Γιατί οι έλληνες επιστήμονες όταν βρίσκονται στο εξωτερικό μαζεύουν όλα τα βραβεία και τις διακρίσεις, σε ένα μάλιστα άκρως ανταγωνιστικό ακαδημαϊκό σύμπαν; Στην κουβέντα μας με τον καθηγητή του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αναστάσιο Ξεπαπαδέα, καταλήγουμε από κοινού στο αυτονόητο συμπέρασμα: Γιατί πειθαρχούν! Στην Ελλάδα, η πειθαρχία λείπει πρώτα από το πολιτικό της σύστημα, το οποίο δεν έχει καταλήξει ως σήμερα στη θέσπιση κοινών κανόνων που να βοηθήσουν τα ΑΕΙ της χώρας να ανθήσουν, αλλά αλλάζει εκ βάθρων τους νόμους για την ανώτατη εκπαίδευση ανά τρία με τέσσερα χρόνια.
Ο ίδιος βέβαια αποτελεί την εξαίρεση (που μάλλον επιβεβαιώνει τον κανόνα) καθώς κατόρθωσε το… απρόβλεπτο. Και το κατόρθωσε μέσα από μια καριέρα που έχτισε στο σύνολό της στην Ελλάδα, σε ένα ελληνικό πανεπιστήμιο, σε ελληνικά αμφιθέατρα, εν μέσω καταλήψεων και αντιπαραθέσεων, αλλά πάντως αναζητώντας με πείσμα την αριστεία και κάνοντας ανταγωνιστική έρευνα υψηλού επιπέδου.
Από την περασμένη εβδομάδα ο κ. Ξεπαπαδέας, με επιστημονική εξειδίκευση στα οικονομικά του περιβάλλοντος, είναι μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, ο μόνος Ελληνας μεταξύ των μελών της που ζει και εργάζεται εκτός της χώρας. Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ (NAS) είναι μια ιδιωτική, μη κερδοσκοπική οργάνωση αποτελούμενη από τους κορυφαίους ερευνητές της χώρας.
«Πώς χάνεται η πειθαρχία;» προκύπτει αβίαστα η πρώτη ερώτηση. «Αυτό πραγματικά με ξεπερνάει» απαντάει χαριτολογώντας ο κ. Ξεπαπαδέας. Αλλά αμέσως συνεχίζει: «Μη ρίχνουμε όμως το βάρος πάλι μόνο στην Ελλάδα. Δεν βλέπετε τι γίνεται στις ΗΠΑ με την κλιματική αλλαγή και την αποχώρηση της χώρας από τη Συμφωνία των Παρισίων;
Εγώ είμαι αισιόδοξος για τα ελληνικά πανεπιστήμια βλέποντας πώς λειτουργούν σήμερα οι νέοι επιστήμονες, πόσο εξωστρεφείς είναι, πόσο συχνά δημοσιεύουν στο εξωτερικό» αναφέρει. Και όταν επιμένω με την παρατήρηση «άρα μορφώνονται τελικά μόνοι τους οι νέοι σήμερα στην Ελλάδα της κρίσης», χαμογελάει με ύφος που υπονοεί την αυτονόητη απάντηση: «Τους μορφώνουμε εμείς».

Τι σημαίνει η ιδιότητα του μέλους της Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ για εσάς; Παλέψατε για αυτή;
«Αφού αποφοίτησα από το Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών έκανα μεταπτυχιακές σπουδές στην Αγγλία. Οταν τελείωσα το διδακτορικό μου επέστρεψα στην Ελλάδα και με εξέλεξαν μεταξύ των πρώτων μελών στο νεοσύστατο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Από τότε και χωρίς καμία διακοπή υπηρετώ για πάνω από 30 χρόνια στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο.
Το ξεκίνημα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης βέβαια ήταν κάτι σαν μια περιπέτεια, φτιαχνόταν ένα νέο τμήμα και παράλληλα άρχιζα νέα ερευνητική δραστηριότητα. Την εποχή αυτή απέκτησα ενδιαφέρον για τα οικονομικά του περιβάλλοντος, επειδή κατάλαβα ότι ανέλυαν πολύ ενδιαφέροντα προβλήματα από την πλευρά της αντιμετώπισης πραγματικών προβλημάτων και της διαμόρφωσης πολιτικής. Η πολιτική για την κλιματική αλλαγή, για παράδειγμα, είναι ένα μόνο –σημαντικό βέβαια –αυτής της πολιτικής.
Το ενδιαφέρον μου αυτό με έφερε σε επαφή με πολλούς συναδέλφους στον διεθνή χώρο, με τους οποίους πέρα από την έρευνα και τη συνεργασία σε διεθνή συνέδρια οργανώσαμε και ιδρύσαμε την Ενωση των Ευρωπαίων Οικονομολόγων για το Περιβάλλον και τους Φυσικούς Πόρους. Η Ενωση αυτή, της οποίας είχα την τιμή να εκλεγώ πρόεδρος, έχει εξελιχθεί σε μια από τις ισχυρότερες επιστημονικές ενώσεις στον κόσμο. Στο πλαίσιο των διεθνών συνεργασιών μου, με βάση όμως πάντα το ελληνικό πανεπιστήμιο, συνεργάστηκα με το Ινστιτούτο Βeijer της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών. Στο Ινστιτούτο αυτό, στο οποίο διετέλεσα και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, συνεργάστηκα με μερικούς από τους σημαντικότερους επιστήμονες της εποχής μας, με τους οποίους είχαμε ως κοινό ενδιαφέρον τη μελέτη και την πρόταση πολιτικών για την προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων. Η κλιματική αλλαγή είναι το σημαντικότερο περιβαλλοντικό πρόβλημα της εποχής μας, υπάρχουν όμως πολλά άλλα κρίσιμα περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία σε όλη τη διάρκεια της καριέρας μου προσπαθώ να αναλύσω και να κατανοήσω.
Η πρόσφατη διάκριση από την Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ για εμένα προσωπικά σημαίνει αναγνώριση από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα της επιστημονικής μου πορείας. Η αναγνώριση αυτή –κάτι που επιδιώκει ο κάθε ερευνητής –δεν αποτελεί όμως κάποιον αυτοσκοπό· τη βλέπω ως ένα επιπρόσθετο κίνητρο για να συνεχίσω τη δραστηριότητά μου και στο πλαίσια της Ακαδημίας των ΗΠΑ.
Η διάκριση αυτή σημαίνει, επίσης, ότι στην Ελλάδα και στο ελληνικό πανεπιστήμιο παράγεται ερευνητικό προϊόν υψηλού επιπέδου, το οποίο όχι μόνο δεν υστερεί της έρευνας στον διεθνή χώρο, αλλά έχει τη δυνατότητα υψηλής αναγνώρισης. Για τη νεότερη γενιά των ελλήνων ερευνητών που σταδιοδρομούν στην Ελλάδα, σημαίνει ότι μπορούν να πετύχουν υψηλούς ερευνητικούς στόχους και διεθνή αναγνώριση δουλεύοντας στην Ελλάδα, όσο και αν οι συνθήκες μπορεί να μην είναι τόσο εύκολες όσο σε άλλες χώρες».

Ποιο είναι τελικά το μήνυμα από τη χώρα μας που θα μεταφέρετε στους συναδέλφους σας στο εξωτερικό;
«Στην Ελλάδα γίνεται έρευνα υψηλής ποιότητας η οποία δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτε από την έρευνα που γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο».

Τα πανεπιστήμια χρειάζονται αυτονομία και ανανέωση


Τι χρειάζονται κατά τη γνώμη σας τα πανεπιστήμιά μας για να ανθήσουν;

«Η οικονομική κρίση έφερε αρνητικές επιπτώσεις στο ελληνικό πανεπιστήμιο, καθώς συνάδελφοι που συνταξιοδοτήθηκαν ή που πήγαν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού δεν αντικαταστάθηκαν. Το επιστημονικό αυτό δυναμικό που χάθηκε πρέπει να αντικατασταθεί ώστε να γίνει η απαραίτητη ανανέωση. Ενα άλλο σημαντικό και διαχρονικό θέμα είναι η αυτονομία από την πολιτεία. Τα πανεπιστήμια πρέπει να έχουν την ελευθερία να διαχειρίζονται και να κατανέμουν τους πόρους που τους διαθέτει η πολιτεία, καθώς και τη δυνατότητα να αντλούν δικούς τους πόρους. Το ρυθμιστικό πλαίσιο από την πολιτεία θα πρέπει βέβαια να υπάρχει αλλά θα πρέπει να είναι συμφωνημένο και όχι μονομερές και ασφυκτικό. Απαιτείται ανεξάρτητη αξιολόγηση και έλεγχος ποιότητας σε όλα τα επίπεδα, με στήριξη της αριστείας αλλά και στήριξη όσων έχουν ανάγκη βελτίωσης, με την προϋπόθεση ότι βελτιώνονται. Είναι αυτονόητο ότι το πανεπιστήμιο θα πρέπει να λειτουργεί σε ένα δημιουργικό και ασφαλές περιβάλλον».

Η προσαρμογή στη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα τι επιπτώσεις θεωρείτε ότι μπορεί να έχει στις επιχειρήσεις και στις οικονομίες των χωρών;
«Η Συμφωνία του Παρισιού όπως και το Πρωτόκολλο του Κιότο μπορούν να θεωρηθούν αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας των ερευνητών να δώσουν απαντήσεις σε μεγάλα προβλήματα. Είναι σημαντικό για να καταλάβει κανείς τη σημασία που έχει η επιστημονική έρευνα σε αυτόν τον χώρο να κατανοήσει ότι τα αποτελέσματα και οι προτάσεις της επιστημονικής κοινότητας αποτελούν τον πυρήνα του Κιότο και του Παρισιού.

Η Συμφωνία του Παρισιού όμως, πέρα από τα περιβαλλοντικά οφέλη σε όρους κλιματικής αλλαγής, μας οδηγεί σε οικονομίες χαμηλού άνθρακα και δημιουργεί επίσης προϋποθέσεις για επενδυτικά προγράμματα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, δηλαδή περιορισμού των ζημιών από αυτήν.

Οικονομία χαμηλού άνθρακα σημαίνει νέες τεχνολογίες, εξοικονόμηση πόρων και αύξηση της παραγωγικότητας. Σε συνδυασμό με το πρόγραμμα προσαρμογής, η μετάβαση σε παραγωγικές δομές χαμηλού άνθρακα μπορεί να αποτελέσει ατμομηχανή ανάπτυξης και να μας δώσει διπλά οφέλη: βελτίωση του περιβάλλοντος και οικονομική ανάπτυξη. Για την Ελλάδα η διαδικασία αυτή μπορεί να οδηγήσει, αν την εκμεταλλευθούμε, σε έναν μετασχηματισμό της οικονομίας. Οι δυνατότητες που υπάρχουν μέσα από αλλαγή τεχνολογιών, μπορούν να αποτελέσουν έναν σημαντικό μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα.

Αν δεν πετύχουμε αυτόν τον μετασχηματισμό, οι επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία δεν θα είναι οι επιθυμητές, ιδιαίτερα σε ένα διεθνές περιβάλλον το οποίο θα προσαρμόζεται σε παραγωγικές δομές χαμηλού άνθρακα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ