ΣΤΙΣ 12 Αυγούστου στο κολυμβητήριο «Αλφρεντ Χάγιος» της Βουδαπέστης ο Γιάννης Δρυμωνάκος ανέβαινε στο βάθρο του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος για να κρεμάσει στο στήθος του το χάλκινο μετάλλιο των 200 μ. πεταλούδα. Η εμπειρία δεν ήταν πρωτόγνωρη για τον έλληνα κολυμβητή αλλά «αυτό ήταν το πιο δύσκολο μετάλλιο της καριέρας μου γιατί χρειάστηκε να ανέβω έναν Γολγοθά»
εξομολογείται ο ίδιος μιλώντας στο «Βήμα», ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεών του από την περιπέτεια της υπόθεσης ντόπινγκ στην οποία βρέθηκε μπλεγμένος την άνοιξη του 2008. Μια περιπέτεια που τον άφησε για δύο κολασμένα χρόνια εκτός πισίνας λόγω τιμωρίας και που, όπως παραδέχεται ο ίδιος, τον έκανε να δει με άλλο μάτι τη σχέση του με τον πρωταθλητισμό, ταυτόχρονα όμως θέλει να ξεχάσει αφού η ανάμνησή της τον πληγώνει. «Δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα από αυτά. Δεν με νοιάζει να
ξέρω τι έγινε» ξεσπά σε ερώτηση για το παρασκήνιο της υπόθεσης. Τώρα πια προτιμά να απολαμβάνει τις καλοκαιρινές διακοπές του στη θάλασσα «όπου όμως μπαίνω μόνο για να βραχώ και όχι για να κολυμπήσω», να χαίρεται την εμπειρία της συμμετοχής στα γυρίσματα μιας κινηματογραφικής ταινίας καθώς είχε ένα πέρασμα ως κολυμβητής στην «Απνοια» του σκηνοθέτη και πρώην κολυμβητή Αρη Μπαφαλούκα, και να κάνει σχέδια για το μέλλον αλλά με μέτρο…

Οταν κατέκτησες το χάλκινο μετάλλιο στη Βουδαπέστη, δήλωσες: «Τώρα μπορούν να το “βουλώσουν” πολλοί». Μια δήλωση αρκετά αιχμηρή που δεν συνάδει προς τη μετριοπάθεια που σε διακρίνει. Ποιοι ήταν οι αποδέκτες της;

«Ολοι αυτοί που έγραψαν αρνητικά σχόλια σε μπλογκ και σε μέσα ενημέρωσης για μένα μετά την υπόθεση ντόπινγκ χωρίς να με γνωρίζουν ως άνθρωπο. Χωρίς να ξέρουν ποιος είμαι, τι πιστεύω, ποιες είναι οι αρχές μου. Βιάστηκαν να με κρίνουν χωρίς να με ξέρουν. Μου βγήκε αυθόρμητα αυτή η δήλωση. Από την άλλη μεριά είμαι ευγνώμων για αυτούς που με αντιμετώπισαν διακριτικά».

Αισθάνθηκες ότι σου έφυγε ένα βάρος κατακτώντας ένα ευρωπαϊκό μετάλλιο πάνω στο οποίο δεν υπήρχε η παραμικρή σκιά;

«Το βάρος μού έφυγε όταν έπιασα το όριο πρόκρισης για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, με την πρώτη μου κούρσα έπειτα από απουσία δύο χρόνων. Ο τελικός και το μετάλλιο ήταν η ολόκληρωση της επιστροφής με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το μετάλλιο αυτό ήταν το πιο δύσκολο της καριέρας μου γιατί δεν είχα να τα βάλω μόνο με τους αντιπάλους μου αλλά και με τον ίδιο μου τον εαυτό. Γιατί έπρεπε να αποβάλω από πάνω μου όλη αυτή την ψυχολογική πίεση που δέχθηκα αυτά τα δύο χρόνια και ιδιαίτερα την πρώτη περίοδο μετά το σοκ της υπόθεσης ντόπινγκ. Χρειάστηκε να ανέβω έναν Γολγοθά για να φθάσω και πάλι στο ευρωπαϊκό βάθρο. Και το θεωρώ σημαντικό γιατί ένας καλός αθλητής δεν κρίνεται από μια επιτυχία. Το να φθάσεις στην κορυφή είναι εύκολο, το να μείνεις είναι δύσκολο. Και εγώ όταν πήρα την απόφαση να επιστρέψω, ήθελα να επιστρέψω με αξιώσεις. Γι΄ αυτό πέρασα δύσκολα αυτά τα δύο χρόνια. Και την ώρα της προπόνησης, αλλά και γιατί έπρεπε να συνεχίζω να δουλεύω χωρίς να βλέπω τους κόπους μου να ανταμείβονται. Είμαι περήφανος για αυτό που κατάφερα. Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλος έλληνας αθλητής που ύστερα από μια τέτοια περιπέτεια να επιστρέφει με τέτοιες αξιώσεις. Εδειξα έτσι στον κόσμο ότι δεν εμφανίστηκα από το πουθενά».

Η επιστροφή στο ευρωπαϊκό βάθρο χαρακτηρίστηκε ως δικαίωσή σου. Τελικά δικαίωση ως προς τι; Γιατί απέδειξες ότι ο Δρυμωνάκος μπορεί να βρεθεί ξανά στο ευρωπαϊκό βάθρο χωρίς να υπάρχει καμία σκιά;

«Τη λέξη δικαίωση την ανέφερε ο προπονητής μου. Ηταν δικαίωση ως προς τις επιλογές που κάναμε, τον τρόπο που χειριστήκαμε την προπόνηση αλλά και τον τρόπο που εγώ αποφάσισα να επιστρέψω ξεκινώντας από την αρχή. Επέστρεψα αλλάζοντας όλο το σκηνικό όσον αφορά τους ανθρώπους που ήταν γύρω μου».

– Με ποια κριτήρια επέλεξες να συνεργαστείς με τον νέο προπονητή σου, τον κ. Δημήτρη Δαμασιώτη;

«Επέλεξα τον κ. Δαμασιώτη γιατί ήξερα ότι είχε το πιο δύσκολο πρόγραμμα προπόνησης, καθώς είχα μάθει όλα αυτά τα χρόνια ότι για να φθάσεις ψηλά πρέπει να προπονείσαι σκληρά. Από την άλλη πλευρά είναι πολύ υπομονετικός με τους αθλητές και αξιοθαύμαστος».

Τι και ποιοι σε οδήγησαν να αλλάξεις την αρχική απόφασή σου να εγκαταλείψεις την πισίνα;

«Οταν ξέσπασε αυτή η ιστορία ήμουν σαν κυνηγημένος. Ετσι αποφάσισα να φύγω στις ΗΠΑ και να πάω σε συγγενείς μου. Οταν επέστρεψα πήγα να δουλέψω σε μια κατασκήνωση όπου παλιά πήγαινα σαν κατασκηνωτής. Εκεί δούλεψα ως ομαδάρχης. Η σχέση με τα παιδιά, τους γονείς με έκαναν να αναθεωρήσω πολλά πράγματα. Εκεί με έκριναν ως Γιάννη και ως άνθρωπο και όχι ως κολυμβητή και πρωταθλητή. Εκεί συνειδητοποίησα ότι δεν γυρνάνε όλα γύρω από το κολύμπι, ότι υπάρχει και ο έξω κόσμος. Ετσι ξέφυγα από την πίεση που ακόμη αισθανόμουνα και αποφάσισα να κάνω αυτό που αγαπάω και να σταματήσω να ακούω τον ένα και τον άλλο. Είπα στον εαυτό μου ότι “από τη στιγμή που θες να το συνεχίσεις συνέχισέ το”».

– Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες δυσκολίες σε αυτά τα δύο χρόνια;

«Οταν έβλεπα τους συναθλητές μου να φεύγουν για αγώνες και να βλέπουν τους κόπους τους να ανταμείβονται, ενώ εγώ έμενα πίσω και συνέχιζα την προπόνησή μου μόνος μου».

– Το στίγμα του ντοπαρισμένου που σε βάραινε πώς το αντιμετώπισες ψυχολογικά;

«Σιγά σιγά και με τρομερή προσπάθεια. Επιπλέον εκτός από τη συμπαράσταση του προπονητή μου και των δικών μου ανθρώπων που ήταν συνέχεια δίπλα μου είχα τη βοήθεια για έναν χρόνο του πρώτου προπονητή μου, Μανώλη Γεωργιάδη, ο οποίος έχει σπουδάσει αθλητική ψυχολογία. Με βοήθησε να αισθάνομαι καλύτερα σε αυτούς τους χώρους χωρίς να σκέπτομαι το στίγμα του ντοπαρισμένου».

– Στη συνέντευξη που έδωσες αμέσως μετά την επιστροφή σου είπες: «Είμαι ένας άνθρωπος που προσπαθούσα να φτάσω ψηλά και με γκρέμισαν.Δεν χρειάζεται αυτοί που καταστρέφουν αθλητές να καταστρέψουν κι άλλους». Ποιοι είναι αυτοί;

«Είμαι ενάντια σε αυτούς που προσπαθούν με αθέμιτους και πονηρούς τρόπους να βάλουν έναν αθλητή σε μια λάθος διαδικασία. Δυστυχώς υπάρχουν αυτά στον χώρο μας. Επειδή τα έζησα και ένιωσα αυτόν τον εξευτελισμό, μου ήρθαν αυτές οι σκέψεις τις οποίες μάλιστα είχα καταγράψει σε ένα χαρτί». – Δεν αισθάνεσαι την ανάγκη να τους κατονομάσεις;

«Αν γνώριζα θα το είχα πει από την πρώτη στιγμή. Θα το είχα πει στον εισαγγελέα. Για ποιον λόγο να το κρύψω; Δεν ξέρω. Και αυτή τη στιγμή δεν με νοιάζει να ξέρω. Δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα από αυτά».

– Ο πρώην προπονητής σου,ο Γιάννης Ορφανίδης, έχει βγει από τη ζωή σου και δεν ανταλλάξατε κουβέντα στο διεθνές μίτινγκ «Ακρόπολις» όταν συναντηθήκατε. Δείχνεις σαν να τον θεωρείς υπεύθυνο για ό,τι σου συνέβη. Του ζήτησες ποτέ εξηγήσεις για αυτό;

«Οχι ποτέ δεν του ζήτησα εξηγήσεις. Ηταν μια δική μου απόφαση να αλλάξω σελίδα. Επρεπε να κοιτάξω τον εαυτό μου και την οικογένειά μου που εκείνη την περίοδο ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Εκλεισα μια πόρτα πίσω μου και άνοιξα μια καινούργια. Πλέον αισθάνομαι πιο ώριμος. Αυτό που κάνω, θέλω να με εκφράζει και όχι να το κάνω με το ζόρι. Επίσης προσέχω μερικές κινήσεις και μερικά πράγματα. Επίσης όλη η ζωή μου δεν θα κινείται πλέον γύρω από τον πρωταθλητισμό. Θα ασχολούμαι και με άλλα πράγματα που μου αρέσουν, όπως το σκι, το windserf, το waveboard. Μάλιστα με το τελευταίο, που είναι η επόμενη αγάπη μου μετά το κολύμπι, είχα ένα ατύχημα και κολυμπάω με μια λάμα στο πόδι. Είναι σπορ που έχει τραυματισμούς και είναι τελείως ανάποδο από το κολύμπι, αφού πρέπει να είσαι σφιχτός και πολύ εκρηκτικός, ενώ στο κολύμπι πρέπει να είσαι χαλαρός και ευλύγιστος. Πλέον δεν θα κλειστώ σε γυάλα για να απολαύσω κάποια πράγματα στο κολύμπι».

– Φοβήθηκες για την υγεία σου όταν πληροφορήθηκες ότι βρέθηκες θετικός;

«Ναι, και γι΄ αυτό το πρώτο πράγμα που έκανα τότε ήταν να υποβληθώ σε εξετάσεις και μάλιστα εξειδικευμένες για να σιγουρευτώ ότι είμαι καλά».

– Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον; Οι Ολυμπιακοί του Λονδίνου είναι στο στόχαστρό σου;

«Τα σχέδιά μου, προς το παρόν, φθάνουν μέχρι του χρόνου. Πάμε σκαλί σκαλί. Εχουμε πολλούς αγώνες και πολλά κίνητρα, και αυτό είναι πολύ ευχάριστο. Γιατί μπορώ να χαίρομαι τη διαδικασία αυτή».

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
Συμμετέχει για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς το 2000 στο Σίδνεϊ σε ηλικία 16 ετών.Το 2004 στην Αθήνα είναι 9ος στα 400 μ.μεικτή ατομική και 21ος στα 200 μ.πεταλούδα.

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑΤΑ
Το 2005 στο Μόντρεαλ προκρίνεται στον τελικό των 200 μ.πεταλούδα και κατατάσσεται 8ος.Το 2007 στη Μελβούρνη συμμετέχει σε δύο τελικούς. Στα 400 μ.μεικτή ατομική τερματίζει 6ος και στα 200 μ.πεταλούδα 7ος.

Στο Παγκόσμιο 25άρας πισίνας το 2007 στο Βερολίνο κατακτά το χάλκινο μετάλλιο στα 400 μ.μεικτή ατομική ενώ στα 200 μ.πεταλούδα καταλαμβάνει την 4η θέση.Στο Παγκόσμιο 25άρας πισίνας του 2008 στο Μάντσεστερ κατακτά το χάλκινο μετάλλιο στα 400 μ.μεικτή ατομική.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑΤΑ
Το 2006 στη Βουδαπέστη κατακτά το ασημένιο μετάλλιο στα 200 μ.πεταλούδα και τερματίζει 6ος στα 400 μ.μεικτή ατομική.

Το 2008 στο Αϊντχόφεν τερματίζει πρώτος στα 200 μ.πεταλούδα και δεύτερος στα 400 μ.μεικτή ατομική αλλά τα μετάλλια του αφαιρέθηκαν λόγω ντόπινγκ.

Το 2010 στη Βουδαπέστη αναδεικνύεται τρίτος στα 200 μ.πεταλούδα και 8ος στα 400 μ.μεικτή ατομική.

Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα 25άρας πισίνας του 2007 στο Ντέμπρετσεν αναδείχθηκε 3ος τόσο στα 400 μ. μεικτή ατομική όσο και στα 200 μ. πεταλούδα.

Το 2001 και το 2002 αναδεικνύεται πρωταθλητής Ευρώπης νέων στα 200 μ.πεταλούδα.