Αν η αμυντική συμπεριφορά (και όχι μόνο η αμυντική γραμμή, διότι η άμυνα ξεκινά από την επίθεση και αντιστρόφως στο σύγχρονο ποδόσφαιρο) ήταν το μεγάλο όπλο της Εθνικής Ελλάδος κατά τη διάρκεια της προκριματικής φάσης, η παραγωγικότητα ήταν η «αχίλλειος πτέρνα» της. Το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα προκρίθηκε στην τελική φάση του Euro 2004 έχοντας πετύχει οκτώ γκολ σε ισάριθμα ματς (τρία ο Χαριστέας, δύο ο Νικολαΐδης, από ένα οι Γιαννακόπουλος, Βρύζας, Τσιάρτας), μόλις ένα περισσότερο από την Αρμενία, ακριβώς τα μισά από τη δεύτερη Ισπανία (16 γκολ). Το στυλ με το οποίο αυτή η Εθνική Ελλάδος «έμαθε» και κατάφερε να παίρνει τα θετικά αποτελέσματα δεν είχε ως κυρίαρχο στοιχείο τη δημιουργία πολλών ευκαιριών, αλλά την αξιοποίηση των ολίγων και… καλών. Στο Euro, όμως, και ειδικά στην πρεμιέρα εναντίον της Πορτογαλίας, όταν ο κ. Οτο Ρεχάγκελ αιφνιδίασε τους πάντες με τη χρησιμοποίηση τεσσάρων και όχι πέντε αμυντικών, η Εθνική Ελλάδος απέδειξε ότι μπορεί να είναι και παραγωγική. Στην ισοβαθμία με τους Ισπανούς, άλλωστε, το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα υπερίσχυσε λόγω της καλύτερης επίθεσης στα τρία παιχνίδια (τέρματα 4-4 έναντι 2-2). H αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα δεν είναι η… σούπερ επιθετική ομάδα, ούτε διαθέτει τον σκόρερ που έχει την ευχέρεια να στέλνει με μεγάλη άνεση την μπάλα στα δίχτυα. Και σε αυτό το τουρνουά, όμως, η Εθνική Ελλάδος ήταν εύστοχη, ήταν αποτελεσματική: εξαιρουμένου του αγώνα με την Πορτογαλία, όταν στο πρώτο ημίχρονο πέταξε στα σκουπίδια αρκετές αξιόλογες φάσεις, δεν ήταν η ομάδα η οποία άφηνε ανεκμετάλλευτες τις ευκαιρίες. Με αποκορύφωμα, βέβαια, την αναμέτρηση με την Ισπανία, όπου ο Χαριστέας μετουσίωσε σε γκολ-χρυσάφι τη μοναδική αξιοπρόσεκτη φάση μέσα στη μεγάλη περιοχή του αντιπάλου…


Στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2001, όταν… αυτοπροτάθηκε στην Ελληνική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου (ΕΠΟ) και ανέλαβε την εθνική ομάδα των ανδρών, ο κ. Οτο Ρεχάγκελ δεν έταξε πολλά στη διοίκηση της Ομοσπονδίας και δεν υποσχέθηκε επίτευξη στόχων. «Να γίνει η Εθνική το ίδιο αγαπητή με τους συλλόγους στην Ελλάδα» ήταν ο στόχος που οριοθέτησε στις 3.10.2001 κατά την επίσημη παρουσίασή του. Περίπου έναν μήνα νωρίτερα ο γερμανός τεχνικός είχε ήδη εντοπίσει το μεγαλύτερο πρόβλημα της Εθνικής Ελλάδος, το οποίο είχε επιχειρήσει να αναλύσει σε μια συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα «Die Welt» στις 4.9.2001: «Το πρόβλημα είναι ότι η Εθνική ζει στη σκιά των μεγάλων κλαμπ, είναι δεύτερο βιολί. Αν δεν αλλάξει αυτή η νοοτροπία, δεν πρόκειται να πετύχουμε πρόκριση σε τελική φάση μιας μεγάλης διοργάνωσης. Πρέπει να πεισθούν όλοι ότι η Εθνική είναι ξεχωριστό κομμάτι, πολύ σημαντικό. Και πρέπει να δεσμευθούν ότι θα την αντιμετωπίσουν έτσι».


H συνταγή που ακολούθησε ήταν αφάνταστα πολύ απλή στα λόγια αλλά και αφάνταστα δύσκολη στην εκτέλεση. Κατάφερε να πείσει τους παράγοντες της ΕΠΟ να τα αφήσουν όλα επάνω του. Ορισε ο ίδιος τους κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας της ομάδας, την οποία απομόνωσε από τον αρρωστημένο περίγυρό της. Μάζεψε τους ποδοσφαιριστές που εκείνος θεώρησε τους καλύτερους για να βγάλουν τη σκέψη του στον αγωνιστικό χώρο. Και τους έδειξε στην πράξη ότι σκοπεύει να τους εμπιστευθεί μέχρι… τελικής πτώσης, υπό έναν όρο: «Να μου δίνουν σε κάθε ματς την απόδειξη ότι αγαπούν την πατρίδα τους και την εθνική ομάδα».


Το ματς-ορόσημο για τον κ. Ρεχάγκελ ήταν το άνευ βαθμολογικής σημασίας που διεξήχθη στις 6 Οκτωβρίου του 2001 στο «Ολντ Τράφορντ» του Μάντσεστερ απέναντι στην Αγγλία για την προκριματική φάση του Μουντιάλ του 2002. H Ελλάδα δέχθηκε την ισοφάριση (2-2) στις καθυστερήσεις του αγώνα, γοητεύοντας τους Αγγλους που λυτρώθηκαν από το γκολ του Ντέιβιντ Μπέκαμ και προκρίθηκαν στην τελική φάση, και υποχρεώνοντας την ποδοσφαιρική Ευρώπη να ασχοληθεί μαζί της. Εκείνο το βράδυ ο κ. Ρεχάγκελ κέρδισε την εμπιστοσύνη των παικτών και υποχρέωσε την ΕΠΟ να του κάνει όλα τα «χατίρια».


Το βασικό δόγμα της αγωνιστικής φιλοσοφίας του κ. Ρεχάγκελ όποτε η Ελλάδα αντιμετωπίζει μεγάλο αντίπαλο είναι αυτό που κρύβεται στην τελευταία πρόταση που λέει στους ποδοσφαιριστές πριν από την έναρξη ενός αγώνα. «Δεν πρέπει να φοβηθείς. Δύο μάτια, δύο πόδια και δύο χέρια έχουν κι αυτοί. Πρέπει να τους κοιτάξουμε στα μάτια και όχι να πάμε και να ζητήσουμε αυτόγραφο. Να παίξουμε στα ίσα» λέει πάντοτε στους παίκτες του.


H πρώτη διάταξη που δοκίμασε στην Εθνική ήταν το 4-3-3. Ο κ. Ρεχάγκελ όμως απέδειξε πολλάκις ότι δεν είναι «κολλημένος» σε μια αγωνιστική συνταγή, αλλάζοντας τη διάταξη και τα πρόσωπα της 11άδας ανάλογα με τον αντίπαλο και τις απαιτήσεις του αγώνα. Οι επικριτές του υποστηρίζουν ότι έχει επιλέξει τον εύκολο δρόμο, να προσαρμόζει την ομάδα στον εκάστοτε αντίπαλο και να τη βάζει στο γήπεδο για να καταστρέψει και όχι να δημιουργήσει. Σε αυτό το τουρνουά όμως η Εθνική του κ. Ρεχάγκελ κατάφερε και να δημιουργήσει αλλά και να εκτελέσει, πετυχαίνοντας τέσσερα γκολ σε τρεις αγώνες. Με αυτή τη συνταγή ο κ. Ρεχάγκελ κατάφερε να προσφέρει στην Ελλάδα μια βάση για την είσοδο του ελληνικού ποδοσφαίρου σε νέα εποχή, τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο.


Παρ’ όλα αυτά κάποιοι τον κατηγορούν για παλαιολιθικές μεθόδους. Ιδού τι απαντά ο ίδιος ο κ. Ρεχάγκελ, μιλώντας στο γερμανικό περιοδικό «Kicker»: «Τι θα πει μοντέρνα τακτική; Να βάζεις τέσσερις μπακ στο κέντρο του γηπέδου και να εισπράττεις, όπως η Βουλγαρία από τη Σουηδία, ως αντάλλαγμα, μια πεντάρα; Ή, ένα 0 -7, όπως ο Ολυμπιακός από τη Γιουβέντους στο Τσάμπιονς Λιγκ; H καλή τακτική πρέπει να προσαρμόζεται στους υπάρχοντες παίκτες, και όχι στα όνειρα του προπονητή».


Οι ποδοσφαιριστές δηλώνουν γοητευμένοι και κολακευμένοι επειδή ο 66χρονος προπονητής ζητεί τη γνώμη τους για τεχνικά ζητήματα και συχνά συναποφασίζει μαζί τους για την τακτική, όπως έκανε στον εντός έδρας αγώνα με την Ουκρανία για την προκριματική φάση. Και αυτή ακριβώς είναι η μεγάλη του επιτυχία, ότι έχει καταφέρει να κάνει τους ποδοσφαιριστές να λειτουργούν στην Εθνική πιο υπεύθυνα από ποτέ, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι ο προπονητής θα τους αποδώσει τα εύσημα.


Λάθη ο κ. Ρεχάγκελ έκανε αρκετά στους αγώνες με Ισπανία και Ρωσία, όπως σπεύδουν να σημειώσουν οι επικριτές του. Λάθη είχε κάνει και στα ματς της προκριματικής φάσης, όπως σε αυτό του Κιέβου απέναντι στην Ουκρανία. Το χάρισμα του Γερμανού όμως είναι ότι ξέρει να τα διορθώνει κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Και ως σήμερα είχε την τύχη να μην πληρώνει τα λάθη του. Ο κ. Ρεχάγκελ όμως δεν είναι απλώς ένας ευνοημένος της τύχης. Διότι την όρισε μόνος του, αλλάζοντας τη νοοτροπία της Εθνικής Ελλάδος, η οποία για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της είναι και λειτουργεί σαν ομάδα.


Ο ίδιος ο γερμανός τεχνικός ξεκαθαρίζοντας παλιούς λογαριασμούς με επικριτές του στην Ελλάδα τόνισε στην ίδια συνέντευξή του στο «Kicker»: «Οταν πρωτοανέλαβα προπονητής με κατηγορούσαν ότι ήμουν σπάνια στην Αθήνα. H αλήθεια είναι, ότι ήμουν πολύ καθ’ οδόν στις ευρωπαϊκές πόλεις όπου παίζουν έλληνες ποδοσφαιριστές για να τους πείσω να συμμετάσχουν στην Εθνική. Εκανα πολλά για να αλλάξω ανώμαλες καταστάσεις και σήμερα λένε οι παίκτες μου: Ο προπονητής είναι δίκαιος. Είμαι αυτό που ήμουν και στη Γερμανία: Δημοκρατικός δικτάτορας. Αν και τώρα στη γενέτειρα της δημοκρατίας».


Θ. ΖΑΓΟΡΑΚΗΣ Σταθερή αξία ο αρχηγός


Ο αρχηγός και … «πάτερ φαμίλιας» της Εθνικής, Θοδωρής Ζαγοράκης ως αρχαιότερος όλων, δικαίωσε την επιλογή του κ. Οτο Ρεχάγκελ να του δώσει ή, καλύτερα, να μην του αφαιρέσει το περιβραχιόνιο. Διότι στους τρεις πρώτους αγώνες της τελικής φάσης ήταν παράδειγμα προς μίμηση σε απόδοση, την ίδια ώρα που εμψύχωνε τους συμπαίκτες και τους συμπαρέσυρε σε καλές εμφανίσεις.


Αν ήταν έστω δύο χρόνια νεότερος, ο γεννημένος στις 27/10/71 αμυντικός μέσος θα μπορούσε να υπογράψει ένα καλό συμβόλαιο με ευρωπαϊκό σύλλογο μεγάλου βεληνεκούς χάρη σε εαυτές τις τρεις εντυπωσιακές εμφανίσεις με την Ελλάδα. Στον παίκτη της AEK όμως αρκεί η ικανοποίηση που τον γεμίζουν αυτές οι εμφανίσεις. «Εδώ και έντεκα χρόνια έψαχνα μια μεγάλη διοργάνωση για να χαρώ με την εθνική ομάδα. Και αφού με αξίωσε ο Θεός να πετύχω και αυτό τον στόχο, δεν έχω δικαίωμα να δηλώσω παραπονούμενος με τον καημό ότι δεν ήρθε νωρίτερα για μένα αυτή η διοργάνωση», απαντά σήμερα ο 33χρονος μέσος.


Το μυστικό για τις αστείρευτες δυνάμεις που επιδεικνύει ο αρχηγός κρύβεται στα ανεξάντλητα ψυχικά αποθέματα ενός παιδιού που δεν αντέχει να χάνει ούτε στις προπονήσεις και στον υψηλό δείκτη επαγγελματικής ευσυνειδησίας. Είναι ο τελευταίος μιας γενιάς ποδοσφαιριστών που αγχώνονται πριν από την έναρξη ενός αγώνα με τη σκέψη ότι «θα πνιγούμε, θα φάμε πολλά γκολ, θα γελάνε μαζί μας» και παλεύουν μέχρις εσχάτων «για να μην μπορέσει ποτέ να με κατηγορήσει κανείς ότι δεν τα έδωσα όλα».


Γ. ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΗΣ Πολυσύνθετος και πάντα παθιασμένος


Στα πρώτα τρία ματς αγωνίστηκε μόλις δύο 45λεπτα αλλά και στα δύο ήταν από τους κορυφαίους της Εθνικής – ίσως ο καλύτερος. H βαρύτητα της παρουσίας του Γιώργου Καραγκούνη στη συγκεκριμένη ομάδα φάνηκε περισσότερο όταν απουσίασε, δηλαδή στο ματς με τη Ρωσία. Μπορεί να αγωνιστεί σχεδόν σε όλες τις θέσεις του κέντρου (όπως και στον Παναθηναϊκό), γι αυτό και είναι πολύτιμος. Κρατάει την μπάλα, κερδίζει χρόνο και φάουλ. Και μαρκάρει και πασάρει και σουτάρει και είναι ο πιο παθιασμένος παίκτης της Εθνικής Ελλάδος. Υπέρμετρα παθιασμένος μερικές φορές, τόσο ώστε να τιμωρείται με κίτρινες κάρτες τις οποίες θα μπορούσε να είχε αποφύγει.


Μέσα από την τελειότητα της Εθνικής στην πρεμιέρα εναντίον της Πορτογαλίας, ο μέσος της Ιντερ ήταν ίσως εκείνος ο οποίος ξεχώρισε χάρη στο γκολ που πέτυχε στο 7′ και άνοιξε τον δρόμο για την πρώτη ελληνική νίκη σε τελική φάση Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Εχει… άγνοια φόβου και τέτοιο αγωνιστικό θράσος ώστε μπαίνει στο γήπεδο πιστεύοντας ότι μπορεί να κάνει «ποδιά» στον Ζινεντίν Ζιντάν, έχοντας αποθηκεύσει στη μνήμη του υπολογιστή του αμέτρητα λεπτά προπονήσεων στην Ιντερ και αναμετρήσεων σε Τσάμπιονς Λιγκ και Κύπελλο UEFA (με τον Παναθηναϊκό) εναντίον ορισμένων εκ των κορυφαίων παικτών παγκοσμίως…


ΑΓΓ. ΧΑΡΙΣΤΕΑΣ Ασυνήθιστες δουλειές για έναν σέντερ φορ


Ο Αγγελος Χαριστέας φαίνεται… ατσούμπαλος και αργός, αλλά κάτι περισσότερο ήξερε ο κ. Οτο Ρεχάγκελ όταν τον πρότεινε στη Βέρντερ Βρέμης (όπως και τον Γιούρκα Σεϊταρίδη άλλωστε…). Δεν γεμίζει το… μάτι, αλλά στην προκριματική φάση ήταν ένας από τους πιο καθοριστικούς παίκτες (το γκολ του με την Ουκρανία στο 86′, στο 1-0 της Λεωφόρου, ήταν ένα από τα πιο κρίσιμα) και εντός αγωνιστικού χώρου κάνει πολλές ασυνήθιστες για σέντερ φορ δουλειές.


Μαρκάρει όσο αντέχει, κερδίζει αρκετές μάχες στον αέρα και, παρ’ ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μοιάζει άτεχνος, το γκολ του εναντίον της Ισπανίας, στη δική του βραδιά ως ο «ήρωας» της Εθνικής, ήταν η επιτομή του φορ: άψογο «κατέβασμα» στην μπαλιά-διαβήτη του Τσιάρτα και θανατηφόρο πλασέ στη μοναδική αξιόλογη ευκαιρία της Ελλάδας στη συγκεκριμένη αναμέτρηση. Από τα αζήτητα της B’ Εθνικής («δανεικό» στον Αθηναϊκό τον είχε ξαποστείλει ο Αρης πριν από τρία χρόνια!) στην πρωταθλήτρια της Μπουντεσλίγκα και στα σαλόνια του Euro δεν είναι και αμελητέο επίτευγμα για τον 24χρονο επιθετικό…


Z. ΒΡΥΖΑΣ Ο πιο βελτιωμένος «λεγεωνάριος»


Μαζί με τον Τραϊανό Δέλλα, ο «Ιταλός» Ζήσης Βρύζας είναι ο πιο βελτιωμένος «λεγεωνάριος» της Εθνικής Ελλάδος. Παρ’ ότι δεν διακρίνεται για την ταχύτητα και την ευελιξία του, αξίζει να παρατηρήσει κάποιος τον τρόπο με τον οποίο τοποθετεί το σώμα του, τις θέσεις που παίρνει στην αντίπαλη περιοχή και τις κινήσεις του χωρίς την μπάλα. Είναι ίσως ο ποδοσφαιριστής της Εθνικής που παίζει περισσότερο με το μυαλό παρά με το ταλέντο και το σώμα. Εχει «εξευρωπαϊστεί» σε μεγάλο βαθμό ο τρόπος παιχνιδιού του, είναι πολύ ομαδικός, παίκτης συνόλου, μαχητής, φιλότιμος και η μεγάλη διαφορά του συγκριτικά με την παρουσία του στα ελληνικά γήπεδα είναι η ευστοχία του, η αποτελεσματικότητά του. Τρανό παράδειγμα το γκολ που πέτυχε εναντίον της Ρωσίας, στη μοναδική φάση που βρέθηκε σε θέση βολής, όπως και το τέρμα που είχε επιτύχει στο Ερεβάν εναντίον της Αρμενίας (0-1).


Από τους λίγους παίκτες της Εθνικής που δεν έχασε λεπτό συμμετοχής (στα πρώτα τρία ματς), ήταν ο «ήρωας» της ομάδας σε μια κακή ημέρα, έχοντας διπλό λόγο για να πανηγυρίζει. Την πρόκριση της Ελλάδας και την άνοδο στη Serie Α της νυν ομάδας του Φιορεντίνα, εναντίον της οποίας είχε επιτύχει τα πρώτα τέρματά του στο Καμπιονάτο με τη φανέλα της Περούτζια.


B. ΤΣΙΑΡΤΑΣ Οταν θέλει ξέρει και να πειθαρχεί


Ταξίδεψε στην Πορτογαλία με την προσμονή ότι θα αποτελέσει βασική επιλογή του κ. Οτο Ρεχάγκελ και θα καταφέρει να χρησιμοποιήσει τις καλές εμφανίσεις ως διαβατήριο για δεύτερη μετανάστευση σε ένα καλό ευρωπαϊκό πρωτάθλημα, μολονότι στις 12 του ερχόμενου Νοεμβρίου θα κλείσει τα 32 του χρόνια. Ο κανόνας θα ήθελε τον Βασίλη Τσιάρτα να έχει απογοητευθεί μετά τη μη χρησιμοποίησή του στο πρώτο παιχνίδι με την Πορτογαλία και να μην πειθαρχεί στις εντολές του γερμανού τεχνικού στον επόμενο αγώνα, όπου και πάλι δεν ήταν στις βασικές επιλογές. Ο Τσιάρτας όμως μπήκε στο παιχνίδι και κατάφερε να δώσει μία από τις μαγικές ασίστ του στον Αγγελο Χαριστέα, ο οποίος την αξιοποίησε και πέτυχε το γκολ της ισοφάρισης απέναντι στους Ισπανούς.


Ο… κλασικός Τσιάρτας θα αξίωνε διά νόμου την παρουσία του στο βασικό σχήμα του επόμενου αγώνα και θα ήταν έτοιμος να εκδηλώσει με μια δημόσια κίνηση την αμφισβήτηση προς τον προπονητή μαζί με τη δυσαρέσκειά του. Ο 32χρονος μέσος όμως δεν πτοήθηκε ούτε από την απουσία του από το βασικό σχήμα στο ματς με τη Ρωσία. Ηρθε από τον πάγκο και αναμόρφωσε την αγωνιστική εικόνα της ελληνικής ομάδας. Συμμάζεψε το παιχνίδι της και της έδωσε επιθετική πνοή.


H ΕΠΟΜΕΝΗ HMEPA Με άρωμα Ευρώπης προς το Μουντιάλ 2006


Το βασικότερο στοιχείο του προβληματισμού σχετικά με την απόδοση της εθνικής ομάδας στα παιχνίδια του Euro 2004 ήταν αυτό της φθίνουσας πορείας που ακολούθησε. Ισως και διότι λόγω της εκπληκτικής εμφάνισής της στο παιχνίδι της πρεμιέρας απέναντι στην Πορτογαλία, ο πήχης των προσδοκιών ανέβηκε πολύ ψηλά. H Ελλάδα είχε πολύ κακό πρώτο ημίωρο στο δεύτερο παιχνίδι, απέναντι στους Ισπανούς. Ανέκαμψε το τελευταίο δεκαπεντάλεπτο του πρώτου ημιχρόνου, είχε κακό ξεκίνημα στο β’ ημίχρονο, κατάφερε όμως να ανακάμψει και να ισοφαρίσει, ενώ άντεξε στην πολύ μεγάλη πίεση των τελευταίων 15 λεπτών. Το τρίτο παιχνίδι επεφύλασσε την πιο δυσάρεστη έκπληξη για τους Ελληνες οι οποίοι δέχθηκαν διπλό σοκ και βρέθηκαν να χάνουν 2-0 στο 17ο λεπτό από τους Ρώσους ­ και να απειλούνται με αποκλεισμό. Οι παίκτες του κ. Ρεχάγκελ ωστόσο κατάφεραν να βρουν τα ψυχικά αποθέματα για να ανακάμψουν και να σταθούν όρθιοι μειώνοντας (2-1) στο 43′, με το «χρυσό» γκολ της πρόκρισης, που πέτυχε ο Βρύζας.


Ωστόσο αρκετοί εκ των διεθνών έδειξαν στο ματς με τους Ρώσους σημάδια κόπωσης. Δεν είναι λίγοι άλλωστε αυτοί που αντιμετωπίζουν μικρά ή μεγαλύτερα προβλήματα τραυματισμών. Αρκετοί ποδοσφαιριστές βρίσκονται κοντά ή και λίγο πάνω από τα 30 χρόνια τους. Οι έλληνες φίλαθλοι καμάρωσαν μετά τα δύο πρώτα παιχνίδια τους διεθνείς χάρη στη διαπίστωση ότι «δεν φοβήθηκαν, κοίταξαν στα μάτια τους σουπερστάρ της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, τους έπαιξαν στα ίσια». Το μυστικό για αυτή την επιτυχία δεν είναι άλλο από την εξοικείωση των ελλήνων παικτών στην αντιμετώπιση μεγάλων αντιπάλων. Οι επτά από τους 17 παίκτες που χρησιμοποίησε ο κ. Ρεχάγκελ στα τρία παιχνίδια αγωνίζονταν εφέτος σε ξένους συλλόγους, ενώ οι υπόλοιποι 10 πήραν άπαντες μέρος στο τελευταίο Τσάμπιονς Λιγκ. Το άρωμα Ευρώπης είναι πολύ έντονο στο ρόστερ της εθνικής ομάδας, με συνέπεια αυτή να μην τρομάζει διόλου απέναντι σε ποδοσφαιριστές του βεληνεκούς ενός Φίγκο, ενός Ραούλ ή ενός Μοριέντες.


Το μεγάλο όφελος της Εθνικής από αυτή την πορεία, εκτός από τη συλλογή εμπειριών, είναι η τεράστια ένεση αυτοπεποίθησης και εμπιστοσύνης προς την ομάδα. Οι ποδοσφαιριστές που βρίσκονται στην Πορτογαλία θεωρείται βέβαιο ότι θα αποτελέσουν τη βάση της ομάδας που θα ξεκινήσει από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο υπό την καθοδήγηση του κ. Ρεχάγκελ την προσπάθεια για την πρόκριση στο Μουντιάλ του 2006 στα γήπεδα της Γερμανίας. Αυτοί οι παίκτες και αυτός ο προπονητής γνωρίζουν ήδη τη συνταγή της επιτυχίας που θα κληθούν να εφαρμόσουν εκ νέου. Ο δρόμος ίσως αποδειχθεί πιο δύσβατος, αλλά η επιτυχημένη πορεία στο Euro 2004 θα αποτελέσει τον φωτεινό οδηγό προς τα γήπεδα της πατρίδας τού κ. Ρεχάγκελ.


Οι ποδοσφαιριστές που κινδυνεύουν να χάσουν το Μουντιάλ λόγω ηλικίας είναι οι Νικοπολίδης, Τσιάρτας, Ζαγοράκης, Νταμπίζας, Φύσσας, Καψής, Γεωργιάδης, Βρύζας, Νικολαΐδης, αφού όλοι βρίσκονται πάνω από το 31ο έτος της ηλικίας τους. Οι περισσότεροι όμως δείχνουν ότι έχουν τη διάθεση και το κουράγιο για μία ακόμη διετία σε υψηλό αγωνιστικό επίπεδο.