Λεωφορείο 229. Στάση 3η Κατσώνη. Βράδυ Πέμπτης. Αστραπές στον ουρανό, στο βάθος, προς Πειραιά. «Ελπίζω να καταφέρουμε να περάσουμε. Καθώς ερχόμουν, εκεί στα έργα του τραμ στη Σκυλίτση, είχε πλημμυρίσει και είχε μποτιλιαριστεί ο δρόμος» έλεγε ο οδηγός. «Νέο έργο και δεν έχει αντιπλημμυρικά. Κι ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί πνίγηκε η Δυτική Αττική. Ισως πρέπει να κοιταχθούμε όλοι στον καθρέφτη» επισήμανε με έμφαση ένας ηλικιωμένος κύριος.
Να κοιταχθούν στον καθρέφτη όλες οι κυβερνήσεις για τα έργα που δεν έκαναν ή για τα… στραβά μάτια που έκαναν, οι περιφερειάρχες και οι δήμαρχοι, πρώην και νυν, που προχωρούσαν μόνο τα έργα «βιτρίνας», με στόχο τα πολυπόθητα ψηφαλάκια, αλλά και οι πολίτες του «δε βαριέσαι» οι οποίοι, με τις πλάτες των διοικούντων, έχτιζαν παράνομα αποψιλώνοντας δάση, μέσα σε ρέματα, πάνω στην παραλία.


Χτίστε – νομιμοποιήστε – τελειώσατε

Η εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας δεν είναι πολυτέλεια, ούτε αφορά δέκα γραφικούς οικολόγους. Αποτελεί θεμελιώδες εργαλείο για την προστασία της ζωής συνολικά. Και όταν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εμφανίζονται χρόνο με τον χρόνο δριμύτερες, οφείλει η Πολιτεία να έχει προνοήσει, με έργα υποδομής, για την προστασία των πολιτών της.
Χάρτες επικινδυνότητας πλημμυρών –και για τις πληγείσες περιοχές της Μάνδρας και της Νέας Περάμου –υπήρχαν από το 2012. Εν τούτοις, όπως επισήμανε την Παρασκευή ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος κ. Σωκράτης Φάμελλος, υπήρξε κενό στη Διοίκηση και δεν ολοκληρώθηκε ποτέ η κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, η οποία βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί την 1η Ιανουαρίου 2016.
Ετσι, έχει κινηθεί η διαδικασία παραπομπής της Ελλάδας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης διότι δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και του περιβάλλοντος. Θα διακοπεί όταν ολοκληρωθούν, όπως δεσμεύθηκε ο κ. Φάμελλος, τα σχέδια διαχείρισης και πρόληψης πλημμυρών για όλη την Ελλάδα, τον Φεβρουάριο του 2018.
Από την ελλιπέστατη εφαρμογή της σχετικής με τη διαχείριση των πλημμυρών νομοθεσίας, η οικονομική επιβάρυνση είναι τεράστια. Μέσα σε μία δεκαετία η Ελλάδα υπέστη ζημιές 3 δισ. ευρώ από πλημμύρες. Οι ενισχύσεις που έλαβε από την ΕΕ ήταν 112 εκατ. ευρώ. «Μεγάλο μέρος αυτών των ζημιών θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί με τη σωστή και έγκαιρη εφαρμογή του σχετικού θεσμικού πλαισίου» αναφέρει ο νομικός συντονιστής τουWWFΕλλάς κ. Γιώργος Χασιώτης.
Πέρα όμως από την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης των σχεδίων αντιμετώπισης πλημμυρών, η κυβέρνηση γλίστρησε στα νερά της πλημμύρας και… σκόνταψε πάνω στα μπαζωμένα ρέματα και στα αυθαίρετα κτίσματα, θρυμματίζοντας τη δήθεν φιλοπεριβαλλοντική φιλοσοφία της. Δεν είναι τυχαίο ότι και στα χρόνια των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ νομιμοποιήθηκαν περί τα 400.000 αυθαίρετα.
Οπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (υπολογίζοντας μόνο τις νέες υπαγωγές στον τότε ισχύοντα νόμο 4178/13 και όχι αυτές που έγιναν με μεταφορά από τον προηγούμενο 4014/11), στα τέλη Νοεμβρίου 2014 240.000 αυθαίρετα είχαν τακτοποιηθεί, ενώ στα τέλη Αυγούστου 2017 οι νέες δηλώσεις τακτοποίησης αυθαιρέτων είχαν φτάσει τις 635.000.
Και ο αριθμός αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο, καθώς ο νέος νόμος Σταθάκη (4495/17) προβλέπει πολύ χαμηλότερα πρόστιμα τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών, σε σύγκριση με τις προηγούμενες ρυθμίσεις. Παράλληλα, στο πλαίσιο ανάρτησης των δασικών χαρτών, οι δημοτικές αρχές κλήθηκαν να οριοθετήσουν τις οικιστικές πυκνώσεις (με άλλα λόγια, τους «αυθαίρετους οικισμούς» στα δάση) προκειμένου να εξαιρεθούν προσωρινά. Το αξιοσημείωτο είναι ότι πολλοί δήμοι ξεχείλωσαν την ερμηνεία του νόμου, προκειμένου να «σώσουν» και μεμονωμένα αυθαίρετα.

Συγκλονιστικά στοιχεία για τα ρέματα

Την περασμένη εβδομάδα η ελληνική νοοτροπία του «όπου γης και οικοδομή», όπως σχολιάζει η επικεφαλής πολιτικής τουWWFΕλλάς κυρία Θεοδότα Νάντσου, έδειξε τα όρια. «Εχασαν τη ζωή τους 16 άνθρωποι στις πρωτοφανείς σαρωτικές πλημμύρες στη Δυτική Αττική, σε περιοχές όπου οι φυσικοί δρόμοι του νερού είχαν τελείως μπλοκαριστεί ή μπαζωθεί.Με την κλιματική αλλαγή να χτυπάει αλύπητα και απρόβλεπτα, τα ρέματα και τα ποτάμια, οι ακτές και τα δάση είναι αναγκαίες υποδομές προστασίας» υπογραμμίζει. Και προσθέτει: «Στη μνήμη των θυμάτων και για προφύλαξη από μελλοντικές τέτοιες τραγωδίες, ας πει επιτέλους η κυβέρνηση «τέλος» στις συνεχείς νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων. Καιρός να ξεκινήσουν άμεσα κατεδαφίσεις παράνομων κατασκευών που μπλοκάρουν δρόμους νερού ή καταστρέφουν ακτές και δάση, και να δρομολογηθεί κατεπειγόντως η οικολογική αποκατάσταση περιοχών που νόμιμα ή παράνομα οικοδομήθηκαν, αλλά έχουν κρίσιμη σημασία για την αντιμετώπιση τέτοιων ακραίων φαινομένων».
Για κατεδαφίσεις έκανε λόγο και η περιφερειάρχης Αττικής κυρία Ρένα Δούρου μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό. «Πρέπει να υπάρξουν άνθρωποι που θα πάρουν το πολιτικό κόστος. Πέρα από τη διάνοιξη των ρεμάτων, θα πρέπει να κατεδαφιστούν και όχι εκ νέου να νομιμοποιηθεί οτιδήποτε είναι αυθαίρετο. Διότι όποιος αυθαιρετεί δεν βάζει σε κίνδυνο μόνο τη δική του ζωή, αλλά και δεκάδες άλλες. Να κατεδαφιστούν. Αλλά αυτό σημαίνει ότι παίζεις το κεφάλι σου όσον αφορά την πολιτική σου καριέρα».
Από την πλευρά του, ο κ. Φάμελλος αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσει τη λέξη «κατεδάφιση» ανέφερε χαρακτηριστικά: «Προφανώς και πρέπει να μην υπάρχει αυθαίρετη δόμηση στα ρέματα, προφανώς και πρέπει να καθαριστούν τα ρέματα από μπάζα και να αποκατασταθεί η υδραυλική παροχή από οτιδήποτε την εμποδίζει».
Τα μπαζωμένα ή εγκιβωτισμένα ρέματα αποτελούν έναν εν δυνάμει κίνδυνο για όλη την Αττική. Οσον αφορά το σταδιακό τους κλείσιμο είναι αποκαλυπτικά τα στοιχεία που παρουσιάζει μελέτη του Κέντρου Εκτίμησης Φυσικών Κινδύνων, της Σχολής Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (εκπονήθηκε από τους Γιώργο Τσακίρη και Παναγιώτη Σιώρα με τη συνεργασία του Ανδρέα Γεωργόπουλου).
Η συρρίκνωσή τους ξεκίνησε ήδη από την περίοδο 1893-1945 (από 1.277 χλμ. σε 858 χλμ. ή ποσοστιαία -33,64%), συνεχίστηκε κατά την περίοδο 1945-1973 (από 858 χλμ. σε 734 χλμ. ή ποσοστιαία -14,5%) και κορυφώθηκε την περίοδο 1973-1995 (από 734 χλμ. σε 434 χλμ. ή ποσοστιαία -40,9%). Η συνολική μείωση των ανοιχτών ρεμάτων είναι της τάξης του 66,38% (από 1.277 χλμ. σε 434 χλμ.).
Η μεγαλύτερη μείωση των ανοιχτών ρεμάτων κατά 81,5% για την περίοδο 1893-1995 παρουσιάζεται στη λεκάνη απορροής του κεντρικού τμήματος του Κηφισού και του δυτικού τμήματος του Λεκανοπεδίου Αττικής, από 234 χλμ. σε 43 χλμ.

Η αυτοψία του ΙΓΜΕ

Αυτοψία στις πληγείσες περιοχές της Μάνδρας και της Νέας Περάμου πραγματοποίησαν την περασμένη Πέμπτη μελετητές του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ). Σε πρώτο βαθμό δεν φαίνεται να προκύπτει θέμα διάβρωσης του όρους Πατέρα λόγω πυρκαγιών. Οσο για τη λασποπλημμύρα, αποδίδεται στην έντονη καταιγίδα. «Ενα τέτοιο φαινόμενο συμβαίνει κάθε 100 χρόνια. Φυσικά η ανθρώπινη παρέμβαση είναι εμφανής σε αρκετά σημεία, είναι και αυτό κάτι που χρήζει διερεύνησης, αλλά είναι πάρα πολύ νωρίς για να επιρρίψουμε ευθύνες» λέει στο «Βήμα» ο γενικός διευθυντής του ΙΓΜΕ κ.Δημήτρης Τσαγκάς.

Τα όσα αντίκρισε το κλιμάκιο του ΙΓΜΕ σε ρέμα της Νέα Περάμου καταδεικνύουν την ορμή και τον όγκο του νερού που «χτύπησε» την περιοχή. «Η κοίτη είχε διευρυνθεί σημαντικά. Δέχθηκε ένα πάρα πολύ μεγάλο φορτίο με συνέπεια να έχει πάρα πολλές πλευρικές διαβρώσεις και σημαντικές ζημιές στις υποδομές. Υπάρχει ένα κομμάτι ρέματος το οποίο έχει κλειστεί (εγκιβωτιστεί). Σε εκείνο το σημείο φερτά υλικά ήρθαν από την ανάντη, μπλόκαραν τις διόδους διαφυγής, με αποτέλεσμα το νερό να μην έχει τρόπο να ακολουθήσει την υπόγεια διαδρομή του. Ετσι κάλυψε δεξιά και αριστερά μια μεγάλη έκταση. Φανταστείτε ότι εκεί υπάρχει ένα σπιτάκι το οποίο ουσιαστικά καλύφθηκε από τον όγκο των φερτών υλικών» περιγράφει στο «Βήμα».

Οσον αφορά την ύπαρξη ή μη αντιπλημμυρικών έργων στην περιοχή, ο γενικός διευθυντής του ΙΓΜΕ υποστηρίζει ότι ακόμα και στα σημεία που υπήρχαν «το φορτίο που έπεσε δεν μπορούσε να βρει δίοδο. Ηταν ένα πάρα πολύ έντονο φαινόμενο».

Η τραγωδία δεν έχει τέλος

Θλιβερός ο απολογισμός της κακοκαιρίας που χτύπησε τη Μάνδρα και τη Νέα Πέραμο. Μέχρι το βράδυ της Παρασκευής οι νεκροί ήταν 16, έξι οι αγνοούμενοι και εκατοντάδες σπίτια και περιουσίες θαμμένα στη λάσπη. Το μέγεθος της καταστροφής αποτύπωσαν και οι έλεγχοι που έγιναν την Παρασκευή από εξειδικευμένα τεχνικά κλιμάκια του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Τα κλιμάκια, αποτελούμενα από 120 μηχανικούς, διενήργησαν 268 αυτοψίες στην ευρύτερη περιοχή που επλήγη από τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών, δηλαδή 260 κτίρια, έχουν πληγεί και χρήζουν αποζημίωσης, εκ των οποίων 169 είναι κατοικίες, 62 επαγγελματικοί χώροι και 23 αποθήκες/υπόγεια.

Τα αίτια της καταστροφής

Ως δυσανάλογα με τη ραγδαιότητά του χαρακτηρίζει τα αποτελέσματα του φαινομένου που έπληξε την περασμένη εβδομάδα τη Δυτική Αττική η ομότιμη καθηγήτρια στο ΕΜΠ και ιδρύτρια του Κέντρου Υδρολογικής Πληροφορίας κυρίαΜαρία Μιμίκου. «Η βροχόπτωση ήταν έντονη αλλά δεν θα έλεγα ότι ήταν εξαιρετικά ακραία. Σαν και αυτήν έχουν συμβεί αρκετές τις τελευταίες δεκαετίες. Τα αποτελέσματα όμως ήταν δυσανάλογα και η αιτία είναι οι ανθρωπογενείς παράγοντες» εξηγεί.

«Στη συγκεκριμένη περιοχή έχει πάρα πολλά ρέματα, εκ των οποίων ένα-δύο δημιούργησαν το πρόβλημα διότι πρακτικά έχουν καταπατηθεί. Η παράνομη δόμηση ανεξάρτητα του εάν νομιμοποιείται κάποια στιγμή εμποδίζει τη ροή των υδάτων, η οποία θα ήταν σαφώς διαφορετική εάν το βουνό δεν ήταν καμένο και δεν υπήρχαν σε αυτό τα λατομεία» εξηγεί η κυρία Μιμίκου, ενώ βάζει στο τραπέζι των συζητήσεων όχι μόνο το ζήτημα της ύπαρξης ή μη αντιπλημμυρικών έργων, αλλά και την επάρκειά τους, φέρνοντας ως παράδειγμα την εικόνα του μισοβυθισμένου λεωφορείου στη διάβαση.

«Προφανώς η γέφυρα δεν ήταν σωστά σχεδιασμένη. Υπάρχουν πάρα πολλά αντιπλημμυρικά έργα στα οποία έχουν δοθεί εκατομμύρια και στην ουσία δημιουργούν πλημμύρες αντί να τις αποσοβούν. Δεν γίνονται σωστές υδρολογικές μελέτες των αντιπλημμυρικών έργων, και για να γίνει αυτό θα πρέπει να υπάρχουν πραγματικά στοιχεία, συστηματικά. Για παράδειγμα, στην Αττική έχουν γίνει τρεις-τέσσερις μεγάλες καταιγίδες τα τελευταία χρόνια. Αν τις μελετούσαμε σωστά και είχαμε σχεδιάσει τα έργα με βάση αυτά τα μεγέθη τώρα δεν θα είχαμε τόσο μεγάλο πρόβλημα» σχολιάζει η κυρία Μιμίκου.

Τα λεγόμενά της επιβεβαιώνει και αναφορά σε εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας(1ηΝοεμβρίου 2017) με την οποία ενημέρωνε τους αρμόδιους φορείς για τον σχεδιασμό και τις δράσεις που πρέπει να αναλάβουν για την αντιμετώπιση πλημμυρικών φαινομένων. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι οι αιφνίδιες πλημμύρες, με κύριο χαρακτηριστικό την ταχεία εξέλιξή τους, είναι το πιο συνηθισμένο είδος πλημμύρας στην Ελλάδα και ότι στο παρελθόν έχουν προκαλέσει μεγάλες καταστροφές σε υποδομές, αγροτικές εκμεταλλεύσεις, κατοικίες και έχουν θέσει σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Μια τέτοια ξαφνική αλλά συνηθισμένη πλημμύρα «έπνιξε» την περασμένη Τετάρτη τη Μάνδρα, τη Νέα Πέραμο και τις γύρω περιοχές, με τραγικές συνέπειες.

Μια προφανής λύση για το τι πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα είναι ο καθαρισμός των ρεμάτων και η κατεδάφιση των αντιπλημμυρικών έργων που δεν είναι σωστά κατασκευασμένα, αλλά «δεν νομίζω ότι πολιτικά μπορεί να το αντέξει κανείς, αυτή τη στιγμή, σε αυτή τη χώρα και με την κρίση που περνάμε. Να ξαναχτίσει την Αθήνα έτσι όπως θα έπρεπε να είναι» σχολιάζει η κυρία Μιμίκου, σημειώνοντας ότι αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι να βελτιωθεί το προγνωστικό σύστημα και να γίνονται ποσοτικές προγνώσεις σε πραγματικό χρόνο ώστε οι αρμόδιοι φορείς να ενημερώνουν εγκαίρως τους πολίτες. «Και πάλι δεν θα σώζαμε τις περιουσίες, γιατί οι περιουσίες που είναι στα ρέματα δεν θα σωθούν ποτέ και πρέπει να το ξέρουν όλοι όσοι έχουν χτίσει στα ρέματα, αλλά τουλάχιστον θα είχαν σωθεί ανθρώπινες ζωές» καταλήγει.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ