Το πρωινό της 16ης Σεπτεμβρίου του 1964 ήταν ένα πραγματικά εντυπωσιακό πρωινό για τρεις άνδρες που καλούνταν να δώσουν μια πολιτική μάχη η οποία θα κρινόταν στις εντυπώσεις: Ο Γιώργος Παπανδρέου, πρωθυπουργός τότε και υπουργός Παιδείας, ο Λουκής Ακρίτας, υφυπουργός Παιδείας, και ο Ευάγγελος Παπανούτσος, γενικός γραμματέας του υπουργείου, εισηγούνταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα το σύστημα των εθνικών πανελλαδικών εξετάσεων για πανεπιστήμια της χώρας, σε μια προσπάθεια να δώσουν αδιάβλητο και αξιοκρατικό χαρακτήρα στην εισαγωγή των νέων στα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης. Αγωνία, προσμονή αλλά και ανυπομονησία.
«Το σύστημα δούλεψε» ακούστηκε αργά το απόγευμα της ίδιας ημέρας ανακουφίζοντας τελικά την ηγεσία της κυβέρνησης. Παρότι βέβαια στη συνέχεια χρειάστηκαν 200 άνθρωποι, οι οποίοι επί δύο μήνες δούλευαν νυχθημερόν για την έκδοση των αποτελεσμάτων…
Ωστόσο το σύστημα δεν θα δούλευε αν δεν ήταν εκεί για να επιβλέψει την πρώτη εφαρμογή υπολογιστικού συστήματος στην Ελλάδα για την έκδοση των αποτελεσμάτων ο κ. Χρήστος Γκούβης, του τμήματος Μηχανοργάνωσης της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, μαζί με τους συνεργάτες του. «Είχαμε βάλει τον πρώτο υπολογιστή στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία μόλις έναν χρόνο νωρίτερα. Αυτό ήταν μια ευτυχής σύμπτωση. Αν είχε έρθει το 1963 ο γενικός γραμματέας να μας ζητήσει να τον βοηθήσουμε, φυσικά δεν θα μπορούσαμε, και αυτό το σύστημα δεν θα εφαρμοζόταν» λέει σήμερα μιλώντας στο «Βήμα» ο 91χρονος κ. Γκούβης, ο πρώτος άνθρωπος που έβγαλε αποτελέσματα πανελλαδικών εξετάσεων στην Ελλάδα. Αποτελέσματα για 40.016 υποψηφίους που διεκδίκησαν 12.500 θέσεις στα πανεπιστήμια της χώρας.
Την περίοδο εκείνη, σε πληθυσμό περίπου 8,5 εκατομμυρίων ανθρώπων, οι πτυχιούχοι Πανεπιστημίου ήταν μόλις 340.000 άτομα.
Εγραφαν οι εφημερίδες της εποχής την προηγούμενη ημέρα, 15 Σεπτεμβρίου του 1964: «Η σειρά επιτυχίας δι’ έκαστον σπουδαστήν κατά σχολή θα καθορισθή δι’ ηλεκτρονικού εγκεφάλου, τα δε δελτία επιτυχίας, εφ’ όσον συγκεντρώση τουλάχιστον 190 μονάδας, θα αποσταλούν διά συστημένης αλλ’ άνευ γραμματοσήμου επιστολής. Το υπουργείο Παιδείας υπολογίζει ότι διά εισαγωγικάς εξετάσεις εις τας ανωτάτας σχολάς και ιδρύματα θα δαπανηθή ποσό 4,5 – 5 εκατ. δρχ.».
«Και τώρα, τι θα πω στον αντιπρόεδρο;»
Πώς ξεκίνησαν όλα; Η ιδέα των εθνικών εισαγωγικών εξετάσεων ήταν του Ευάγγελου Παπανούτσου. Ο οποίος όμως, όπως λέει σήμερα ο κ. Γκούβης, τον πλησίασε προβληματισμένος όταν τελικά βγήκαν τα αποτελέσματα των πρώτων εκείνων εξετάσεων και του ζήτησε να του μιλήσει προσωπικά. Οταν οι δυο τους βρέθηκαν μπροστά στις καρτέλες των εξεταζομένων, έψαξε με αγωνία στους όγκους που σχημάτιζαν.
Η σύντομη έρευνά του ολοκληρώθηκε με μια φράση αγωνίας και απογοήτευσης: «Τι θα πω τώρα στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης;».
Ο ανιψιός του Στέφανου Στεφανόπουλου, υπουργού Συντονισμού και αντιπροέδρου της κυβέρνησης, δεν είχε περάσει στη Νομική Σχολή Αθηνών για την οποία τον προόριζε η οικογένειά του.
«Είναι δυνατόν πριν από το 1964 να είχε αυτόν τον προβληματισμό ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας για τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης;» αναρωτιέται σήμερα χαριτολογώντας ο κ. Γκούβης.
«Θα έπαιρνε ο Στεφανόπουλος τον αρμόδιο καθηγητή για τις εξετάσεις και θα τελείωνε αμέσως το θέμα! Αυτή η σκηνή όμως ήταν η πιο χαρακτηριστική για να καταλάβεις ότι το σύστημα δούλεψε» λέει ο κ. Γκούβης και τα μάτια του λάμπουν. «Ηταν αδιάβλητο. Δεν μπορούσες να το νοθεύσεις. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο το πρότειναν και έτσι λειτούργησε» αναφέρει.
«Το νέο σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων Παπανούτσου το είχαν τότε πολεμήσει πολύ» λέει ο κ. Γκούβης. «Το πολεμούσαν κυρίως οι καθηγητές ΑΕΙ, οι πολιτικοί και οι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων. Οι καθηγητές ΑΕΙ μάλιστα διαμαρτυρήθηκαν γιατί την πρώτη χρονιά διορίστηκαν στην εξεταστική επιτροπή μόνο καθηγητές μέσης εκπαίδευσης. Αυτές οι εξετάσεις όμως ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση Παπανδρέου. Φαντάζεστε να μην έβγαιναν αποτελέσματα τι θα γινόταν;» αναρωτιέται με έμφαση.
Πενήντα τρία χρόνια μετά και με περισσότερες από δέκα εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, τα ερωτήματα παραμένουν τα ίδια: το σύστημα είναι αδιάβλητο. Πώς όμως θα το κάνουμε και δίκαιο; Γιατί στην πρώτη μορφή του οι αρετές του ήταν δύο: ήταν αδιάβλητο και αξιοκρατικό.
«Είμαι φοβερά απογοητευμένος με το πώς χρησιμοποιούν οι κυβερνήσεις από τότε το εξεταστικό σύστημα» λέει ο κ. Γκούβης. «Δεν υπήρξε κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια που να μη θέλησε να κάνει κάτι άλλο από την προηγούμενη στο εξεταστικό σύστημα» συνεχίζει. «Εγώ νομίζω ότι το πρώτο σύστημα που είχε εφαρμοστεί την περίοδο Παπανούτσου, έξι μαθήματα ανά επιστημονική κατεύθυνση, με τις επιστημονικές κατευθύνσεις μόνο δύο, ήταν το καλύτερο ως σήμερα» εκτιμάει.
Τα «μαύρα κοστούμια»
Ενα από τα περιστατικά που διηγείται με ενδιαφέρον ο κ. Γκούβης ενθυμούμενος τη διαδικασία της πρώτης ημέρας των εισαγωγικών εξετάσεων του 1964 ήταν η απρόσκλητη εμφάνιση στα γραφεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας πέντε άγνωστων ανδρών στο γραφείο του.
Φυσικά στην Υπηρεσία είχαν έρθει τόσο ο ίδιος ο Γεώργιος Παπανδρέου όσο και ο Ευάγγελος Παπανούτσος για να παρακολουθήσουν τη διαδικασία. Οι άνδρες με τα «μαύρα κοστούμια» όμως είχαν εμφανώς στόχο να επιβλέψουν τη διαδικασία για να μη γίνουν… παρατυπίες. «Ηταν τα λαγωνικά του Παπανούτσου» λέει ο κ. Γκούβης χαμογελώντας, «για να δουν αν θα κάνουμε τίποτε, κάτι που βέβαια ήταν αδύνατο, αφού ακόμη και να θέλαμε να κάνουμε κάτι, πώς θα μπορούσαν να το καταλάβουν;».
Στην ερώτηση όμως τι άνθρωπος ήταν πραγματικά ο Ευάγγελος Παπανούτσος, όπως πιθανότατα φάνηκε την περίοδο εκείνη της έντασης, ο κ. Γκούβης απαντάει: «Ηταν πάντα ένας γλυκύτατος άνθρωπος. Δεν βρίσκω άλλον τρόπο να τον χαρακτηρίσω».
«Ο Παπανούτσος ήθελε να αντιγράψει το γαλλικό σύστημα. Εκανε σχέδια με τους συνεργάτες του. Τα ετοίμασε όλα θαυμάσια, έκανε τις εξετάσεις, αλλά όταν πήραν τα γραπτά στα χέρια τους, κατάλαβαν ότι αυτή η ιστορία δεν μπορούσε να επεκταθεί χωρίς υπολογιστή.

Είχαν υπόψη τους να το κάνουν με το χέρι! Ευτυχώς, επαναλαμβάνω, που η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία είχε βάλει την προηγούμενη χρονιά έναν μικρό υπολογιστή, 48 kb μνήμη, 48.000 θέσεις, ας πούμε. Ο μικρός υπολογιστής μάς έβγαλε βέβαια ασπροπρόσωπους. Εφεραν τα αποτελέσματα, τα βαθμολογημένα γραπτά δηλαδή, στο υπόγειο της Υπηρεσίας. Ηταν πολύ μεγάλη υπόθεση. Και ήταν ομαδική δουλειά. Σεπτέμβριο τα πήραμε, μέσα Νοεμβρίου βγάλαμε τα αποτελέσματα. Την πρώτη χρονιά των εξετάσεων, το 1964, εφαρμόστηκε το λεγόμενο μεταβατικό Ακαδημαϊκό Απολυτήριο».
Τι συνέβαινε ως τότε; «Τα πανεπιστήμια έκαναν μόνα τους εξετάσεις» θυμίζει ο κ. Γκούβης. «Εκτός από τυχόν καταγγελίες για διαβλητό σύστημα εξετάσεων, υπήρχε και ένα άλλο πρόβλημα: Ενα παιδί που ήθελε να δώσει πανελλαδικές εξετάσεις σε πολλές σχολές δεν μπορούσε. Το πολύ που μπορούσε ήταν σε δύο. Η κάθε σχολή είχε το δικό της πρόγραμμα για εξετάσεις. Αθήνα ή Θεσσαλονίκη. Τα παιδιά έπρεπε να έρθουν στο κέντρο για να δώσουν εξετάσεις. Μηχανογραφικό έγινε για πρώτη φορά το 1965. Τότε δεν υπήρχε περιορισμός, έδιναν όλοι για όλες τις σχολές, ό,τι ήθελαν. Βέβαια, όταν δεν πήγαιναν εκεί που ήθελαν, κατηγορούσαν εμάς ότι τους πήγαμε όπου θέλαμε…».
Εκεί που σε… έβαλε το κομπιούτερ!
Στην ερώτηση εάν υπήρχαν «αιτήματα» την περίοδο εκείνη προς τον ίδιο για να βρεθούν… πλάγιοι τρόποι για να περάσουν υποψήφιοι στα πανεπιστήμια, ο κ. Γκούβης λέει ότι «οι υποψήφιοι έμπαιναν με πρώτο κριτήριο την επιλογή σχολής που τους ενδιέφερε, τον βαθμό τους φυσικά και τον αριθμό των θέσεων».
«Πολλοί λοιπόν την πρώτη περίοδο έρχονταν για να διαμαρτυρηθούν για το «πού τους έβαλε το κομπιούτερ!»» αναφέρει χαριτολογώντας. «Δεν θα ξεχάσω έναν δημοσιογράφο της εποχής που έλεγε «εγώ ήθελα να μπω στη Νομική και ο υπολογιστής με έβαλε στη Σχολή Λογιστών»! Εκεί υπήρχαν και περιπτώσεις γονιών που δεν ήξεραν ότι τα παιδιά τους είχαν π.χ. επιλέξει μια σχολή μακριά από το σπίτι τους, με αποτέλεσμα να κατηγορούν για τη σχολή που μπήκαν το… κομπιούτερ. Φυσικά υπήρχαν αιτήματα όπως αυτά που με ρωτάτε, αλλά δεν υπήρχε καμία δυνατότητα να ικανοποιηθούν, κάτι που έγινε τελικά αποδεκτό. Κυρίως από την πλευρά καθηγητών θα έλεγα» συμπληρώνει.
«Κρατήσαμε αυτή τη δουλειά μέχρι το ’67, λίγο πριν από τη Δικτατορία» καταλήγει ο κ. Γκούβης. «Το ’66, που γύρισα από την Αμερική, παραδώσαμε τότε το πρόγραμμα στον ΟΓΑ που χρησιμοποίησε τον υπολογιστή του Δημόκριτου. Ηταν μια μεταβατική περίοδος ώσπου απέκτησε και το υπουργείο Παιδείας τον πρώτο του υπολογιστή».
Και από εκεί και μετά η ιστορία συνεχίστηκε. Με διαφορετικούς πολιτικούς διαχειριστές, που έβλεπαν την Παιδεία αλλιώς. Αλλά που πολλές φορές ίσως είχαν το ίδιο άγχος με τον Ευάγγελο Παπανούτσο εκείνο το πρωινό του Σεπτεμβρίου του 1964!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ