Την ενοχήτων 36 κατηγορουμένων που κάθονταιστο εδώλιο δεύτερη φορά, 18έτη μετά το σκάνδαλο με τις μετοχές -φούσκες του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, εισηγήθηκε κατά τη διάρκεια της πολύωρης αγόρευσής της η εισαγγελέας της έδρας Αθηνά Θεοδωροπούλου _ με την ίδια να μην παραγνωρίζειτη δυσχέρεια της υπόθεσης καθώς έχουν παρέλθει σχεδόν δυο δεκαετίες από την αποκάλυψή της.

Η υπόθεση έχει φθάσει ξανά στο ακροατήριο, καθώς έχει ασκηθεί αναίρεση – από τον Άρειο Πάγο – της αποφάσεως που αθώωνε ομοφώνως τους κατηγορούμενους από το σύνολο των αξιόποινων πράξεων_ απάτη και ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Οι ανώτατοι δικαστές έκριναν ότι εκείνη ηαθωωτική απόφαση δεν είχε πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ως εκ τούτου χρηματιστές, επενδυτές, εφοπλιστές κρίνονται εκ νέου, από μηδενική βάση.

«Εσφαλμένη αιτιολογία» καταλόγισε πάντως και η εισαγγελέας στην πρώτη αθωωτική απόφαση, εξαίροντας ως «σπουδαία» την αναιρετική απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου.

Εσφαλμένατο πρώτο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε ζημία, σημείωσε η κυρία Θεοδωροπούλου, εκτιμώντας σε αντιδιαστολή ότι σκοπός των κατηγορουμένων ήτανη μακροπρόθεσμηδημιουργίαπλασματικής εικόνας της αγοράς, η καλλιέργειαεπενδυτικής ευημερίαςκαι η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της . Πλην όμως «μετά καταποντίστηκε το σύστημα, γιατίη διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή».

«Πλήξατε, με τις μεθοδεύσεις, τον νόμο της ελεύθερης αγοράςμε τη διόγκωση της τιμής των μετοχών πουδεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα», σημείωσε χαρακτηριστικά.Πρόσθεσε μάλιστα ότι «η διαμορφωθείσα τιμή στο ταμπλώ του ΧΑΑδεν ήταν η «δίκαιη» τιμή, γιατί τη διαμόρφωσανψευδώς οι κατηγορούμενοι με τα πακέτα των μετοχών που έριξαν στην αγορά».

Η έρευνα είχε αρχικώς χρεωθεί στην τότε ανακρίτρια Κωνσταντίνα Μπουρμπούλια, ενώ αργότερα είχε επανεκκινήσει, ύστερα από συμπληρωματικήδίωξη από τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Λακαφώση.

Η ακροαματική διαδικασία συνεχίζεται με αγορεύσεις συνηγόρων υπεράσπισης.