Εκατό χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την ημέρα που κατεγράφη για πρώτη φορά στην ιστορία ένα παγκόσμιο ρεκόρ στα 100 μ. Ο πρώτος αθλητής που έβαλε το όνομά του στη λίστα των παγκοσμίων ρεκόρ ήταν ο Αμερικανός Ντόναλντ Λίπινκοτ, ο οποίος στα προκριματικά των 100 μ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης το 1912 έτρεξε την απόσταση σε χρόνο 10.6. Η καταγραφή του ως του ταχύτερου ανθρώπου στον κόσμο δεν έφερε… τύχη στον Λίπινκοτ ο οποίος στον τελικό ηττήθηκε από τους συμπατριώτες του Ραλφ Γκρεγκ και Εϊλβαχ Μέγιερ και παρηγορήθηκε με το χάλκινο μετάλλιο. Ο Λίπινκοτ προσπάθησε να πάρει την εκδίκησή του στα 200 μ. αλλά και εκεί είδε την πλάτη του Γκρεγκ, αποκομίζοντας… μόνο το ασημένιο μετάλλλιο. Ετσι ο Λίπινκοτ έφυγε από τη Στοκχόλμη με τον τίτλο του «ταχύτερου ανθρώπου στον κόσμο» αλλά χωρίς ούτε ένα χρυσό μετάλλιο.
Η αλήθεια είναι ότι την προηγούμενη χρονιά τέσσερις γερμανοί δρομείς είχαν χρονομετρηθεί με 10.5 αλλά ήταν άτυχοι αφού η Διεθνής Ομοσπονδία Στίβου δεν είχε καθιερώσει τα παγκόσμια ρεκόρ. Ο Λίπινκοτ πάντως κράτησε για 8 χρόνια το παγκόσμιο ρεκόρ του, μέχρι το 1920 όταν ο Αμερικανός Τζάκσον Σολτς το ισοφάρισε για να το καταρίψει ένα χρόνο αργότερα ο συμπατριώτης του Τσάρλι Πάντοκ με χρόνο 10.4.
Τα επόμενα, σχεδόν, πενήντα χρόνια οι καταρίψεις του παγκόσμιου ρεκόρ ήταν σπάνιες αφού η χρονομέτρηση γίνονταν με χρονόμετρα χειρός που μπορούσαν να μετρήσουν μέχρι και το ένα δέκατο του δευτερολέπτου. Ετσι λίγοι αθλητές, μεταξύ αυτών και ο μεγάλος Τζέσε Οουενς (10.2) κατάφεραν να σπάσουν ένα παγκόσμιο ρεκόρ ενώ αρκετοί ήταν αυτοί που το ισοφάρισαν. Μετά το 1968 οπότε και καθιερώθηκε η ηλεκτρονική χρονομέτρηση και έγινε δυνατή η μέτρηση και των εκατοστών του δευτερολέπτου οι καταρίψεις έγιναν πιο συχνές. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το 1968 είχαν σημειωθεί 7 καταρίψεις παγκόσμιων ρεκόρ με χρονόμετρο χειρός (τελευταίος ο Αμερικανός Τζιμ Χάινς ο οποίος στις 20 Ιούνιου 1968 έσπασε το φράγμα των 10» όταν χρονομετρήθηκε με 9.9) ενώ από το 1968 σημειώθηκαν 14 καταρίψεις.
Ο Τζιμ Χάινς είναι και πρώτος στη λίστα της νέας εποχής αφού στους Ολυμπιακούς του Μεξικού κατέριψε το παγκόσμιο ρεκόρ (με ηλεκτρονική χρονομέτρηση) κάνοντας χρόνο 9.95. Πάντως η Διεθνής Ομοσπονδία Στίβου καθιέρωσε την υποχρεωτική ηλεκτρονική χρονομέτρηση για την αναγνώριση του παγκόσμιου ρεκόρ στα 100 μ. αρκετά χρόνια αργότερα, το 1977

Από τον Λίπινκοτ σαραντετέσσερις σπρίντερ απέκτησαν την τιμή να φέρουν τον τίτλο του ταχύτερου ανθρώπου στον κόσμο, καταρίπτοντας ή ισοφαρίζοντας τα 67 αναγνωρισμένα παγκόσμια ρεκόρ. Οι 26 από αυτούς ήταν Αμερικανοί ενώ ο Καναδάς, η Τζαμαΐκα και η Γερμανία είχαν από τρεις κατόχους παγκόσμιου ρεκόρ.

Ο τίτλος του γρηγορότερου ανθρώπου στον κόσμο καθιστά τον κάτοχό του, πολύ συχνά, λαϊκό ήρωα όπως ο μυθικός Τζέσι Οουενς. Και κάθε λαϊκός ήρωας έχει και το προσωνύμιό. Ο Οουενς ήταν η «σφαίρα από έβενο», ο Καρλ Λιούις ήταν ο «βασιλιάς», ο Μπομπ Χέιζ ήταν η «σφαίρα» ενώ ο τωρινός κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ ο Γιουσέιν Μπολτ είναι η «αστραπή».
Μερίδιο στην ιστορία των παγκοσμίων ρεκόρ των 100 μ. έχει και η Ελλάδα αφού δύο από αυτά σημειώθηκαν στη χώρα μας. Ο τόπος ήταν το Ολυμπιακό στάδιο της Αθήνας και το σκηνικό τα «Τσικλητήρεια στίβου». Στις 16 Ιουνίου του 1999 ο Μορίς Γκριν με επίδοση 9.79 «τρέλαινε» δεκάδες χιλιάδες θεατές του μίτινγκ ενώ έξι αργότερα στις 14 Ιουνίου του 2005 ο Τζαμαϊκανός Ασάφα Πάουελ κάνοντας χρόνο 9.77 έσβηνε το «ελληνικό» ρεκόρ του Αμερικανού.