Ενας 33χρονος Σερβοκροάτης -έχει καταγωγή από την Βοιβοντίνα- που δήλωνε ότι είχε σπουδάσει οικονομικά στην Δανία και είχε έλθει το τελευταίο 20ήμερο στην Ελλάδα, φέρεται κεντρικό πρόσωπο στην εισαγωγή 135 κιλών κοκαΐνης από την νότιο Αμερική προς την Ελλάδα.

Ο 33χρονος συνελήφθη σε κατοικία που είχε νοικιάσει στη Βάρκιζα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες μεγάλο τμήμα των ναρκωτικών θα αποστελόταν σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ υπήρχε προηγούμενη διανομή ναρκωτικών και στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τη δικογραφία της υπόθεσης στις 9 Νοεμβρίου 2017 έφθασαν στην Ελλάδα 381 συσκευασίες κοκαΐνης όπως περιγράφεται σε ιδιόχειρς σημειώσεις που βρέθηκαν στην κατοχή του δράστη. Οι ποσότητες κοκαΐνης που κατασχέθηκαν έφεραν λογότυπα εταιρειών αθλητικών ειδών και εταιρείας μοτοσυκλετών. Επιπλέον, ο 33χρονος φέρεται να έχει ταξιδέψει, όπως προκύπτει από τα διαβατήριά του στο Εκουαδόρ, το Περού και τη Βραζιλία. Στο μικροσκόπιο, ακόμη, της ΕΛ.ΑΣ είναι και άλλς ιδιόχειρες σημειώσεις του όπου καταγράφονται επαφές με αγοραστές ναρκωτικών. Επίσης οι αστυνομικοί αναζητούν συνεργό του με το όνομα Ιβάν που εμφανιζόταν ως επιχειρηματίας ο οποίος δραστηριοποιείται στην Ελβετία. Ο συγκεκριμένος κυκλοφορούσε στα Νότια προάστια με αυτοκίνητα μάρκας Πόρσε και Μερσεντές.

Σύμφωνα, πάντα με τη δικογραφία που σχημάτισε η ΕΛ.ΑΣ ο 33χρονος και ο συνεργός του πωλούσαν τα ναρκωτικά έναντι 40.000 ευρώ το κιλό.

Την ίδια ώρα ερωτήματα διατυπώνουν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ όπως και νομικοί και δικαστικοί κύκλοι για την εντελώς διαφορετική μεταχείριση ατόμων που φέρεται από τηλεφωνικές υποκλοπές να ζητούν μικρές ποσότητες ναρκωτικών -κυρίως για προσωπική χρήσητους- από τα βασικά μέλη των κυκλωμάτων.

Κι αυτό με αφορμή το δικαστικό βούλευμα για την υπόθεση διακίνησης κοκαΐνης σε κλάμπ του Κολωνακίου (σσ είχε αποκαλυφθεί από το «Βήμα» στις 11 Φεβρουαρίου 2016) όπου παραπέμπονται σε δίκη και 16 «πελάτες» του κυκλώματος και ανάμεσά τους αρκετά άτομα , γνωστά στην κοινή γνώμη. Κάτι που έχει προκαλέσει σύγχυση και προστριβές για την ταυτότητα των κατηγορουμένων. Ωστόσο κρατικοί λειτουργοί και νομικοί σημειώνουν ότι σε σειρά άλλων περιπτώσεων που αγγίζουν το 60-70% του συνόλου, οι χρήστες των ναρκωτικών δεν παραπέμπονται σε δίκη. Οπως είχε συμβεί σε παρόμοια περίπτωση (λίγους μήνες νωρίτερα από το «κύκλωμα του Κολωνακίου» ) με μεταφορά και διανομή ναρκωτικών από 4-5 άτομα στην Μύκονο, όπου 40 άτομα που εμφανίζονταν να παραλαμβάνουν κοκαϊνη από τους διακινητές δεν αντιμετώπισαν οποιαδήποτε κατηγορία.

Η εισαγωγή των 135 κιλών κοκαΐνης στην Ελλάδα, υπολογιζόμενης αξίας 5-6 εκατ. ευρώ, είναι από τις μεγαλύτερες υποθέσεις διακίνησης ναρκωτικών στη χώρα μας. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος» η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών της Ασφάλειας Αττικής βρισκόταν στα ίχνη του συγκεκριμένου κυκλώματος τον τελευταίο μήνα και παρακολουθούσε τις επαφές και τις συναλλαγές του 33χρονου που είχε συνεργούς από την πρώην Γιουγκοσλαβία ενώ έχει εξετασθεί και η εμπλοκή Ελλήνων ιδιωτών. Οι ποινικολόγοι κ.κ Σάκης Κεχαγιόγλου και Γεώργιος Δρύλλης που εκπροσωπούν νομικά τον 33χρονο αλλοδαπό σημειώνουν ότι «η κατάσχεση της σημαντικής ποσότητας κοκαΐνης αποτελεί αναμφισβήτητα επιτυχία της Δίωξης Ναρκωτικών. Ο βαθμός, δε, εμπλοκής του εντολέα μας και η περιγραφή των γεγονότων όπως συνέβησαν, αλλά και ο καθορισμός της δικής του ευθύνης, θα διαλευκανθούν, μετά από συνεργασία μαζί του τις επόμενες ημέρες» .

Ωστόσο συνεχή είναι τα ερωτήματα για την διαφορετική αντιμετώπιση των σχετικών φακέλων με το εμπόριο ναρκωτικών.

Οπως σημειώνουν αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ και δικαστικοί λειτουργοί «κάθε χρόνο εξιχνιάζονται περισσότερες από 25-30 υποθέσεις εκτεταμένης διακίνησης ναρωτικών σε όλη την Ελλάδα όπου από την ανάλυση των τηλεφωνικών κλήσεων προέκυπταν στοιχεία για εκατοντάδες χρήστες ναρκωτικών που απευθύνονταν στους βασικούς κατηγορούμενους – διακινητές. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα άτομα αυτά δεν παραπέμπονται σε δίκη. Ομως ορισμένες φορές δικαστικοί λειτουργοί εκτιμούν ότι οι παραλήπτες των ναρκωτικών ενδέχεται να προχωρούν στη συνέχεια σε περαιτέρω μικροδιακίνηση και τους οδηγούν κι αυτούς στο εδώλιο. Οπως είχε συμβεί και το 2014 όταν είχε εντοπισθεί δίκτυο εισαγωγής 146 κιλών κοκαΐνης από το Εκουαδόρ με τη συμμετοχή 57 ατόμων από την Ελλάδα, την Αλβανία και χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Ομως τότε είχαν καθίσει στο εδώλιο και άλλα 50 περίπου άτομα που τηλεφωνούσαν στους διακινητές για να πάρουν ναρκωτικά. Ανάμεσα σε αυτούς πιλότος επιβατηγού αεροπλάνου, ένας ιδιοκτήτης ξενοδοχείου, ένας αστυνομικός της ΔΙΑΣ, ένας σκηνοθέτης, μια σχεδιάστρια μόδας, μια γυμνάστρια, ένας υπεύθυνος ρεμπετάδικου, ένας διακοσμητής και ένας ενδυματολόγος, ένας διαφημιστής, υπεύθυνος οργάνωσης συνεδρίων, υπάλληλοι ναυτιλιακών εταιρειών, τεχνικοί σκαφών αναψυχής κι άλλοι. Κι οι οποίοι , όπως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις αθώωθηκαν. Επιπλέον παλαιότερα είχε βρεθεί κατηγρούμενος και τηλεοπτικό πρόσωπο για παραλαβή μικροπόσοτητας χασίς, ο οποίος επίσης απηλλάγη. Πραγματικά προκαλεί απορίες πως σε παρεμφερείς υποθέσεις πώλησης ναρκωτικών υπάρχει διαφορετικός δικαστικός χειρισμός…» .

Οπως σημειώνει ο ποινικολόγος κ. Σταυρος Γεωργόπουλος που έχει χειρισθεί παρόμοιες περιπτώσεις «μόνο η τηλεφωνική επικοινωνία δεν επαρκεί για να αποδοθεί κατηγορία σε οποιονδήποτε συνομιλεί με κάποιον που κατηορείται για διακίνηση ναρκωτικών. Στις περισσότερες υποθέσεις αυτοί οι συνομιλητές δεν παραπέμπονται στο ακροατήριο αλλά καλούνται ως μάρτυρες» . Ακόμη ο δικηγόρος κ Χρήστος Μαυρομμάτης σημειώνει ότι «πολλά εξαρτώνται από την νομική ερμηνεία και τις αντιλήψεις των δικαστικών λειτουργών που χειρίζονται τις σχετικές υποθέσεις».