» Τι ζήλεψα από την Μπαρτσελόνα «


Τον περασμένο Δεκέμβριο ο Ακης Ζήκος βρέθηκε πολύ κοντά στη μετανάστευση στην Ισπανία για χάρη της Ρεάλ Σαραγόσα, η οποία διαπραγματεύθηκε με τη διοίκηση της ΑΕΚ το ενδεχόμενο αγοράς του. Από το περασμένο καλοκαίρι ως σήμερα ο διεθνής μεσοαμυντικός έγινε αποδέκτης κρούσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος από βελγικούς, γερμανικούς, ιταλικούς και αγγλικούς συλλόγους και διάβασε πολλές φορές σε ελληνικές και ξένες εφημερίδες ρεπορτάζ που τον έφεραν ως μεταγραφικό στόχο ευρωπαϊκών ομάδων. Ο Ζήκος δεν εκδήλωσε ποτέ δημοσίως επιθυμία να μεταναστεύσει. Ακόμη και σήμερα που διαβάζει στις εφημερίδες ότι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ τον παρακολουθεί ο διεθνής μέσος είναι έτοιμος να συμφωνήσει για ανανέωση του συμβολαίου του με την ΑΕΚ (λήγει τον Ιούνιο του 2002) αν τον ικανοποιήσουν απόλυτα οι οικονομικοί όροι (σήμερα εισπράττει περί τα 25 εκατ. δρχ. ετησίως). Ως συνειδητοποιημένος επαγγελματίας όμως είναι έτοιμος να συναινέσει στην πώλησή του από την ΑΕΚ σε ευρωπαϊκό σύλλογο αν το όνομα της ομάδας και οι οικονομικές απολαβές πληρούν τις προδιαγραφές που ο ίδιος θέτει. Στις 15 και 22 του περασμένου Φεβρουαρίου η ΑΕΚ ετέθη αντιμέτωπη της Μπαρτσελόνα και ο 27χρονος παίκτης βίωσε την εμπειρία της αντιμετώπισης μιας εκ των τριών πλέον αναγνωρίσιμων ομάδων παγκοσμίως αλλά και της προσωπικής επιτήρησης του καλύτερου ποδοσφαιριστή στον κόσμο για το 1999, του Βραζιλιάνου Ριβάλντο. Μέσα από αυτές εξήγαγε σημαντικά συμπεράσματα, τα οποία προφανώς θα αποδειχθούν πολύ χρήσιμα για τον ίδιο σε περίπτωση που γίνει πράξη η προτίμησή του προς την ισπανική Πριμέρα Ντιβισιόν.





­ Οι δύο αγώνες με την Μπαρτσελόνα κύλησαν όπως τους είχες φαντασθεί την ημέρα που έμαθες ότι θα αντιμετωπίζατε την ισπανική ομάδα;


«Ναι, έγιναν όλα όπως τα είχα στο μυαλό μου. Είχα σκεφθεί ότι το πρώτο παιχνίδι θα ήταν πολύ δύσκολο για εμάς και ότι αν ήμασταν τυχεροί θα μπορούσαμε να διεκδικήσουμε την πρόκριση στη Βαρκελώνη. Βεβαίως δεν είχα προβλέψει ότι θα χάσουμε στην Αθήνα, πίστευα πως θα κερδίζαμε ή θα τελειώναμε ισόπαλοι τον πρώτο αγώνα. Ελπίδες είχαμε μέσα μας πριν από το πρώτο ματς, τις διατηρήσαμε πριν από το δεύτερο. Οπως αποδείχθηκε όμως ήταν πολύ δύσκολη η αποστολή μας».


­ Την παραμονή του πρώτου αγώνα με την Μπαρτσελόνα αφιέρωσες περισσότερη σκέψη από ό,τι συνήθως πριν από ευρωπαϊκούς αγώνες;


«Η αλήθεια είναι ότι το σκέφτηκα περισσότερο. Οταν δεν παίζεις συχνά απέναντι σε τόσο μεγάλες ομάδες δεν σου δίνεται η δυνατότητα να τις απομυθοποιήσεις. Το άγνωστο σε συνδυασμό με το δέος που αισθανόμουν γι’ αυτή την ομάδα είχε συνέπεια να φορτισθώ με περισσότερο άγχος. Και περιέργεια. Ηθελα να διαπιστώσω πώς είναι να αντιμετωπίζεις την Μπάρτσα».


­ Μετά το πρώτο παιχνίδι στη Νέα Φιλαδέλφεια έμεινε η εντύπωση ότι επιδείξατε υπερβολικό σεβασμό απέναντι στο μεγάλο όνομα του αντιπάλου. Συμμερίζεσαι αυτή την εντύπωση;


«Ε δεν παίζουμε κάθε ημέρα με την Μπαρτσελόνα. Ηταν λογικό να έχουμε μεγαλύτερο άγχος και να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Σκεφθείτε όμως να μπαίναμε με… αέρα στο γήπεδο, να βγαίναμε στην επίθεση και προτού συμπληρωθεί το 30ό λεπτό να χάνουμε με 4-0. Τότε δεν θα έλεγαν όλοι ότι κάναμε λάθος που παίξαμε με τόσο μεγάλο θράσος; Δεν είχε συμβεί το ίδιο όταν η ΑΕΚ αντιμετώπισε την Παρί Σεν Ζερμέν στη ρεβάνς της Αθήνας;».


­ Η εμπειρία του δεύτερου αγώνα στη Βαρκελώνη τι εντύπωση σου άφησε;


«Ζήλεψα τη σοβαρότητα και την οργάνωση. Από το πρώτο μου παιχνίδι στην Ευρώπη χαιρόμουν να αγωνίζομαι, αλλά απολαμβάνεις περισσότερο τους αγώνες απέναντι σε μεγάλο αντίπαλο».


­ Η αίσθηση που δημιουργεί το παιχνίδι στο «Καμπ Νου»;


«Είναι αντάξιο της ομάδας και της ιστορίας της. Αισθάνεσαι δέος όταν μπαίνεις στον αγωνιστικό χώρο τόσο λόγω των ψηλών και πολλών εξεδρών όσο και επειδή την ίδια ώρα αναλογίζεσαι τι έχει γίνει σε αυτό το γήπεδο. Πόσοι μεγάλοι ποδοσφαιριστές το έχουν πατήσει, πόσο σημαντικοί αγώνες έχουν διεξαχθεί».


­ Είναι το καλύτερο γήπεδο στο οποίο έχεις αγωνισθεί;


«Δεν το ζηλεύω τόσο, επειδή είναι παλιό και δεν έχει ανακαινισθεί. Είναι βεβαίως επιβλητικό, αλλά εγώ θα προτιμούσα να αγωνίζομαι σε μια έδρα σαν το «Φολκσπαρκστάντιον» του Αμβούργου, όπου έπαιξα με την Εθνική, ή το «Γέλρεντομ» της Φίτεσε, όπου είχα βρεθεί με την ΑΕΚ. Θα προτιμούσα δηλαδή μια εκσυγχρονισμένη Νέα Φιλαδέλφεια».


­ Τι σου προκάλεσε εντύπωση από την παραμονή σου στη Βαρκελώνη;


«Η άνετη κυκλοφορία στους δρόμους μιας πόλης εξίσου πυκνοκατοικημένης με την Αθήνα. Και οι συνθήκες εργασίας οι οποίες φαίνονται καλύτερες στην πρώτη εντύπωση. Θα ήθελα οι ποδοσφαιριστές στην Ελλάδα να τύγχαναν της ίδιας μεταχείρισης που απολαμβάνουν οι Ισπανοί. Το ποδόσφαιρο στην Ισπανία καταλαβαίνω ότι τυγχάνει μεγαλύτερης και πιο ποιοτικής προβολής και αυτό το ζηλεύω».


­ Στον αγώνα του «Καμπ Νου» δεν αντιδράσατε έντονα απέναντι στον διαιτητή μολονότι αισθανθήκατε ότι αδικείστε. Η εικόνα ήταν αντίθετη από την αντίστοιχη που παρουσιάσατε στους αγώνες με τον Ολυμπιακό. Πώς εξηγείς τη διαφορά;


«Στους ευρωπαϊκούς αγώνες αλλάζουμε νοοτροπία. Δεν υπάρχει η προκατάληψη με την οποία μπαίνουμε στους αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος. Στην Ευρώπη περιμένεις ότι θα τύχεις ίσης μεταχείρισης από τον διαιτητή, έστω και αν αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Πριν από τα παιχνίδια με την Μπαρτσελόνα περιμέναμε ότι αυτή θα ευνοηθεί ως ομάδα-κολοσσός. Παρόλα αυτά δεν αντιδράσαμε έντονα».


­ Ως παίκτης της ΑΕΚ αντιμετώπισες εσχάτως μια γερμανική (Μπάγερ Λεβερκούζεν) και μια ισπανική ομάδα. Σε ποια θα… ταίριαζες;


«Το ισπανικό ποδόσφαιρο είναι καλύτερο από το γερμανικό. Θα προτιμούσα να αγωνισθώ σε αυτό αν επρόκειτο να μεταναστεύσω».


­ Ανάμεσα σε όλα τα προηγμένα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ποιο θα προτιμούσες;


«Το ισπανικό, διότι μου αρέσει το θέαμα που προσφέρει και επειδή το θεωρώ πιο προσιτό. Οι εικόνες της Ισπανίας και του πρωταθλήματός της μας είναι πιο οικείες, ταιριάζει σε εμάς τους Ελληνες».


­ Πες μου τρεις λόγους που θα σε έκαναν να αποφασίσεις την ευρωπαϊκή μετανάστευση;


«Μια ομάδα με ευρωπαϊκές φιλοδοξίες που φθάνουν ως την κατάκτηση τροπαίου, ένα συμβόλαιο θεαματικά υψηλότερο σε απολαβές και η πικρία για τις συνθήκες που επικρατούν στο ελληνικό πρωτάθλημα».


­ Είναι πολύ ειλικρινές το γεγονός ότι δεν αξιολογείς ως πρώτη την έλλειψη ιδανικών συνθηκών στο ελληνικό πρωτάθλημα.


«Θα ήμουν ψεύτης αν έλεγα κάτι διαφορετικό. Δηλαδή, αν με ικανοποιεί πλήρως το συμβόλαιο που έχω στην Ελλάδα, θα πάω με λιγότερα χρήματα στο εξωτερικό; Εγώ όχι, δεν θα το έκανα».


­ Μικρός υπήρξες οπαδός μιας ευρωπαϊκής ομάδας;


«Οχι. Ημουν θαυμαστής της ομάδας που έπαιζε το καλύτερο ποδόσφαιρο. Μικρός θαύμασα τον Αγιαξ, έπειτα μου άρεσε η Μίλαν, η Μπαρτσελόνα. Τα τελευταία χρόνια παρακολουθώ τους αγώνες της Μάντσεστερ, η οποία αποδίδει το καλύτερο θέαμα. Και πολύ τελευταία μού αρέσει να βλέπω τη Ρεάλ στους ευρωπαϊκούς αγώνες».


­ Αρα σίγουρα έχεις κερδίσει κάτι ύστερα από τα δύο παιχνίδια με την Μπαρτσελόνα. Εκανες ένα όνειρο πραγματικότητα: να αντιμετωπίσεις μία εκ των ομάδων των οποίων υπήρξες θαυμαστής…


«Αυτό που όλοι κερδίσαμε είναι η εμπειρία τού να αγωνίζεσαι απέναντι σε έναν πολύ μεγάλο αντίπαλο. Θα εισπράξουμε το κέρδος στον επόμενο μεγάλο ευρωπαϊκό αγώνα που θα δώσουμε, όταν θα αποδειχθεί ότι έχουμε απομυθοποιήσει αυτή την ιδέα. Θα είμαστε πιο έτοιμοι».


Ο Ριβάλντο, το… ύφος και η οικειότητα των διαιτητών


Μόλις την παραμονή του πρώτου αγώνα της ΑΕΚ με την Μπαρτσελόνα ο Ακης Ζήκος έμαθε ότι θα αναλάβει την επιτήρηση του Ριβάλντο. Αγχος; «Η αλήθεια είναι ότι είχα. Ημουν σε πολύ καλή αγωνιστική κατάσταση, είχα εμπιστοσύνη στις ικανότητές μου και στις δυνάμεις μου, αλλά είχα άγχος. Οταν έχεις δει στην τηλεόραση έναν ποδοσφαιριστή να κάνει… μαγικά, έχεις λίγο παραπάνω στρες. Το απέβαλα πάντως στα πρώτα λεπτά του αγώνα».


­ Τι εντύπωση σου άφησαν οι σταρ της Μπαρτσελόνα;


«Οι περισσότεροι είναι μεγάλα ονόματα και έτσι περιμένεις ότι θα έχουν… αέρα, αυτοί όμως το παρακάνουν! Είναι μπλαζέ στη συμπεριφορά. Εδειχναν ότι αισθάνονται ανώτεροι από εμάς τους… άσημους. Μας το έπαιζαν, αυτοεπιδεικνύονταν και μας μιλούσαν με… ύφος. Η συμπεριφορά τους μού έκανε άσχημη εντύπωση».


­ Σου είχε ξανατύχει αυτό;


«Οχι. Πέρυσι παίξαμε με τη Μονακό, στην οποία αγωνίζονταν αρκετοί γνωστοί ποδοσφαιριστές, αλλά δεν μας έκαναν να αισθανθούμε έτσι. Ούτε οι παίκτες της Μπάγερ Λεβερκούζεν. Ισως η φανέλα της Μπαρτσελόνα, η οποία είναι πιο… βαριά, να προκαλεί αυτή τη συμπεριφορά σε όσους τη φορούν».


­ Κατά τη διάρκεια των αγώνων σου φάνηκε ότι τα αστέρια της Μπαρτσελόνα δικαιολόγησαν τη διαφορά αξίας που έχουν από τους περισσοτέρους από εσάς τουλάχιστον στο κασέ;


«Ατομικά δεν μου φάνηκε τόσο πολύ. Βεβαίως είναι κατά μια κλάση καλύτεροι από εμάς αλλά όχι τόσο καλύτεροι ώστε να δικαιολογείται η διαφορά στην οικονομική αξία μεταξύ μας. Η μεγάλη διαφορά εντοπιζόταν στην οργάνωση που είχε στο παιχνίδι της η Μπαρτσελόνα και στην αυτοπεποίθηση των ποδοσφαιριστών της. Είναι μία από τις λίγες ομάδες παγκοσμίως που παίζουν τόσο απλό και ποιοτικό ποδόσφαιρο. Οι παίκτες δεν κρατούν την μπάλα, τη μεταβιβάζουν άμεσα, αυτόματα, η ομάδα είναι καλά οργανωμένη σε όλες τις γραμμές. Εκεί εντοπίζω εγώ τη διαφορά ανάμεσά μας».


­ Στη συμπεριφορά του διαιτητή εντόπισες διαφορά;


«Ηταν πασιφανής η διαφορά από το πρώτο λεπτό του πρώτου αγώνα. Δεν υπήρχε καμία σχέση ανάμεσα στη συμπεριφορά του διαιτητή απέναντί μας και απέναντι στους παίκτες της Μπαρτσελόνα. Και οι δύο διαιτητές φώναζαν τους παίκτες της Μπαρτσελόνα με τα ονόματά τους και τους εξηγούσαν κάθε σφύριγμα εναντίον τους. Εμάς μας μιλούσαν λες και δεν μας έβλεπαν μπροστά τους. Ηταν σαν να παίζει η ΑΕΚ απέναντι σε μια ομάδα τοπικού επαρχιακού πρωταθλήματος. Τέτοια διαφορά στη συμπεριφορά του διαιτητή».