουλ, τη δεύτερη ομάδα στη λίστα με εκείνες που δαπάνησαν τα περισσότερα χρήματα στο μεταγραφικό παζάρι (168 εκατ. ευρώ). Παραδόξως θα μπορούσε να πει κανείς, καθώς πέρυσι έπεισε ότι διαθέτει τον απαιτούμενο κορμό για να κατακτήσει το πρωτάθλημα στην Αγγλία και θα περίμενε κανείς ότι θα την απασχολούσε πρωτίστως η επάξια αντικατάσταση του Λουίς Σουάρες, ο οποίος μετακόμισε στην Μπαρτσελόνα. Τελικά για να καλύψει το κενό του Ουρουγουανού ξόδεψε μόλις τα 20 από τα 168 εκατ. ευρώ που έδωσε για μεταγραφές φέρνοντας στο Ανφιλντ τον αμφιλεγόμενο Μάριο Μπαλοτέλι. Ο μάνατζερ της ομάδας Μπρένταν Ρότζερς επέλεξε να δώσει πολλά χρήματα για να εμπλουτίσει το ρόστερ της Λίβερπουλ με περισσότερη ποιότητα και βάθος σε όλες τις θέσεις και από τα πρώτα δείγματα γραφής των Κόκκινων στους αγωνιστικούς χώρους φαίνεται ότι έκανε εξαιρετική δουλειά και πολύ προσεγμένες επιλογές.
Στην Ισπανία, από τη στιγμή που προέκυψε και τρίτη ομάδα στην παρέα των διεκδικητριών του πρωταθλήματος, οι μεγάλες σπατάλες ήταν αναπόφευκτες. Επί της ουσίας, η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ Μαδρίτης και η (νέα πρωταθλήτρια της χώρας) Ατλέτικο συμπαρέσυραν η μία την άλλη σε δαπανηρά έξοδα προκειμένου να επιτύχουν την αγωνιστική βελτίωσή τους. Η καταλανική ομάδα ξόδεψε τα περισσότερα καθώς ξεπέρασε τα 150 εκατ. ευρώ (157 για την ακρίβεια), η Ρεάλ την ακολούθησε (136,5 εκατ.) αλλά και η μέχρι πρότινος μαζεμένη Ατλέτικο δεν πήγε πίσω καθώς έβγαλε από τον τραπεζικό λογαριασμό της 124 εκατ. ευρώ προκειμένου να διατηρήσει ακέραιες τις ελπίδες της να επαναλάβει τον περυσινό άθλο αποδεικνύοντας ότι αυτή που προηγήθηκε δεν ήταν μια σεζόν-φωτοβολίδα. Και οι τρεις μαζί πέτυχαν κάτι που δεν είχε καταγραφεί ξανά στην κοινή μεταγραφική προϊστορία τους καθώς δαπάνησαν συνολικά περισσότερα από 400 εκατ. ευρώ (416 για την ακρίβεια).
Επιστρέφοντας στην Αγγλία συναντάμε την έκτη της σχετικής λίστας λονδρέζικη Τσέλσι, η οποία φόρτωσε το παζάρι με 119 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει τέσσερις ποδοσφαιριστές (Ντιέγκο Κόστα, Φάμπρεγας, Ρεμί και Φελίπε Λουίς). Συνήθης η τακτική βέβαια για μια ομάδα που προπονεί ο Ζοζέ Μουρίνιο, ο οποίος σχεδόν πάντοτε φέρνει τους ιδιοκτήτες στη δυσάρεστη θέση να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη προκειμένου να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του. «Αυτός είναι ο Ζοζέ και δεν μπορείς να κάνεις κάτι διαφορετικό όταν συνεργάζεσαι μαζί του. Διαφορετικά δεν επιλέγεις να πορεύεσαι με εκείνον στον πάγκο» είπε σχετικά, προφανώς και αστειευόμενος, ο ρώσος χρηματοδότης των Μπλε Ρομάν Αμπραμόβιτς.
Το φράγμα των 100 εκατ. ευρώ έσπασε και η επίσης λονδρέζικη Αρσεναλ. Ξόδεψε συνολικά 108 εκατ. ευρώ για να φέρει ποδοσφαιριστές που, σύμφωνα με τον Βενγκέρ, θα την καταστήσουν ικανή να διεκδικήσει τον εφετινό τίτλο στην Αγγλία αλλά και να επιτύχει μια σοβαρή πορεία στο Τσάμπιονς Λιγκ. Την πρώτη δεκάδα των πολυέξοδων ομάδων συμπληρώνουν η Σαουθάμπτον (81,5 εκατ. ευρώ), η Μάντσεστερ Σίτι (72,9 εκατ. ευρώ) και η Ρόμα (58 εκατ.). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στην πρώτη δεκάδα δεν υπάρχει γερμανική ομάδα, με τις Μπάγερν Μονάχου και Ντόρτμουντ να έχουν δαπανήσει μαζί για μεταγραφές λιγότερα από 100 εκατ. ευρώ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ