Το ατέλειωτο πάρτι που πραγματοποιήθηκε στην Υγεία τα προηγούμενα χρόνια και που μέρος του αποκαλύπτεται σήμερα με την υπόθεση Novartis, είχε περιγραφεί αναλυτικά από «Το Βήμα», ήδη από το μακρινό 2009.

Συγκεκριμένα στις 3 Μαϊου του 2009 σε άρθρο με τίτλο «Το ατέλειωτο πάρτι της Υγείας» περιγραφόταν πώς το δομημένο παραοικονομικό σύστημα γιατρών και φαρμακευτικών εταιρειών κλόνισε συθέμελα τα ασφαλιστικά Ταμεία με κατασπατάληση πόρων με αντάλλαγμα ταξίδια, δώρα και ποσοστά για φάρμακα και ιατρικά υλικά.

Σύμφωνα με το άρθρο που επικαλείται επίσημα στοιχεία, οι δαπάνες Υγείας το 2004 προσέγγιζαν το ποσό των 16,4 δισ. ευρώ. Το 2007 είχαν εκτοξευθεί σε 22,6 δισ.ευρώ, χωρίς όμως να υπάρχει βεβαιότητα για την ακρίβεια των αριθμών.

Σύμφωνα με την τότε έκθεση του ΟΟΣΑ οι δαπάνες Υγείας, βάσει των στοιχείων του 2005, έφθαναν το 10,1% του ΑΕΠ και ήταν υπερδιπλάσιες εκείνων της εθνικής άμυνας.

Το άρθρο του Βήματος το 2009

Το ατέλειωτο πάρτι της Υγείας

Πώς το δομημένο παραοικονομικό σύστημα γιατρών και φαρμακευτικών εταιρειών κλονίζει την υγεία των ασφαλιστικών ταμείων – Κατασπατάληση πόρων με αντάλλαγμα ταξίδια, δώρα και ποσοστά για τα φάρμακα και τα ιατρικά υλικά


«ΤΟ ΠΑΡΤΙ τελείωσε» ανήγγειλε πομπωδώς τον περασμένο Οκτώβριο ο έγκυρος βρετανικός «Εconomist», θέλοντας να δείξει την ένταση της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Ενα όμως αντιστέκεται, επιμένοντας σε τρελούς ρυθμούς: το πάρτι του τομέα της Υγείας στην Ελλάδα δεν έχει τέλος, δεν το πιάνει η κρίση της διεθνούς οικονομίας, ούτε η βύθιση της ελληνικής. Συνεχίζεται, ξοδεύοντας περισσότερα από ποτέ. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι δαπάνες υγείας το 2004 προσέγγιζαν το ποσό των 16,4 δισ. ευρώ. Το 2007 είχαν εκτοξευθεί σε 22,6 δισ.ευρώ,χωρίς όμως να υπάρχει βεβαιότητα για την ακρίβεια των αριθμών. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ οι δαπάνες υγείας, βάσει των στοιχείων του 2005, έφθαναν το 10,1% του ΑΕΠ και ήταν υπερδιπλάσιες εκείνων της εθνικής άμυνας.

Από τα 22,6 δισ. ευρώ των συνολικών δαπανών υγείας τα 7,7 δισ. ευρώ το 2007 ξοδεύονταν για φάρμακα. Η συνολική φαρμακευτική δαπάνη, δημόσια και ιδιωτική, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων, δείχνει να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια με τρελούς ρυθμούς. Το 2000 μόλις ξεπερνούσε τα 2,5 δισ. ευρώ για να ανέλθει σε 5 δισ. ευρώ το 2004 και να ξεπεράσει, σύμφωνα με νεότερες εκτιμήσεις, τα 9,1 δισ. ευρώ εφέτος. Ο πίνακας που δημοσιεύεται παραπλεύρως αποτυπώνει ακριβώς την ταχύτητα με την οποία αυξάνονται κατ΄ έτος οι δαπάνες για φάρμακα. Η φαρμακευτική δαπάνη σχεδόν διπλασιάστηκε σε πέντε χρόνια και τετραπλασιάστηκε στη δεκαετία. Πρόκειται προφανώς για μη ανεκτή κατάσταση, ειδικά σε τούτες τις συνθήκες δημοσιονομικής και χρηματοδοτικής κρίσης του κράτους.

Μοιάζει ο τομέας της υγείας με χαίνουσα πληγή, η οποία κλονίζει τα ασφαλιστικά ταμεία και υπονομεύει κάθε προσπάθεια ελέγχου των δημοσίων οικονομικών. Χωρίς επέμβαση, χωρίς μέτρα ελέγχου των δαπανών της υγείας, κάθε δημοσιονομική προσαρμογή, όσο έντονη κι αν είναι, δεν θα αποδώσει. Οποιες οικονομίες και αν εξασφαλισθούν από αλλού θα χάνονται στον πίθο των Δαναΐδων της υγείας, που χάσκει από παντού, προσφέροντας υπεραποδόσεις στις φαρμακευτικές εταιρείες και μαύρα παραοικονομικά εισοδήματα στους γιατρούς.

Ακριβά φάρμακα, περιττές εξετάσεις

Το μυστικό της συνεχώς διευρυνόμενης σχέσης μεταξύ γιατρών, φαρμακευτικών εταιρειών και προμηθευτών βρίσκεται στη λεγόμενη κατευθυνόμενη συνταγογράφηση με σκοπό την προώθηση και κατανάλωση πανάκριβων φαρμάκων και κρίσιμων ιατρικών υλικών. Τεράστιες ποσότητες ακριβών και δυνητικά επικίνδυνων φαρμάκων συνταγογραφούνται αφειδώς, ασθενείς οδηγούνται μαζικά σε περιττές εξετάσεις και κατευθύνονται σε επιβαρυντικές χειρουργικές επεμβάσεις, με μόνο σκοπό την αύξηση της κατανάλωσης υλικών της σύγχρονης ιατρικής βιομηχανίας.

Η «φάμπρικα» είναι παλαιά. Κυριαρχούσε από χρόνια στη ζώνη του ΙΚΑ και σε εκείνη των Κέντρων Υγείας της υπαίθρου. Τα τελευταία χρόνια έγινε καθεστώς στις μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες, όπου χρησιμοποιούνται πανάκριβα φάρμακα και ακόμη ακριβότερα ιατρικά υλικά. Η υπερανάπτυξη και η διάχυσή της στηρίζεται στο καθεστώς προμηθειών και ιδιαιτέρως στη δυνατότητα που προσφέρει η νομοθεσία στο ιατρικό προσωπικό να αντιμετωπίζει το κάθε υλικό και το κάθε φάρμακο ως μοναδικό.

Η αρχή έγινε με τα ορθοπαιδικά υλικά, που χρησιμοποιούνται στις αρθροπλαστικές επεμβάσεις, στις αλλαγές γονάτων, ισχίων και κεφαλών που δένουν τα οστά των ποδιών με εκείνα της λεκάνης. Υπό το βάρος πιέσεων των γιατρών, με την επίκληση του επείγοντος και της ιδιαιτερότητας συγκεκριμένων γναθοχειρουργικών και ορθοπαιδικών ιατρικών πράξεων, ο νομοθέτης δέχθηκε το 2001 ότι «για πρόσθετα ιατρικά υλικά, μη συγκρίσιμα μεταξύ τους, τα νοσοκομεία δύνανται να τα προμηθεύονται χωρίς διαγωνισμό». Σχεδόν αυτομάτως ακολούθησε η έκδοση εγκυκλίου που περιελάμβανε μακρύ κατάλογο ορθοπαιδικών υλικών, τα οποία μπορούσαν να παραγγέλλουν απευθείας οι γιατροί χωρίς διαγωνισμό.

Συνταγογράφηση κατά το δοκούν

Οπως λέγεται χαρακτηριστικά από προμηθευτές και επιχειρηματίες του χώρου της Υγείας, κάθε βίδα τριών χιλιοστών που χρησιμοποιείται σε ορθοπαιδικές επεμβάσεις αντιμετωπίστηκε ως μοναδική και ξεχωριστή για κάθε ασθενή και η προμήθειά της ανατέθηκε στον θεράποντα χειρουργό. Για πολλούς, εκείνος ο πρώτος κατάλογος μοναδικών υλικών αποτέλεσε την Κερκόπορτα. Εκτοτε και ειδικά μετά το 2004, στα χρόνια της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης, ο κατάλογος των μοναδικών υλικών διευρύνθηκε και αντιμετωπίστηκαν με τον ίδιον τρόπο συγκεκριμένα καρδιολογικά υλικά, όπως βηματοδότες, στεντ και άλλα, καθώς και τα υλικά αιμοδιάλυσης, τα φίλτρα αιμοκάθαρσης, τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα, τα εξειδικευμένα τρίτης γενιάς αντιβιοτικά και πλήθος άλλων. Για όλα αυτά πλέον οι γιατροί έχουν τη διακριτική ευχέρεια να συνταγογραφούν φάρμακα κατά το δοκούν και να παραγγέλλουν υλικά της αρεσκείας τους ή καλύτερα ανάλογα με τις αντιπαροχές των φαρμακευτικών εταιρειών και των προμηθευτών.

Τα ποσοστά που λαμβάνουν οι γιατροί έναντι των παραγγελιών φαρμάκων και υλικών ποικίλλουν κατά περίπτωση. Για τα φάρμακα εισπράττουν κοντά στο 15% της αξίας τους και για τα υλικά ως και 25%. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα τελευταία τρία – τέσσερα χρόνια οι χειρουργοί ορθοπαιδικοί γιατροί αντιμετωπίζονται από την κοινωνία ως άλλοι εθνικοί ευεργέτες. Δεν παίρνουν χρήματα από τους ασθενείς για τις επεμβάσεις ή καλύτερα δεν χρειάζεται να πάρουν. Από μια αθροπλαστική επέμβαση γονάτου που κοστίζει στο ασφαλιστικό ταμείο κοντά στις 10.000
ευρώ, έχουν εξασφαλισμένα μόνο από τους προμηθευτές υλικών κοντά στα 2.000 με 3.000 ευρώ. Περισσότερες ευκαιρίες έχουν οι καρδιοχειρουργοί. Από την τοποθέτηση ενός ισχυρού βηματοδότη που στην ελληνική αγορά κοστίζει σχεδόν 30.000 ευρώ λαμβάνουν από την προμηθεύτρια εταιρεία το 25%, περίπου 6.000 – 7.000 ευρώ. Γι΄ αυτό παρατηρείται το φαινόμενο να τοποθετούνται βηματοδότες σωρηδόν, ακόμη και σε ασθενείς που βρίσκονται μια ώρα πριν από το τέλος. Οι ασθενείς πεθαίνουν και οι βηματοδότες δουλεύουν στα νεκροταφεία, λένε με διάθεση μαύρου χιούμορ οι νεότεροι γιατροί.

Μικρές εταιρείες με μεγάλα τιμολόγια

Φάρμακα και συνταγή στα χέρια φαρμακοποιού. Η φαρμακευτική δαπάνη σχεδόν διπλασιάστηκε σε πέντε χρόνια και τετραπλασιάστηκε στη δεκαετία

Η οικοδόμηση του ιατρικού παραοικονομικού συστήματος δεν μπορούσε να γίνει απευθείας με τους φαρμακευτικούς πολυεθνικούς κολοσσούς. Οι περισσότερες από τις μεγάλες πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες υπόκεινται σε αυστηρούς λογιστικούς κανόνες, ελέγχονται από ειδικούς οργανισμούς, υποβάλλονται σε ειδικά καθεστώτα ελέγχου, είναι υποχρεωμένες να εξηγούν παράνομες δαπάνες, δεν έχουν δηλαδή την ευελιξία να κινηθούν ελεύθερα στο ιδιότυπο ελληνικό περιβάλλον. Οποιες πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες επιχείρησαν ευθεία εμπλοκή στις προμήθειες των εγχώριων νοσοκομείων δυσκολεύτηκαν, οι θυγατρικές τους κλονίστηκαν και οι ίδιες αντιμετώπισαν ποινές για παροχές παράνομες, ανεξήγητες και ξένες προς τα περισσότερα ιατρικά συστήματα του σύγχρονου κόσμου.

Η λύση δόθηκε με το χτίσιμο μικρών εταιρειών αντιπροσώπων, οι οποίες δεν αγοράζουν φάρμακα και υλικά απευθείας από τις πολυεθνικές. Συνήθως χρησιμοποιούνται ενδιάμεσες εταιρείες στην Κύπρο. Τα φάρμακα και τα υλικά αγοράζονται στη Μεγαλόνησο από διαμεσολαβούσες εταιρείες και μεταπωλούνται υπερτιμολογημένες στις εγκατεστημένες στην Ελλάδα εταιρείες των ιατρικών αντιπροσώπων. Η υπερτιμολόγηση εξασφαλίζει και τα διαμοιραζόμενα πολλά έσοδα στο πλήθος των εμπλεκομένων γιατρών. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα κρίσιμα φάρμακα και υλικά, που αποτελούν και το αντικείμενο της συναλλαγής, φθάνουν στη χώρα μας σε τιμές πολλαπλάσιες. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι οι φθηνοί βηματοδότες κοστίζουν 2.000 ευρώ στην Κύπρο και τα ασφαλιστικά ταμεία στη χώρα μας τους πληρώνουν 10.000 – 12.000 ευρώ. Οι ισχυροί και ακριβοί βηματοδότες κοστίζουν περίπου 10.000 ευρώ στην Κύπρο και εδώ κοστολογούνται 30.000 ευρώ.

Κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσιότητας αναλυτικοί κατάλογοι των υπερτιμολογημένων φαρμάκων και υλικών, αλλά ουδέποτε κατέστη δυνατός ο έλεγχός τους. Τα προηγούμενα χρόνια ο πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Υγείας και νυν γενικός διευθυντής του ΣΔΟΕ κ. Πασχάλης Μπουχώρης επιχείρησε να προσεγγίσει τον κύκλο της υπερτιμολόγησης. Η προσπάθειά του προσέκρουσε στον ευρύτατο κύκλο των διασυνδεδεμένων συμφερόντων, τον έφερε σε σύγκρουση με τον τότε υπουργό Υγείας κ. Νικήτα Κακλαμάνη και τελικώς σε παραίτηση όταν ανέλαβε ο κ. Δ. Αβραμόπουλος.Οι γνωρίζοντες λένε ότι είχε ενημερώσει νωρίς τους υπευθύνους και ακόμη πως σχετικά σημειώματα είχαν φθάσει και στο πρωθυπουργικό γραφείο, χωρίς όμως ποτέ να υπάρξουν ουσιαστικές πρωτοβουλίες. Οι τελευταίες του κ. Αβραμόπουλου για την ομαδοποίηση των προμηθειών έχουν κενά και επιπλέον δεν αντιμετωπίζουν το ειδικό καθεστώς που δίδει στους γιατρούς το προνόμιο της κατευθυνόμενης συνταγογράφησης.

Σπατάλες και υπόγειες συναλλαγές

Στην παρούσα συγκυρία της οικονομικής κρίσης και της δημοσιονομικής καχεξίας το πρωτοφανές και διασυνδεδεμένο ιατρικό – φαρμακευτικό παραοικονομικό κύκλωμα λαμβάνει κολοσσιαία οικονομική διάσταση. Επεκτεινόμενο μάλιστα στον ιδιωτικό τομέα της υγείας, όπου καταφεύγουν πολλοί των ασφαλισμένων, το κόστος γίνεται απροσμέτρητο και άμεσα καταβλητέο. Οι υπερδαπάνες της υγείας και το υφιστάμενο καθεστώς υπερχρηματοδότησης δεν έχουν θέση στις σημερινές οικονομικές συνθήκες, καθώς εξελίσσονται σε ένα από τα σοβαρότερα και πιο επείγοντα προβλήματα της χώρας. Η υπόγεια και επαίσχυντη συναλλαγή των επαγγελματιών της υγείας με τις φαρμακευτικές εταιρείες, «τα δομημένα της υγείας» όπως τα λένε οι έχοντες εμπειρίες από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, είναι μια από τις κύριες αιτίες της οικονομικής κατάρρευσης των ασφαλιστικών ταμείων και του Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Η ορθολογική διάθεση των πολύτιμων πόρων, που κατασπαταλώνται κάθε χρόνο προς χάριν των πολυεθνικών εταιρειών, των εδώ αντιπροσώπων και των εξαχρειωμένων γιατρών, θα μπορούσε σε λίγα χρόνια όχι μόνο να αναμορφώσει τις σημερινές άθλιες υπηρεσίες δημόσιας υγείας, αλλά και να αποτελέσει σημαντικό συντελεστή για την αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος της κοινωνικής ασφάλισης. Μόνο που στην παρούσα κατάσταση η επικράτηση του ορθολογισμού απαιτεί επαναστατικές πράξεις και συγκρούσεις με τις πολλές, κρυφές και φανερές εκφράσεις του πρώτου σε μέγεθος και σημασία παραοικονομικού συστήματος της ελληνικής οικονομίας.


ΤΗΝ ΩΡΑ που διαβάζετε αυτές τις γραμμές μερικές εκατοντάδες έλληνες γιατροί, φαρμακοποιοί, ακόμη και νοσηλευτές που κατέχουν θέσεις – κλειδιά σε μεγάλα νοσοκομεία της χώρας, ταξιδεύουν οικογενειακώς προς τα νησιά Τόγκο ή το Λας Βέγκας, απολαμβάνουν τις διακοπές τους σε πολυτελείς ορεινούς ξενώνες της Γερμανίας και της Αυστρίας, καταλύουν σε πανάκριβα ξενοδοχεία της Νοτιοανατολικής Ασίας και άλλοι ανανεώνουν δωρεάν την επίπλωση των γραφείων τους ή παραλαμβάνουν νέα σύγχρονα και αθόρυβα κλιματιστικά, ολοκαίνουργα laptops και ένας Θεός ξέρει τι άλλο.

Ας είναι καλά οι «γενναιόδωρες» φαρμακευτικές εταιρείες και οι ακόμη πιο «γενναιόδωροι» ιατρικοί αντιπρόσωποί τους, οι οποίοι μέρα μεσημέρι, φόρα παρτίδα που λέει ο λαός, εισβάλλουν στην κυριολεξία στις πανεπιστημιακές κλινικές των νοσοκομείων και διαπραγματεύονται την πραμάτειά τους με τους διευθυντές και τους γιατρούς έναντι πλήθους χορηγιών και παροχών σε χρήμα και είδος,που ξεπερνά κάθε φαντασία.

Είναι κοινό μυστικό πια στα νοσοκομεία. Οποιος γιατρός θέλει να ταξιδέψει στο εξωτερικό ή να εξασφαλίσει μια θέση σε ένα διεθνές συνέδριο δεν έχει παρά να απευθυνθεί σε έναν από τους πολλούς αντιπροσώπους φαρμακευτικών εταιρειών. Και αυτές είναι ίσως οι αθωότερες των συναλλαγών. Υπάρχουν πιο σύνθετες, που οδηγούν σε απευθείας καταβολές σημαντικών ποσών και ακριβών δώρων. Είναι τέτοια η εξαχρείωση που ορισμένοι γιατροί ζητούν τα απίθανα. Λέγεται,όχι με τη μορφή ανεκδότου,ότι γιατρός πανεπιστημιακής κλινικής, από εκείνους που μπορούν να εντάξουν νέα φάρμακα στο σύστημα υγείας, απαίτησε από ιατρικό αντιπρόσωπο οικογενειακό τάφο στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών!!!

Πόλεμος για ένα σκεύασμα

Αριστερά, η οδηγία του Λαϊκού Νοσοκομείου για την περιορισμένη συνταγογράφηση φαρμάκου και, δεξιά, η απόφαση που την αναστέλλει σε διάστημα ολίγων ημερών

ΕΚΕΙπου φαίνεται ότι γίνεται πανικός κατευθυνόμενης συνταγογράφησης είναι στις ογκολογικές κλινικές και στις αιματολογικές που αντιμετωπίζουν ασθενείς με λευχαιμία. Οι συγκρούσεις στην Αιματολογική κλινική του Λαϊκού Νοσοκομείου έχουν γίνει δημόσιο θέαμα και προκάλεσαν την επέμβαση των επιθεωρητών Υγείας,χωρίς όμως ιδιαίτερο αποτέλεσμα.

Μόλις τις προηγούμενες ημέρες ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των γιατρών για τη συνταγογράφηση φαρμάκου μεγάλης πολυεθνικής εταιρείας.Οπως προκύπτει από επίσημα δημόσια έγγραφα του νοσοκομείου, στις 7 Απριλίου εκδόθηκε οδηγία που όριζε ότι το συγκεκριμένο φάρμακο επιτρέπεται να συνταγογραφείται μόνο για ρευματοειδείς αρθρίτιδες και για οζώδη λεμφώματα σταδίου τρία και τέσσερα,επειδή είναι πανάκριβο (κοστίζουν 1.377,66 ευρώ τα 500 mg) και υπήρξε διαμαρτυρία για υπερσυνταγογράφηση από τους ελεγκτές των ασφαλιστικών ταμείων.

Μία εβδομάδα μετά, στις 13 Απριλίου, εκδόθηκε νέα διαταγή της διεύθυνσης του νοσοκομείου που ανέστειλε την ισχύ της προηγουμένης, επειδή «υπήρξαν ενστάσεις από γιατρούς του νοσοκομείου».Το θέμα εκκρεμεί, αλλά η σύγκρουση σοβεί και η όλη υπόθεση ανατέθηκε προς εξέταση στον διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας και στο Επιστημονικό Συμβούλιο του νοσοκομείου.

Οι γνωρίζοντες επιμένουν ότι στις ογκολογικές κλινικές προσφέρονται αφειδώς πανάκριβα χημειοθεραπευτικά σχήματα ακόμη και σε ασθενείς που εμφανώς δεν αντέχουν,ούτε έχουν καμία τύχη,μόνο και μόνο επειδή τα κέρδη για τις φαρμακευτικές εταιρείες είναι μεγάλα και οι παροχές προς τους γιατρούς και τις πανεπιστημιακές κλινικές σημαντικές,πέραν κάθε πρόβλεψης και εκτίμησης.

Το άρθρο του Βήματος στις 25 Απριλίου 2009

Στις 25 Απριλίου της ίδιας χρονιάς επίσης «Το Βήμα» είχε φέρει στη δημοσιότητα στιγμιότυπο από διαδρόμους πανεπιστημιακής κλινικής σχετικό με τις σχέσεις γιατρών και φαρμακευτικών εταιρειών.

Οι ληστές με τις άσπρες μπλούζες


Oμάδα γιατρών και νοσηλευτών, κοντά στα 10 άτομα, συνομιλούσε προ ημερών περί ανέμων και υδάτων στον διάδρομο πανεπιστημιακής κλινικής μεγάλου νοσοκομείου των Αθηνών.

Την ευδιάθετη παρέα διέκοψε ο ήχος ενός κινητού. Ο γιατρός είδε τον αριθμό, απάντησε και άρχισε να συνομιλεί χωρίς να απομακρυνθεί από την παρέα.

Σχεδόν αυτόματα μάλιστα ύψωσε τον τόνο της φωνής του και άρχισε να «λούζει» τον συνομιλητή του με διάφορα κοσμητικά. Απορημένοι οι περισσότεροι έστρεψαν θέλοντας και μη την προσοχή τους στον οργισμένο γιατρό. «Εμείς τηρήσαμε στο ακέραιο όσα συμφωνήσαμε, αλλά εσείς παραβιάσατε τη συμφωνία, κόψατε τα εισιτήρια της όπερας, δεν προβλέψατε δείπνο στο Αμστερνταμ και η ημερήσια αποζημίωση ήταν λειψή» φώναζε απτόητος εκείνος, επιμένοντας σε υψηλούς τόνους «να μην ξανασυμβεί αυτό».

Ουδείς εξεπλάγη από την ομήγυρη και όλοι κατάλαβαν περί τίνος επρόκειτο. Ο γιατρός έλυνε τις διαφορές του με κάποιο αντιπρόσωπο φαρμακευτικής εταιρείας. Και αντικείμενο της διαφοράς ήταν οι παροχές σε είδος έναντι της κατευθυνόμενης συνταγογράφησης, στην οποία συμμετέχουν ανερυθρίαστα οι περισσότεροι γιατροί μας. Το πρόβλημα είναι παλαιό και αρχικώς καταγραφόταν ως πρόβλημα των γιατρών του ΙΚΑ. Με τα χρόνια επεκτάθηκε και τώρα δείχνει να έχει λάβει χαρακτηριστικά οργανωμένης παρέμβασης σε ολόκληρο το σύστημα Υγείας.

Η δομή του είναι πυραμοειδής. Ξεκινά από τις πανεπιστημιακές κλινικές, οι οποίες δίνουν τη γραμμή για τα νέα και ακριβά φάρμακα, και επεκτείνεται στις κατώτερες βαθμίδες, κατατρώγοντας ως άλλη ενδημική νόσος τα σωθικά του παραπαίοντος Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Οι δημόσιες δαπάνες Υγείας, με την ευθύνη και των γιατρών, εξελίσσονται τα τελευταία χρόνια με τρελούς ρυθμούς, μοναδικούς στον κόσμο. Εχουν πλέον ξεπεράσει εκείνες της εθνικής άμυνας και αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες πηγές τροφοδότησης των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους. Ενδεδυμένη μάλιστα τον κοινωνικό μανδύα, η διαχείριση του τομέα της Υγείας έχει γίνει ασύδοτη και είναι απολύτως εξαρτημένη από πλήθος συμφερόντων, εγχώριων και πολυεθνικών.

Μόλις χθες η κυβέρνηση, έναντι της υποτιθέμενης μεταβολής του καθεστώτος των προμηθειών, έσπευσε να νομιμοποιήσει αμφισβητούμενες προμήθειες και να αποδεχθεί νέα χρέη άγνωστου ύψους. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες δημοσιονομικής καχεξίας η αφαίμαξη των πόρων της Υγείας συνιστά απαράδεκτη κατάσταση.

Αγγίζει τα όρια του οργανωμένου εγκλήματος και επί της ουσίας η συνδυασμένη δράση δεν διαφέρει σε τίποτε από εκείνη των κοινών ληστών. Με τη διαφορά ότι στην προκειμένη περίπτωση οι ληστές φορούν κοστούμια και αθώες άσπρες μπλούζες.


Αρθρο του Βήματος στις 6 Αυγούστου 2009

Και άλλο άρθρο είχε δημοσιεύσει το Βήμα στις 6 Αυγούστου του 2009 σχετικά με τα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών


Η αλήθεια για τα κέρδη των φαρμακοβιομηχανιών

Οι λαοί που χρειάζονται περισσότερο από όλους φάρμακα κρίσιμα για την επιβίωσή τους εμποδίζονται να τα παράγουν

Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα μεγαλύτερα ανείπωτα σκάνδαλα της εποχής μας. Στις ημέρες μας οι λαοί που χρειάζονται περισσότερο από όλους φάρμακα κρίσιμα για την επιβίωσή τους εμποδίζονται να τα παράγουν. Ιδού το πιο πρόσφατο παράδειγμα: Εργοστάσια στον φτωχό κόσμο επιθυμούν απελπισμένα να αρχίσουν να παράγουν το δικό τους, φθηνότερο Τamiflu για να προστατεύσουν τους πληθυσμούς τους, αλλά έχουν ρητές εντολές να μην το κάνουν. Γιατί; Ωστε να μπορέσουν οι πλούσιες φαρμακοβιομηχανίες να προστατεύσουν τους πελάτες και τα κέρδη τους. Υπάρχει εναλλακτική σε αυτό το άρρωστο σύστημα, αλλά επιλέγουμε να την αγνοούμε.

Για να κατανοήσουμε αυτή την ιστορία, πρέπει να ξεκινήσουμε με ένα φαινομενικό μυστήριο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ορθώς προειδοποιούσε εδώ και μήνες ότι αν η νέα γρίπη εξαπλωνόταν στα φτωχότερα τμήματα του κόσμου θα θέριζε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές. Και όμως, έλεγε επίσης στις κυβερνήσεις του φτωχού κόσμου να μην προχωρήσουν στην παραγωγή όσο το δυνατόν περισσότερου Τamiflu- του μοναδικού φαρμάκου που καταπραΰνει τα συμπτώματα και ενδεχομένως σώζει ζωές.

Οι κυβερνήσεις μας έχουν επιλέξει εδώ και δεκαετίες τη λειτουργία ενός παράξενου συστήματος για τη δημιουργία φαρμάκων. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου που επιτελούν οι επιστήμονες για να φθάσει ένα φάρμακο ως το τοπικό φαρμακείο γίνεται σε πανεπιστημιακά εργαστήρια με κρατική επιχορήγηση, πληρωμένη από τη φορολογία των πολιτών.

Οι φαρμακοβιομηχανίες συνήθως μπαίνουν στη διαδικασία παραγωγής αργά και πληρώνουν για ένα μέρος των ακριβών αλλά μη δημιουργικών τελευταίων σταδίων της, αγοράζοντας για παράδειγμα χημικές ουσίες ή πληρώνοντας για τις απαιτούμενες κλινικές δοκιμές. Ως αντάλλαγμα, αποκτούν για χρόνια τα αποκλειστικά δικαιώματα παρασκευής και εκμετάλλευσης του φαρμάκου.

Αν και δεν είναι αυτός ο στόχος των ατόμων που εργάζονται μέσα στο σύστημα, το αποτέλεσμα είναι συχνά θανατηφόρο. Στον φτωχό κόσμο το σύστημα κατοχύρωσης της πατέντας στα φάρμακα τα κάνει απρόσιτα για τους αρρώστους, αν οι χώρες τους δεν μπορούν να παρασκευάσουν γενόσημα- αντίγραφα των φαρμάκων που δεν προστατεύονται από πατέντα και είναι εξίσου αποτελεσματικά.

Εδώ έρχεται η λύση για το μυστήριο της νέας γρίπης. Σύμφωνα με έναν κανονισμό που ορίζει ότι στο πλαίσιο μιας εξαιρετικά πιεστικής έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία θα επιτρεπόταν στις φτωχές χώρες η παρασκευή γενοσήμων, οι χώρες αυτές θα είχαν το δικαίωμα να παρασκευάσουν όσο γενόσημο του Τamiflu ήθελαν. Η Roche όμως, η φαρμακοβιομηχανία που διαθέτει την πατέντα του, δεν θέλει να φτιάχνει ο φτωχός κόσμος τα δικά του, φθηνότερα αντίγραφα αλλά να αγοράζει την πατενταρισμένη εκδοχή του φαρμάκου από την οποία εισπράττει κέρδη. Η Roche έδωσε άδεια σε λίγες εταιρείες του αναπτυσσόμενου κόσμου να φτιάξουν το φάρμακο, με τη διαφορά ότι πρέπει να πληρώσουν για αυτή την άδεια, πράγμα αδύνατον.

Σε αντίθεση με όλους εμάς, ο ΠΟΥ φαίνεται να στηρίζει τη Roche. Οι άνθρωποι του ΠΟΥ είναι οι καταλληλότεροι για να αποφασίσουν σε τι συνίσταται μια εξαιρετικά πιεστική έκτακτη ανάγκη, η οποία να δικαιολογεί την παραβίαση των κανόνων. Το μήνυμά τους ήταν: «Μη χρησιμοποιήσετε το παραθυράκι».

«Γιατί συμπεριφέρονται έτσι; Εξαιτίας άμεσης ή έμμεσης πίεσης που δέχονται από τις φαρμακοβιομηχανίες» λέει ο καθηγητής Μπρουκ Μπέικερ, ειδήμονας σε θέματα πατέντας φαρμάκων.

Ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα; Οι φτωχές χώρες δεν είναι τόσο προετοιμασμένες όσο θα μπορούσαν να είναι. Αν υπάρξει πανδημία, ο αριθμός των ανθρώπων που θα πεθάνουν θα είναι πολύ μεγαλύτερος απ΄ ό,τι θα μπορούσε να ήταν.

Το επιχείρημα που προέβαλαν οι μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες προς υπεράσπιση αυτού του συστήματος είναι απλό και αρχικώς ακούγεται λογικό: «Πρέπει να χρεώνουμε μεγάλα ποσά για τα φάρμακά “μας” ώστε να μπορέσουμε να αναπτύξουμε νέα σωτήρια φάρμακα. Θέλουμε να δημιουργήσουμε όσο περισσότερες θεραπείες μπορούμε και αυτό μπορούμε να το κάνουμε μόνο αν έχουμε εισοδήματα. Πολλές από τις έρευνες που χρηματοδοτούμε δεν οδηγούν στην παρασκευή εμπορεύσιμων φαρμάκων, συνεπώς πρόκειται για μια δαπανηρή διαδικασία».

Παρ΄ όλα αυτά, ενδελεχείς μελέτες αποκαλύπτουν ότι μόνο το 14% του προϋπολογισμού των φαρμακοβιομηχανιών διοχετεύεται στην ανάπτυξη φαρμάκων- συνήθως στο μη δημιουργικό τελικό στάδιο των κλινικών δοκιμών. Το υπόλοιπο πηγαίνει στο μάρκετινγκ και γίνεται κέρδη. Και ακόμη και με αυτό το ισχνό 14% οι φαρμακοβιομηχανίες κατασπαταλούν μια περιουσία δημιουργώντας φάρμακα που έχουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα με άλλα προϋπάρχοντα, αλλά έχουν ένα διαφορετικό μόριο. Ετσι δημιουργούν μια νέα πατέντα και εισπράττουν έναν πακτωλό κερδών.

Ως αποτέλεσμα, οι εταιρείες φαρμάκων δεν ξοδεύουν σχεδόν τίποτε για τις ασθένειες που σκοτώνουν τους περισσότερους ανθρώπους, όπως η ελονοσία, διότι τα θύματα είναι φτωχά και δεν κερδίζουν από αυτά.

Υποφέρουμε όλοι από αυτή τη δυσλειτουργία. Η επίτροπος σε θέματα Ανταγωνισμού της ΕΕ κυρία Νέλι Κρους συμπέρανε πρόσφατα ότι οι Ευρωπαίοι πληρώνουν 40% περισσότερο απ΄ ό,τι θα έπρεπε για τα φάρμακά τους εξαιτίας αυτού του «σαθρού» συστήματος- χρήματα που θα μπορούσαν να σώσουν πολλές ζωές αν κατευθύνονταν προς την πραγματική υγειονομική περίθαλψη.

Γιατί διατηρούμε αυτό το σύστημα εφόσον είναι τόσο κακό; Οι φαρμακοβιομηχανίες έχουν δαπανήσει την τελευταία δεκαετία περισσότερα από 3 δισ. δολάρια σε λομπίστες και πολιτικές «χορηγίες» μόνο στις ΗΠΑ. Εχουν δωροδοκήσει πολιτικούς για να κάνουν το σύστημα να λειτουργήσει προς το συμφέρον τους. Αν αμφιβάλλετε για το πόσο βαθιά φθάνει αυτή η επιρροή, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Γουόλτερ Μπάρτον παραδέχεται ότι το τον τελευταίο νόμο για τη δημόσια υγεία στις ΗΠΑ το 2003 «τον συνέταξαν οι φαρμακοβιομηχανίες» .

Υπάρχει πολύ καλύτερος τρόπος να αναπτύσσουμε φάρμακα, αρκεί να τον υιοθετήσουμε. Προτάθηκε από τον Τζόζεφ Στίγκλιτζ, κάτοχο του Νομπέλ Οικονομίας, και είναι απλός. Οι κυβερνήσεις του δυτικού κόσμου θα πρέπει να θεσπίσουν ένα Ταμείο με απόθεμα πολλών δισ. δολαρίων το οποίο θα χορηγεί χρηματικά βραβεία στους επιστήμονες που θα αναπτύσσουν θεραπείες ή εμβόλια. Τα μεγαλύτερα βραβεία θα αποδίδονται σε εκείνους οι οποίοι θα ανακαλύψουν θεραπείες για ασθένειες που σκοτώνουν εκατομμύρια ανθρώπους. Μετά την απόδοση του βραβείου, τα δικαιώματα χρήσης της θεραπείας θα είναι δημόσια. Οποιοσδήποτε, οπουδήποτε στον κόσμο, θα μπορεί να παρασκευάζει το φάρμακο και να σώζει ζωές.

Το οικονομικό κίνητρο που παρέχει αυτό το σύστημα στους επιστήμονες είναι το ίδιο με το σημερινό, αλλά ολόκληρη η ανθρωπότητα θα δρέπει τα οφέλη του και όχι μόνο ένα ολιγάριθμο μονοπώλιο ιδιωτών και οι ελάχιστοι τυχεροί που μπορούν να πληρώνουν τις παραφουσκωμένες τιμές του. Οι παραλογισμοί του τρέχοντος συστήματος θα έπαυαν.

Δεν είναι φθηνή λύση- θα κόστιζε το 0,6% του ΑΕΠ- αλλά μεσοπρόθεσμα θα γλιτώναμε μια περιουσία, διότι τα συστήματα περίθαλψης δεν θα ήταν πλέον αναγκασμένα να καταβάλλουν τεράστια χρηματικά ποσά στις φαρμακοβιομηχανίες. Στο μεταξύ το κόστος των φαρμάκων θα μειωνόταν δραστικά για τους φτωχούς και θα τα έκανε για πρώτη φορά προσιτά σε δεκάδες εκατ. από αυτούς.

Μολαταύτα οι προσπάθειες αλλαγής του παρόντος συστήματος προσκρούουν στις φαρμακοβιομηχανίες και στις στρατιές τους από λομπίστες. Αυτός είναι λόγος για τον οποίον ο τρόπος που ρυθμίζεται η παραγωγή φαρμάκων σε ολόκληρο τον κόσμο είναι ακόμη σχεδιασμένος ώστε να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μετόχων των φαρμακοβιομηχανιών και όχι την υγεία της ανθρωπότητας.

Η ιδέα της προνομιακής και αποκλειστικής πρόσβασης σε κρίσιμη για την επιβίωση ιατρική τεχνογνωσία, ώστε ελάχιστοι άνθρωποι να μπορούν να κερδίζουν από αυτή, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα της εποχής μας. Πρέπει να διαλύσουμε αυτό το νοσηρό σύστημα. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να παγκοσμιοποιήσουμε το πνεύμα του Τζόνας Σαλκ, του σπουδαίου επιστήμονα ο οποίος εφηύρε το εμβόλιο της πολιομυελίτιδας αλλά αρνήθηκε να το πατεντάρει, λέγοντας απλώς: «Θα ήταν σαν να κατοχύρωνα πατέντα για τον ήλιο».