* Τις ημέρες αυτές που η εθνική μνήμη μάς αναπέμπει στον ξεριζωμό του μικρασιατικού ελληνισμού από τις προαιώνιες εστίες του, ανάμεσα στα τόσα σπουδαία και διαχρονικά ακατάλυτα εξέχουσα θέση κατέχει η άθληση. Και όταν λέμε άθληση δεν πρέπει να την περιορίζουμε στη λαμπρή προθήκη του σμυρναϊκού πολιτισμού με την πρωτοπορία ιστορικότατων σωματείων (Ορφέας, Γυμνάσιο, Πανιώνιος, Απόλλωνας κ.ά.) αλλά να τη δούμε σε όλο το πλάτος και το βάθος της πατρώας μικρασιατικής γης. Και τούτο διότι η έννοια της άθλησης είχε ριζώσει σε όλες τις περιοχές όπου ανθούσε το ελληνικό στοιχείο. Και η άνθηση και η καρποφορία δεν ήταν κοινωνική επίδοση μόνο, αλλά ταυτόχρονα θωράκιση του εθνικού φρονήματος. Αυτή είναι η ιστορική σημασία του μικρασιατικού αθλητισμού.


*Αυτό τον αθλητισμό συναντάμε ακμαίο και δημιουργικά ανήσυχο, από τα ιωνικά και αιολικά παράλια (μεγάλη αθλητική και πολιτισμική εστία π.χ. το Αϊβαλί, οι Κυδωνιές, με επίδραση και δεσμούς με τη Λέσβο και τη Σάμο) ως τα βάθη της Μικρασίας και ιδιαίτερα τον Πόντο. Μάλιστα ο αθλητισμός του Πόντου, ενώ έχει δώσει αγωνιστικό πλούτο με την εγκατάσταση των προσφύγων στη γη της ελεύθερης πατρίδας, δεν έχει ταξινομηθεί στην εθνική συνείδηση στην πρέπουσα θέση του (όπως συμβαίνει με τον αθλητισμό της Σμύρνης).


*Τι να πρωτοαναφέρουμε από όλη αυτή τη θαυμαστή αθλητική δημιουργία; Ενδεικτικά να γράψουμε ότι η γυμναστική ως ιδιαίτερο μάθημα αρχίζει να εισάγεται στα σχολεία κατά τα τελευταία 25 χρόνια του 19ου αιώνα και παράλληλα διαδίδεται η αγάπη για τον αθλητισμό και έξω από το σχολείο από τους νέους της εποχής. (Χρ. Σολδάτου Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση του ελληνισμού της Μικράς Ασίας 1800-1922.)


*Η σμυρναϊκή πρωτοπορία είναι αναμφισβήτητη. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τη σύζευξη της δράσης πολλών μορφωτικών συλλόγων με την άθληση. Π.χ. ο φιλεκπαιδευτικός σύλλογος «Προμηθεύς» στην Τραπεζούντα (κατά την καταγραφή του Χρ. Σολδάτου) ίδρυσε το 1890 γυμναστήριο και ο φιλεκπαιδευτικός σύλλογος «Απάμεια» στα Μουδανιά της Βιθυνίας ίδρυσε το 1888 (!) γυμναστήριο για την άθληση των νέων της κοινότητας. Λίγο-πολύ σε όλες τις πόλεις και κοινότητες του μικρασιατικού ελληνισμού δρούσε πολύπλευρα αυτή η συνύπαρξη της άθλησης με τη μουσική και τη μόρφωση.


*Τεράστιο το αθλητικό μικρασιατικό πανόραμα. Από τη Σμύρνη και τις Κυδωνιές ως το Ορτάκιοϊ της Βιθυνίας (Μεσοχώρι), όπου πριν από την αναβίωση των Ολυμπιακών του 1896 στην Αθήνα τελούνταν «Ολυμπιακοί Αγώνες» με πλούσιο αγωνιστικό πρόγραμμα (εύφημος μνεία του θεσμού γίνεται στο δελτίο της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής το 1895). Από την Πάνορμο και την Αττάλεια ως τις πόλεις του Πόντου. Και μάλιστα στην Πέραμο της Κιζύκου «εθνικά τοπικά αγωνίσματα» ήσαν οι καταδύσεις («καβάκι», με ολόκληρη στροφή του κορμιού, τη λεγόμενη από τους νέους της πόλης «κατσκαμπίνα») αλλά και η πάλη, κάτι που δεν συνέβαινε στις άλλες περιοχές.


*Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για τη συμβολή φωτισμένων ιεραρχών στην αθλητική δραστηριότητα. Κορυφαίος όλων ο εμπνευσμένος φιλαθλητικός εθνομάρτυρας Χρυσόστομος Σμύρνης. Υπόδειγμα εσαεί εκπροσώπου της «ζωντανής εκκλησίας». Ανάμεσα στα τόσα είχε ιδρύσει κολυμβητήριο για τρεις κατηγορίες, από πλευράς ηλικίας, και σχολή γυμναστών (με τη συνεργασία του Πανιωνίου και του ξεχασμένου ακάματου γυμναστή Σοφοκλή Μάγνη) όπου φοιτούσαν δάσκαλοι και δασκάλες από τα βάθη της Μικράς Ασίας κάθε καλοκαίρι και γυρνούσαν στις κοινότητες ως απόστολοι του ελληνικού φρονήματος.


*Και το 1912 με υπόμνημά του ο Μητροπολίτης Καισαρείας Αμβρόσιος ζήτησε ­ με μακροσκελή κατάλογο ­ όργανα και «γυμναστικόν υλικόν» από την Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων για τους μαθητές και τις μαθήτριες του εκεί γυμνασίου…


*Από τα προσφυγοχώρια της Βόρειας Ελλάδας και τις παράγκες των προσφύγων στα αστικά γκέτο αμέσως μετά το 1922 ξεπήδησε ο νέος ελληνικός αθλητισμός.